EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32000O0018

Κατευθυντήρια γραμμή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 1ης Δεκεμβρίου 1998 σχετικά με το νομικό πλαίσιο για τη λογιστική παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών, όπως τροποποιήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1999 και στις 14 Δεκεμβρίου 2000 (ΕΚΤ/2000/18)

OJ L 33, 2.2.2001, p. 21–64 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/2002; καταργήθηκε από 32002O0010

ELI: http://data.europa.eu/eli/guideline/2001/82/oj

32000O0018

Κατευθυντήρια γραμμή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 1ης Δεκεμβρίου 1998 σχετικά με το νομικό πλαίσιο για τη λογιστική παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών, όπως τροποποιήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1999 και στις 14 Δεκεμβρίου 2000 (ΕΚΤ/2000/18)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 033 της 02/02/2001 σ. 0021 - 0064


Κατευθυντήρια γραμμή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας

της 1ης Δεκεμβρίου 1998

σχετικά με το νομικό πλαίσιο για τη λογιστική παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών, όπως τροποποιήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1999 και στις 14 Δεκεμβρίου 2000

(ΕΚΤ/2000/18)

(2001/82/ΕΚ)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη:

το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (εφεξής καλούμενο "καταστατικό") και ιδίως τα άρθρα 12.1, 14.3 και 26.4,

τη συμβολή του Γενικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), σύμφωνα με τη δεύτερη και την τρίτη περίπτωση του άρθρου 47.2 του καταστατικού,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Σύμφωνα με το άρθρο 15 του καταστατικού, θεσπίζονται υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ).

(2) Σύμφωνα με το άρθρο 26.3 του καταστατικού, η Εκτελεστική Επιτροπή της ΕΚΤ καταρτίζει ενοποιημένο ισολογισμό του ΕΣΚΤ για αναλυτικούς και λειτουργικούς σκοπούς.

(3) Σύμφωνα με το άρθρο 26.4 του καταστατικού, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ θεσπίζει τους αναγκαίους κανόνες για την τυποποίηση της λογιστικής παρακολούθησης και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις πράξεις των εθνικών κεντρικών τραπεζών (ΕθνΚΤ) των συμμετεχόντων κρατών μελών, για την εφαρμογή του άρθρου 26 του καταστατικού.

(4) Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ανάγκη συγκρισιμότητας, η μορφή εμφάνισης των ενοποιημένων λογαριασμών που παρουσιάζονται στο πλαίσιο της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής απαιτείται να εφαρμοστεί στη μορφή εμφάνισης της τελευταίας ενοποιημένης εβδομαδιαίας λογιστικής κατάστασης του Ευρωσυστήματος για το έτος 2000, ημερομηνία υποβολής των στοιχείων της οποίας είναι η 29η Δεκεμβρίου 2000, στη μορφή εμφάνισης του ενοποιημένου ετήσιου ισολογισμού του Ευρωσυστήματος της 31ης Δεκεμβρίου 2000, στη συνιστώμενη μορφή εμφάνισης των ετήσιων ισολογισμών των ΕθνΚΤ της 31ης Δεκεμβρίου 2000 και στη συνιστώμενη μορφή εμφάνισης των λογαριασμών αποτελεσμάτων χρήσεως των ΕθνΚΤ για το οικονομικό έτος που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2000, παρά το γεγονός ότι η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή τυγχάνει γενικής εφαρμογής από την 1η Ιανουαρίου 2001.

(5) Η ΕΚΤ αποδίδει μεγάλη σημασία στην ενίσχυση της διαφάνειας του κανονιστικού πλαισίου του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ), ακόμη και στην περίπτωση που δεν υφίσταται σχετική υποχρέωση βάσει της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Με γνώμονα την προσέγγιση αυτή, η ΕΚΤ αποφασίζει να δημοσιεύσει μία ενοποιημένη έκδοση της κατευθυντήριας γραμμής της 1ης Δεκεμβρίου 1998, σχετικά με το νομικό πλαίσιο για τη λογιστική παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών, όπως τροποποιήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1999 και στις 14 Δεκεμβρίου 2000.

(6) Έχει αποδοθεί η δέουσα σημασία στο προπαρασκευαστικό έργο που διεξήγαγε το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ίδρυμα (ΕΝΙ).

(7) Σύμφωνα με τα άρθρα 12.1 και 14.3 του καταστατικού, οι κατευθυντήριες γραμμές της ΕΚΤ αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του κοινοτικού δικαίου,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΑΤΕΘΥΝΤΗΡΙΑ ΓΡΑΜΜΗ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Ορισμοί

1. Για τους σκοπούς της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής:

- με τον όρο "τραπεζογραμμάτια άλλων συμμετεχόντων κρατών μελών" νοούνται τα τραπεζογραμμάτια που εκδίδει μία ΕθνΚΤ και τα οποία προσκομίζονται για ανταλλαγή σε άλλη ΕθνΚΤ ή στον ορισμένο αντιπρόσωπο αυτής,

- με τον όρο "ενοποίηση" νοείται η λογιστική διαδικασία, σύμφωνα με την οποία τα χρηματοοικονομικά στοιχεία διαφόρων μεμονωμένον νομικών προσώπων παρουσιάζονται συγκεντρωτικά, ως στοιχεία ενός μοναδικού νομικού προσώπου,

- με τον όρο "σκοποί λογιστικής παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του ΕΣΚΤ" νοούνται οι σκοποί, για τους οποίους η ΕΚΤ καταρτίζει τις λογιστικές καταστάσεις που αναφέρονται στο παράρτημα I, σύμφωνα με τα άρθρα 15 και 26 του καταστατικού,

- με τον όρο "εθνικές κεντρικές τράπεζες" (ΕθνΚΤ) νοούνται οι ΕθνΚΤ των συμμετεχόντων κρατών μελών,

- με τον όρο "συμμετέχοντα κράτη μέλη" νοούνται τα κράτη μέλη που έχουν υιοθετήσει το ενιαίο νόμισμα, σύμφωνα με τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (εφεξής καλούμενη "συνθήκη"),

- με τον όρο "μη συμμετέχοντα κράτη μέλη" νοούνται τα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ενιαίο νόμισμα, σύμφωνα με τη συνθήκη,

- με τον όρο "Ευρωσύστημα" νοούνται οι ΕθνΚΤ και η ΕΚΤ,

- με τον όρο "μεταβατική περίοδος" νοείται η περίοδος που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 1999 και τελειώνει στις 31 Δεκεμβρίου 2001,

- με τον όρο "εργάσιμη ημέρα του Ευρωσυστήματος" νοείται η ημέρα, κατά την οποία η ΕΚΤ ή μία ή περισσότερες ΕθνΚΤ είναι ανοικτές για την πραγματοποίηση συναλλαγών, κατά την οποία ο μηχανισμός διασύνδεσης του Target βρίσκεται σε λειτουργία και η οποία είναι ημέρα διακανονισμού για την χρηματαγορά του ευρώ και για πράξεις συναλλάγματος που αφορούν το ευρώ.

2. Περαιτέρω ορισμοί των τεχνικών όρων που χρησιμοποιούνται στην παρούσα κατευθυντήρια γραμμή περιλαμβάνονται στο γλωσσάριο που προσαρτάται ως παράρτημα II.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1. Οι κανόνες που ορίζονται στην παρούσα κατευθυντήρια γραμμή εφαρμόζονται στην ΕΚΤ και στις ΕθνΚΤ, για τους σκοπούς της λογιστικής παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του ΕΣΚΤ.

2. Το πεδίο εφαρμογής της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής περιορίζεται στο καθεστώς λογιστικής παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του ΕΣΚΤ, σύμφωνα με τις επιταγές του καταστατικού, και επομένως δεν εισάγει δεσμευτικούς κανόνες για τις εκθέσεις και τους λογαριασμούς των ΕθνΚΤ. Για λόγους συνέπειας και συγκρισιμότητας μεταξύ του καθεστώτος που διέπει το ΕΣΚΤ και εκείνων που ισχύουν σε εθνικό πλαίσιο, συνιστάται στις ΕθνΚΤ να ακολουθούν, στο βαθμό που είναι δυνατό, τους κανόνες που ορίζονται στην παρούσα κατευθυντήρια γραμμή, για την κατάρτιση των εκθέσεων και λογαριασμών τους.

Άρθρο 3

Βασικές λογιστικές παραδοχές

Ισχύουν οι ακόλουθες βασικές λογιστικές παραδοχές:

α) πραγματική οικονομική κατάσταση και διαφάνεια: οι λογιστικές μέθοδοι και η υποβολή χρηματοοικονομικών στοιχείων αντανακλούν την πραγματική οικονομική κατάσταση και χαρακτηρίζονται από διαφάνεια, η δε ποιότητα των υποβαλλόμενων στοιχείων προωθεί την ευκολία στην κατανόηση, τη συνάφεια, την αξιοπιστία και τη συγκρισιμότητα. Οι συναλλαγές καταγράφονται και παρουσιάζονται με κριτήριο το ουσιαστικό τους περιεχόμενο και την πραγματική οικονομική κατάσταση και όχι μόνο με κριτήριο το νομικό τους τύπο·

β) συντηρητικότητα: η αποτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού και η λογιστικοποίηση των αποτελεσμάτων διεξάγονται συντηρητικά. Στο πλαίσιο της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής, αυτό συνεπάγεται ότι τα μη πραγματοποιηθέντα κέρδη δεν λογίζονται ως έσοδα στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως, αλλά μεταφέρονται απευθείας σε λογαριασμό αναπροσαρμογής. Ωστόσο, η αρχή της συντηρητικότητας δεν επιτρέπει τη δημιουργία αφανών αποθεματικών ή την από πρόθεση ανακριβή αναγραφή στοιχείων στον ισολογισμό και στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεων·

γ) λήψη υπόψη των μεταγενέστερων του ισολογισμού γεγονότων: για τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα στο διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας κλεισίματος του ετήσιου ισολογισμού και της ημερομηνίας έγκρισης των οικονομικών καταστάσεων από τα αρμόδια όργανα, πραγματοποιείται προσαρμογή των στοιχείων του ενεργητικού και παθητικού, εφόσον τα εν λόγω γεγονότα επηρεάζουν την κατάσταση των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού. Δεν πραγματοποιείται προσαρμογή των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού, αλλά γίνεται αποκάλυψη των γεγονότων που λαμβάνουν χώρα μετά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού, εφόσον αυτά δεν επηρεάζουν μεν την κατάσταση των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού, αλλά η σπουδαιότητά τους είναι τέτοια, ώστε η μη αποκάλυψή τους θα επηρέαζε τη δυνατότητα των χρηστών των οικονομικών καταστάσεων να προβούν σε ορθές εκτιμήσεις και να λάβουν ορθές αποφάσεις·

δ) ουσιώδες των λογιστικών γεγονότων: δεν επιτρέπονται παρεκκλίσεις από τους λογιστικούς κανόνες, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων που επηρεάζουν τον υπολογισμό των αποτελεσμάτων χρήσεως των μεμονωμένων ΕθνΚΤ και της ΕΚΤ, εκτός εάν αφορούν λογιστικά γεγονότα που εύλογα κρίνονται επουσιώδη, στο συνολικό πλαίσιο και στην παρουσίαση των χρηματοοικονομικών λογαριασμών του ιδρύματος που υποβάλλει στοιχεία·

ε) συνεχιζόμενη δραστηριότητα: οι λογαριασμοί καταρτίζονται με βάση την αρχή της συνεχιζόμενης δραστηριότητας·

στ) πραγματοποίηση των εσόδων/εξόδων: τα έσοδα και τα έξοδα που αφορούν τη χρήση λογίζονται σ' αυτή, ανεξάρτητα από το χρόνο της είσπραξης ή της πληρωμής τους·

ζ) συνέπεια και συγκρισιμότητα: τα κριτήρια για την αποτίμηση του ισολογισμού και τη λογιστικοποίηση των αποτελεσμάτων εφαρμόζονται με συνέπεια, σύμφωνα με την ομοιογενή και συνεχή προσέγγιση εντός του ΕΣΚΤ, προκειμένου να διασφαλιστεί η συγκρισιμότητα των στοιχείων στις λογιστικές καταστάσεις.

Άρθρο 4

Λογιστικοποίηση των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού

Ένα χρηματοοικονομικό ή άλλο στοιχείο του ενεργητικού/παθητικού καταχωρείται στον ισολογισμό του φορέα που υποβάλλει στοιχεία, μόνο όταν:

α) είναι πιθανό ότι κάθε μελλοντικό οικονομικό όφελος που σχετίζεται με το στοιχείο του ενεργητικού ή του παθητικού θα εισρέει στο φορέα που υποβάλλει στοιχεία ή θα εκρέει από αυτόν·

β) ουσιαστικά, οι κίνδυνοι και τα οφέλη που σχετίζονται με το στοιχείο του ενεργητικού ή του παθητικού έχουν μεταβεί στο φορέα που υποβάλλει στοιχεία·

γ) το κόστος ή η αξία του στοιχείου του ενεργητικού για το φορέα που υποβάλλει στοιχεία ή το ποσό της υποχρέωσης είναι δυνατό να υπολογιστούν με αξιόπιστο τρόπο.

Άρθρο 5

Η προσέγγιση της ταμειακής τακτοποίησης και η οικονομική προσέγγιση

1. Η προσέγγιση της ταμειακής τακτοποίησης χρησιμοποιείται ως βάση για την καταγραφή στοιχείων στα λογιστικά συστήματα του ΕΣΚΤ, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη μετά το τέλος της μεταβατικής περιόδου.

2. Κατά την παραπάνω περίοδο συνιστάται στις ΕθνΚΤ να υιοθετούν την οικονομική προσέγγιση. Η οικονομική προσέγγιση παρουσιάζεται λεπτομερώς στο παράρτημα III.

3. Οι ΕθνΚΤ, τα λογιστικά συστήματα των οποίων βασίζονται στην οικονομική προσέγγιση, μπορούν να συνεχίσουν να τα χρησιμοποιούν για την εξαγωγή στοιχείων χρησιμοποιούμενων στην υποβολή εκθέσεων, υπό τον όρο ότι οι διαφορές που προκύπτουν στους λογαριασμούς είναι επουσιώδεις σε σύγκριση με τα στοιχεία που θα προέκυπταν από την εφαρμογή της μεθόδου της ταμειακής τακτοποίησης. Σε αντίθετη περίπτωση, οι εν λόγω ΕθνΚΤ βαρύνονται με τη διενέργεια των απαραίτητων προσαρμογών στα υποβληθέντα αριθμητικά στοιχεία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΤΟΥ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Άρθρο 6

Σύνθεση του ισολογισμού

Η σύνθεση του ισολογισμού της ΕΚΤ και των ΕθνΚΤ, για τους σκοπούς της υποβολής στοιχείων του ΕΣΚΤ, βασίζεται στη δομή που καθορίζεται στο παράρτημα IV.

Άρθρο 7

Κανόνες αποτίμησης του ισολογισμού

1. Οι τρέχουσες αγοραίες τιμές και ισοτιμίες χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της αποτίμησης του ισολογισμού, εκτός εάν άλλως ορίζεται στο παράρτημα IV.

2. Η αναπροσαρμογή της αξίας του χρυσού, των χρηματοδοτικών μέσων σε ξένο νόμισμα, των χρεογράφων και των χρηματοοικονομικών μέσων (εντός και εκτός ισολογισμού) διενεργείται την ημερομηνία της τριμηνιαίας αναπροσαρμογής, στη μέση αγοραία ισοτιμία και τη μέση αγοραία τιμή. Αυτό δεν εμποδίζει την ΕΚΤ ή τις ΕθνΚΤ να προβαίνουν σε συχνότερη αναπροσαρμογή της αξίας των χαρτοφυλακίων τους, για εσωτερικούς σκοπούς, υπό την προϋπόθεση ότι στη διάρκεια του τριμήνου υποβάλλονται μόνο στοιχεία στην αξία συναλλαγής.

3. Δεν γίνεται καμία διάκριση μεταξύ των διαφορών από αναπροσαρμογή της τιμής και της συναλλαγματικής ισοτιμίας για το χρυσό: η μοναδική διαφορά από την αναπροσαρμογή της αξίας του χρυσού λογιστικοποιείται βάσει της τιμής σε ευρώ ανά ορισμένη μονάδα βάρους χρυσού, όπως αυτή προκύπτει από τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ/δολαρίου ΗΠΑ την ημερομηνία της τριμηνιαίας αναπροσαρμογής. Η αναπροσαρμογή για το συνάλλαγμα γίνεται κατά νόμισμα (συμπεριλαμβανομένων των συναλλαγών εντός και εκτός ισολογισμού) και για τα χρεόγραφα κατά κωδικό (ίδιος αριθμός/τύπος ISIN), εξαιρουμένων των χρεογράφων που περιλαμβάνονται στην ομάδα "Λοιπά χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού", τα οποία αντιμετωπίζονται ως ξεχωριστά διαθέσιμα.

4. Οι εγγραφές αναπροσαρμογής αντιλογίζονται στο τέλος του επόμενου τριμήνου, εκτός από τις μη πραγματοποιηθείσες ζημίες που έχουν μεταφερθεί στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως στο τέλος της χρήσης· στη διάρκεια του τριμήνου, οι συναλλαγές καταχωρούνται με τις τιμές και τις ισοτιμίες συναλλαγής.

Άρθρο 8

Συμφωνίες επαναγοράς

1. Μία συμφωνία επαναγοράς καταγράφεται στο παθητικό σκέλος του ισολογισμού ως εισερχόμενη κατάθεση καλυπτόμενη από ασφάλεια, ενώ το στοιχείο που χρησιμοποιείται ως ασφάλεια παραμένει στο ενεργητικό σκέλος του ισολογισμού. Τα πωληθέντα χρεόγραφα, τα οποία πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο επαναγοράς βάσει συμφωνιών επαναγοράς, αντιμετωπίζονται από την υποχρεούμενη σε επαναγορά τους ΕΚΤ/ΕθνΚΤ σαν να αποτελούσαν ακόμα τμήμα του χαρτοφυλακίου από το οποίο προήλθαν.

2. Μία αντιστρεπτέα συμφωνία επαναγοράς καταγράφεται στο ενεργητικό σκέλος του ισολογισμού ως εξερχόμενο δάνειο καλυπτόμενο από ασφάλεια για το ποσό του δανείου. Η αξία των χρεογράφων που αποκτώνται βάσει αντιστρεπτέων συμφωνιών επαναγοράς δεν αναπροσαρμόζεται, κανένα δε κέρδος ή ζημία που απορρέει από αυτές δεν μεταφέρεται στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεων από το δανειστή των κεφαλαίων.

3. Οι συμφωνίες επαναγοράς, οι οποίες αφορούν χρεόγραφα που εκφράζονται σε ξένο νόμισμα, δεν επηρεάζουν το μέσο κόστος της συναλλαγματικής θέσης του συγκεκριμένου νομίσματος.

4. Στην περίπτωση δανειστικών συναλλαγών επί χρεογράφων, τα χρεόγραφα παραμένουν στον ισολογισμό του μεταβιβάζοντος. Οι εν λόγω συναλλαγές καταγράφονται με τον ίδιο τρόπο που ορίζεται για τις πράξεις επαναγοράς. Εάν, ωστόσο, τα χρεόγραφα που αποτέλεσαν αντικείμενο του δανείου δεν βρίσκονται στον αποθετήριο χώρο του προς ον η μεταβίβαση στο τέλος της χρήσης, ο τελευταίος απαιτείται να δημιουργήσει πρόβλεψη για ζημίες, εάν η αγοραία αξία των υποκειμένων χρεογράφων έχει αυξηθεί από την ημερομηνία σύναψης του δανείου, και να εμφανίσει υποχρέωση (για αναμεταβίβαση των χρεογράφων), εάν τα χρεόγραφα έχουν εν τω μεταξύ πωληθεί από αυτόν.

5. Οι συναλλαγές επί χρυσού που καλύπτονται από ασφάλεια αντιμετωπίζονται ως συμφωνίες επαναγοράς. Οι ροές χρυσού, οι οποίες σχετίζονται με τις εν λόγω συναλλαγές που καλύπτονται από ασφάλεια, δεν καταγράφονται στις λογιστικές καταστάσεις, ο δε λογιστικός χειρισμός της διαφοράς μεταξύ της άμεσης και της προθεσμιακής τιμής της συναλλαγής διενεργείται βάσει της αρχής της πραγματοποιήσεως των εσόδων/εξόδων.

Άρθρο 9

Τραπεζογραμμάτια και κέρματα

1. Τα τραπεζογραμμάτα άλλων συμμετεχόντων κρατών μελών, τα οποία βρίσκονται στην κατοχή μίας ΕθνΚΤ, δεν αντιμετωπίζονται λογιστικά ως τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία, αλλά ως υπόλοιπα εντός του Ευρωσυστήματος. Η διαδικασία λογιστικού χειρισμού των τραπεζογραμματίων άλλων συμμετεχόντων κρατών μελών είναι η ακόλουθη:

α) η ΕθνΚΤ που εισπράττει τραπεζογραμμάτα, τα οποία είναι εκφρασμένα σε εθνικές νομισματικές μονάδες (της ζώνης του ευρώ) και έχουν εκδοθεί από άλλη ΕθνΚΤ, γνωστοποιεί καθημερινά στην εκδίδουσα ΕθνΚΤ την αξία των τραπεζογραμματίων που προσκομίστηκαν για ανταλλαγή, εκτός εάν η ποσότητα για τη συγκεκριμένη ημέρα είναι μικρή. Η εκδίδουσα ΕθνΚΤ εκδίδει σχετική εντολή πληρωμής στην ΕθνΚΤ που εισπράττει τα τραπεζογραμμάτια, μέσω του συστήματος Target·

β) η προσαρμογή των αριθμητικών στοιχείων που αντιστοιχούν στα "τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία" γίνεται στα λογιστικά βιβλία της εκδίδουσας ΕθνΚΤ, μετά την παραλαβή της προαναφερθείσας γνωστοποίησης.

2. Τα αριθμητικά στοιχεία που αντιστοιχούν στα "τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία" υπολογίζονται σύμφωνα με μία από τις δύο ακόλουθες μεθόδους:

Μέθοδος Α: BC = BP - BD - NR - S

Μέθοδος Β: BC = BI - BR - NR

Όπου:

BC είναι τα αριθμητικά στοιχεία που αντιστοιχούν στα "τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία"

BP είναι η αξία των τραπεζογραμματίων που παρήχθησαν ή ελήφθησαν από το εκτυπωτικό ίδρυμα

BD είναι η αξία των τραπεζογραμματίων που καταστράφηκαν

NR είναι η αξία των τραπεζογραμματίων άλλων συμμετεχόντων κρατών μελών, τα οποία βρίσκονται στην κατοχή άλλων ΕθνΚΤ (διακανονισμένα αλλά όχι ακόμη επαναπατρισμένα)

BI είναι η αξία των εκδοθέντων τραπεζογραμματίων

BR είναι η αξία των εισπραχθέντων τραπεζογραμματίων

S είναι η αξία των τραπεζογραμματίων στα ταμεία/θησαυροφυλάκια

3. Τα αριθμητικά στοιχεία που αντιστοιχούν στα "τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία" δεν περιλαμβάνουν τα εθνικά κέρματα, τα οποία προσδιορίζονται ξεχωριστά.

4. Μετά το πέρας της μεταβατικής περιόδου και με την επιφύλαξη του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 974/98 του Συμβουλίου, της 3ης Μαΐου 1998, για την εισαγωγή του ευρώ(1), οι ΕθνΚΤ τηρούν χωριστούς λογαριασμούς για τα τραπεζογραμμάτια που είναι εκφρασμένα σε εθνικές νομισματικές μονάδες (της ζώνης του ευρώ) και για τα τραπεζογραμμάτια ευρώ.

5. Στην αρχή της μεταβατικής περιόδου, τα αριθμητικά στοιχεία που αντιστοιχούν στα "τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία" καταγράφονται σύμφωνα με τις ισχύουσες εθνικές πρακτικές που αφορούν τραπεζογραμμάτια τα οποία έπαψαν να αποτελούν νόμιμο χρήμα πριν από τη μεταβατική περίοδο και στη διάρκεια αυτής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

Άρθρο 10

Λογιστικοποίηση αποτελεσμάτων

1. Οι ακόλουθοι κανόνες ισχύουν για τη λογιστικοποίηση των αποτελεσμάτων:

α) τα πραγματοποιηθέντα κέρδη και οι πραγματοποιηθείσες ζημίες μεταφέρονται στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως·

β) τα μη πραγματοποιηθέντα κέρδη δεν καταγράφονται ως έσοδα, αλλά μεταφέρονται απευθείας σε λογαριασμό αναπροσαρμογής·

γ) οι μη πραγματοποιηθείσες ζημίες μεταφέρονται στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως, όταν υπερβαίνουν προηγούμενα κέρδη από αναπροσαρμογή, τα οποία καταγράφηκαν στον αντίστοιχο λογαριασμό αναπροσαρμογής·

δ) οι μη πραγματοποιηθείσες ζημίες που μεταφέρονται στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως δεν αντιλογίζονται έναντι νέων μη πραγματοποιηθέντων κερδών επόμενων χρήσεων·

ε) οι μη πραγματοποιηθείσες ζημίες που αφορούν οποιοδήποτε χρεόγραφο ή νόμισμα ή διαθέσιμα χρυσού δεν αντιλογίζονται έναντι μη πραγματοποιηθέντων κερδών που αφορούν άλλα χρεόγραφα ή νομίσματα ή χρυσό.

2. Οι διαφορές από την υπέρ ή υπό το άρτιο έκδοση και αγορά χρεογράφων υπολογίζονται και εμφανίζονται ως τμήμα των εσόδων από τόκους, η δε απόσβεσή τους πραγματοποιείται στην εναπομένουσα διάρκεια ζωής των χρεογράφων είτε σύμφωνα με τη μέθοδο της σταθερής απόσβεσης είτε σύμφωνα με τη μέθοδο του εσωτερικού βαθμού απόδοσης. Πάντως, η μέθοδος του εσωτερικού βαθμού απόδοσης εφαρμόζεται υποχρεωτικά ως προς τα χρεόγραφα υπό το άρτιο με εναπομένουσα διάρκεια ζωής άνω του ενός έτους από την αγορά τους.

3. Οι μεταβατικοί λογαριασμοί που αφορούν χρηματοοικονομικά στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού (π.χ. πληρωτέοι τόκοι και αποσβεσθείσες διαφορές υπέρ/υπό το άρτιο) υπολογίζονται και εγγράφονται στους λογαριασμούς σε τριμηνιαία τουλάχιστον βάση. Οι μεταβατικοί λογαριασμοί που αφορούν άλλα στοιχεία υπολογίζονται και λογιστικοποιούνται σε ετήσια τουλάχιστον βάση.

4. Η ΕΚΤ ή οι ΕθνΚΤ έχουν τη δυνατότητα να διενεργούν συχνότερους και λεπτομερέστερους υπολογισμούς των μεταβατικών λογαριασμών, υπό την προϋπόθεση ότι στη διάρκεια του τριμήνου υποβάλλονται μόνο στοιχεία στην αξία συναλλαγής.

5. Οι μεταβατικοί λογαριασμοί που εκφράζονται σε ξένα νομίσματα μετατρέπονται με τη μέση αγοραία ισοτιμία στο τέλος του τριμήνου και οι σχετικές εγγραφές αντιλογίζονται με βάση την ίδια ισοτιμία.

6. Μόνο οι συναλλαγές που συνεπάγονται μεταβολή των διαθεσίμων κάποιου συγκεκριμένου νομίσματος μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία πραγματοποιηθέντων κερδών ή ζημιών σε συνάλλαγμα.

Άρθρο 11

Κόστος συναλλαγών

1. Οι ακόλουθοι γενικοί κανόνες ισχύουν για το κόστος συναλλαγών:

α) η μέθοδος του μέσου κόστους χρησιμοποιείται σε ημερήσια βάση για το χρυσό, τα χρηματοδοτικά μέσα σε ξένο νόμισμα και τα χρεόγραφα, προκειμένου να υπολογιστεί το κόστος κτήσεως των πωληθέντων στοιχείων, σε συνάρτηση με την επίδραση των διακυμάνσεων της συναλλαγματικής ισοτιμίας ή/και των τιμών·

β) η τιμή/ισοτιμία μέσου κόστους του στοιχείου του ενεργητικού/παθητικού μειώνεται/αυξάνεται από τις μη πραγματοποιηθείσες ζημίες που μεταφέρονται στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως στο τέλος της χρήσης·

γ) στην περίπτωση απόκτησης χρεογράφων με τοκομερίδια, το αγοραζόμενο ποσό των τοκομεριδίων λογίζεται ως μεμονωμένο στοιχείο. Στην περίπτωση χρεογράφων που εκφράζονται σε ξένο νόμισμα, το εν λόγω ποσό περιλαμβάνεται στα διαθέσιμα του νομίσματος αυτού, αλλά δεν περιλαμβάνεται στο κόστος ή την τιμή του στοιχείου του ενεργητικού, προκειμένου να καθοριστεί η μέση τιμή.

2. Οι ακόλουθοι ειδικοί κανόνες ισχύουν για τα χρεόγραφα:

α) οι συναλλαγές καταγράφονται με την τιμή συναλλαγής και εγγράφονται στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς με την καθαρή τιμή·

β) τα φύλακτρα και οι διοικητικές αμοιβές, τα έξοδα τήρησης τρεχούμενων λογαριασμών και άλλα έμμεσα έξοδα δεν θεωρούνται ως κόστος συναλλαγής και περιλαμβάνονται στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως. Δεν λογίζονται ως τμήμα του μέσου κόστους ενός συγκεκριμένου στοιχείου του ενεργητικού·

γ) τα έσοδα καταγράφονται ακαθάριστα, ο δε παρακρατούμενους αποδοτέος φόρος και οι λοιποί φόροι καταγράφονται χωριστά·

δ) προκειμένου να υπολογιστεί το μέσο κόστος αγοράς ενός χρεογράφου, είτε i) όλες οι αγορές που πραγματοποιήθηκαν στη διάρκεια της ημέρας προστίθενται, με την τιμή κόστους, στα διαθέσιμα της προηγούμενης ημέρας, παράγοντας μια νέα σταθμισμένη μέση τιμή, πριν από τη λογιστικοποίηση των πωλήσεων για την ίδια ημέρα, είτε ii) οι μεμονωμένες αγορές και πωλήσεις χρεογράφων καταγράφονται με τη σειρά κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν στη διάρκεια της ημέρας, με σκοπό τον υπολογισμό της αναθεωρημένης μέσης τιμής.

3. Οι ακόλουθοι ειδικοί κανόνες ισχύουν για το χρυσό και το συνάλλαγμα:

α) οι συναλλαγές σε ξένο νόμισμα, οι οποίες δεν συνεπάγονται μεταβολή των διαθεσίμων του νομίσματος αυτού, μετατρέπονται σε ευρώ με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία της ημερομηνίας σύναψης της σύμβασης ή της ημερομηνίας διακανονισμού και δεν επηρεάζουν το κόστος αγοράς των διαθεσίμων του συγκεκριμένου νομίσματος·

β) οι συναλλαγές σε ξένο νόμισμα, οι οποίες συνεπάγονται μεταβολή των διαθεσίμων του νομίσματος αυτού, μετατρέπονται σε ευρώ με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία της ημερομηνίας σύναψης της σύμβασης ή της ημερομηνίας διακανονισμού·

γ) οι πραγματικές ταμειακές εισπράξεις και πληρωμές αποτιμώνται στη μέση αγοραία συναλλαγματική ισοτιμία, τη ημέρα του διακανονισμού·

δ) οι καθαρές αγορές νομισμάτων και χρυσού που πραγματοποιούνται στη διάρκεια της ημέρας προστίθενται, με το μέσο κόστος των αγορών της ημέρας για κάθε νόμισμα και για το χρυσό, στα διαθέσιμα της προηγούμενης ημέρας, παράγοντας μια νέα σταθμισμένη μέση ισοτιμία/τιμή χρυσού. Στην περίπτωση καθαρών πωλήσεων, ο υπολογισμός του πραγματοποιηθέντος κέρδους ή της πραγματοποιηθείσας ζημίας βασίζεται στο μέσο κόστος του αντίστοιχου νομίσματος ή των διαθεσίμων χρυσού της προηγούμενης ημέρας, έτσι ώστε το μέσο κόστος να παραμένει αμετάβλητο. Οι διαφορές στη μέση ισοτιμία/τιμή χρυσού μεταξύ των εισροών και των εκροών που σημειώθηκαν στη διάρκεια της ημέρας έχουν επίσης ως αποτέλεσμα πραγματοποιηθέντα κέρδη ή ζημίες. Σε περίπτωση αρνητικής θέσης ως προς ξένο νόμισμα ή χρυσό, η προαναφερθείσα προσέγγιση αντιστρέφεται. Επομένως, το μέσο κόστος της θέσης του παθητικού επηρεάζεται από τις καθαρές πωλήσεις, ενώ οι καθαρές αγορές μειώνουν τη θέση στη υπάρχουσα σταθμισμένη μέση ισοτιμία/τιμή χρυσού·

ε) το κόστος των πράξεων συναλλάγματος και άλλα γενικά έξοδα εγγράφονται στο λογαριασμό των αποτελεσμάτων χρήσεως.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Άρθρο 12

Γενικοί κανόνες

1. Οι προθεσμιακές πράξεις συναλλάγματος, τα προθεσμιακά σκέλη των πράξεων ανταλλαγής νομισμάτων και άλλες πράξεις που συνεπάγονται ανταλλαγή ενός νομίσματος έναντι άλλου σε μελλοντική ημερομηνία περιλαμβάνονται στην καθαρή συναλλαγματική θέση, προκειμένου να υπολογιστούν τα κέρδη και οι ζημίες σε συνάλλαγμα.

2. Οι πράξεις ανταλλαγής επιτοκίκων, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, οι προθεσμιακές συμφωνίες επιτοκίων και άλλες πράξεις επί επιτοκίων καταγράφονται και αναπροσαρμόζονται κατά στοιχείο. Οι πράξεις αυτές αντιμετωπίζονται ως ξεχωριστά στοιχεία σε σχέση με τα στοιχεία εντός ισολογισμού.

3. Η λογιστικοποίηση και ο χειρισμός των κερδών και ζημιών που απορρέουν από πράξεις εκτός ισολογισμού πραγματοποιούνται με τρόπο όμοιο με τον ακολουθούμενο επί των πράξεων εντός ισολογισμού.

Άρθρο 13

Προθεσμιακές πράξεις συναλλάγματος

1. Οι προθεσμιακές αγορές και πωλήσεις καταχωρούνται σε λογαριασμούς εκτός ισολογισμού, για το διάστημα που εκτείνεται από την ημερομηνία της συναλλαγής έως την ημερομηνία του διακανονισμού, με την άμεση ισοτιμία της προθεσμιακής πράξης. Τα κέρδη και οι ζημίες επί των πωλήσεων υπολογίζονται βάσει του μέσου κόστους της συναλλαγματικής θέσης κατά την ημερομηνία σύναψης της σύμβασης (συν δύο ή τρεις εργάσιμες ημέρες), σύμφωνα με την ημερήσια διαδικασία συμψηφισμού για τις αγορές και τις πωλήσεις. Τα κέρδη και οι ζημίες αντιμετωπίζονται ως μη πραγματοποιηθέντα έως την ημερομηνία διακανονισμού και ο λογιστικός τους χειρισμός πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1.

2. Η διαφορά μεταξύ της άμεσης και της προθεσμιακής ισοτιμίας λογίζεται ως τόκος πληρωτέος ή εισπρακτέος βάσει της αρχής της πραγματοποιήσεως των εσόδων/εξόδων, τόσο για τις αγορές όσο και για τις πωλήσεις.

3. Κατά την ημερομηνία διακανονισμού, οι εκτός ισολογισμού εγγραφές αντιλογίζονται και το τυχόν υπόλοιπο στο λογαριασμό αναπροσαρμογής εγγράφεται σε πίστωση του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως, στο τέλος του τριμήνου.

4. Το μέσο κόστος της συναλλαγματικής θέσης επηρεάζεται από προθεσμιακές αγορές, από την ημερομηνία συναλλαγής συν δύο ή τρεις εργάσιμες ημέρες, ανάλογα με τις πρακτικές της αγοράς που αφορούν το διακανονισμό άμεσων συναλλαγών με την άμεση ισοτιμία αγοράς.

5. Η αποτίμηση των προθεσμιακών θέσεων πραγματοποιείται σε συσχετισμό με την άμεση θέση του ιδίου νομίσματος, αντισταθμίζοντας διαφορές που ενδεχομένως προκύπτουν εντός της θέσης ενός μεμονωμένου νομίσματος. Μία καθαρή ζημία εγγράφεται σε χρέωση του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως, όταν υπερβαίνει προηγούμενα κέρδη από αναπροσαρμογή, τα οποία έχουν καταγραφεί στο λογαριασμό αναπροσαρμογής· ένα καθαρό κέρδος εγγράφεται σε πίστωση του λογαριασμού αναπροσαρμογής.

Άρθρο 14

Πράξεις ανταλλαγής νομισμάτων

1. Οι άμεσες αγορές και πωλήσεις καταχωρούνται στους λογαριασμούς εντός ισολογισμού κατά την ημερομηνία διακανονισμού.

2. Οι προθεσμιακές αγορές και πωλήσεις καταχωρούνται στους λογαριασμούς εκτός ισολογισμού για το διάστημα που εκτείνεται από την ημερομηνία συναλλαγής έως την ημερομηνία διακανονισμού, με την άμεση ισοτιμία των προθεσμιακών συναλλαγών.

3. Καθώς οι πωλήσεις καταχωρούνται με την άμεση ισοτιμία της συναλλαγής, δεν προκύπτουν κέρδη ή ζημίες.

4. Η διαφορά μεταξύ της άμεσης και της προθεσμιακής ισοτιμίας αντιμετωπίζεται ως τόκος πληρωτέος ή εισπρακτέος βάσει της αρχής της πραγματοποιήσεως των εσόδων/εξόδων, τόσο για τις αγορές όσο και για τις πωλήσεις.

5. Κατά την ημερομηνία διακανονισμού, οι εγγραφές εκτός ισολογισμού αντιλογίζονται.

6. Το μέρος κόστος της συναλλαγματικής θέσης δεν μεταβάλλεται.

7. Η προθεσμιακή θέση αποτιμάται σε συσχετισμό με την άμεση θέση.

Άρθρο 15

Συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης επιτοκίων

1. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης επιτοκίων καταγράφονται σε λογαριασμούς εκτός ισολογισμού κατά την ημερομηνία συναλλαγής.

2. Το αρχικό περιθώριο καταγράφεται ως ξεχωριστό στοιχείο του ενεργητικού, εάν η κατάθεση γίνει σε μετρητά. Εάν η κατάθεση γίνει με τη μορφή χρεογράφων, παραμένει αμετάβλητο στον ισολογισμό.

3. Οι ημερήσιες μεταβολές στα περιθώρια διακύμανσης καταγράφονται σε ξεχωριστό λογαριασμό του ισολογισμού, είτε ως στοιχείο του ενεργητικού είτε ως στοιχείο του παθητικού, ανάλογα με την εξέλιξη των τιμών του συμβολαίου μελλοντικής εκπλήρωσης. Η ίδια διαδικασία εφαρμόζεται κατά την ημέρα κλεισίματος της ανοιχτής θέσης. Αμέσως μετά, ο ξεχωριστός λογαριασμός ακυρώνεται και το συνολικό αποτέλεσμα της συναλλαγής καταγράφεται ως κέρδος ή ζημία, είτε πραγματοποιείται παράδοση είτε όχι. Εάν πραγματοποιηθεί παράδοση, η εγγραφή της αγοράς ή της πώλησης γίνεται με την αγοραία τιμή.

4. Οι αμοιβές μεταφέρονται στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως.

5. Η μετατροπή σε ευρώ, εάν είναι αναγκαίο, λαμβάνει χώρα την ημέρα πρόωρης εκκαθάρισης του συμβολαίου, με την αγοραία ισοτιμία της ημέρας αυτής. Η εισροή ξένου νομίσματος επηρεάζει το μέσο κόστος της συναλλαγματικής θέσης του συγκεκριμένου νομίσματος την ημέρα πρόωρης εκκαθάρισης.

6. Λόγω της ημερήσιας αναπροσαρμογής της αξίας, τα κέρδη και οι ζημίες καταγράφονται σε καθορισμένους, ξεχωριστούς λογαριασμούς. Ένας ξεχωριστός λογαριασμός στο ενεργητικό σκέλος του ισολογισμού αντιπροσωπεύει ζημία και ένας ξεχωριστός λογαριασμός στο παθητικό σκέλος αντιπροσωπεύει κέρδος. Οι μη πραγματοποιηθείσες ζημίες εγγράφονται σε χρέωση του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως, τα ποσά δε αυτά εγγράφονται σε πίστωση λογαριασμού του παθητικού (λοιπές υποχρεώσεις).

7. Οι μη πραγματοποιηθείσες ζημίες που έχουν μεταφερθεί στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως στο τέλος της χρήσης δεν αντιλογίζονται έναντι μη πραγματοποιηθέντων κερδών επόμενων χρήσεων, εκτός εάν η πράξη εκκαθαριστεί πρόωρα ή λήξει. Στην περίπτωση κέρδους, η εγγραφή θα είναι χρεωστική σε εκκρεμή λογαριασμό (λοιπά στοιχεία ενεργητικού) και πιστωτική στο λογαριασμό αναπροσαρμογής.

Άρθρο 16

Πράξεις ανταλλαγής επιτοκίων

1. Οι πράξεις ανταλλαγής επιτοκίων καταγράφονται σε λογαριασμούς εκτός ισολογισμού κατά την ημερομηνία συναλλαγής.

2. Οι τόκοι που έχουν εισπραχθεί ή πληρωθεί καταγράφονται βάσει της αρχής της πραγματοποιήσεως των εσόδων/εξόδων. Επιτρέπεται ο συμψηφισμός πληρωμών από τόκους στο πλαίσιο της ίδιας πράξης ανταλλαγής επιτοκίων.

3. Το μέσο κόστος της συναλλαγματικής θέσης επηρεάζεται από πράξεις ανταλλαγής επιτοκίων σε ξένο νόμισμα, όταν υπάρχει διαφορά μεταξύ των πληρωμών που εισπράχθηκαν και των πληρωμών που καταβλήθηκαν. Ένα υπόλοιπο πληρωμής που οδηγεί σε εισροή επηρεάζει το μέσο κόστος του νομίσματος κατά το χρόνο εξόφλησης της πληρωμής.

4. Κάθε πράξη ανταλλαγής επιτοκίων αποτιμάται με τιμές της αγοράς και, εάν είναι αναγκαίο, μετατρέπεται σε ευρώ με βάση την άμεση ισοτιμία του νομίσματος. Οι μη πραγματοποιηθείσες ζημίες που έχουν μεταφερθεί στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως στο τέλος της χρήσης δεν αντιλογίζονται έναντι μη πραγματοποιηθέντων κερδών επομένων χρήσεων, εκτός εάν η πράξη εκκαθαριστεί πρόωρα ή λήξει. Τα μη πραγματοποιηθέντα κέρδη από αναπροσαρμογή εγγράφονται σε πίστωση του λογαριασμού αναπροσαρμογής.

5. Οι αμοιβές μεταφέρονται στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως.

Άρθρο 17

Προθεσμιακές συμφωνίες επιτοκίων

1. Οι προθεσμιακές συμφωνίες επιτοκίων καταγράφονται σε λογαριασμούς εκτός ισολογισμού, κατά το χρόνο της συναλλαγής.

2. Η αποζημίωση που ένας συμβαλλόμενος υποχρεούται να καταβάλει στον άλλο κατά την ημερομηνία διακανονισμού εγγράφεται στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως κατά την ημερομηνία του διακανονισμού. Οι πληρωμές αποζημιώσεων δεν καταγράφονται βάσει της αρχής της πραγματοποιήσεως των εσόδων/εξόδων.

3. Οι προθεσμιακές συμφωνίες επιτοκίων σε ξένο νόμισμα επηρεάζουν το μέσο κόστος της αντίστοιχης συναλλαγματικής θέσης στην καταβολή της αποζημίωσης. Η αποζημίωση μετατρέπεται σε ευρώ με βάση την άμεση συναλλαγματική ισοτιμία κατά την ημερομηνία διακανονισμού. Ένα υπόλοιπο πληρωμής που οδηγεί σε εισροή επηρεάζει το μέσο κόστος του νομίσματος κατά την ημερομηνία στην οποία καθίσταται οφειλόμενη η πληρωμή.

4. Κάθε προθεσμιακή συμφωνία επιτοκίων αποτιμάται στις τιμές της αγοράς και, εάν είναι αναγκαίο, μετατρέπεται σε ευρώ με βάση την άμεση ισοτιμία του νομίσματος. Οι μη πραγματοποιηθείσες ζημίες που έχουν μεταφερθεί στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως στο τέλος της χρήσης δεν αντιλογίζονται έναντι μη πραγματοποιηθέντων κερδών επόμενων χρήσεων, εκτός εάν η πράξη εκκαθαριστεί πριν από την ημερομηνία παράδοσης ή λήξει. Τα μη πραγματοποιηθέντα κέρδη από αναπροσαρμογή εγγράφονται σε πίστωση λογαριασμού αναπροσαρμογής.

5. Οι αμοιβές μεταφέρονται στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως.

Άρθρο 18

Προθεσμιακές πράξεις σε χρεόγραφα

Η λογιστικοποίηση των προθεσμιακών πράξεων σε χρεόγραφα είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί σύμφωνα με μία από τις δύο ακόλουθες μεθόδους:

Μέθοδος Α:

α) οι προθεσμιακές πράξεις σε χρεόγραφα καταγράφονται σε λογαριασμούς εκτός ισολογισμού από την ημερομηνία σύναψης της συναλλαγής έως την ημερομηνία διακανονισμού, με την προθεσμιακή τιμή της προθεσμιακής πράξης·

β) το μέσο κόστος του χρεογράφου που αποτελεί αντικείμενο συναλλαγής δεν επηρεάζεται έως το διακανονισμό· τα κέρδη και οι ζημίες που απορρέουν από τις προθεσμιακές πράξεις πώλησης υπολογίζονται κατά την ημερομηνία διακανονισμού·

γ) κατά την ημερομηνία διακανονισμού, οι εγγραφές των λογαριασμών εκτός ισολογισμού αντιλογίζονται και το υπόλοιπο του λογαριασμού αναπροσαρμογής -εάν υπάρχει- εγγράφεται σε πίστωση του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως. Το χρεόγραφο που αποτέλεσε αντικείμενο αγοράς καταγράφεται με την άμεση τιμή κατά την ημερομηνία λήξης (τρέχουσα τιμή αγοράς), ενώ η διαφορά έναντι της αρχικής προθεσμιακής τιμής λογίζεται ως πραγματοποιηθέν κέρδος ή ως πραγματοποιηθείσα ζημία·

δ) στην περίπτωση χρεογράφων που εκφράζονται σε ξένο νόμισμα, το μέσο κόστος της καθαρής συναλλαγματικής θέσης δεν επηρεάζεται, εάν η ΕΚΤ ή οι ΕθνΚΤ διαθέτουν ήδη θέση στο νόμισμα αυτό. Εάν η ομολογία που έχει αγοραστεί με προθεσμιακή συμφωνία εκφράζεται σε νόμισμα, στο οποίο η ΕΚΤ ή οι ΕθνΚΤ δεν διαθέτουν θέση και το οποίο, κατά συνέπεια, πρέπει να αγοραστεί, ισχύουν οι κανόνες σχετικά με την αγορά ξένων νομισμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 στοιχείο δ)·

ε) οι προθεσμιακές θέσεις αποτιμώνται μεμονωμένα με την προθεσμιακή τιμή αγοράς, για την εναπομένουσα διάρκεια της πράξης. Μία ζημία από αναπροσαρμογή στο τέλος της χρήσης εγγράφεται σε χρέωση του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως και ένα κέρδος από αναπροσαρμογή εγγράφεται σε πίστωση του λογαριασμού αναπροσαρμογής. Οι μη πραγματοποιηθείσες ζημίες που έχουν αναγνωριστεί στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως στο τέλος της χρήσης δεν αντιλογίζονται έναντι μη πραγματοποιηθέντων κερδών επόμενων χρήσεων, εκτός εάν η πράξη εκκαθαριστεί πρόωρα ή λήξει.

Μέθοδος Β:

α) οι προθεσμιακές πράξεις σε χρεόγραφα καταγράφονται σε λογαριασμούς εκτός ισολογισμού από την ημερομηνία σύναψης της συναλλαγής έως την ημερομηνία διακανονισμού, με την προθεσμιακή τιμή της προθεσμιακής πράξης. Κατά την ημερομηνία διακανονισμού, οι εγγραφές των λογαριασμών εκτός ισολογισμού αντιλογίζονται·

β) στο τέλος του τριμήνου, η αναπροσαρμογή της αξίας ενός χρεογράφου διενεργείται βάσει της καθαρής θέσης που προκύπτει από τον ισολογισμό και από τις πωλήσεις του ίδιου χρεογράφου, οι οποίες καταγράφηκαν στους λογαριασμούς εκτός ισολογισμού. Το ποσό της αναπροσαρμογής ισούται με τη διαφορά μεταξύ της καθαρής αυτής θέσης, που αποτιμάται στην τιμή αναπροσαρμογής, και της ίδιας θέσης, που αποτιμάται στο μέσο κόστος της θέσης του ισολογισμού. Στο τέλος του τριμήνου, οι προθεσμιακές αγορές υποβάλλονται στη διαδικασία αναπροσαρμογής που περιγράφεται στο άρθρο 7. Το αποτέλεσμα της αναπροσαρμογής ισούται με τη διαφορά μεταξύ της άμεσης τιμής και του μέσου κόστους των υποχρεώσεων αγοράς·

γ) το αποτέλεσμα μίας προθεσμιακής πώλησης καταγράφεται στο οικονομικό έτος εντός του οποίου ανελήφθη η υποχρέωση. Αυτό το αποτέλεσμα ισούται με τη διαφορά μεταξύ της αρχικής προθεσμιακής τιμής και του μέσου κόστους της θέσης του ισολογισμού (ή του μέσου κόστους των υποχρεώσεων αγοράς εκτός ισολογισμού, εάν η θέση του ισολογισμού δεν επαρκεί) κατά το χρόνο της πώλησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΕΚΘΕΣΕΩΝ

Άρθρο 19

Διαδικασίες και μορφές εμφάνισης

1. Προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι σκοποί υποβολής εκθέσεων του ΕΣΚΤ, η υποβολή χρηματοοικονομικών στοιχείων διεξάγεται σύμφωνα με τις διαδικασίες και τα χρονοδιαγράμματα που καθορίζονται στο παράρτημα V. Η Εκτελεστική Επιτροπή της ΕΚΤ δύναται να τροποποιεί τις εν λόγω διαδικασίες και χρονοδιαγράμματα.

2. Οι μορφές εμφάνισης που χρησιμοποιούνται για την υποβολή εκθέσεων συνάδουν προς την παρούσα κατευθυντήρια γραμμή και περιέχουν όλα τα στοιχεία που καθορίζονται στο παράρτημα IV. Επίσης, στο παράρτημα IV περιγράφεται το περιεχόμενο των στοιχείων που πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στις διάφορες μορφές εμφάνισης του ισολογισμού.

3. Οι μορφές εμφάνισης των διαφόρων λογιστικών καταστάσεων που δημοσιεύονται περιγράφονται στα ακόλουθα παραρτήματα:

α) η ενοποιημένη εβδομαδιαία λογιστική κατάσταση του Ευρωσυστήματος που δημοσιεύεται μετά το τέλος του τριμήνου, στο παράρτημα VI·

β) η ενοποιημένη εβδομαδιαία λογιστική κατάσταση του Ευρωσυστήματος που δημοσιεύεται στη διάρκεια του τριμήνου, στο παράρτημα VII·

γ) ο ενοποιημένος ετήσιος ισολογισμός του Ευρωσυστήματος, στο παράρτημα VIII.

4. Η Εκτελεστική Επιτροπή της ΕΚΤ εγκρίνει τις μορφές εμφάνισης των διαφόρων εσωτερικών ισολογισμών.

Άρθρο 20

Μέσα διαβίβασης στοιχείων

1. Το σύνηθες μέσο διαβίβασης του συνόλου των στοιχείων του ισολογισμού από τις ΕθνΚΤ στην ΕΚΤ είναι το σύστημα ανταλλαγής μη στατιστικών δεδομένων.

2. Μόλις κάποια ΕθνΚΤ ειδοποιηθεί τηλεφωνικά ότι δεν έγινε έγκαιρη παραλαβή των στοιχείων, η ενδιαφερόμενη ΕθνΚΤ αποστέλλει χωρίς καθυστέρηση τα μη υποβληθέντα στοιχεία μέσω του επικοινωνιακού συστήματος ανταλλαγής μη στατιστικών δεδομένων, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδομείου (CebaMail), μέσω τηλεομοιοτυπίας ή κάνοντας χρήση οποιουδήποτε άλλου μέσου διαβίβασης στοιχείων το οποίο συμφωνείται με την ΕΚΤ. Κάθε μήνυμα που αποστέλλεται μέσω εφεδρικών διαδικασιών, αποστέλλεται εκ νέου μέσω του συστήματος ανταλλαγής μη στατιστικών δεδομένων, μόλις αποκατασταθεί η λειτουργία του εν λόγω συστήματος.

Άρθρο 21

Αντιμετώπιση λαθών

1. Στην περίπτωση που η ΕθνΚΤ υποβάλει τροποποιημένα στοιχεία μέσω του συστήματος ανταλλαγής μη στατιστικών δεδομένων (μετά την ανακάλυψη λάθους), η ΕΚΤ επιβεβαιώνει τη νέα έκδοση (με αντίστοιχο αύξοντα αριθμό έκδοσης), αντικαθιστώντας την προηγούμενη.

2. Αρχικά, η ενδιαφερόμενη ΕθνΚΤ ή η ΕΚΤ αποφασίζει κατά πόσο το λάθος είναι ουσιώδες στο πλαίσιο του ισολογισμού που υπέβαλε, προκειμένου να συμπεριληφθεί στην οικονομική έκθεση του Ευρωσυστήματος. Η ενδιαφερόμενη ΕθνΚΤ γνωστοποιεί τα ουσιώδη λάθη στη μονάδα της ΕΚΤ που είναι υπεύθυνη για την έκδοση της έκθεσης. Η εν λόγω μονάδα αποφασίζει κατά πόσο το λάθος μπορεί να επηρεάσει τις δραστηριότητες του Ευρωσυστήματος. Σε καταφατική περίπτωση θέτει σε κυκλοφορία, για εσωτερική χρήση, μία αναθεωρημένη έκθεση, στην οποία επισημαίνονται οι μεταβολές σε σχέση με την αρχική λογιστική κατάσταση και αναφέρονται οι λόγοι αυτών των μεταβολών.

3. Τα ουσιώδη λάθη που έχουν σχέση με τις δημοσιευμένες λογιστικές καταστάσεις του Ευρωσυστήματος αντανακλώνται στην επόμενη λογιστική κατάσταση που δημοσιεύεται, κατόπιν αναμόρφωσης των αριθμητικών στοιχείων της προηγούμενης περιόδου, και επεξηγούνται σε σχετικό συνοδευτικό σημείωμα.

4. Όσον αφορά την ημερήσια κατάσταση κινήσεων και υπολοίπων, η ΕΚΤ ενημερώνεται για όλα τα λάθη που επηρεάζουν τα αριθμητικά στοιχεία που έχουν υποβληθεί.

Άρθρο 22

Κανόνες στρογγυλοποίησης

Τα διαβιβαζόμενα στοιχεία στρογγυλοποιούνται στο πλησιέστερο εκατομμύριο ευρώ, προς τα άνω ή προς τα κάτω. Εξαιρείται η ημερήσια κατάσταση κινήσεων και υπολοίπων, ως προς την οποία επιβάλλεται η στρογγυλοποίηση στο πλησιέστερο ευρώ.

Άρθρο 23

Επίσημες αργίες

1. Στην περίπτωση που μία ΕθνΚΤ, συμπεριλαμβανομένου του τοπικού συστήματος διακανονισμού σε συνεχή χρόνο (ΕΔΣΧ), είναι κλειστή λόγω τοπικής επίσημης αργίας, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

α) εάν η ΕθνΚΤ είναι κλειστή την ημέρα υποβολής στοιχείων, η ΕΚΤ χρησιμοποιεί τα υπόλοιπα της προηγούμενης εργάσιμης ημέρας για τις ημερήσιες (και εβδομαδιαίες) λογιστικές καταστάσεις·

β) όταν η ΕθνΚΤ είναι κλειστή την επομένη της ημέρας υποβολής στοιχείων, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

i) η ΕθνΚΤ υποβάλλει τον (προκαταρκτικό) ισολογισμό μέχρι τις 08.00, ώρα ΕΚΤ, ή το βράδυ της ημέρας υποβολής στοιχείων·

ii) όσον αφορά τον οριστικό ισολογισμό, ο οποίος πρέπει να υποβληθεί μέχρι τις 16.00, ώρα ΕΚΤ, η ΕθνΚΤ επιτρέπεται να αναβάλει την υποβολή των στοιχείων μέχρι τις 08.00 ώρα ΕΚΤ, της επόμενης εργάσιμης ημέρας (ήτοι δύο ημέρες μετά την ημέρα υποβολής στοιχείων).

2. Όταν μία ΕθνΚΤ είναι κλειστή λόγω τοπικής επίσημης αργίας, αλλά το τοπικό ΣΔΣΧ βρίσκεται σε λειτουργία, η υποβολή οικονομικών εκθέσεων/διαβίβαση στοιχείων πραγματοποιείται σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν για τις εργάσιμες ημέρες του Ευρωσυστήματος.

3. Όταν μια ΕθνΚΤ και το τοπικό ΣΔΣΧ είναι κλειστά για δύο συνεχόμενες ημέρες λόγω τοπικών επίσημων αργιών, η ΕθνΚΤ μεριμνά ώστε τα στοιχεία της τελευταίας προηγούμενης εργάσιμης ημέρας να διαβιβάζονται έγκαιρα στην ΕΚΤ.

4. Όταν η ΕΚΤ είναι κλειστή λόγω τοπικής επίσημης αργίας, μεριμνά ώστε η υποβολή χρηματοοικονομικών στοιχείων να πραγματοποιείται όπως τις εργάσιμες ημέρες του Ευρωσυστήματος.

5. Οι εγγραφές αναπροσαρμογής στο τέλος του τριμήνου δεν αναβάλλονται λόγω τοπικών επίσημων αργιών.

6. Η δημοσίευση της ενοποιημένης εβδομαδιαίας λογιστικής κατάστασης του Ευρωσυστήματος δεν αναβάλλεται λόγω τοπικών επίσημων αργιών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΕΤΗΣΙΟΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΜΕΝΟΙ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΧΡΗΣΕΩΣ

Άρθρο 24

Δημοσιευόμενοι ισολογισμοί και λογαριασμοί αποτελεσμάτων χρήσεως

Συνιστάται στις ΕθνΚΤ να παρουσιάζουν τους ετήσιους ισολογισμούς και τους λογαριασμούς αποτελεσμάτων χρήσεως που δημοσιεύουν, σύμφωνα με τα παραρτήματα IX και X, αντίτοιχα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗΣ

Άρθρο 25

Γενικοί κανόνες ενοποίησης

1. Οι ενοποιημένοι ισολογισμοί του Ευρωσυστήματος περιλαμβάνουν όλα τα στοιχεία των ισολογισμών της ΕΚΤ και των ΕθνΚΤ.

2. Η ΕΚΤ καταρτίζει τους ενοποιημένους ισολογισμούς του Ευρωσυστήματος, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη ύπαρξης ομοιόμορφων λογιστικών αρχών και τεχνικών, συγχρονισμένων οικονομικών περιόδων του Ευρωσυστήματος, καθώς και την ανάγκη διενέργειας προσαρμογών ενοποίησης, οι οποίες προκύπτουν από συναλλαγές και θέσεις εντός του Ευρωσυστήματος και από μεταβολές στη σύνθεση του Ευρωσυστήματος.

3. Τα επιμέρους στοιχεία του ισολογισμού, εκτός των υπολοίπων των ΕθνΚΤ και της ΕΚΤ εντός του Ευρωσυστήματος, συγκεντρώνονται για τους σκοπούς της ενοποίησης.

4. Τα υπόλοιπα των ΕθνΚΤ και της ΕΚΤ έναντι τρίτων μερών καταγράφονται ακαθάριστα στη διαδικασία ενοποίησης.

5. Τα υπόλοιπα εντός του Ευρωσυστήματος (εκτός του κεφαλαίου της ΕΚΤ, των θέσεων που προκύπτουν από τη μεταβίβαση των συναλλαγματικών διαθεσίμων προς την ΕΚΤ, των χρεογράφων της ΕΚΤ, καθώς και των γραμματίων των ΕθνΚΤ και των τραπεζογραμματίων που εκδίδει η ΕΚΤ) εμφανίζονται στους ισολογισμούς της ΕΚΤ και των ΕθνΚΤ ως καθαρή θέση (ήτοι ως το καθαρό υπόλοιπο των απαιτήσεων και υποχρεώσεων).

6. Στη διαδικασία ενοποίησης, είναι αναγκαία η ύπαρξη συνέπειας ανάμεσα σε όλες τις εκθέσεις. Όλες οι λογιστικές καταστάσεις του Ευρωσυστήματος καταρτίζονται με παρόμοιο τρόπο, με εφαρμογή των ίδιων τεχνικών και διαδικασιών ενοποίησης.

Άρθρο 26

Μη υποβληθέντα στοιχεία

1. Η ενοποίηση των στοιχείων από την ΕΚΤ προϋποθέτει την έγκαιρη παραλαβή, από την τελευταία, του συνόλου των στοιχείων από κάθε ΕθνΚΤ. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η ΕΚΤ μπορεί να χρησιμοποιήσει τα στοιχεία της προηγούμενης εργάσιμης ημέρας της ΕθνΚΤ, τα στοιχεία της οποίας δεν έχουν υποβληθεί.

2. Στην περίπτωση αντικατάστασης των μη υποβληθέντων στοιχείων στις εσωτερικές εκδόσεις των ενοποιημένων εκθέσεων του Ευρωσυστήματος, αυτά συνοδεύονται από επεξηγηματικό σημείωμα που αναφέρει τις ενέργειες που έχουν γίνει.

Άρθρο 27

Κυκλοφορία των ενοποιημένων εκθέσεων

1. Η αρμόδια για την ενοποίηση υπηρεσία της ΕΚΤ έχει την ευθύνη της διανομής των ενοποιημένων εκθέσεων.

2. Οι εκθέσεις διαβιβάζονται ταυτόχρονα στους χρήστες εντός της ΕΚΤ και στις ΕθνΚΤ. Η μορφή εμφάνισης των εκθέσεων που διαβιβάζει η ΕΚΤ στις ΕθνΚΤ αντιστοιχεί στη μορφή εμφάνισης που χρησιμοποιούν οι ΕθνΚΤ κατά την υποβολή εκθέσεων. Σύνηθες μέσο διαβίβασης των ενοποιημένων εκθέσεων από την ΕΚΤ στις ΕθνΚΤ αποτελεί το σύστημα ανταλλαγής μη στατιστικών δεδομένων. Όταν το εν λόγω σύστημα δεν είναι διαθέσιμο, οι εκθέσεις αποστέλλονται μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (CebaMail). Κάθε μήνυμα που αποστέλλεται μέσω CebaMail αποστέλλεται εκ νέου μέσω του συστήματος ανταλλαγής μη στατιστικών δεδομένων, μόλις αποκατασταθεί η λειτουργία του εν λόγω συστήματος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 28

Παραγωγή, εφαρμογή και ερμηνεία των κανόνων

1. Η Επιτροπή Λογιστικής και Νομισματικού Εισοδήματος (ΕΛΝΕ) ενεργεί ως το φόρουμ του ΕΣΚΤ για την παροχή συμβουλών στο Διοικητικό Συμβούλιο, διαμέσου της Εκτελεστικής Επιτροπής, σχετικά με την παραγωγή και εφαρμογή των κανόνων λογιστικής παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του ΕΣΚΤ.

2. Για την ερμηνεία της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής λαμβάνονται υπόψη το προπαρασκευαστικό έργο, οι εναρμονισμένες βάσει του κοινοτικού δικαίου λογιστικές αρχές και τα γενικώς αποδεκτά διεθνή λογιστικά πρότυπα.

Άρθρο 29

Μεταβατικοί κανόνες

1. Όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού στο κλείσιμο των εργασιών της 31ης Δεκεμβρίου 1998 αναπροσαρμόζονται την 1η Ιανουαρίου 1999. Τα μη πραγματοποιηθέντα κέρδη που προέκυψαν πριν από ή την 1η Ιανουαρίου 1999 διαχωρίζονται από τα μη πραγματοποιηθέντα κέρδη από αναπροσαρμογή που μπορεί να προκύψουν μετά την 1η Ιανουαρίου και παραμένουν στις ΕθνΚΤ. Οι αγοραίες τιμές και ισοτιμίες που εφαρμόζουν η ΕΚΤ και οι ΕθνΚΤ στους εναρκτήριους ισολογισμούς την 1η Ιανουαρίου 1999 αποτελούν το νέο μέσο κόστος κατά την έναρξη της μεταβατικής περιόδου.

2. Συνιστάται τα μη πραγματοποιηθέντα κέρδη που προέκυψαν πριν από ή την 1η Ιανουαρίου 1999 να μην θεωρούνται διανεμητέα τη στιγμή της μετάβασης και να αντιμετωπίζονται ως πραγματοποιηθέντα/διανεμητέα μόνο στο πλαίσιο των συναλλαγών που πραγματοποιούνται μετά την έναρξη της μεταβατικής περιόδου.

3. Τα κέρδη και οι ζημίες από μεταβολή στις τιμές λόγω της μεταβίβασης στοιχείων του ενεργητικού από τις ΕθνΚΤ προς την ΕΚΤ θεωρούνται πραγματοποιηθέντα. Τα κέρδη και οι ζημίες σε ξένο νόμισμα και σε χρυσό θεωρούνται πραγματοποιηθέντα, καθώς οι απαιτήσεις που προκύπτουν έναντι της ΕΚΤ εκφράζονται σε ευρώ.

4. Το παρόν άρθρο δεν θίγει οποιαδήποτε απόφαση εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 30 του καταστατικού.

Άρθρο 30

Τελικές διατάξεις

1. Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή αρχίζει να ισχύει, με την παρούσα τροποποιημένη μορφή της, την 1η Ιανουαρίου 2001. Ωστόσο, οι διατάξεις της εφαρμόζονται επίσης στη μορφή εμφάνισης της τελευταίας ενοποιημένης εβδομαδιαίας λογιστικής κατάστασης του Ευρωσυστήματος για το έτος 2000, ημερομηνία υποβολής των στοιχείων της οποίας είναι η 29η Δεκεμβρίου 2000, στη μορφή εμφάνισης του ενοποιημένου ετήσιου ισολογισμού του Ευρωσυστήματος της 31ης Δεκεμβρίου 2000, στη συνιστώμενη μορφή εμφάνισης των ετήσιων ισολογισμών των ΕθνΚΤ της 31ης Δεκεμβρίου 2000 και στη συνιστώμενη μορφή εμφάνισης των λογαριασμών αποτελεσμάτων χρήσεως των ΕθνΚΤ, για το οικονομικό έτος που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2000.

2. Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή απευθύνεται στις εθνικές κεντρικές τράπεζες των συμμετεχόντων κρατών μελών.

Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Φρανκφούρτη, 14 Δεκεμβρίου 2000.

Για το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ

Ο Πρόεδρος

Willem F. Duisenberg

(1) ΕΕ L 139 της 11.5.1998, σ. 1..

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

- Αγοραία τιμή: η τιμή που καθορίζεται για μέσα χρυσού, χρηματοδοτικά μέσα σε συνάλλαγμα ή μέσα χρεογράφων, η οποία (συνήθως) δεν περιέχει δεδουλευμένο τόκο ή τόκο προεξόφλησης, είτε σε οργανωμένη αγορά (π.χ. χρηματιστήριο) είτε σε μη οργανωμένη αγορά (π.χ. εξωχρηματιστηριακή αγορά).

- Αντιστρεπτέα συμφωνία επαναγοράς: η σύμβαση, βάσει της οποίας κάτοχος μετρητών συμφωνεί να αγοράσει ένα στοιχείο του ενεργητικού και, ταυτόχρονα, συμφωνεί να το επαναπωλήσει σε προκαθορισμένη τιμή, σε πρώτη ζήτηση ή με την παρέλευση ορισμένου χρονικού διαστήματος ή στην περίπτωση επέλευσης συγκεκριμένου εκτάκτου γεγονότος. Ενίοτε η συμφωνία επαναγοράς συνάπτεται με τη μεσολάβηση τρίτου μέρους ("τριμερής συμφωνία επαναγοράς").

- Αντιστρεπέα συναλλαγή: η πράξη με την οποία η κεντρική τράπεζα αγοράζει ("αντιστρεπτέα συμφωνία επαναγόρας") ή πωλεί ("συμφωνία επαναγοράς") στοιχεία του ενεργητικού βάσει συμφωνίας επαναγοράς ή εκτελεί πιστωτικές πράξεις με σύσταση ασφάλειας.

- Αποθεματικά: το ποσό από τα διανεμητέα κέρδη που δεσμεύεται και που δεν προορίζεται για την κάλυψη συγκεκριμένης υποχρέωσης, έκτακτου γεγονότος ή αναμενόμενης μείωσης της αξίας των στοιχείων του ενεργητικού, τα οποία είναι γνωστό ότι υπάρχουν την ημερομηνία κατάρτισης του ισολογισμού.

- Απόσβεση: η εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου συστηματική μείωση, στους λογαριασμούς, κάποιας διαφοράς υπέρ/υπό το άρτιο ή της αξίας των στοιχείων του ενεργητικού.

- Διακανονισμός: η πράξη που αποδεσμεύει από υποχρεώσεις οι οποίες απορρέουν από μεταβιβάσεις κεφαλαίων ή στοιχείων του ενεργητικού ανάμεσα σε δύο ή περισσότερους συμβαλλομένους. Στο πλαίσιο των συναλλαγών εντός του Ευρωσυστήματος, ο διακανονισμός αναφέρεται στην εξάλειψη των καθαρών υπολοίπων που προκύπτουν από τις συναλλαγές εντός του Ευρωσυστήματος και απαιτεί τη μεταβίβαση στοιχείων του ενεργητικού.

- Διαφορά υπέρ το άρτιο: η διαφορά ανάμεσα στην ονομαστική αξία ενός χρεογράφου και στην τιμή του, όταν η τελευταία είναι υψηλότερη από την ονομαστική αξία.

- Διαφορά υπό το άρτιο: η διαφορά ανάμεσα στην ονομαστική αξία ενός χρεογράφου και στην τιμή του, όταν η τελευταία είναι χαμηλότερη από την ονομαστική αξία.

- Διεθνής αριθμός αναγνώρισης χρεογράφων (ISIN): ο αριθμός που εκδίδει η αρμόδια αρχή έκδοσης.

- Εσωτερικός βαθμός απόδοσης: το προεξοφλητικό επιτόκιο, κατ' εφαρμογή του οποίου η λογιστική αξία ενός χρεογράφου εξισώνεται με την παρούσα αξία των μελλοντικών ταμειακών ροών.

- Ημερομηνία διακανονισμού: η ημερομηνία κατά την οποία καταγράφεται η οριστική και αμετάκλητη μεταβίβαση της αξίας στα βιβλία του σχετικού ιδρύματος διακανονισμού. Ο διακανονισμός μπορεί να είναι άμεσος (σε πραγματικό χρόνο), να πραγματοποιείται την ίδια ημέρα (τέλος της ημέρας) ή σε συμφωνηθείσα ημερομηνία μετά την ημερομηνία συνομολόγησης της σχετικής υποχρέωσης.

- Ημερομηνία λήξης: η ημερομηνία κατά την οποία η ονομαστική/κεφαλαιακή αξία καθίσταται οφειλόμενη και πληρωτέα στο ακέραιο στον κάτοχο.

- Καθαρή τιμή: η τιμή συναλλαγής, στην οποία δεν περιέχεται προεξόφληση/δεδουλευμένος τόκος, αλλά περιέχεται το κόστος της συναλλαγής που αποτελεί μέρος της τιμής.

- Κόστος συναλλαγής: το κόστος που αναγνωρίζεται ως σχετικό με τη συγκεκριμένη συναλλαγή.

- Λογαριασμοί αναπροσαρμογής: οι λογαριασμοί του ισολογισμού που προορίζονται για την εγγραφή της διαφοράς αξίας ενός στοιχείου του ενεργητικού ή του παθητικού ανάμεσα στο (προσαρμοσμένο) κόστος αγοράς του και στην αποτίμησή του σε συγκεκριμένη αγοραία τιμή του τέλους χρήσεως, όταν η δεύτερη είναι υψηλότερη από το πρώτο στην περίπτωση στοιχείων του ενεργητικού και χαμηλότερη από το πρώτο στην περίπτωση στοιχείων του παθητικού. Οι εν λόγω λογαριασμοί καταγράφουν τις διαφορές στην καθοριζόμενη τιμή ή/και στις αγοραίες συναλλαγματικές ισοτιμίες.

- Μέση αγοραία τιμή: το μέσο σημείο ανάμεσα στην τιμή ζήτησης και στην τιμή προσφοράς ενός χρεογράφου, όπως αυτή προκύπτει βάσει των τιμών που διαμορφώνονται από αναγνωρισμένους βασικούς φορείς της αγοράς ή στο πλαίσιο της λειτουργίας αναγνωρισμένων χρημαστιστηρίων αξιών, επί συναλλαγών πραγματοποιούμενων σε κανονικές συνθήκες αγοράς.

- Μέσο κόστος: η μέθοδος του συνεχούς (ή σταθμικού) μέσου κόστους, σύμφωνα με την οποία το κόστος κάθε αγοράς προστίθεται στην υπάρχουσα λογιστική αξία, παράγοντας ένα νέο σταθμικό μέσο κόστος.

- Μη πραγματοποιηθέντα κέρδη/μη πραγματοποιηθείσες ζημίες: τα κέρδη/ζημίες που προκύπτουν υπό την αναπροσαρμογή της αξίας των στοιχείων του ενεργητικού σε σύγκριση με το (προσαρμοσμένο) κόστος κτήσεώς τους.

- Μηχανισμός διασύνδεσης: η τεχνική υποδομή, τα σχεδιαστικά χαρακτηριστικά και διαδικασίες που εφαρμόζονται στο πλαίσιο των εθνικών συστημάτων διακανονισμού σε συνεχή χρόνο (ΣΔΣΧ) -ή αποτελούν προσαρμογή αυτών- και του μηχανισμού πληρωμών ΕΚΤ, με σκοπό την επεξεργασία των διασυνοριακών πληρωμών του συστήματος Target.

- Οικονομική προσέγγιση: η λογιστική προσέγγιση, κατά την οποία οι πράξεις καταγράφονται την ημερομηνία της συναλλαγής.

- Πραγματοποιηθέντα κέρδη/πραγματοποιηθείσες ζημίες: τα κέρδη/ζημίες που προκύπτουν από τη διαφορά ανάμεσα στην τιμή πώλησης ενός στοιχείου του ισολογισμού και το (προσαρμοσμένο) κόστος του.

- Πράξη ανταλλαγής επιτοκίων (σε διαφορετικά νομίσματα): η σύμβαση, με την οποία συμφωνείται με τον αντισυμβαλλόμενο η ανταλλαγή ταμειακών ροών που αντιπροσωπεύουν ροές περιοδικά καταβαλλόμενου τόκου, είτε σε ένα νόμισμα είτε σε δύο διαφορετικά νομίσματα.

- Πράξη ανταλλαγής νομισμάτων: η ταυτόχρονη άμεση αγορά/πώληση ενός νομίσματος έναντι άλλου (άμεσο σκέλος) και η προθεσμιακή πώληση/αγορά του ίδιου ποσού του νομίσματος αυτού έναντι του άλλου νομίσματος (προθεσμιακό σκέλος).

- Προβλέψεις: τα ποσά που δεσμεύονται, πριν να καταγραφούν στα στοιχεία του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως, για την κάλυψη οποιασδήποτε γνωστής ή αναμενόμενης υποχρέωσης ή κινδύνου, το κόστος των οποίων δεν μπορεί να προβλεφθεί με ακρίβεια (βλέπε "Αποθεματικά"). Οι προβλέψεις για μελλοντικές υποχρεώσεις και επιβαρύνσεις δεν χρησιμοποιούνται για την προσαρμογή της αξίας των στοιχείων του ενεργητικού.

- Προθεσμιακές πράξεις σε χρεόγραφα: οι εξωχρηματιστηριακές συμβάσεις με τις οποίες συμφωνείται, την ημερομηνία σύναψης της σύμβασης, η αγορά ή πώληση χρηματοδοτικού μέσου (συνήθως ομολόγου ή γραμματίου) σε μελλοντική ημερομηνία και σε προκαθορισμένη τιμή.

- Προθεσμιακή πράξη συναλλάγματος: η σύμβαση με την οποία συμφωνείται, σε καθορισμένη ημερομηνία, η απευθείας αγορά ή πώληση ορισμένου ποσού που εκφράζεται σε ξένο νόμισμα έναντι άλλου, συνήθως του εγχώριου νομίσματος, και η παράδοση του παραπάνω ποσού σε συγκεκριμένη μελλοντική ημερομηνία, περισσότερες από δύο εργάσιμες ημέρες μετά την ημερομηνία σύναψης της σύμβασης, σε προκαθορισμένη τιμή. Αυτή η προθεσμιακή τιμή συναλλάγματος συνίσταται στην εκάστοτε ισχύουσα άμεση ισοτιμία συν/πλην μίας συνφωνηθείσας διαφοράς υπέρ/υπό το άρτιο.

- Προσθεσμιακή συμφωνία επιτοκίων: η σύμβαση με την οποία δύο μέρη συμφωνούν το επιτόκιο που θα εφαρμοστεί επί ονομαστικής κατάθεσης ορισμένης διάρκειας, βάσει του οποίου θα καταβληθεί τόκος σε συγκεκριμένη μελλοντική ημερομηνία. Ανάλογα με τη διαφορά ανάμεσα στο συμφωνηθέν επιτόκιο και στο επιτόκιο της αγοράς που ισχύει κατά την ημερομηνία διακανονισμού, ο ένας εκ των συμβαλλομένων υποχρεούται σε καταβολή αποζημίωσης προς τον άλλο, κατά την ημερομηνία διακανονισμού.

- Σταθερή απόσβεση: η πραγματοποιούμενη εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου απόσβεση, η οποία προσδιορίζεται με διαίρεση του κόστους του στοιχείου του ενεργητικού, μείον την εκτιμώμενη υπολειμματική αξία του, με την εκτιμώμενη ωφέλιμη ζωή του εν λόγω στοιχείου prorata temporis.

- Στοιχείο του ενεργητικού: ένας πόρος που ελέγχει η επιχείρηση, ο οποίος προκύπτει από παρελθόντα γεγονότα και δυνάμει του οποίου αναµένεται η εισροή μελλοντικών οικονομικών οφελών στην επιχείρηση.

- Στοιχείο του παθητικού: η τρέχουσα υποχρέωση μίας επιχείρησης, που προκύπτει από παρελθόντα γεγονότα, ο διακανονισμός της οποίας αναμένεται να προκαλέσει εκροή, από την επιχείρηση, πόρων που εμπεριέχουν οικονομικά οφέλη.

- Συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης επιτοκίων: διαπραγματεύσιμο προθεσμιακό συμβόλαιο. Σε συμβόλαια τέτοιου τύπου, συμφωνείται η αγορά ή πώληση ενός χρηματοδοτικού μέσου, π.χ. ενός ομολόγου, κατά την ημερομηνία σύναψης του συμβολαίου, με παράδοση με μελλοντική ημερομηνία και σε προκαθορισμένη τιμή. Συνήθως δεν λαμβάνει χώρα πραγματική παράδοση, επειδή το συμβόλαιο εκκαθαρίζεται πριν από την συμφωνηθείσα ημερομηνία λήξης.

- Συλλαγματικά διαθέσιμα: η καθαρή θέση στο αντίστοιχο νόμισμα. Για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού, τα ειδικά τραβηκτικά διακαιώματα (ΕΤΔ) θεωρούνται ξεχωριστό νόμισμα.

- Ταμειακή τακτοποίηση: η λογιστική προσέγγιση κατά την οποία τα λογιστικά γεγονότα καταχωρούνται την ημερομηνία του διακανονισμού.

- TARGET (Trans-European Automated Real-time Gross settlement Express Transfer system): το διευρωπαϊκό αυτοματοποιημένο σύστημα ταχείας μεταφοράς κεφαλαίων σε συνεχή χρόνο που αποτελείται από το σύστημα διακανονισμού σε συνεχή χρόνο (ΣΔΣΧ) που διαθέτει κάθε ΕθνΚΤ, από το μηχανισμό πληρωμών ΕΚΤ και το μηχανισμό διασύνδεσης.

- Τιμή συναλλαγής: η τιμή που συμφωνείται ανάμεσα στα συμβαλλόμενα μέρη κατά τη σύναψη μίας σύμβασης.

- Χρεόγραφο υπό το άρτιο: στοιχείο του ενεργητικού που δεν αποφέρει τόκο μέσω τοκομεριδίου, η δε απόδοσή του εξασφαλίζεται μέσω της ανατίμησης του κεφαλαίου, λόγω της υπό το άρτιο έκδοσης ή αγοράς του στοιχείου του ενεργητικού.

- Χρηματοοικονομικό στοιχείο του ενεργητικού: οποιοδήποτε στοιχείο του ενεργητικού, το οποίο μπορεί να συνίσταται σε: i) μετρητά ή ii) συμβατικό δικαίωμα λήψης μετρητών ή άλλου χρηματοοικονομικού μέσου από άλλη επιχείρηση ή iii) συμβατικό δικαίωμα ανταλλαγής χρηματοοικονομικών μέσων με άλλη επιχείρηση υπό όρους δυνητικά ευνοϊκούς ή iv) μετοχικό τίτλο άλλης επιχείρησης.

- Χρηματοοικονομικό στοιχείο του παθητικού: οποιοδήποτε στοιχείο του παθητικού, το οποίο συνιστά νομική υποχρέωση παράδοσης μετρητών ή άλλου χρηματοοικονομικού μέσου σε άλλη επιχείρηση ή ανταλλαγής χρηματοοικονομικών μέσων με άλλη επιχείρηση υπό όρους δυνητικά δυσμενείς.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ: ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Το λογιστικό σύστημα που βασίζεται στην οικονομική προσέγγιση διαφέρει από το σύστημα της ταμειακής τακτοποίησης κατά το ότι αποβλέπει στην καταγραφή των γεγονότων που επηρεάζουν τη χρηματοοικονομική κατάσταση και των σχετικών κινδύνων το συντομότερο δυνατό, με σκοπό την όσο το δυνατό ακριβέστερη παρουσίαση της εικόνας της χρηματοοικονομικής κατάστασης.

Τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της προσέγγισης είναι:

1. η καταγραφή, κατά την ημερομηνία της συναλλαγής, των πράξεων που συνομολογούνται εκείνη την ημερομηνία και οι οποίες προβλέπουν παράδοση σε μεταγενέστερη ημερομηνία·

2. ο χρονικά άμεσος συνυπολογισμός στη συναλλαγματική θέση:

- των ποσών σε ξένο νόμισμα που έχουν αγοραστεί αλλά δεν έχουν ακόμα εισπραχθεί (ή που έχουν πωληθεί αλλά δεν έχουν ακόμα παραδοθεί),

- των δεδουλευμένων τόκων σε ξένο νόμισμα·

3. η λήψη υπόψη του εισοδήματος που προκύπτει σε ημερήσια βάση και κατά την ημερομηνία του διακανονισμού.

1. Καταγραφή κατά την ημερομηνία συναλλαγής

Οι πράξεις με μεταγενέστερο της σύναψής τους χρόνο παράδοσης πρέπει να καταγράφονται κατά την ημερομηνία σύναψης της συναλλαγής σε λογαριασμούς εκτός ισολογισμού (τάξεως), ώστε να αντανακλώνται έγκυρα οι σχετικές αναληφθείσες υποχρεώσεις και οι σχετικοί κίνδυνοι.

Η εν λόγω αρχή μπορεί να εφαρμοστεί, για παράδειγμα, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

- για ποσά που έχουν αγοραστεί και δεν έχουν ακόμα εισπραχθεί ή ποσά που έχουν πωληθεί και δεν έχουν ακόμα παραδοθεί στο πλαίσιο άμεσων πράξεων σε συνάλλαγμα (η συνηθισμένη χρονική περίοδος είναι δύο ημέρες),

- για ποσά που πρόκειται να εισπραχθούν ή να παραδοθούν στο πλαίσιο προθεσμιακών πράξεων σε συνάλλαγμα·

- για ποσά που έχουν χορηγηθεί ως δάνεια και δεν έχουν ακόμα παραδοθεί ή που έχουν ληφθεί ως δάνεια ή διαβιβαστεί και δεν έχουν ακόμα εισπραχθεί, στο πλαίσιο δανειοδοτικών ή δανειοληπτικών πράξεων σε ξένο νόμισμα·

- για χρεόγραφα που έχουν αγοραστεί και δεν έχουν ακόμα εισπραχθεί ή που έχουν πωληθεί και δεν έχουν ακόμα παραδοθεί.

Τα ποσά σε νομίσματα που πρόκειται να εισπραχθούν ή να παραδοθούν ως αποτέλεσμα άμεσων ή προθεσμιακών πράξεων σε συνάλλαγμα πρέπει να συνυπολογίζονται στις συναλλαγματικές θέσεις από την ημερομηνία καταγραφής τους.

2. Συνυπολογισμός του δεδουλευμένου τόκου στη συναλλαγματική θέση

Από νομική άποψη, ο δεδουλευμένος τόκος προκύπτει σε ημερήσια βάση, επί στοιχείων του ενεργητικού ή του παθητικού, τα οποία αποκτώνται ή οφείλονται ή κατέχονται. Συνεπώς, επηρεάζει τη χρηματοοικονομική θέση από την ημέρα που προκύπτει.

Στην περίπτωση δεδουλευμένου τόκου επί ξένων νομισμάτων, δημιουργείται συναλλαγματικός κίνδυνος από την ημέρα που προκύπτει ο τόκος. Η συναλλαγματική ισοτιμία στην οποία αποτιμώνται αυτά τα έσοδα και έξοδα από τόκους ενόψει της καταγραφής τους στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως είναι η ισοτιμία που ισχύει την ημερομηνία καταγραφής. Βάσει αυτής της ισοτιμίας προσδιορίζεται το αποτέλεσμα σε συνάλλαγμα το σχετιζόμενο με τα συγκεκριμένα στοιχεία του ενεργητικού ή του παθητικού. Συνεπώς, ο δεδουλευμένος τόκος σε ξένο νόμισμα (συμπεριλαμβανομένων των διαφορών υπέρ και υπό το άρτιο επί προθεσμιακών συναλλαγών) πρέπει να εγγράφεται στη συναλλαγματική θέση σε ημερήσια βάση.

3. Λήψη υπόψη του εισοδήματος που προκύπτει σε ημερήσια βάση και κατά την ημερομηνία του διακανονισμού

Τυχόν διαφορά ανάμεσα στην ημερομηνία κατά την οποία προκύπτει ο δεδουλευμένος τόκος και στην ημερομηνία καταχώρησής του στους λογαριασμούς επηρεάζει το ποσό:

- των εσόδων και εξόδων από τόκους,

- των μη πραγματοποιηθέντων κερδών και ζημιών.

Ενώ το άθροισμα των δύο αυτών ποσών παραμένει το ίδιο, η αναλογία μεταξύ των επιμέρους ποσών είναι δυνατό να διαφοροποιείται, ανάλογα με το αν έχει επιλεγεί η μέθοδος της ταμειακής τακτοποίησης ή η οικονομική προσέγγιση.

Επιπλέον, αφού οι εναρμονισμένοι λογιστικοί κανόνες προβλέπουν διαφορετική αντιμετώπιση των πραγματοποιηθέντων και μη πραγματοποιηθέντων αποτελεσμάτων, είναι σημαντικό η ταξινόμηση των δύο αυτών κατηγοριών αποτελεσμάτων να είναι ακριβής. Για τους λόγους αυτούς, σύμφωνα με την οικονομική προσέγγιση, ο δεδουλευμένος τόκος (συμπεριλαμβανομένων των διαφορών υπέρ και υπό το άρτιο επί προθεσμιακών συναλλαγών) πρέπει σε ημερήσια βάση:

- να καταγράφεται σε λογαριασμούς τακτοποίησης των ισολογισμών,

- να αποτιμάται στην τιμή που ισχύει την ημέρα καταγραφής του στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως.

Αυτές οι εγγραφές δεν αντιλογίζονται, ο δε δεδουλευμένος τόκος αφαιρείται από τους λογαριασμούς τακτοποίησης κατά το χρόνο της πληρωμής.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΤΟΥ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

ΠΑΘΗΤΙΚΟ

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΒΟΛΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΣΚΤ

1. Ημερήσια λογιστική κατάσταση

Η ημερήσια ανάλυση ρευστότητας της ΕΚΤ βασίζεται, μεταξύ άλλων, στα στοιχεία ισολογισμού των ΕθνΚΤ που αφορούν την προηγούμενη εργάσιμη ημέρα. Οι ΕθνΚΤ βαρύνονται με την υποβολή αυτών των στοιχείων στην ΕΚΤ για κάθε ημέρα κατά την οποία έχουν διεξαγάγει οποιαδήποτε δραστηριότητα. Επιπλέον, μέρος των υπολοίπων εντός του Ευρωσυστήματος χρησιμοποιείται με σκοπό τη συμφωνία των λογαριασμών σε σχέση με την ημερήσια κατάσταση κινήσεων και υπολοίπων.

Πλαίσιο 1: Διαδικασίες σε σχέση με την ημερήσια λογιστική κατάσταση

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

2. Ημερήσια λογιστική κατάσταση μετά το τέλος του τριμήνου

Σύμφωνα με το άρθρο 7, η αναπροσαρμογή της αξίας του χρυσού, των χρηματοδοτικών μέσων σε συνάλλαγμα, των χρεογράφων και των χρηματοοικονομικών μέσων εκτελείται στο τέλος του τριμήνου. Οι ΕθνΚΤ είναι υπεύθυνες για τη διαβίβαση των λογιστικών καταστάσεων στην ΕΚΤ σύμφωνα με τις αρχές που διατυπώνονται στο παρακάτω πλαίσιο.

Πλαίσιο 2: Διαδικασίες σε σχέση με τις λογιστικές καταστάσεις μετά το τέλος του τριμήνου

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

3. Ενοποιημένη εβδομαδιαία λογιστική κατάσταση του Ευρωσυστήματος

Η ενοποιημένη εβδομαδιαία λογιστική κατάσταση του Ευρωσυστήματος υποβάλλεται ημέρα Παρασκευή, η δε δημοσίευσή της ακολουθεί, το απόγευμα της επόμενης Τρίτης(1). Η πρώτη ενοποιημένη εβδομαδιαία λογιστική κατάσταση μετά το τέλος του τριμήνου δημοσιεύεται την επόμενη Τετάρτη(2).

Πλαίσιο 3: Διαδικασίες σε σχέση με την ενοποιημένη εβδομαδιαία λογιστική κατάσταση του Ευρωσυστήματος

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

4. Ετήσιος ισολογισμός

Οι ΕθνΚΤ διαβιβάζουν τους ισολογισμούς του τέλους της χρήσης στην ΕΚΤ μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου.

5. Ημερήσια κατάσταση κινήσεων και υπολοίπων

Για κάθε εργάσιμη ημέρα του Ευρωσυστήματος παρέχεται μία ενοποιημένη ημερήσια κατάσταση κινήσεων και υπολοίπων σύμφωνα με το ακόλουθο πρόγραμμα:

Πλαίσιο 4: Διαδικασίες σχετικά με την ημερήσια κατάσταση κινήσεων και υπολοίπων

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(1) Σε περίπτωση που μία ημέρα, η οποία εμπίπτει στην περίοδο παραγωγής της εβδομαδιαίας λογιστικής κατάστασης του Ευρωσυστήματος, δεν είναι εργάσιμη ημέρα του Ευρωσυστήματος (βλέπε άρθρο 1), η εν λόγω ημέρα εξαιρείται από το χρονοδιάγραμμα για την προετοιμασία και δημοσίευση της ενοποιημένης εβδομαδιαίας λογιστικής κατάστασης του Ευρωσυστήματος, με αποτέλεσμα η δημοσίευση να πραγματοποιείται σε μεγαγενέστερο χρονικό σημείο.

(2) Αυτό σημαίνει ότι το χρονοδιάγραμμα για την προετοιμασία της εβδομαδιαίας λογιστικής κατάστασης μετά το τέλος του τριμήνου διαφέρει από το αντίστοιχο του πλαισίου 3.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ: ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ ΜΟΡΦΗ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΜΕΤΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΤΡΙΜΗΝΟΥ

Τα γενικά/μερικά σύνολα ενδέχεται να μην αντιστοιχούν στο ακριβές άθροισμα λόγω στρογγυλοποίησης των σχετικών ποσών.

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ: ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ ΜΟΡΦΗ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΤΡΙΜΗΝΟΥ

Τα γενικά/μερικά σύνολα ενδέχεται να μην αντιστοιχούν στο ακριβές άθροισμα λόγω στρογγυλοποίησης των σχετικών ποσών.

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ ΕΤΗΣΙΟΣ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Τα γενικά/μερικά σύνολα ενδέχεται να μην αντιστοιχούν στο ακριβές άθροισμα λόγω στρογγυλοποίησης των σχετικών ποσών.

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

ΕΤΗΣΙΟΣ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Χ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΜΕΝΩΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΧΡΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΚΤ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕθνΚΤ((Η μορφή εμφάνισης του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως της ΕΚΤ διαφοροποιείται ελαφρώς. Βλέπε παράρτημα IV της απόφασης ΕΚΤ/2000/16 της 12ης Δεκεμβρίου 2000 (βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).))

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Top