EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52001AB0033

Γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 11ης Οκτωβρίου 2001 κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το δείκτη κόστους εργασίας (CON/2001/33)

OJ C 295, 20.10.2001, p. 5–6 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

52001AB0033

Γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 11ης Οκτωβρίου 2001 κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το δείκτη κόστους εργασίας (CON/2001/33)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 295 της 20/10/2001 σ. 0005 - 0006


Γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας

της 11ης Οκτωβρίου 2001

κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το δείκτη κόστους εργασίας

(CON/2001/33)

(2001/C 295/04)

1. Στις 17 Σεπτεμβρίου 2001 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έλαβε αίτημα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διατυπώσει τη γνώμη της αναφορικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το δείκτη κόστους εργασίας (εφεξής καλούμενη "σχέδιο κανονισμού").

2. Η αρμοδιότητα της ΕΚΤ να διατυπώνει τη γνώμη της βασίζεται στο άρθρο 105 παράγραφος 4 πρώτη περίπτωση της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Σύμφωνα με το άρθρο 17.5 πρώτη πρόταση του εσωτερικού κανονισμού της ΕΚΤ, η παρούσα γνώμη εκδόθηκε από το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ.

3. Στόχος του σχεδίου κανονισμού είναι η θέσπιση κοινού πλαισίου για την κατάρτιση, τη διαβίβαση και την αξιολόγηση συγκρίσιμων δεικτών κόστους εργασίας στην Κοινότητα. Η πρόταση κανονισμού απαιτεί, ιδίως, από τα κράτη μέλη να διαβιβάζουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Eurostat) τριμηνιαία στοιχεία για το κόστος εργασίας.

4. Η ΕΚΤ δέχεται ευνοϊκά το σχέδιο κανονισμού, το οποίο αποτελεί μέρος του σχεδίου δράσης για τις στατιστικές απαιτήσεις στην οικονομική και νομισματική ένωση (εφεξής καλούμενου "σχέδιο δράσης στην ΟΝΕ"), το οποίο εκπονήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Eurostat) σε στενή συνεργασία με την ΕΚΤ, κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου Ecofin. Το σχέδιο δράσης στην ΟΝΕ αποτελεί απάντηση στην έκθεση της νομισματικής επιτροπής σχετικά με τις απαιτήσεις για πληροφορίες στην ΟΝΕ, η οποία εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Ecofin στις 18 Ιανουαρίου 1999, και στις πρώτες δύο εκθέσεις προόδου σχετικά με τις απαιτήσεις για πληροφορίες στην ΟΝΕ, οι οποίες εκπονήθηκαν από την οικονομική και δημοσιονομική επιτροπή. Η τρίτη έκθεση προόδου, η οποία εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Ecofin στις 19 Ιανουαρίου 2001, καθόρισε επίσης το χρονοδιάγραμμα για την τροποποίηση των υφιστάμενων κανονισμών στατιστικού περιεχομένου.

5. Η παροχή εναρμονισμένων στοιχείων για τους δείκτες κόστους εργασίας διασφαλίζει περισσότερο διευρυμένα και λεπτομερή στοιχεία για την ανάλυση και αξιολόγηση των κινδύνων για τη σταθερότητα των τιμών, όπως διενεργείται στο πλαίσιο του δεύτερου πυλώνα της στρατηγικής περί νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ. Το κόστος εργασίας αποτελεί βασικό στοιχείο του κόστους παραγωγής για το σύνολο της οικονομίας και έχει σημαντικό αντίκτυπο στη διαμόρφωση των τιμών. Επιπλέον, το κόστος εργασίας λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό των δεικτών ανταγωνιστικότητας. Τα υφιστάμενα σήμερα ευρωπαϊκά συγκεντρωτικά στοιχεία για το κόστος εργασίας, τα οποία βασίζονται σε στοιχεία τα οποία διαβιβάζουν οικειοθελώς στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Eurostat) οι εθνικές στατιστικές υπηρεσίες, αντικατοπτρίζουν τις σημαντικές διαφορές που υπάρχουν στον ορισμό των εθνικών σειρών που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των σειρών της ζώνης του ευρώ. Δεν αποτελεί εναλλακτική οδό η χρήση τριμηνιαίων στοιχείων για αμοιβές, βάσει των εθνικών λογαριασμών του ΕΣΛ 95, διότι αυτά δεν είναι επαρκώς λεπτομερή, η δε ποιότητά τους εξαρτάται από την ποιότητα των υποκείμενων πρωτογενών στατιστικών στοιχείων για το κόστος εργασίας.

6. Η ΕΚΤ επιθυμεί να τονίσει τη σημασία που προσδίδει σε πλείονα χαρακτηριστικά του σχεδίου κανονισμού, τα οποία αποτελούν ήδη μέρος του σχεδίου δράσης στην ΟΝΕ, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι η ανάγκη περιορισμού της επιβάρυνσης από την υποβολή στατιστικών στοιχείων για τις επιχειρήσεις έχει οδηγήσει σε σημαντικούς συμβιβασμούς.

α) Προτεινόμενη κάλυψη της NACE αναθ. 1, συμπεριλαμβανομένου του τομέα των υπηρεσιών: το σχέδιο κανονισμού καλύπτει πάνω από το 90% της απασχόλησης στη ζώνη του ευρώ, ενώ προς το παρόν τα παρεχόμενα στοιχεία καλύπτουν μόλις το 65% περίπου. Αυτό αποτελεί σημαντική βελτίωση, διότι μεταφράζεται σε καλύτερη κατανόηση της εξέλιξης του κόστους εργασίας στο σύνολο της οικονομίας, και ιδίως σε βελτιωμένη κάλυψη του κόστους στον τομέα των υπηρεσιών.

β) Προτεινόμενη κατανομή της NACE αναθ. 1: το σχέδιο κανονισμού αυξάνει τις απαιτήσεις ως προς το λεπτομερές των στοιχείων, τα οποία κατανέμονται κατά οικονομικές δραστηριότητες, γεγονός σημαντικό για την εξήγηση των μεταβολών στα συνολικά αποτελέσματα.

γ) Διαθεσιμότητα ενός δείκτη κόστους εργασίας, με και χωρίς τα επιμίσθια (bonus): τα επιμίσθια τείνουν να αποτελέσουν ένα συγκυριακό στοιχείο του συνολικού κόστους εργασίας. Η ανάλυση στοιχείων για το κόστος εργασίας θα διευκολυνθεί σημαντικά εάν καταστεί δυνατή η διάκριση του στοιχείου αυτού από το συνολικό κόστος εργασίας.

δ) Προτεινόμενη υποχρέωση υποβολής των στοιχείων εντός εβδομήντα ημερών: πρόκειται να αποτελέσει πρόοδο, διότι τα διαθέσιμα σήμερα στοιχεία για το κόστος εργασίας είναι εξαιρετικά πενιχρά - οι πρώτες ευρωπαϊκές συγκεντρωτικές εκτιμήσεις καθίστανται διαθέσιμες μόλις μετά από εκατό περίπου ημέρες.

ε) Διαθεσιμότητα της προσήκουσας ποσότητας αναδρομικών στοιχείων: είναι σημαντική για αναλυτικούς σκοπούς η δυνατότητα αξιολόγησης των δεικτών κόστους εργασίας με την πάροδο του χρόνου. Η ΕΚΤ, πάντως, αναγνωρίζει επίσης την επιβάρυνση που πρόκειται να υποστούν τα κράτη μέλη, εάν υποχρεωθούν στην παροχή ολοκληρωμένης δέσμης αναδρομικών στοιχείων, και για το λόγο αυτό υποστηρίζει τον περιορισμό των διαβιβαζόμενων αναδρομικών στοιχείων σε έναν επιλεκτικά καθορισμένο αριθμό στοιχείων για το κόστος εργασίας, και μόνο για τους τίτλους Γ-Κ της NACE.

στ) Βελτιωμένη συγκρισιμότητα των στοιχείων, απαραίτητη για την καλή ποιότητα των συγκεντρωτικών μεγεθών της ζώνης του ευρώ: καθώς θα εξακολουθεί να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν διαφορετικές πηγές σε συνδυασμό, θα ήταν χρήσιμο να συμπεριληφθεί στις αναφερόμενες στο άρθρο 10 διαδικασίες εφαρμογής μια περιοδική αξιολόγηση του αντίκτυπου της χρήσης εκείνων στα εθνικά αποτελέσματα, καθώς και άλλων πιθανών πηγών μη συγκρισιμότητας.

7. Η ΕΚΤ υποστηρίζει σθεναρά το προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή του σχεδίου κανονισμού και καλεί τα κράτη μέλη να μην ζητήσουν παρεκκλίσεις. Εάν τα κράτη μέλη κάνουν χρήση των επιτρεπόμενων παρεκκλίσεων στο μέγιστο δυνατό βαθμό, δεν πρόκειται να καταστούν διαθέσιμα πριν από το 2004 πλήρως εναρμονισμένα ευρωπαϊκά συγκεντρωτικά μεγέθη για τους τίτλους Γ-Κ της NACE, ούτε πρόκειται να καταστούν διαθέσιμα πριν από το 2007 ολοκληρωμένα ευρωπαϊκά συγκεντρωτικά μεγέθη που να περιλαμβάνουν τους τίτλους Λ-Ο της NACE. Θα μπορούσε να τεθεί σε κίνδυνο ακόμη και ο στόχος της κάλυψης του 80% της ζώνης του ευρώ έως το τέλος του 2002 - στόχος τον οποίο υποστηρίζει το Συμβούλιο Ecofin.

8. Η παρούσα γνώμη δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Βιέννη, 11 Οκτωβρίου 2001.

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ

Willem F. Duisenberg

Top