EUR-Lex Access to European Union law
This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52003PC0242
Proposal for a Regulation of the European Parliament and of the Council on quarterly financial accounts for general government
Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους τριμηνιαίους χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς του Δημοσίου
Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους τριμηνιαίους χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς του Δημοσίου
/* COM/2003/0242 τελικό - COD 2003/0095 */
Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους τριμηνιαίους χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς του Δημοσίου /* COM/2003/0242 τελικό - COD 2003/0095 */
Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τους τριμηνιαίους χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς του Δημοσίου (υποβληθείσα από την Επιτροπή) ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Στόχος του παρόντος κανονισμού είναι η διάθεση, από το 2005 και μετά, ενός πλήρους συνόλου τριμηνιαίων χρηματοπιστωτικών λογαριασμών του Δημοσίου. Η διάρθρωση του συνημμένου κανονισμού είναι ως ένα βαθμό ίδια με αυτή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1221/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 2002, που αφορά τους τριμηνιαίους μη χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς του Δημοσίου. Αυτό αφορά ειδικότερα το χρονοδιάγραμμα διαβίβασης εθνικών στοιχείων επαρκούς ποιότητας για όλα τα κράτη μέλη κατά τη διάρκεια του 2005. Επιπλέον, για όλους σχεδόν τους ορισμούς γίνεται αναφορά στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 1996 περί του ευρωπαϊκού συστήματος εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Κοινότητας (ΕΣΛ 95), ενώ θα πρέπει να καταγραφούν οι πηγές και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για την κατάρτιση των τριμηνιαίων στοιχείων. Οι αιτιολογικές σκέψεις 1, 3 και 4 αφορούν σημεία ιδιαίτερα σημαντικά για τους χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς του Δημοσίου: την καταλληλότητα της χρησιμοποίησης των ορισμών του ΕΣΛ 95, τη γενική ανάγκη για στοιχεία σχετικά με τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές και τους ισολογισμούς του Δημοσίου για την υποστήριξη της νομισματικής πολιτικής και την ειδική ανάγκη για στοιχεία που απεικονίζουν τις σχέσεις ("από ποιον σε ποιον"), ώστε να καταστεί δυνατή η λεπτομερής ανάλυση των χρηματοδοτήσεων και των χρηματοπιστωτικών επενδύσεων του Δημοσίου ανά αντίστοιχο τομέα και μέσο. Οι αιτιολογικές αυτές σκέψεις αντικατοπτρίζουν τις απόψεις που εξέφραζαν πάντα τα κράτη μέλη για την κατάρτιση και διάδοση τριμηνιαίων χρηματοπιστωτικών λογαριασμών του Δημοσίου με στόχο την παρουσίαση ενός πλήρους συνόλου λογαριασμών του Δημοσίου κατά τομείς και την ενίσχυση της στατιστικής βάσης ενός ολοκληρωμένου συστήματος χρηματοπιστωτικών λογαριασμών, κατά προτίμηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τους σκοπούς της νομισματικής και φορολογικής πολιτικής. Υπενθυμίζεται ότι η ειδική έκθεση της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής, η οποία εγκρίθηκε από το Συμβούλιο (Ecofin) στις 18 Ιανουαρίου 1999, υπογράμμισε τη σημασία των τριμηνιαίων στοιχείων για την παρακολούθηση και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών στο πλαίσιο της τρίτης φάσης της ευρωπαϊκής νομισματικής ενοποίησης και για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς. Στην έκθεση, οι βραχυπρόθεσμες στατιστικές δημόσιων οικονομικών θεωρούνται ως προτεραιότητα, δεδομένου ότι έχουν ιδιαίτερη σημασία για τον ακριβή ορισμό και την παρακολούθηση της οικονομικής πολιτικής, και κυρίως ως βασικός παράγοντας στο πλαίσιο της ΟΝΕ. Επίσης, επισημαίνεται σαφώς ότι απώτερος στόχος είναι η παροχή πλήρων τριμηνιαίων λογαριασμών εντός εύλογης προθεσμίας (που στη συνέχεια ορίστηκε σε τρεις μήνες), η οποία όμως θα απορρέει από μια βήμα προς βήμα προσέγγιση. Τα άρθρα καλύπτουν το πλαίσιο της παροχής στοιχείων (άρθρα 1, 3 έως 7), συμπεριλαμβανομένων των άμεσα διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με τις πηγές και τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την κατάρτιση των τριμηνιαίων στοιχείων (άρθρο 8) και των ειδικών πτυχών που συνδέονται με την ποιότητα (άρθρα 2 και 9). Οι σειρές που πρέπει να διαβιβάζονται περιγράφονται στα άρθρα 3 έως 5. Το άρθρο 3 απαριθμεί τις διάφορες κατηγορίες χρηματοπιστωτικών μέσων, όπως περιγράφονται και κωδικοποιούνται στο ΕΣΛ 95, ενώ το άρθρο 4 διευκρινίζει τον τομέα του Δημοσίου και τους υποτομείς του για τους οποίους πρέπει να υποβάλλονται τριμηνιαία στοιχεία. Το άρθρο 5 αναφέρει ότι για όλους τους υποτομείς του Δημοσίου πρέπει να διαβιβάζονται μόνο ενοποιημένα στοιχεία, αλλά για τον τομέα ως σύνολο πρέπει να διαβιβάζονται ενοποιημένα και μη ενοποιημένα στοιχεία. Τέλος, το εν λόγω άρθρο αναφέρεται επίσης στα τριμηνιαία στοιχεία που πρέπει να διαβιβάζονται για την απεικόνιση των σχέσεων ("από ποιον σε ποιον"). Αναλυτικός κατάλογος αυτού του ειδικού συνόλου στοιχείων παρουσιάζεται στο παράρτημα του κανονισμού. Τα στοιχεία αυτά αναμένεται να επιτρέψουν μια πλήρη ανάλυση των σχέσεων (ποιος χρηματοδοτεί ποιον), των ποσών και των μέσων χρηματοδότησης. Ο κανονισμός ορίζει ότι τα στοιχεία πρέπει να βασίζονται, στο μέτρο του δυνατού, σε πληροφορίες που παρέχονται απευθείας από εσωτερικές πηγές του Δημοσίου. Κατά συνέπεια, δεν αποκλείεται η χρήση εκτιμήσεων, οι οποίες όμως πρέπει να αποτελούν την εξαίρεση και να έχουν περιορισμένο αντίκτυπο στους αριθμούς. Ωστόσο, εξαιρούνται τα στοιχεία τα σχετικά με τις μη εισηγμένες μετοχές και τις λοιπές συμμετοχές σε κεφάλαιο, όταν υπάρχουν σημαντικές δυσκολίες σε ορισμένες χώρες και οι μέθοδοι παρεμβολής ή παρεκβολής θεωρούνται αποδεκτές λύσεις αντικατάστασης των άμεσων τριμηνιαίων στοιχείων. Σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 3, του κανονισμού, η Επιτροπή (Eurostat) μπορεί να χορηγεί παρεκκλίσεις όσον αφορά την ημερομηνία έναρξης της διαβίβασης στοιχείων για τους υποτομείς της κεντρικής διοίκησης και της τοπικής αυτοδιοίκησης, που δεν υπερβαίνουν τα δύο χρόνια (από τα μέσα του 2003 έως τα μέσα του 2005). Επιπλέον, όπως ορίζεται στο άρθρο 7, τα προς διαβίβαση τριμηνιαία στοιχεία θα καλύπτουν αναδρομικά τα στοιχεία από το πρώτο τρίμηνο του 1999 για τις συναλλαγές και από το τελευταίο τρίμηνο του 1998 για τους λογαριασμούς ισολογισμών. Τα αναδρομικά στοιχεία μπορούν, ενδεχομένως, να βασίζονται στις «καλύτερες εκτιμήσεις». Όπως αναφέρεται στο άρθρο 8, τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή (Eurostat) περιγραφή των πηγών και μεθόδων που χρησιμοποιούνται για την κατάρτιση των τριμηνιαίων στοιχείων, αρχής γενομένης από τα μέσα του 2003. Παράλληλα, η Επιτροπή (Eurostat) πρέπει, μέχρι τα τέλη του 2005 το αργότερο, να υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση η οποία θα περιλαμβάνει αξιολόγηση της αξιοπιστίας των τριμηνιαίων στοιχείων που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη. Η πρόταση κανονισμού είναι το αποτέλεσμα κοινής εργασίας της Eurostat και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας με εθνικούς εμπειρογνώμονες. Από το Φεβρουάριο του 2000 συνεδριάζει τακτικά μια κοινή Task Force των Eurostat/ΕΚΤ για τους τριμηνιαίους χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς του τομέα του Δημοσίου. Η Task Force επιφορτίστηκε από την επιτροπή στατιστικών για θέματα νομισματικά, χρηματοπιστωτικά και ισοζυγίου πληρωμών (ΕΣΝΧΙΠ) να αναπτύξει τριμηνιαίους χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς για τον τομέα και τους υποτομείς του Δημοσίου των κρατών μελών της ΕΕ. Επιπλέον, η Task Force πραγματοποίησε διάφορες δοκιμαστικές διαβιβάσεις στοιχείων τριμηνιαίων εθνικών χρηματοπιστωτικών λογαριασμών από τα κράτη μέλη της ΕΕ προς την Eurostat και την ΕΚΤ. Βάσει της επαρκούς κάλυψης των στοιχείων που θα διαβιβάζουν τακτικά τα κράτη μέλη από τα μέσα του 2003 και μετά, μπορεί να είναι εφικτή η κατάρτιση χρηματοπιστωτικών λογαριασμών συναλλαγών και ισολογισμών σε επίπεδο ζώνης ευρώ και ΕΕ, πρώτα για την κεντρική διοίκηση και τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης και αργότερα για τους άλλους υποτομείς του Δημοσίου. Τα εν λόγω στοιχεία σχετικά με τους λογαριασμούς συγκεκριμένων υποτομέων για τη ζώνη ευρώ θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ενσωμάτωσή τους στους τριμηνιαίους χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς της Νομισματικής Ένωσης (MUFA), που καταρτίζει η ΕΚΤ. Η σύνδεση των δύο κανονισμών, του κανονισμού για τους μη χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς και του κανονισμού για τους χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς του Δημοσίου θα επιτρέψει την ενσωμάτωση της αποταμίευσης και των μη χρηματοπιστωτικών επενδύσεων, καθώς επίσης και άλλων πραγματικών μεταβλητών, όπως οι διάφοροι παράγοντες που επηρεάζουν τη σύνθεση των κρατικών εσόδων και δαπανών. Τελικά, θα οδηγήσει σε μια περισσότερο λεπτομερή ανάλυση, που θα συνδυάζει τις χρηματοπιστωτικές με τις μη χρηματοπιστωτικές εξελίξεις, πράγμα που θα καταστήσει δυνατή για τον τομέα του Δημοσίου τη λεπτομερή αξιολόγηση της επίδρασης των μέτρων της φορολογικής πολιτικής, του συγκεκριμένου αντικτύπου της διαδικασίας "μεταφοράς" της νομισματικής πολιτικής που εφαρμόζει η ΕΚΤ στο επίπεδο των φορέων του Δημοσίου, καθώς επίσης και των συναφών επιδράσεων από πλευράς εισοδήματος και πλούτου. Ωστόσο, για την πλήρη ενσωμάτωση των πραγματικών και χρηματοπιστωτικών μεταβλητών και άλλων τομέων, απαιτούνται περισσότερο πλήρεις χρηματοπιστωτικοί και μη χρηματοπιστωτικοί λογαριασμοί ανά τομέα. Αυτή η επέκταση είναι μέρος του σχεδίου δράσης της ΕΚΤ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Eurostat) σχετικά με τις στατιστικές απαιτήσεις της ΟΝΕ. 2003/0095 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τους τριμηνιαίους χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς του Δημοσίου (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 285, την πρόταση της Επιτροπής, [1] [1] ΕΕ C , , σ. . τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, [2] [2] ΕΕ C , , σ. . Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 251 της συνθήκης, [3] [3] ΕΕ C , , σ. . Εκτιμώντας τα εξής: (1) Ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 1996 περί του ευρωπαϊκού συστήματος εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Κοινότητας [4] (ΕΣΛ 95) περιέχει το πλαίσιο αναφοράς των κοινών προτύπων, ορισμών, ονοματολογιών και λογιστικών κανόνων για την κατάρτιση των λογαριασμών των κρατών μελών για τις στατιστικές απαιτήσεις της Κοινότητας, με σκοπό τη λήψη συγκρίσιμων αποτελεσμάτων μεταξύ των κρατών μελών. [4] ΕΕ αριθ. L310 της 30.11.96, σ.1. (2) Η έκθεση της νομισματικής επιτροπής σχετικά με τις απαιτήσεις πληροφόρησης, η οπoία εγκρίθηκε από το Συμβούλιο ECOFIN στις 18 Ιανουαρίου 1999, υπογράμμισε ότι, για την εύρυθμη λειτουργία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης και της ενιαίας αγοράς, έχουν μείζονα σημασία η αποτελεσματική παρακολούθηση και ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών, πράγμα που απαιτεί ένα πλήρες στατιστικό σύστημα πληροφόρησης που θα παρέχει στους φορείς χάραξης πολιτικής τα απαραίτητα στοιχεία που θα χρησιμοποιούν ως βάση για τις αποφάσεις τους. Η έκθεση αυτή επεσήμανε επίσης ότι θα πρέπει να δίνεται μεγάλη προτεραιότητα στις βραχυπρόθεσμες στατιστικές δημόσιων οικονομικών για τα κράτη μέλη, ιδίως για εκείνα που συμμετέχουν στην οικονομική και νομισματική ένωση, και ότι στόχος είναι η κατάρτιση τριμηνιαίων χρηματοπιστωτικών λογαριασμών του Δημοσίου, η οποία θα απορρέει από μια βήμα προς βήμα προσέγγιση. (3) Τα τριμηνιαία εθνικά στοιχεία χρηματοπιστωτικών λογαριασμών (συναλλαγές και ισολογισμοί) του Δημοσίου συνιστούν μεγάλο μέρος όλων των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και ισολογισμών στη ζώνη του ευρώ και παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για τη στήριξη της εφαρμογής της νομισματικής πολιτικής. Από την άποψη αυτή και για δικούς του λόγους το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ενέκρινε κανονισμούς και κατευθυντήριες γραμμές για την κατοχύρωση της διαβίβασης υποετήσιων στοιχείων για τις χρηματοπιστωτικές στατιστικές και τους εθνικούς χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. (4) Οι πληροφορίες για τους αντίστοιχους τομείς όσον αφορά τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές και τους ισολογισμούς του Δημοσίου είναι απαραίτητες για την ολοκληρωμένη ανάλυση των χρηματοδοτήσεων και χρηματοπιστωτικών επενδύσεων του Δημοσίου ανά αντίστοιχο τομέα και μέσο. (5) Ο κανονισμός 264/2000 της Επιτροπής της 3ης Φεβρουαρίου 2000 και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ 1221/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Ιουνίου 2002 προσδιορίζουν τα τριμηνιαία μη χρηματοπιστωτικά στοιχεία του Δημοσίου που διαβιβάζονται στην Επιτροπή (Eurostat) από τα κράτη μέλη. (6) Τα άρθρα 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2223/96 της 25ης Ιουνίου 1996 προσδιορίζουν τους όρους έγκρισης από την Επιτροπή τυχόν τροποποιήσεων της μεθοδολογίας του ΕΣΛ 1995, που έχουν στόχο την αποσαφήνιση και βελτίωση του περιεχομένου της. Η κατάρτιση τριμηνιαίων χρηματοπιστωτικών λογαριασμών του Δημοσίου απαιτεί συμπληρωματικούς πόρους από τα κράτη μέλη και, για το λόγο αυτόν, δεν είναι δυνατόν να εγκριθεί με απόφαση της Επιτροπής, αλλά με ειδικό κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. (7) Η επιτροπή στατιστικού προγράμματος (ΕΣΠ), που συστάθηκε με την απόφαση 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ, του Συμβουλίου [5], καθώς και η επιτροπή στατιστικών για θέματα νομισματικά, χρηματοπιστωτικά και ισοζυγίου πληρωμών (ΕΣΝΧΙΠ), που συστάθηκε με την απόφαση 91/115/ΕΟΚ του Συμβουλίου, [6] εξέδωσαν θετική γνωμοδότηση για το σχέδιο του παρόντος κανονισμού, [5] ΕΕ, αριθ. L181 της 28.6.89, σ.47. [6] ΕΕ, αριθ. L59 της 6.3.91, σ.19. ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 Σκοπός Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι η απαρίθμηση και ο ορισμός των κύριων χαρακτηριστικών των κατηγοριών του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών (ΕΣΛ 95) όσον αφορά τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές και τα χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς επίσης και όλων των υποτομέων του Δημοσίου, που θα διαβιβάζονται κάθε τρεις μήνες στην Επιτροπή (Eurostat) βάσει μιας βήμα προς βήμα προσέγγισης. Άρθρο 2 Κατάρτιση τριμηνιαίων στοιχείων: πηγές και μέθοδοι 1. Για την επίτευξη στατιστικών υψηλής ποιότητας, τα τριμηνιαία στοιχεία για χρηματοπιστωτικές συναλλαγές και για χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις βασίζονται στο μέτρο του δυνατού σε πληροφορίες που παρέχονται απευθείας από εσωτερικές πηγές του Δημοσίου. Ωστόσο, τα τριμηνιαία στοιχεία τα σχετικά με τις μη εισηγμένες μετοχές (AF.512) και τις λοιπές συμμετοχές σε κεφάλαιο (AF.513), όπως έχουν ορισθεί και κωδικοποιηθεί στο ΕΣΛ 95 και τηρούνται από διάφορους τομείς του Δημοσίου, είναι δυνατόν να εκτιμηθούν με τη μέθοδο της παρεμβολής ή παρεκβολής πληροφοριών σχετικά με τα αντίστοιχα ετήσια στοιχεία. 2. Η κατάρτιση τριμηνιαίων στοιχείων για τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές και για τα χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις πρέπει να συμφωνεί με τους κανόνες του ΕΣΛ 95, ιδιαίτερα όσον αφορά την ταξινόμηση των θεσμικών μονάδων ανά τομέα, τους κανόνες ενοποίησης, την ταξινόμηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, το χρόνο καταγραφής και τους κανόνες αποτίμησης. 3. Τα τριμηνιαία και τα αντίστοιχα ετήσια στοιχεία που διαβιβάζονται στην Επιτροπή σύμφωνα με τους κανονισμούς 2223/96 πρέπει να είναι συμβατά μεταξύ τους. 4. Τα τριμηνιαία στοιχεία για τα χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις είναι τα εκκρεμή ποσά χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων στο τέλος κάθε τριμήνου. Άρθρο 3 Διαβίβαση τριμηνιαίων στοιχείων για τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές και για τα χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις 1. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή (Eurostat) τριμηνιαία στοιχεία σχετικά με τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές (F.) και τα χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις (AF.) όσον αφορά τον ακόλουθο κατάλογο μέσων, όπως αυτά έχουν ορισθεί και κωδικοποιηθεί στο πλαίσιο του ΕΣΛ 95: α) νομισματικός χρυσός και ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα (ΕΤΔ) (F.1 και AF.1) β) μετρητά και καταθέσεις (F.2 και AF.2) γ) βραχυπρόθεσμα χρεόγραφα εκτός από μετοχές, εξαιρουμένων των χρηματοπιστωτικών παραγώγων (F.331 και AF.331) δ) μακροπρόθεσμα χρεόγραφα εκτός από μετοχές, εξαιρουμένων των χρηματοπιστωτικών παραγώγων (F.332 και AF.332) ε) χρηματοπιστωτικά παράγωγα (F.34 και AF.34) στ) βραχυπρόθεσμα δάνεια (F.41 και AF.41) ζ) μακροπρόθεσμα δάνεια (F.42 και AF.42) η) μετοχές και λοιπές συμμετοχές σε κεφάλαιο (F.5 και AF.5) θ) καθαρή συμμετοχή νοικοκυριών σε αποθεματικά ασφαλειών ζωής και συνταξιοδοτικών ταμείων (F.61 και AF.61) ι) προπληρωμές ασφαλίστρων και αποθεματικά έναντι εκκρεμών απαιτήσεων (F.62 και AF.62) ια) λοιποί εισπρακτέοι / πληρωτέοι λογαριασμοί (F.7 και AF.7). 2. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν επίσης στην Επιτροπή (Eurostat) τριμηνιαία στοιχεία για τον υποτομέα της κεντρικής διοίκησης S.1311), όπως αναφέρεται στο άρθρο 4, ως εξής: α) μετοχές που έχουν εισαχθεί σε χρηματιστήριο (F.511 και AF.511), όσον αφορά συναλλαγές χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων και χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία β) μετρητά (F.21 και AF.21), όσον αφορά συναλλαγές υποχρεώσεων και υποχρεώσεις. Άρθρο 4 Κάλυψη του δημόσιου τομέα και των υποτομέων του Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν τριμηνιαία στοιχεία αναφορικά με το δημόσιο τομέα και τους υποτομείς του, όπως έχουν οριστεί και κωδικοποιηθεί στο πλαίσιο του ΕΣΛ 95 ως Δημόσιος τομέας (S.13) και περιλαμβάνουν: - την κεντρική διοίκηση (S.1311) - τη διοίκηση ομόσπονδου κρατιδίου (S.1312) - την τοπική αυτοδιοίκηση (S.1313) - τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης (S.1314). Άρθρο 5 Φύση των τριμηνιαίων στοιχείων προς διαβίβαση 1. Τα τριμηνιαία στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 3 διαβιβάζονται ενοποιημένα για τους υποτομείς του δημόσιου τομέα, όπως αναφέρονται στο άρθρο 4. 2. Τα τριμηνιαία στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 3 διαβιβάζονται τόσο ενοποιημένα όσο και μη ενοποιημένα για το δημόσιο τομέα (S.13), όπως αναφέρεται στο άρθρο 4. 3. Για τους υποτομείς "κεντρική διοίκηση" (S.1311) και "οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης" (S.1314), όπως αναφέρονται στο άρθρο 4 και περιγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, παρέχονται τριμηνιαία στοιχεία ανά αντίστοιχο τομέα . Άρθρο 6 Χρονοδιάγραμμα για τη διαβίβαση των τριμηνιαίων στοιχείων 1. Τα τριμηνιαία στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 3, 4 και 5 διαβιβάζονται στην Επιτροπή (Eurostat) το αργότερο τρεις μήνες από το πέρας του τριμήνου στο οποίο αναφέρονται τα στοιχεία. 2. Οιαδήποτε αναθεώρηση των τριμηνιαίων στοιχείων για προηγούμενα τρίμηνα διαβιβάζεται συγχρόνως. 3. Η πρώτη διαβίβαση των τριμηνιαίων στοιχείων που αναφέρονται στα άρθρα 3, με εξαίρεση τους λοιπούς εισπρακτέους/πληρωτέους λογαριασμούς (F.7 και AF.7), 4 και 5 θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το ακόλουθο χρονοδιάγραμμα: α) για τον υποτομέα της κεντρικής διοίκησης (S.1311) και για τον υποτομέα των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης (S.1314), έως τις 30 Ιουνίου 2003. β) για τους υποτομείς της διοίκησης ομόσπονδου κρατιδίου (S.1312) και της τοπικής αυτοδιοίκησης (S.1313): - i) έως τις 30 Ιουνίου 2003 για τις συναλλαγές υποχρεώσεων και τις υποχρεώσεις, όπως αναφέρονται αναλυτικά στο άρθρο 3 παράγραφος 1. η Επιτροπή μπορεί να χορηγήσει παρέκκλιση, η οποία δεν θα υπερβαίνει τα δύο έτη, σχετικά με την ημερομηνία της πρώτης διαβίβασης των εν λόγω στοιχείων, στο βαθμό κατά τον οποίο τα εθνικά στατιστικά συστήματα απαιτούν μείζονες προσαρμογές. - ii) έως τις 30 Ιουνίου 2005 για τις συναλλαγές χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων και τα περιουσιακά στοιχεία, όπως αναφέρονται αναλυτικά στο άρθρο 3 παράγραφος 1. γ) για το δημόσιο τομέα (S.13), έως τις 30 Ιουνίου 2005. 4. Η πρώτη διαβίβαση στην Επιτροπή (Eurostat) τριμηνιαίων στοιχείων για τους λοιπούς εισπρακτέους/πληρωτέους λογαριασμούς (F.7 και AF.7) για το δημόσιο τομέα (S.13) και τους υποτομείς του που αναφέρονται στο άρθρο 4 θα πραγματοποιηθεί έως τις 30 Ιουνίου 2005. Άρθρο 7 Διατάξεις σχετικά με τα αναδρομικά στοιχεία 1. Τα τριμηνιαία στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 6 καλύπτουν αναδρομικά στοιχεία για τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές από το πρώτο τρίμηνο του έτους 1999 και τους δημοσιονομικούς ισολογισμούς από το τέταρτο τρίμηνο του έτους 1998, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που προσδιορίσθηκε στο άρθρο 6, παράγραφοι 3 και 4, όσον αφορά την πρώτη διαβίβαση των στοιχείων. 2. Όπου είναι απαραίτητο, τα αναδρομικά στοιχεία μπορούν να βασίζονται στις "βέλτιστες εκτιμήσεις", σύμφωνα ιδίως με τις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφοι 2 και 3. Άρθρο 8 Εφαρμογή 1. Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή (Eurostat) περιγραφή των πηγών και των μεθόδων που χρησιμοποιούν για την κατάρτιση των τριμηνιαίων στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 3 (αρχική περιγραφή) τη στιγμή που αρχίζουν να διαβιβάζουν τα τριμηνιαία στοιχεία σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφοι 3 και 4. 2. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή (Eurostat) σχετικά με οιαδήποτε αναθεώρηση της εν λόγω αρχικής περιγραφής όταν ανακοινώνουν τα αναθεωρημένα στοιχεία. 3. Η Επιτροπή (Eurostat) ενημερώνει την επιτροπή στατιστικού προγράμματος (ΕΣΠ) και την επιτροπή στατιστικών για θέματα νομισματικά, χρηματοπιστωτικά και ισοζυγίου πληρωμών (ΕΣΝΧΙΠ) σχετικά με τις πηγές και τις μεθόδους που χρησιμοποιεί κάθε κράτος μέλος. Άρθρο 9 Έκθεση Με βάση τα αποτελέσματα που αναφέρονται στα άρθρα 3, 4, και 5 και μετά από διαβούλευση με την ΕΣΠ και την ΕΣΝΧΙΠ, η Επιτροπή υποβάλλει, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2005 το αργότερο, έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, η οποία περιλαμβάνει αξιολόγηση της αξιοπιστίας των τριμηνιαίων στοιχείων που υπέβαλαν τα κράτη μέλη. Άρθρο 10 Έναρξη ισχύος Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Βρυξέλλες, Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Κατανομή ανά αντίστοιχο τομέα [7] [7] Τα περιγεγραμμένα πλαίσια δείχνουν τις απαιτήσεις υποβολής Κεντρική διοίκηση (S.1311) και οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης (S.1314) χρηματοπιστωτικές συναλλαγές και δημοσιονομικοί ισολογισμοί [8] [8] Οι κωδικοί, που προέρχονται από το ΕΣΛ 95, αφορούν: S: τομείς/υποτομείς. F: χρηματοπιστωτικές συναλλαγές και AF: λογαριασμούς δημοσιονομικών ισολογισμών. >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ> Υποχρεώσεις >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>