EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 02002R0063-20100817

Consolidated text: Κανονισμός ΕΚ αριθ. 63/2002 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 20ής Δεκεμβρίου 2001 σχετικά με τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων εφαρμοζόμενων από τα νομισματικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε καταθέσεις και δάνεια που αφορούν νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες (ΕΚΤ/2001/18)

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2002/63/2010-08-17

Κωδικοποιημένο ΚΕΙΜΕΝΟ: 32001R0018(01) — EL — 17.08.2010

2001R0018 — EL — 17.08.2010 — 004.001


Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ ΕΚ αριθ. 63/2002 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 20ής Δεκεμβρίου 2001

σχετικά με τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων εφαρμοζόμενων από τα νομισματικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε καταθέσεις και δάνεια που αφορούν νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες

(ΕΚΤ/2001/18)

(ΕΕ L 010, 12.1.2002, p.24)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  No

page

date

 M1

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2181/2004 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 16 Δεκεμβρίου 2004

  L 371

42

18.12.2004

►M2

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 290/2009 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 31ης Μαρτίου 2009

  L 94

75

8.4.2009

►M3

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 674/2010 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 23ης Ιουλίου 2010

  L 196

23

28.7.2010


Διορθώνεται από:

►C1

Διορθωτικό, ΕΕ L 048, 20.2.2002, σ. 35  (18/01)

►C2

Διορθωτικό, ΕΕ L 273, 17.10.2009, σ. 19  (290/09)




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ ΕΚ αριθ. 63/2002 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 20ής Δεκεμβρίου 2001

σχετικά με τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων εφαρμοζόμενων από τα νομισματικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε καταθέσεις και δάνεια που αφορούν νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες

(ΕΚΤ/2001/18)



ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2533/98 του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με τη συλλογή στατιστικών πληροφοριών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ( 1 ), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 1 και το άρθρο 6 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Προς εκπλήρωση των καθηκόντων του, το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) απαιτεί την κατάρτιση στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια που εφαρμόζουν τα νομισματικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (ΝΧΙ) σε καταθέσεις και δάνεια που αφορούν νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες. Κύριος σκοπός των εν λόγω στατιστικών στοιχείων είναι να παράσχουν στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) μια ολοκληρωμένη, λεπτομερή και εναρμονισμένη στατιστική εικόνα του ύψους των επιτοκίων που εφαρμόζουν τα ΝΧΙ και των μεταβολών τους στο χρόνο. Τα εν λόγω επιτόκια συνιστούν το τελικό στάδιο του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που ενεργοποιείται με τις μεταβολές των επίσημων επιτοκίων και, ως εκ τούτου, αποτελούν αναγκαίο προαπαιτούμενο για την αξιόπιστη ανάλυση των νομισματικών εξελίξεων στα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Ταυτόχρονα, οι πληροφορίες για την εξέλιξη των επιτοκίων είναι απαραίτητες, προκειμένου το ΕΣΚΤ να συμβάλλει στην ομαλή άσκηση των πολιτικών που εφαρμόζουν οι αρμόδιες αρχές σε ό,τι αφορά την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

(2)

Σύμφωνα με τις διατάξεις της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (εφεξής καλούμενης «συνθήκη») και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (εφεξής καλούμενο «καταστατικό»), η ΕΚΤ εκδίδει κανονισμούς αναγκαίους προς εκτέλεση των καθηκόντων του ΕΣΚΤ που ορίζονται στο καταστατικό, καθώς και σε ορισμένες περιπτώσεις που προβλέπονται στις θεσπιζόμενες από το Συμβούλιο διατάξεις που μνημονεύονται στο άρθρο 107 παράγραφος 6 της συνθήκης.

(3)

Το άρθρο 5 παράγραφος 1 του καταστατικού απαιτεί από την ΕΚΤ να συλλέγει, με τη βοήθεια των εθνικών κεντρικών τραπεζών (ΕθνΚΤ), τις αναγκαίες στατιστικές πληροφορίες είτε από τις αρμόδιες εθνικές αρχές είτε απευθείας από οικονομικούς παράγοντες, προκειμένου να εκπληρώσει τα καθήκοντα του ΕΣΚΤ. Το άρθρο 5 παράγραφος 2 του καταστατικού προβλέπει ότι οι ΕθνΚΤ εκτελούν, στο βαθμό που είναι δυνατόν, τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1.

(4)

Υπό την προϋπόθεση ότι δεν απειλείται η εκπλήρωση των θεσπιζόμενων από την ΕΚΤ στατιστικών υποχρεώσεών τους, οι ΕθνΚΤ, ενεργώντας εντός ενός ευρύτερου πλαισίου παροχής στατιστικών στοιχείων το οποίο θεσπίζουν με δική τους ευθύνη, σύμφωνα με το κοινοτικό ή το εσωτερικό δίκαιο ή τις καθιερωμένες πρακτικές, και το οποίο εξυπηρετεί άλλους στατιστικούς σκοπούς, κρίνεται ενδεχομένως απαραίτητο να συλλέγουν από τον πραγματικό πληθυσμό παροχής στοιχείων στατιστικές πληροφορίες αναγκαίες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων παροχής στατιστικών στοιχείων προς την ΕΚΤ, γεγονός που είναι δυνατό να μειώνει για τις ίδιες το σχετικό φόρτο εργασίας. Στις περιπτώσεις αυτές και προκειμένου να ενισχύεται η διαφάνεια, ενδείκνυται η πληροφόρηση των μονάδων παροχής στοιχείων ότι τα στοιχεία συλλέγονται προς εκπλήρωση άλλων στατιστικών σκοπών. Σε ειδικές περιπτώσεις η ΕΚΤ μπορεί, προς εκπλήρωση των υποχρεώσεών της, να λαμβάνει υπόψη στατιστικές πληροφορίες που έχουν συλλεχθεί για τέτοιους σκοπούς.

(5)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2533/98, η ΕΚΤ οφείλει να προσδιορίζει τον πραγματικό πληθυσμό παροχής στοιχείων εντός των ορίων του πληθυσμού αναφοράς παροχής στοιχείων και να περιορίζει στο ελάχιστο το φόρτο εργασίας για την παροχή στοιχείων. Για τους σκοπούς της κατάρτισης στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, ο πραγματικός πληθυσμός παροχής στοιχείων αποτελείται από το σύνολο των οικείων ΝΧΙ ή από δείγμα αυτών, διαμορφούμενο βάσει καθορισμένων κριτηρίων. Λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του τομέα των ΝΧΙ σε κάθε συμμετέχον κράτος μέλος, η τελική πρόκριση της μεθόδου επιλογής εξαρτάται από τις ΕθνΚΤ. Αυτό αποσκοπεί στη μείωση του φόρτου εργασίας ως προς την παροχή στοιχείων και, παράλληλα, στη διασφάλιση υψηλής ποιότητας στατιστικών στοιχείων. Το άρθρο 5 παράγραφος 1 προβλέπει ότι η ΕΚΤ μπορεί να εκδίδει κανονισμούς για τον καθορισμό και την επιβολή των υποχρεώσεων παροχής στατιστικών στοιχείων που θέτει στον πραγματικό πληθυσμό παροχής στοιχείων των συμμετεχόντων κρατών μελών. Το άρθρο 6 παράγραφος 4 προβλέπει ότι η ΕΚΤ μπορεί να εκδίδει κανονισμούς εξειδικεύοντας τις προϋποθέσεις σύμφωνα με τις οποίες μπορεί να ασκηθεί το δικαίωμα επαλήθευσης ή εκτέλεσης της υποχρεωτικής συλλογής στατιστικών πληροφοριών.

(6)

Το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2533/98 προβλέπει ότι τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν μόνα τους την οργάνωση στον τομέα της στατιστικής και συνεργάζονται πλήρως με το ΕΣΚΤ, προκειμένου να διασφαλίσουν την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το άρθρο 5 του καταστατικού.

(7)

Μολονότι αναγνωρίζεται ότι οι κανονισμοί που εκδίδει η ΕΚΤ δυνάμει του άρθρου 34 παράγραφος 1 του καταστατικού δεν παρέχουν δικαιώματα ούτε επιβάλλουν υποχρεώσεις σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, το άρθρο 5 του καταστατικού εφαρμόζεται τόσο στα συμμετέχοντα όσο και στα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2533/98 προβλέπει ότι το άρθρο 5 του καταστατικού, μαζί με το άρθρο 5 της συνθήκης, συνεπάγεται την υποχρέωση εκπόνησης και εφαρμογής, σε εθνικό επίπεδο, όλων των μέτρων που τα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη θεωρούν κατάλληλα, προκειμένου να συλλέξουν τις στατιστικές πληροφορίες που χρειάζονται για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων παροχής στατιστικών στοιχείων στην ΕΚΤ και να πραγματοποιήσουν εγκαίρως τις προετοιμασίες στον τομέα της στατιστικής, προκειμένου να καταστούν συμμετέχοντα κράτη μέλη,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:



Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:

1. οι όροι «μονάδες παροχής στοιχείων», «συμμετέχον κράτος μέλος», «κάτοικος» και «έχων κατοικία» ταυτίζονται εννοιολογικά με τους ορισμούς του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2533/98·

2. με τον όρο «νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες» νοούνται όλοι οι μη χρηματοδοτικοί τομείς, εκτός της γενικής κυβέρνησης, κατά τους ορισμούς του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών (ΕΣΛ) 1995 που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1996, περί του ευρωπαϊκού συστήματος εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Κοινότητας ( 2 )· περιλαμβάνεται ο τομέας των νοικοκυριών και εκείνος των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά (συνδυασμός τομέων S.14 και S.15), καθώς επίσης και ο τομέας των μη χρηματοδοτικών εταιρειών (S.11)·

3. με τον όρο «πιστωτικά και άλλα ιδρύματα» νοούνται όλα τα ΝΧΙ, εκτός των κεντρικών τραπεζών και των οργανισμών αμοιβαίων κεφαλαίων της χρηματαγοράς, τα οποία προσδιορίζονται σύμφωνα με τις αρχές ταξινόμησης που καθορίζονται στο πρώτο μέρος, τμήμα I του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 22ας Νοεμβρίου 2001, σχετικά με την ενοποιημένη λογιστική κατάσταση του τομέα των νομισματικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΚΤ/2001/13) ( 3

4. με τον όρο «στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ» νοούνται τα στατιστικά στοιχεία σχετικά με τα επιτόκια, τα οποία εφαρμόζουν τα πιστωτικά και άλλα ιδρύματα κάτοικοι επί καταθέσεων και δανείων σε ευρώ που αφορούν νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες κατοίκους της επικράτειας των συμμετεχόντων κρατών μελών·

5. με τον όρο «δυνητικός πληθυσμός παροχής στοιχείων» νοούνται τα πιστωτικά και άλλα ιδρύματα κάτοικοι, τα οποία δέχονται καταθέσεις σε ευρώ από νοικοκυριά ή/και μη χρηματοδοτικές εταιρείες κατοίκους των συμμετεχόντων κρατών μελών ή/και χορηγούν δάνεια σε ευρώ στους εν λόγω τομείς.

Άρθρο 2

Πραγματικός πληθυσμός παροχής στοιχείων

1.  Ο πραγματικός πληθυσμός παροχής στοιχείων αποτελείται από πιστωτικά και άλλα ιδρύματα που περιλαμβάνονται στο δυνητικό πληθυσμό παροχής στοιχείων και επιλέγονται από τις ΕθνΚΤ, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού.

2.  Κάθε ΕθνΚΤ ενημερώνει τις μονάδες παροχής στοιχείων κατοίκους σχετικά με τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά την παροχή στοιχείων, με βάση τις εθνικές διαδικασίες.

▼M2

3.  Το διοικητικό συμβούλιο δικαιούται να ελέγχει τη συμμόρφωση με το παράρτημα Ι.

▼B

Άρθρο 3

Υποχρεώσεις παροχής στατιστικών στοιχείων

1.  Για τους σκοπούς της κατάρτισης σε τακτική βάση των στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, ο πραγματικός πληθυσμός παροχής στοιχείων υποβάλλει στην ΕθνΚΤ του συμμετέχοντος κράτους μέλους, όπου η μονάδα παροχής στοιχείων είναι κάτοικος, μηνιαία στατιστικά στοιχεία για τις νέες εργασίες και τα ανεξόφλητα υπόλοιπα. Τα απαιτούμενα στατιστικά στοιχεία καθορίζονται στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμού.

2.  Οι ΕθνΚΤ θεσπίζουν και εφαρμόζουν τις διατάξεις περί παροχής στοιχείων που πρέπει να τηρεί ο πραγματικός πληθυσμός παροχής στοιχείων, με βάση τα εθνικά χαρακτηριστικά. Οι ΕθνΚΤ διασφαλίζουν ότι μέσω των παραπάνω διατάξεων περί παροχής στοιχείων καθίστανται διαθέσιμες οι απαιτούμενες στατιστικές πληροφορίες και επιτρέπεται ο ακριβής έλεγχος της συμμόρφωσης προς τα ελάχιστα πρότυπα διαβίβασης, ακρίβειας, εννοιολογικής συμβατότητας και αναθεωρήσεων, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3.

3.  Η απαιτούμενη αναφορά των στατιστικών στοιχείων πραγματοποιείται σύμφωνα με τα ελάχιστα πρότυπα διαβίβασης, ακρίβειας, εννοιολογικής συμβατότητας και αναθεωρήσεων, κατά τα οριζόμενα στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού.

4.  Οι ΕθνΚΤ παρέχουν στην ΕΚΤ τα συγκεντρωτικά εθνικά μηνιαία στατιστικά στοιχεία έως το πέρας των εργασιών της 19ης εργάσιμης ημέρας μετά το τέλος του μήνα αναφοράς.

Άρθρο 4

Επαλήθευση και υποχρεωτική συλλογή

Το δικαίωμα της επαλήθευσης ή υποχρεωτικής συλλογής των πληροφοριών που παρέχουν οι μονάδες παροχής στοιχείων προς εκπλήρωση των υποχρεώσεων παροχής στατιστικών στοιχείων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό ασκείται από τις ΕθνΚΤ, με την επιφύλαξη του δικαιώματος της ΕΚΤ να ασκήσει η ίδια τα εν λόγω δικαιώματα. Το εν λόγω δικαίωμά της ασκείται, ιδίως, όταν οποιοδήποτε από τα ιδρύματα που ανήκουν στον πραγματικό πληθυσμό παροχής στοιχείων δεν πληροί τα ελάχιστα πρότυπα διαβίβασης, ακρίβειας, εννοιολογικής συμβατότητας και αναθεωρήσεων, κατά τα οριζόμενα στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 5

Έναρξη παροχής στοιχείων

Η έναρξη της παροχής στοιχείων με βάση τον παρόντα κανονισμό αφορά τα μηνιαία στατιστικά στοιχεία για το μήνα Ιανουάριο του έτους 2003.

Άρθρο 6

Μεταβατικές διατάξεις

Στο παράρτημα IV του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται μεταβατικές διατάξεις για την εφαρμογή ορισμένων μερών του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 7

Τελική διάταξη

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 31 Ιανουαρίου 2002.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΠΑΡΟΧΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΔΕΙΓΜΑΤΟΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΠΙΤΟΚΙΩΝ ΤΩΝ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ

ΜΕΡΟΣ 1

Επιλογή του πραγματικού πληθυσμού παροχής στοιχείων

I.   Γενική διαδικασία επιλογής

1.

Οι εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ) εφαρμόζουν τη διαδικασία επιλογής των μονάδων παροχής στοιχείων που απεικονίζεται στο σχηματικό διάγραμμα που ακολουθεί. Η εν λόγω διαδικασία παρουσιάζεται διεξοδικά στο παρόν παράρτημα.

II.   Απογραφή ή δείγμα

2. Κάθε ΕθνΚΤ επιλέγει τις μονάδες παροχής στοιχείων μεταξύ των πιστωτικών και άλλων ιδρυμάτων του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων, τα οποία είναι κάτοικοι του ίδιου συμμετέχοντος κράτους μέλους με αυτή.

3. Προκειμένου να επιλέξουν τις μονάδες παροχής στοιχείων, οι ΕθνΚΤ διενεργούν απογραφή ή ακολουθούν τη δειγματοληπτική προσέγγιση, σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται στις ακόλουθες παραγράφους.

4. Στην περίπτωση της απογραφής, η ΕθνΚΤ ζητά από κάθε πιστωτικό και άλλο ίδρυμα κάτοικο του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων να υποβάλει στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των νομισματικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (ΝΧΙ). Οι μεταβλητές που συλλέγονται μέσω της απογραφής είναι τα επιτόκια και ο όγκος νέων εργασιών, καθώς και τα επιτόκια ανεξόφλητων υπολοίπων.

5. Στην περίπτωση της δειγματοληπτικής προσέγγισης, υποβολή στοιχείων ζητείται μόνο από ορισμένα επιλεγμένα πιστωτικά και άλλα ιδρύματα του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων. Οι μεταβλητές που εκτιμώνται μέσω του δείγματος είναι τα επιτόκια και ο όγκος νέων εργασιών, καθώς επίσης και τα επιτόκια ανεξόφλητων υπολοίπων, αναφέρονται δε ως μεταβλητές δείγματος. Προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος απόκλισης των αποτελεσμάτων ορισμένης δειγματοληψίας από τις πραγματικές (άγνωστες) τιμές στο δυνητικό πληθυσμό παροχής στοιχείων, το δείγμα καταρτίζεται κατά τρόπο που να το καθιστά αντιπροσωπευτικό του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων. Για τους σκοπούς της κατάρτισης στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, ένα δείγμα θεωρείται αντιπροσωπευτικό όταν όλα τα ίδια χαρακτηριστικά του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων, τα οποία είναι κρίσιμα για την κατάρτιση στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, αντανακλώνται επίσης στο δείγμα. Για την κατάρτιση του αρχικού δείγματος και τη διαμόρφωση του δειγματικού πλαισίου, οι ΕθνΚΤ χρησιμοποιούν τις κατάλληλες προσεγγιστικές μεταβλητές και υποδείγματα, ακόμη κι αν τα υποκείμενα στοιχεία που προέρχονται από υπάρχουσες πηγές δεν ανταποκρίνονται απόλυτα στους ορισμούς του παρόντος κανονισμού.

III.   Διαστρωμάτωση του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων

6. Προκειμένου να διασφαλιστεί η αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος, οι ΕθνΚΤ που επιλέγουν τη δειγματοληπτική προσέγγιση στο πλαίσιο της κατάρτισης των στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ προβαίνουν, πριν επιλέξουν ►C1  οποιαδήποτε μονάδα παροχής στοιχείων ◄ , σε κατάλληλη διαστρωμάτωση του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων. Η διαστρωμάτωση συνεπάγεται την υποδιαίρεση του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων Ν σε υποπληθυσμούς ή στρώματα N1, N2, N3, …, NL. Οι υποδιαιρέσεις αυτές σε υποπληθυσμούς ή στρώματα δεν επικαλύπτονται και συναποτελούν το δυνητικό πληθυσμό παροχής στοιχείων:

▼M2

7. Οι ΕθνΚΤ καθορίζουν κριτήρια διαστρωμάτωσης, τα οποία καθιστούν δυνατή την υποδιαίρεση του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων σε ομογενή στρώματα. Τα στρώματα θεωρούνται ομογενή όταν το άθροισμα των ενδοστρωματικών διακυμάνσεων των μεταβλητών του δείγματος είναι ουσιωδώς μικρότερο από τη συνολική διακύμανση ολόκληρου του πληθυσμού παροχής στοιχείων ( 4 ). Τα κριτήρια διαστρωμάτωσης συνδέονται με τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ, με την έννοια ότι τα κριτήρια διαστρωμάτωσης σχετίζονται με τα επιτόκια και με τα ποσά που πρόκειται να εκτιμηθούν με βάση το δείγμα.

▼B

8. Οι ΕθνΚΤ που επιλέγουν τη δειγματοληπτική προσέγγγιση καθορίζουν ένα τουλάχιστον κριτήριο διαστρωμάτωσης, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι το δείγμα των πιστωτικών και άλλων ιδρυμάτων είναι αντιπροσωπευτικό του συμμετέχοντος κράτους μέλους και ότι το δειγματοληπτικό σφάλμα είναι μικρό. Στην ιδανική περίπτωση, οι ΕθνΚΤ καθορίζουν μια ιεραρχία κριτηρίων διαστρωμάτωσης. Τα εν λόγω κριτήρια λαμβάνουν υπόψη τις συνθήκες σε εθνικό επίπεδο και, επομένως, είναι χαρακτηριστικά του κάθε συμμετέχοντος κράτους μέλους.

9. Η επιλογή των μονάδων παροχής στοιχείων πραγματοποιείται με τη μορφή δειγματοληψίας ενός σταδίου και αφού καθοριστούν όλα τα στρώματα. Οι μονάδες παροχής στοιχείων λαμβάνονται από το δυνητικό πληθυσμό παροχής στοιχείων σε αυτό μόνο το στάδιο, χωρίς δηλαδή να πραγματοποιείται ενδιάμεση λήψη.

IV.   Ελάχιστο μέγεθος εθνικού δείγματος

10. Το ελάχιστο μέγεθος εθνικού δείγματος διαμορφώνεται κατά τρόπο ώστε το μέγιστο τυχαίο σφάλμα ( 5 ) για τα επιτόκια νέων εργασιών κατά μέσο όρο, λαμβανομένων υπόψη όλων των κατηγοριών μέσων, να μην υπερβαίνει τις 10 μονάδες βάσης σε επίπεδο σημαντικότητας 90 % ( 6 ). Η συμμόρφωση προς την παραπάνω προϋπόθεση αποδεικνύεται άμεσα, διά των κατάλληλων στοιχείων. Ελλείψει τέτοιων στοιχείων, θεωρείται ότι εφόσον ικανοποιείται ένα από τα ακόλουθα κριτήρια, το μέγεθος του δείγματος επαρκεί για την πλήρωση της ελάχιστης προϋπόθεσης.

α) Το ελάχιστο μέγεθος εθνικού δείγματος καθορίζεται με τρόπο ώστε να καλύπτει τουλάχιστον 30 % του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων που έχει την ιδιότητα κατοίκου. Πάντως, και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το εν λόγω ποσοστό αντιστοιχεί σε περισσότερες από 100 μονάδες παροχής στοιχείων, το ελάχιστο μέγεθος εθνικού δείγματος είναι δυνατό να περιορίζεται στις 100 μονάδες παροχής στοιχείων.

β) Το ελάχιστο μέγεθος εθνικού δείγματος καθορίζεται με τρόπο ώστε οι μονάδες παροχής στοιχείων στο εθνικό δείγμα να καλύπτουν τουλάχιστον 75 % των υπολοίπων των καταθέσεων σε ευρώ που δέχονται από νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες κατοίκους των συμμετεχόντων κρατών μελών και τουλάχιστον 75 % των υπολοίπων των δανείων σε ευρώ που χορηγούν στους εν λόγω τομείς.

11. Κατάλληλα στοιχεία θεωρούνται τα επαρκώς λεπτομερή στοιχεία που συνδέονται με τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ, με την έννοια ότι στις έρευνες από τις οποίες αυτά εξάγονται εφαρμόζονται ορισμοί που συνάδουν προς τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ. Οι ΕθνΚΤ ενδέχεται να μην διαθέτουν τέτοια στοιχεία πριν από την υλοποίηση της έρευνας για τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ και την υποβολή των πρώτων δεσμών στοιχείων από τις μονάδες παροχής στοιχείων.

12. Το ελάχιστο μέγεθος εθνικού δείγματος αφορά τόσο το ελάχιστο αρχικό δείγμα όσο και το ελάχιστο δείγμα, όπως αυτό διαμορφώνεται μετά από την εφαρμογή διαδικασιών διατήρησης, η οποία ορίζεται στην παράγραφο 21. Λόγω των συγχωνεύσεων και των εξερχόμενων μονάδων, το μέγεθος του δείγματος ενδέχεται να ελαττώνεται με την πάροδο του χρόνου, μέχρι την επόμενη περίοδο διατήρησης.

13. Οι ΕθνΚΤ έχουν τη δυνατότητα επιλογής περισσότερων μονάδων παροχής στοιχείων από εκείνες του ελάχιστου μεγέθους εθνικού δείγματος, ιδίως όταν κάτι τέτοιο καθίσταται αναγκαίο για την ενίσχυση της αντιπροσωπευτικότητας του εθνικού δείγματος, λαμβανομένης υπόψη της δομής του εθνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος.

14. Ο αριθμός των πιστωτικών και άλλων ιδρυμάτων του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων συμφωνεί με το ελάχιστο μέγεθος του δείγματος. Είναι δυνατό οι ΕθνΚΤ να επιτρέπουν σε πιστωτικά και άλλα ιδρύματα, τα οποία είναι κάτοικοι του αυτού συμμετέχοντος κράτους μέλους και περιλαμβάνονται χωριστά στον κατάλογο των ΝΧΙ, ο οποίος καταρτίζεται και ενημερώνεται σύμφωνα με τις αρχές ταξινόμησης που ορίζονται στο πρώτο μέρος, τμήμα Ι του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 22ας Νοεμβρίου 2001, σχετικά με την ενοποιημένη λογιστική κατάσταση του τομέα των νομισματικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΚΤ/2001/13) ( 7 ), να παρέχουν από κοινού στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ, ως ομάδα. Η ομάδα καθίσταται πλασματική μονάδα παροχής στοιχείων. Αυτό σημαίνει ότι η ομάδα παρέχει στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ, σαν να αποτελούσε ενιαίο ΝΧΙ: αντί να αναφέρει ένα επιτόκιο για κάθε ΝΧΙ που περιλαμβάνεται στον κατάλογο των ΝΧΙ, αναφέρει ένα μέσο επιτόκιο ανά κατηγορία μέσων για όλη την ομάδα. Παράλληλα, τα πιστωτικά και άλλα ιδρύματα της ομάδας εξακολουθούν να λογίζονται ως μεμονωμένα ιδρύματα στο δυνητικό πληθυσμό παροχής στοιχείων και στο δείγμα.

V.   Κατανομή του δείγματος μεταξύ στρωμάτων και επιλογή των μονάδων παροχής στοιχείων

15. Αφού καθορίσουν τα εθνικά στρώματα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 6 και 7, και το μέγεθος του εθνικού δείγματος n, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 10, οι ΕθνΚΤ που ακολουθούν τη δειγματοληπτική προσέγγιση καταρτίζουν το δείγμα επιλέγοντας τις πραγματικές μονάδες παροχής στοιχείων από κάθε στρώμα. Το συνολικό μέγεθος του εθνικού δείγματος n αποτελεί το άθροισμα των μεγεθών δείγματος n1, n2, n3, …, nL για κάθε στρώμα:

▼M2

16. Κάθε ΕθνΚΤ επιλέγει την πλέον κατάλληλη κατανομή του μεγέθους του εθνικού δείγματος n μεταξύ των στρωμάτων. Επομένως, κάθε ΕθνΚΤ καθορίζει τον αριθμό των μονάδων παροχής στοιχείων nh που λαμβάνονται από το σύνολο των πιστωτικών και άλλων ιδρυμάτων Nh σε κάθε στρώμα. Ο δειγματικός λόγος nh/Nh για κάθε στρώμα h επιτρέπει τον υπολογισμό της διακύμανσης κάθε στρώματος. Αυτό υποδηλώνει ότι από κάθε στρώμα επιλέγονται τουλάχιστον δυο μονάδες παροχής στοιχείων.

▼B

17. Στην επιλογή των πραγματικών μονάδων παροχής στοιχείων από κάθε στρώμα, οι ΕθνΚΤ επιλέγουν όλα τα ιδρύματα στο στρώμα ή διεξάγουν τυχαία δειγματοληψία ή επιλέγουν τα μεγαλύτερα ιδρύματα από κάθε στρώμα. Στην περίπτωση της δειγματοληψίας, η τυχαία επιλογή των ιδρυμάτων εντός κάθε στρώματος διενεργείται κατά τρόπο ώστε η πιθανότητα συμμετοχής να είναι ίδια για όλα τα ιδρύματα ή ανάλογη του μεγέθους του ιδρύματος. Οι ΕθνΚΤ μπορούν να προκρίνουν την επιλογή όλων των ιδρυμάτων για ορισμένα στρώματα, την τυχαία δειγματοληψία για κάποια άλλα στρώματα και την επιλογή των μεγαλύτερων ιδρυμάτων για κάποια τρίτα στρώματα.

18. Οι πληροφορίες για το μέγεθος κάθε πιστωτικού και άλλου ιδρύματος του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων σε εθνικό επίπεδο αντλούνται από τα στατιστικά στοιχεία των λογιστικών καταστάσεων των ΝΧΙ, τα οποία συλλέγονται με βάση τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 (ΕΚΤ/2001/13). Οι ΕθνΚΤ χρησιμοποιούν το σύνολο των καταθέσεων και δανείων σε ευρώ που αφορούν νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες έχουσες κατοικία στην επικράτεια των συμμετεχόντων κρατών μελών και που αποτελούν το κρίσιμο, για την κατάρτιση των στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, τμήμα της λογιστικής κατάστασης, ή χρησιμοποιούν κάποια παρόμοια προσεγγιστική μεταβλητή.

19. Η κατάρτιση στατιστικών στοιχείων επιτοκίων των ΝΧΙ βασίζεται στην επιλογή χωρίς αντικατάσταση, με την έννοια ότι κάθε πιστωτικό και άλλο ίδρυμα του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων επιλέγεται μόνο μία φορά.

▼M2

20. Όταν κάποια ΕθνΚΤ αποφασίζει να ακολουθήσει τη μέθοδο της απογραφής όλων των πιστωτικών και άλλων ιδρυμάτων σε ορισμένο στρώμα, μπορεί να διενεργεί δειγματοληψία εντός του εν λόγω στρώματος σε επίπεδο υποκαταστημάτων. Αυτό προϋποθέτει ότι η ΕθνΚΤ διαθέτει έναν πλήρη κατάλογο των υποκαταστημάτων, ο οποίος καλύπτει το σύνολο των εργασιών των πιστωτικών και άλλων ιδρυμάτων εντός του στρώματος, καθώς και τα κατάλληλα στοιχεία για την αξιολόγηση της διακύμανσης των επιτοκίων σχετικά με νέες εργασίες που αφορούν νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες σε επίπεδο υποκαταστημάτων. Στην επιλογή και διατήρηση των υποκαταστημάτων τυγχάνουν εφαρμογής όλες οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν παράρτημα. Τα επιλεγμένα υποκαταστήματα καθίστανται πλασματικές μονάδες παροχής στοιχείων, υποκείμενες στο σύνολο των υποχρεώσεων παροχής στοιχείων που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ. Η διαδικασία αυτή ισχύει με την επιφύλαξη της υποχρέωσης των πιστωτικών ή άλλων ιδρυμάτων στα οποία ανήκουν τα υποκαταστήματα να ενεργούν ως μονάδες παροχής στοιχείων.

▼B

ΜΕΡΟΣ 2

Διατήρηση του δείγματος του πραγματικού πληθυσμού παροχής στοιχείων

VI.   Διατήρηση του δείγματος στο χρόνο

21. Οι ΕθνΚΤ που επιλέγουν τη δειγματοληπτική προσέγγιση διασφαλίζουν ότι το δείγμα παραμένει αντιπροσωπευτικό στο χρόνο.

22. Για το λόγο αυτό, οι ΕθνΚΤ ελέγχουν την αντιπροσωπευτικότητα του δείγματός τους τουλάχιστον μία φορά ετησίως. Τυχόν σημαντικές μεταβολές στον πραγματικό πληθυσμό παροχής στοιχείων αντανακλώνται στο δείγμα μετά τον παραπάνω ετήσιο έλεγχο.

23. Οι ΕθνΚΤ προβαίνουν σε τακτική αναθεώρηση του δείγματος ανά διετή, το πολύ, διαστήματα, λαμβάνοντας υπόψη τους εισερχόμενους στο δυνητικό πληθυσμό παροχής στοιχείων, τους εξερχόμενους από το δυνητικό και τον πραγματικό πληθυσμό παροχής στοιχείων, καθώς και άλλες μεταβολές στα χαρακτηριστικά των μονάδων παροχής στοιχείων. Οι ΕθνΚΤ, πάντως, μπορούν να ελέγχουν και να ανανεώνουν το δείγμα τους σε συχνότερη βάση.

24. Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι εισερχόμενοι στο δυνητικό πληθυσμό παροχής στοιχείων, το δείγμα προσαρμόζεται με την πάροδο του χρόνου, ώστε να παραμένει αντιπροσωπευτικό του πραγματικού πληθυσμού παροχής στοιχείων. Για το λόγο αυτό, οι ΕθνΚΤ καταρτίζουν ένα δείγμα nb με βάση τον πληθυσμό όλων των εισερχομένων Nb ►C1  . Η ◄ συμπληρωματική επιλογή εισερχόμενων ιδρυμάτων nb μεταξύ του συνολικού αριθμού των εισερχομένων Nb αναφέρεται ως μεταβαλλόμενο δείγμα στο χρόνο.

25. Το δείγμα προσαρμόζεται με την πάροδο του χρόνου, προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι εξερχόμενοι από το δυνητικό και τον πραγματικό πληθυσμό παροχής στοιχείων. Δεν απαιτείται προσαρμογή όταν ο αριθμός των εξερχομένων από το δυνητικό πληθυσμό παροχής στοιχείων Nd είναι ανάλογος εκείνου των εξερχομένων από το δείγμα nd (περίπτωση 1). Όταν τα ιδρύματα που εξέρχονται από το δυνητικό πληθυσμό παροχής στοιχείων δεν περιλαμβάνονται στο δείγμα, το δείγμα καθίσταται υπερβολικά ευρύ σε σχέση με το μέγεθος του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων (περίπτωση 2). Όταν τα ιδρύματα που εξέρχονται από το δείγμα είναι περισσότερα από εκείνα που εξέρχονται από το δυνητικό πληθυσμό παροχής στοιχείων, το δείγμα καθίσταται υπερβολικά μικρό με την πάροδο του χρόνου και παύει, ενδεχομένως, να είναι αντιπροσωπευτικό (περίπτωση 3). Στις περιπτώσεις 2 και 3 οι συντελεστές στάθμισης που αποδίδονται σε κάθε ίδρυμα του δείγματος προσαρμόζονται μέσω μιας καθιερωμένης στατιστικής μεθόδου, η οποία απορρέει από τη θεωρία της δειγματοληψίας. Ο συντελεστής στάθμισης για κάθε μονάδα παροχής στοιχείων είναι το αντίστροφο μέγεθος της πιθανότητας συμμετοχής της και, άρα, ο συντελεστής αναγωγής. Στην περίπτωση 2, όπου το δείγμα είναι υπερβολικά ευρύ σε σχέση με τον πληθυσμό, καμία μονάδα παροχής στοιχείων δεν αφαιρείται από το δείγμα.

26. Με την πάροδο του χρόνου το δείγμα προσαρμόζεται, προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι μεταβολές στα χαρακτηριστικά των μονάδων παροχής στοιχείων. Οι εν λόγω μεταβολές είναι δυνατό να προκύψουν λόγω συγχωνεύσεων, διασπάσεων, ανάπτυξης του ιδρύματος κ.λπ. Για ορισμένες μονάδες παροχής στοιχείων ενδέχεται να υπάρξει μεταβολή στρώματος. Όπως στις περιπτώσεις 2 και 3 που αφορούν τους εξερχόμενους, το δείγμα προσαρμόζεται μέσω μιας καθιερωμένης στατιστικής μεθόδου, η οποία απορρέει από τη θεωρία της δειγματοληψίας. Κατανέμονται νέες πιθανότητες συμμετοχής και, κατά συνέπεια, νέοι συντελεστές στάθμισης.

ΜΕΡΟΣ 3

Λοιπά ζητήματα δειγματοληψίας

VII.   Συνέπεια

27. Προκειμένου να υπάρξει συνέπεια ανάμεσα στα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ για ανεξόφλητα υπόλοιπα που αφορούν καταθέσεις και δάνεια και για νέες εργασίες που αφορούν καταθέσεις και δάνεια, οι ΕθνΚΤ που επιλέγουν τη δειγματοληπτική προσέγγιση χρησιμοποιούν τις ίδιες μονάδες παροχής στοιχείων για τη συλλογή των εν λόγω δεσμών στατιστικών στοιχείων. Για επιμέρους δέσμες στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ οι ΕθνΚΤ μπορούν επίσης να καταφεύγουν στη δειγματοληπτική προσέγγιση, για τα δε υπόλοιπα στην απογραφή. Πάντως δεν χρησιμοποιούν δύο ή περισσότερα διαφορετικά δείγματα.

VIII.   Χρηματοοικονομικές καινοτομίες

28. Οι ΕθνΚΤ δεν είναι απαραίτητο να περιλαμβάνουν στη διαδικασία του δείγματος κάθε προϊόν που υπάρχει σε εθνικό επίπεδο. Ωστόσο, δεν αποκλείουν μια ολόκληρη κατηγορία μέσων, για το λόγο ότι τα σχετικά ποσά είναι πολύ μικρά. Επομένως, εάν μια κατηγορία μέσων προσφέρεται από ένα μόνο ίδρυμα, το εν λόγω ίδρυμα αντιπροσωπεύεται στο δείγμα. Εάν κατά την αρχική λήψη του δείγματος συγκεκριμένη κατηγορία μέσων δεν υπάρχει σε ορισμένο συμμετέχον κράτος μέλος, στη συνέχεια όμως εισάγεται από κάποιο ίδρυμα, το εν λόγω ίδρυμα επιλέγεται στο δείγμα κατά τον επόμενο έλεγχο αντιπροσωπευτικότητας. Όταν δημιουργείται ένα νέο προϊόν, τα ιδρύματα του δείγματος περιλαμβάνουν το εν λόγω προϊόν στην επόμενη υποβολή στοιχείων, καθώς όλες οι μονάδες παροχής στοιχείων υποχρεούνται σε υποβολή στοιχείων για το σύνολο των προϊόντων τους.

▼M2




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΕΝΟΨΕΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΕΠΙΤΟΚΙΑ ΤΩΝ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ

ΜΕΡΟΣ 1

ΕΙΔΟΣ ΕΠΙΤΟΚΙΟΥ

I.    Ετήσιο συμφωνηθέν επιτόκιο

Γενική αρχή

1. Το είδος του επιτοκίου που οι μονάδες παροχής στοιχείων αναφέρουν για όλες τις κατηγορίες μέσων των καταθέσεων και δανείων σχετικά με τις νέες εργασίες και τα ανεξόφλητα υπόλοιπα είναι το ετήσιο συμφωνηθέν επιτόκιο (ΕΣΕ). Το εν λόγω επιτόκιο ορίζεται ως το επιτόκιο που συμφωνείται επί κατάθεσης ή δανείου μεταξύ ορισμένης μονάδας παροχής στοιχείων, αφενός, και ορισμένου νοικοκυριού ή μη χρηματοδοτικής εταιρείας, αφετέρου, το οποίο εκφράζεται ως ποσοστό σε ετήσια βάση. Το ΕΣΕ καλύπτει όλους τους καταβαλλόμενους τόκους καταθέσεων και δανείων, όχι όμως και λοιπές τυχόν επιβαρύνσεις. Η επί έλαττον διαφορά (disagio), οριζόμενη ως η διαφορά ανάμεσα στην ονομαστική αξία του δανείου και στο ποσό που λαμβάνεται από τον πελάτη, λογίζεται ως καταβαλλόμενος τόκος κατά τη σύναψη της σύμβασης (χρονική στιγμή t0) και, για το λόγο αυτόν, αντανακλάται στο ΕΣΕ.

2. Όταν οι τόκοι που συμφωνείται να καταβάλλονται ανάμεσα στις μονάδες παροχής στοιχείων και τα νοικοκυριά ή τις μη χρηματοδοτικές εταιρείες κεφαλαιοποιούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα εντός του έτους, π.χ. κάθε μήνα ή τρίμηνο, το συμφωνηθέν επιτόκιο ανάγεται σε ετήσια βάση σύμφωνα με τον παρακάτω τύπο:

x = 1 + r ag n n – 1

όπου:

x

είναι το ΕΣΕ,

rag

είναι το ετήσιο επιτόκιο που συμφωνείται επί κατάθεσης ή δανείου μεταξύ των μονάδων παροχής στοιχείων, αφενός, και των νοικοκυριών ή των μη χρηματοδοτικών εταιρειών, αφετέρου, βάσει του οποίου τόσο η κεφαλαιοποίηση των τόκων της κατάθεσης όσο και κάθε πληρωμή και αποπληρωμή του δανείου πραγματοποιούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα εντός του έτους, και

n

είναι ο αριθμός των περιόδων κεφαλαιοποίησης των τόκων της κατάθεσης και των περιόδων (απο)πληρωμής ενός δανείου εντός του έτους – μία, προκειμένου για ετήσιες πληρωμές, δύο, προκειμένου για εξαμηνιαίες πληρωμές, τέσσερις, προκειμένου για τριμηνιαίες πληρωμές, και δώδεκα, προκειμένου για μηνιαίες πληρωμές.

3. Οι εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ) είναι δυνατό να απαιτούν από τις μονάδες παροχής στοιχείων να αναφέρουν, για όλα ή μερικά από τα μέσα των καταθέσεων και δανείων που αφορούν νέες εργασίες και ανεξόφλητα υπόλοιπα, την πραγματική επιβάρυνση με τη στενή έννοια (ΠΕΣ), αντί του ΕΣΕ. Η ΠΕΣ ορίζεται ως το επιτόκιο που εξισώνει, σε ετήσια βάση, την παρούσα αξία του συνόλου των μελλοντικών ή τρεχουσών υποχρεώσεων (καταθέσεων ή δανείων, πληρωμών ή εξοφλήσεων, καταβαλλόμενων τόκων), εκτός των επιβαρύνσεων, που έχουν συμφωνηθεί ανάμεσα στις μονάδες παροχής στοιχείων, αφενός, και στα νοικοκυριά ή τις μη χρηματοδοτικές εταιρείες, αφετέρου. Η ΠΕΣ αντιστοιχεί στο επιτοκιακό τμήμα του συνολικού ετήσιου ποσοστού επιβάρυνσης (ΣΕΠΕ), όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο i) της οδηγίας 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου ( 8 ). Η μόνη διαφορά ανάμεσα στην ΠΕΣ και στο ΕΣΕ έγκειται στην εφαρμοζόμενη μέθοδο αναγωγής των καταβαλλόμενων τόκων σε ετήσια βάση. Η ΠΕΣ χρησιμοποιεί τη διαδοχική προσέγγιση και μπορεί, για το λόγο αυτόν, να εφαρμόζεται σε κάθε είδος κατάθεσης ή δανείου, ενώ το ΕΣΕ χρησιμοποιεί τον αλγεβρικό τύπο που ορίζεται στο σημείο 2 και, για το λόγο αυτόν, εφαρμόζεται μόνο σε δάνεια και καταθέσεις, οι καταβαλλόμενοι τόκοι των οποίων κεφαλαιοποιούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Όλες οι λοιπές απαιτήσεις είναι ταυτόσημες, γεγονός που υποδηλώνει ότι οποιαδήποτε αναφορά στο ΕΣΕ περιέχεται στο υπόλοιπο του παρόντος παραρτήματος ισχύει και για την ΠΕΣ.

Αντιμετώπιση φόρων, επιδοτήσεων και κανονιστικών ρυθμίσεων

4. Οι καταβαλλόμενοι τόκοι που καλύπτονται από το ΕΣΕ αντιπροσωπεύουν τα ποσά που η μονάδα παροχής στοιχείων καταβάλλει για καταθέσεις και λαμβάνει από δάνεια. Στην περίπτωση που το ποσό που καταβάλλει το ένα μέρος διαφέρει από το ποσό που λαμβάνει το άλλο, το επιτόκιο που αναγγέλλεται για τους σκοπούς της στατιστικής επιτοκίων των νομισματικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (ΝΧΙ) καθορίζεται αναφορικά προς τη μονάδα παροχής στοιχείων.

5. Σύμφωνα με την εν λόγω αρχή, τα επιτόκια καταγράφονται σε ακαθάριστη βάση προ φόρων, δεδομένου ότι τα επιτόκια προ φόρων αντανακλούν το ποσό που οι μονάδες παροχής στοιχείων καταβάλλουν για καταθέσεις και λαμβάνουν από δάνεια.

6. Επιπλέον, οι επιδοτήσεις που τρίτοι χορηγούν σε νοικοκυριά ή μη χρηματοδοτικές εταιρείες δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό των καταβαλλόμενων τόκων, διότι οι επιδοτήσεις δεν καταβάλλονται ούτε λαμβάνονται από τη μονάδα παροχής στοιχείων.

7. Ευνοϊκά επιτόκια, τα οποία οι μονάδες παροχής στοιχείων εφαρμόζουν στους εργαζόμενους σε αυτές, περιλαμβάνονται στα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ.

8. Στην περίπτωση που κανονιστικές ρυθμίσεις, όπως ο καθορισμός ανώτατου ύψους επιτοκίων ή η απαγόρευση τοκισμού των καταθέσεων μίας ημέρας, επηρεάζουν τους καταβαλλόμενους τόκους, αντανακλώνται στα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ. Κάθε μεταβολή στις διατάξεις που διαμορφώνουν τις κανονιστικές ρυθμίσεις – π.χ. αναφορικά με το ύψος των διοικητικά ρυθμιζόμενων επιτοκίων ή το ανώτατο ύψος των επιτοκίων – απεικονίζεται στα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ ως μεταβολή επιτοκίου.

II.    Συνολικό ετήσιο ποσοστό επιβάρυνσης

9. Πέρα από το ΕΣΕ, οι μονάδες παροχής στοιχείων αναφέρουν επιπλέον το ΣΕΠΕ για τις νέες εργασίες που αφορούν τα δάνεια καταναλωτικής πίστης και τα δάνεια προς νοικοκυριά για αγορά κατοικίας, δηλαδή:

 ένα ΣΕΠΕ για νέα δάνεια καταναλωτικής πίστης (βλέπε δείκτη 30 στο προσάρτημα 2) και

 ένα ΣΕΠΕ για νέα δάνεια προς νοικοκυριά για αγορά κατοικίας (βλέπε δείκτη 31 στο προσάρτημα 2) ( 9 ).

▼C2

10. Το ΣΕΠΕ καλύπτει το «συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή», όπως ορίζεται στο άρθρο 3 στοιχείο ζ) της οδηγίας 2008/48/ΕΚ. Το συνολικό αυτό κόστος περιλαμβάνει δύο στοιχεία: το επιτόκιο και τις λοιπές (συναφείς) επιβαρύνσεις, όπως το κόστος έρευνας, διαχείρισης, κατάρτισης εγγράφων, εγγυήσεων, ασφάλισης πιστώσεων κ.λπ.

▼M2

11. Η σύνθεση των λοιπών επιβαρύνσεων είναι δυνατό να διαφέρει από χώρα σε χώρα, διότι οι ορισμοί της οδηγίας 2008/48/ΕΚ εφαρμόζονται με διαφορετικό τρόπο, τα δε χρηματοπιστωτικά συστήματα και η διαδικασία ασφάλισης των πιστώσεων διαφέρουν μεταξύ χωρών.

III.    Καθιερωμένη πρακτική

12. Κατά τον υπολογισμό του ΕΣΕ οι μονάδες παροχής στοιχείων εφαρμόζουν έτος 365 ημερών, μη λαμβάνοντας υπόψη την εμβόλιμη ημέρα των δίσεκτων ετών.

ΜΕΡΟΣ 2

ΚΑΛΥΨΗ ΕΡΓΑΣΙΩΝ

13. Οι μονάδες παροχής στοιχείων υποβάλλουν στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ για ανεξόφλητα υπόλοιπα και νέες εργασίες.

IV.    Επιτόκια ανεξόφλητων υπολοίπων

14. Τα ανεξόφλητα υπόλοιπα ορίζονται ως το υπόλοιπο του συνόλου των καταθέσεων νοικοκυριών και μη χρηματοδοτικών εταιρειών στη μονάδα παροχής στοιχείων και το υπόλοιπο του συνόλου των δανείων που η εν λόγω μονάδα χορηγεί σε νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες.

15. Το επιτόκιο ανεξόφλητων υπολοίπων αντανακλά το ύψος του σταθμικού μέσου επιτοκίου που εφαρμόζεται επί του υπολοίπου των καταθέσεων ή δανείων στο πλαίσιο της οικείας κατηγορίας μέσων κατά το χρονικό σημείο αναφοράς, κατά τα οριζόμενα στο σημείο 26. Το σταθμικό μέσο επιτόκιο προκύπτει με πολλαπλασιασμό του αθροίσματος του ΕΣΕ επί τα αντίστοιχα ανεξόφλητα υπόλοιπα και διαίρεση του γινομένου με το σύνολο των ανεξόφλητων υπολοίπων. Καλύπτει όλες τις εκκρεμείς συμβάσεις που έχουν συναφθεί σε οποιαδήποτε περίοδο πριν από την ημερομηνία αναφοράς.

16. Τα επισφαλή δάνεια δεν περιλαμβάνονται στα σταθμικά μέσα επιτόκια. Τα επισφαλή δάνεια ορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 25/2009 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 19ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τη λογιστική κατάσταση του τομέα των νομισματικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση) (ΕΚΤ/2008/32) ( 10 ). Το συνολικό ποσό δανείου το οποίο κατηγοριοποιείται εν όλω ή εν μέρει ως επισφαλές δεν καλύπτεται από τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων. Τα δάνεια οικονομικής εξυγίανσης επί των οποίων εφαρμόζονται επιτόκια χαμηλότερα εκείνων της αγοράς, δηλαδή δάνεια οικονομικής εξυγίανσης προς οφειλέτες που βρίσκονται σε οικονομική δυσπραγία, επίσης δεν καλύπτονται από τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων.

V.    Νέες εργασίες για καταθέσεις μίας ημέρας, καταθέσεις υπό προειδοποίηση, χρέος μέσω πιστωτικών καρτών, ανακυκλούμενα δάνεια και τραπεζικές υπεραναλήψεις

17. Στην περίπτωση των καταθέσεων μίας ημέρας, των καταθέσεων υπό προειδοποίηση, του χρέους μέσω πιστωτικών καρτών (που αναφέρεται και ως πίστωση μέσω πιστωτικών καρτών) (παρατεινόμενου και διευκόλυνσης), των ανακυκλούμενων δανείων και των τραπεζικών υπεραναλήψεων, κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 42 έως 45 και 51, η έννοια των νέων εργασιών επεκτείνεται στο συνολικό υπόλοιπο. Επομένως, ως δείκτης νέων εργασιών για τις καταθέσεις μίας ημέρας, τις καταθέσεις υπό προειδοποίηση, το χρέος μέσω πιστωτικών καρτών, τα ανακυκλούμενα δάνεια και τις τραπεζικές υπεραναλήψεις χρησιμοποιείται το χρεωστικό ή πιστωτικό υπόλοιπο, δηλαδή το ανεξόφλητο υπόλοιπο κατά το χρονικό σημείο αναφοράς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο σημείο 29.

18. Τα επιτόκια των καταθέσεων μίας ημέρας, των καταθέσεων υπό προειδοποίηση, του χρέους μέσω πιστωτικών καρτών, των ανακυκλούμενων δανείων και των τραπεζικών υπεραναλήψεων αντανακλούν το ύψος του σταθμικού μέσου επιτοκίου που εφαρμόζεται στο υπόλοιπο των εν λόγω λογαριασμών κατά το χρονικό σημείο αναφοράς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο σημείο 29. Καλύπτουν τις υπάρχουσες θέσεις του ισολογισμού για όλες τις εκκρεμείς συμβάσεις που έχουν συναφθεί σε οποιαδήποτε περίοδο πριν από την ημερομηνία αναφοράς.

19. Για τον υπολογισμό των επιτοκίων που εφαρμόζουν τα ΝΧΙ επί λογαριασμών που αποτελούν κατάθεση ή δάνειο, ανάλογα με το υπόλοιπό τους, οι μονάδες παροχής στοιχείων διακρίνουν ανάμεσα σε περιόδους με πιστωτικό υπόλοιπο και σε περιόδους με χρεωστικό υπόλοιπο. Οι μονάδες παροχής στοιχείων αναφέρουν σταθμικά μέσα επιτόκια που αφορούν τα πιστωτικά υπόλοιπα ως καταθέσεις μίας ημέρας και σταθμικά μέσα επιτόκια που αφορούν τα χρεωστικά υπόλοιπα ως τραπεζικές υπεραναλήψεις. Δεν αναφέρουν σταθμικά μέσα επιτόκια που συνδυάζουν (χαμηλά) επιτόκια καταθέσεων μίας ημέρας και (υψηλά) επιτόκια τραπεζικών υπεραναλήψεων.

VI.    Νέες εργασίες για κατηγορίες μέσων εκτός των καταθέσεων μίας ημέρας, των καταθέσεων υπό προειδοποίηση, του χρέους μέσω πιστωτικών καρτών, των ανακυκλούμενων δανείων και των τραπεζικών υπεραναλήψεων

20. Τα ακόλουθα σημεία 21 έως 25 αναφέρονται στις καταθέσεις συμφωνημένης διάρκειας, στις συμφωνίες επαναγοράς και σε όλα τα δάνεια, εκτός των ανακυκλούμενων δανείων, των τραπεζικών υπεραναλήψεων και του χρέους μέσω πιστωτικών καρτών, όπως ορίζονται στα σημεία 42 έως 45 και 51.

21. Ως νέες εργασίες ορίζονται οι νέες συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ ορισμένου νοικοκυριού ή μη χρηματοδοτικής εταιρείας αφενός, και ορισμένης μονάδας παροχής στοιχείων αφετέρου. Στις νέες συμβάσεις περιλαμβάνονται:

 όλες οι χρηματοοικονομικές συμβάσεις που καθορίζουν για πρώτη φορά το επιτόκιο των καταθέσεων ή δανείων και

 όλες οι επαναδιαπραγματεύσεις των όρων υφιστάμενων καταθέσεων και δανείων.

Δεν θεωρείται νέα εργασία η παράταση της διάρκειας υφιστάμενων συμβάσεων καταθέσεων και δανείων, η οποία πραγματοποιείται αυτομάτως, χωρίς δηλαδή την ενεργό συμμετοχή των νοικοκυριών ή των μη χρηματοδοτικών εταιρειών, και η οποία δεν συνεπάγεται επαναδιαπραγμάτευση των όρων της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένου του επιτοκίου.

22. Το επιτόκιο νέων εργασιών αντανακλά το σταθμικό μέσο επιτόκιο που εφαρμόζεται στις καταθέσεις και τα δάνεια της σχετικής κατηγορίας μέσων όσον αφορά τις νέες συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ νοικοκυριών ή μη χρηματοδοτικών εταιρειών αφενός, και μονάδων παροχής στοιχείων αφετέρου, κατά τη χρονική περίοδο αναφοράς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο σημείο 32.

23. Αλλαγές στα μεταβαλλόμενα επιτόκια, με την έννοια των αυτόματων προσαρμογών του επιτοκίου από τη μονάδα παροχής στοιχείων, δεν αποτελούν νέες συμβάσεις και, επομένως, δεν θεωρούνται νέες εργασίες. Για το λόγο αυτόν, οι παραπάνω αλλαγές στα μεταβαλλόμενα επιτόκια υφιστάμενων συμβάσεων δεν αποτυπώνονται στα επιτόκια νέων εργασιών αλλά μόνο στα μέσα επιτόκια των ανεξόφλητων υπολοίπων.

24. Η συμφωνούμενη κατά τη σύναψη της σύμβασης (χρονική στιγμή t0) αλλά πραγματοποιούμενη στη διάρκειά της (χρονική στιγμή t1) αλλαγή των επιτοκίων από σταθερά σε μεταβαλλόμενα, ή αντιστρόφως, δεν αποτελεί νέα σύμβαση αλλά μέρος των όρων του δανείου, όπως αυτοί καθορίζονται κατά τη χρονική στιγμή t0. Ως εκ τούτου, δεν θεωρείται νέα εργασία.

25. Αντί της συνήθως αναμενόμενης λήψης του συνολικού ποσού ενός δανείου (εκτός των ανακυκλούμενων δανείων και τραπεζικών υπεραναλήψεων) κατά τη σύναψη της σύμβασης (χρονική στιγμή), ένα νοικοκυριό ή μια μη χρηματοδοτική εταιρεία μπορεί να λάβει το εν λόγω ποσό τμηματικά, στις χρονικές στιγμές t1, t2, t3 κ.λπ. Η τμηματική λήψη του ποσού του δανείου δεν επηρεάζει τα στατιστικά στοιχεία των επιτοκίων των ΝΧΙ. Η συναπτόμενη τη χρονική στιγμή t0 σύμβαση μεταξύ ορισμένου νοικοκυριού ή μη χρηματοδοτικής εταιρείας, αφενός, και ορισμένης μονάδας παροχής στοιχείων, αφετέρου, στην οποία καθορίζεται το επιτόκιο και το συνολικό ποσό του δανείου, αντανακλάται στα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ για τις νέες εργασίες.

ΜΕΡΟΣ 3

ΧΡΟΝΙΚΟ ΣΗΜΕΙΟ ΑΝΑΦΟΡΑΣ

VII.    Χρονικό σημείο αναφοράς για τα επιτόκια που εφαρμόζουν τα ΝΧΙ επί ανεξόφλητων υπολοίπων

26. Οι ΕθνΚΤ ορίζουν εάν τα επιτόκια που τα ΝΧΙ εφαρμόζουν επί των ανεξόφλητων υπολοίπων σε εθνικό επίπεδο (δείκτες 1 έως 14 του προσαρτήματος 1) καταρτίζονται ως στιγμιαία απεικόνιση παρατηρήσεων στο τέλος της περιόδου ή ως τεκμαρτά επιτόκια που αναφέρονται σε μέσα επίπεδα περιόδου. Η περίοδος κάλυψης είναι ένας μήνας.

27. Τα επιτόκια ανεξόφλητων υπολοίπων, τα οποία καταρτίζονται ως στιγμιαία απεικόνιση παρατηρήσεων στο τέλος του μήνα, υπολογίζονται ως σταθμικοί μέσοι των επιτοκίων που εφαρμόζονται στο υπόλοιπο των καταθέσεων και δανείων σε δεδομένη χρονική στιγμή την τελευταία ημέρα του μήνα. Την εν λόγω χρονική στιγμή, η μονάδα παροχής στοιχείων συλλέγει τα στοιχεία για τα ισχύοντα επιτόκια και τα υπόλοιπα για το σύνολο των ανεξόφλητων υπολοίπων καταθέσεων και δανείων όσον αφορά νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες και καταρτίζει ένα σταθμικό μέσο επιτόκιο για κάθε κατηγορία μέσου. Σε αντίθεση με τα μέσα επίπεδα του μήνα, τα επιτόκια που εφαρμόζουν τα ΝΧΙ στα ανεξόφλητα υπόλοιπα και που καταρτίζονται ως παρατηρήσεις στο τέλος του μήνα καλύπτουν μόνο όσες συμβάσεις εκκρεμούν κατά το χρόνο συλλογής των στοιχείων.

28. Τα επιτόκια ανεξόφλητων υπολοίπων, τα οποία καταρτίζονται ως τεκμαρτά επιτόκια που αναφέρονται σε μέσα επίπεδα του μήνα, υπολογίζονται ως κλάσματα με αριθμητή το σύνολο των δεδουλευμένων πληρωτέων τόκων καταθέσεων και των δεδουλευμένων εισπρακτέων τόκων δανείων στη διάρκεια του μήνα αναφοράς και παρανομαστή το μέσο μηνιαίο υπόλοιπο. Στο τέλος του μήνα αναφοράς η μονάδα παροχής στοιχείων αναφέρει, για κάθε κατηγορία μέσων, τους δεδουλευμένους πληρωτέους ή εισπρακτέους τόκους στη διάρκεια του μήνα και το μέσο υπόλοιπο των καταθέσεων και δανείων στη διάρκεια του ίδιου μήνα. Σε αντίθεση με ό,τι ισχύει για τις παρατηρήσεις στο τέλος του μήνα, τα επιτόκια που εφαρμόζουν τα ΝΧΙ στα ανεξόφλητα υπόλοιπα και που καταρτίζονται ως μέσα επίπεδα του μήνα καλύπτουν επίσης τις συμβάσεις οι οποίες, αν και εκκρεμούσαν σε κάποια χρονική στιγμή στη διάρκεια του μήνα, έχουν παύσει να εκκρεμούν στο τέλος του μήνα. Στην ιδανική περίπτωση, το μέσο υπόλοιπο των καταθέσεων και δανείων στη διάρκεια του μήνα αναφοράς καταρτίζεται ως μέσος όρος των ημερήσιων υπολοίπων καθ’ όλη τη διάρκεια του μήνα. Για τις ασταθείς κατηγορίες μέσων, δηλαδή για τις καταθέσεις μίας μέρας, τις καταθέσεις υπό προειδοποίηση, το παρατεινόμενο χρέος μέσω πιστωτικών καρτών, τα ανακυκλούμενα δάνεια και τις τραπεζικές υπεραναλήψεις, το μέσο μηνιαίο υπόλοιπο εξάγεται κατ’ ελάχιστον με βάση τα ημερήσια υπόλοιπα. Για όλες τις άλλες κατηγορίες μέσων, το μέσο μηνιαίο υπόλοιπο εξάγεται με βάση τα διαμορφούμενα σε εβδομαδιαία ή συχνότερη βάση υπόλοιπα. Προκειμένου για τα δάνεια προθεσμίας άνω των πέντε ετών επιτρέπεται η χρήση των παρατηρήσεων στο τέλος του μήνα για μεταβατική περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη.

VIII.    Χρονικό σημείο αναφοράς για νέες εργασίες για καταθέσεις μίας ημέρας, καταθέσεις υπό προειδοποίηση, παρατεινόμενο χρέος μέσω πιστωτικών καρτών, ανακυκλούμενα δάνεια και τραπεζικές υπεραναλήψεις

29. Οι ΕθνΚΤ ορίζουν εάν τα επιτόκια που εφαρμόζουν τα ΝΧΙ επί των καταθέσεων μίας ημέρας, των καταθέσεων υπό προειδοποίηση, του παρατεινόμενου χρέους μέσω πιστωτικών καρτών, των ανακυκλούμενων δανείων και των τραπεζικών υπεραναλήψεων σε εθνικό επίπεδο (δείκτες 1, 5, 6, 7, 12, 23, 32 και 36 του προσαρτήματος 2) καταρτίζονται ως στιγμιαία απεικόνιση παρατηρήσεων στο τέλος περιόδου ή ως τεκμαρτά επιτόκια που αναφέρονται σε μέσα επίπεδα περιόδου. Η περίοδος κάλυψης είναι ένας μήνας.

30. Ανάλογη με τη διαδικασία κατάρτισης των επιτοκίων για τα ανεξόφλητα υπόλοιπα που περιλαμβάνονται στο προσάρτημα 1 είναι η διαδικασία κατάρτισης των επιτοκίων για τις καταθέσεις μίας ημέρας, τις καταθέσεις υπό προειδοποίηση, το παρατεινόμενο χρέος μέσω πιστωτικών καρτών, τα ανακυκλούμενα δάνεια και τις τραπεζικές υπεραναλήψεις, με βάση τις δυο δυνατότητες που ακολουθούν:

α) υπολογίζεται ορισμένη στιγμιαία απεικόνιση παρατηρήσεων στο τέλος του μήνα, δηλαδή οι σταθμικοί μέσοι των επιτοκίων που εφαρμόζονται στο υπόλοιπο αυτών των καταθέσεων και δανείων σε δεδομένη χρονική στιγμή την τελευταία ημέρα του μήνα. Την εν λόγω χρονική στιγμή, η μονάδα παροχής στοιχείων συλλέγει τα στοιχεία για τα επιτόκια και τα υπόλοιπα των καταθέσεων μίας ημέρας, των καταθέσεων υπό προειδοποίηση, του παρατεινόμενου χρέους μέσω πιστωτικών καρτών, των ανακυκλούμενων δανείων και των τραπεζικών υπεραναλήψεων, που αφορούν νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες, και καταρτίζει ένα σταθμικό μέσο επιτόκιο για κάθε κατηγορία μέσου. Σε αντίθεση με τα μέσα επίπεδα του μήνα, τα επιτόκια που εφαρμόζουν τα ΝΧΙ στα ανεξόφλητα υπόλοιπα και που καταρτίζονται ως παρατηρήσεις στο τέλος του μήνα καλύπτουν μόνο όσες συμβάσεις εξακολουθούν να εκκρεμούν κατά το χρόνο συλλογής των στοιχείων·

β) υπολογίζονται τεκμαρτά επιτόκια που αναφέρονται σε μέσα επίπεδα του μήνα, δηλαδή κλάσματα με αριθμητή τους δεδουλευμένους πληρωτέους τόκους καταθέσεων και εισπρακτέους τόκους δανείων και παρανομαστή το μέσο ημερήσιο υπόλοιπο. Στο τέλος του μήνα η μονάδα παροχής στοιχείων αναφέρει, για τις καταθέσεις μίας ημέρας, τις καταθέσεις υπό προειδοποίηση, το παρατεινόμενο χρέος μέσω πιστωτικών καρτών, τα ανακυκλούμενα δάνεια και τις τραπεζικές υπεραναλήψεις, τους δεδουλευμένους πληρωτέους ή εισπρακτέους τόκους στη διάρκεια του μήνα και το μέσο υπόλοιπο των καταθέσεων και δανείων στη διάρκεια του ίδιου μήνα. Για τις καταθέσεις μίας ημέρας, τις καταθέσεις υπό προειδοποίηση, την παρατεινόμενη πίστωση μέσω πιστωτικής κάρτας, τα ανακυκλούμενα δάνεια και τις τραπεζικές υπεραναλήψεις, το μέσο μηνιαίο υπόλοιπο εξάγεται με βάση τα ημερήσια υπόλοιπα. Σε αντίθεση με ό,τι ισχύει για τις παρατηρήσεις στο τέλος του μήνα, τα επιτόκια που εφαρμόζουν τα ΝΧΙ στα ανεξόφλητα υπόλοιπα και που καταρτίζονται ως μέσα επίπεδα του μήνα καλύπτουν επίσης τις συμβάσεις οι οποίες, αν και εκκρεμούσαν σε κάποια χρονική στιγμή στη διάρκεια του μήνα, έχουν παύσει να εκκρεμούν στο τέλος του μήνα.

31. Όσον αφορά τους λογαριασμούς που αποτελούν κατάθεση ή δάνειο, ανάλογα με το υπόλοιπό τους, όταν τα επιτόκια των ΝΧΙ καταρτίζονται ως στιγμιαία απεικόνιση παρατηρήσεων στο τέλος του μήνα, γίνεται εξέταση του υπολοίπου μόνο σε δεδομένη χρονική στιγμή της τελευταίας ημέρας του μήνα, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν, τον εν λόγω μήνα, ο λογαριασμός αποτελεί κατάθεση μίας ημέρας ή τραπεζική υπερανάληψη. Όταν τα επιτόκια των ΝΧΙ υπολογίζονται ως τεκμαρτά επιτόκια που αναφέρονται σε μέσα επίπεδα του μήνα, εξετάζεται σε καθημερινή βάση εάν ο λογαριασμός αποτελεί κατάθεση ή δάνειο. Κατόπιν, υπολογίζεται ένας μέσος όρος των ημερήσιων πιστωτικών και χρεωστικών υπολοίπων, με σκοπό την εξαγωγή των μέσων μηνιαίων υπολοίπων για τον παρανομαστή των τεκμαρτών επιτοκίων. Επιπλέον, στη ροή του αριθμητή γίνεται διάκριση ανάμεσα σε δεδουλευμένους πληρωτέους τόκους καταθέσεων και σε δεδουλευμένους εισπρακτέους τόκους δανείων. Οι μονάδες παροχής στοιχείων δεν αναφέρουν σταθμικά μέσα επιτόκια που συνδυάζουν (χαμηλά) επιτόκια καταθέσεων μίας ημέρας και (υψηλά) επιτόκια τραπεζικών υπεραναλήψεων.

IX.    Χρονικό σημείο αναφοράς για νέες εργασίες (εκτός των καταθέσεων μίας ημέρας, των καταθέσεων υπό προειδοποίηση, του παρατεινόμενου χρέους μέσω πιστωτικών καρτών, των ανακυκλούμενων δανείων και των τραπεζικών υπεραναλήψεων)

32. Τα επιτόκια που εφαρμόζουν τα ΝΧΙ σε νέες εργασίες, εκτός των καταθέσεων μίας ημέρας, των καταθέσεων υπό προειδοποίηση, του παρατεινόμενου χρέους μέσω πιστωτικών καρτών, των ανακυκλούμενων δανείων και των τραπεζικών υπεραναλήψεων (σύνολο των δεικτών του προσαρτήματος 2, εκτός από τους δείκτες 1, 5, 6, 7, 12, 23, 32 και 36), υπολογίζονται ως μέσα επίπεδα περιόδου. Η περίοδος κάλυψης είναι ένας (ολόκληρος) μήνας.

33. Για κάθε κατηγορία μέσων οι μονάδες παροχής στοιχείων υπολογίζουν το επιτόκιο νέων εργασιών ως σταθμικό μέσο όλων των επιτοκίων που αφορούν τη σχετική με νέες εργασίες δραστηριότητα στο πλαίσιο της οικείας κατηγορίας μέσων, στη διάρκεια του μήνα αναφοράς. Τα εν λόγω επιτόκια που αφορούν το μέσο επίπεδο του μήνα διαβιβάζονται στην ΕθνΚΤ του συμμετέχοντος κράτους μέλους, του οποίου η μονάδα παροχής στοιχείων είναι κάτοικος, συνοδευόμενα από πληροφοριακά στοιχεία για τους συντελεστές στάθμισης που αφορούν τον όγκο νέων εργασιών που έλαβαν χώρα στο πλαίσιο κάθε κατηγορίας μέσων στη διάρκεια του μήνα αναφοράς. Οι μονάδες παροχής στοιχείων λαμβάνουν υπόψη τη σχετική με νέες εργασίες δραστηριότητα η οποία σημειώθηκε στη διάρκεια ολόκληρου του μήνα.

ΜΕΡΟΣ 4

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΜΕΣΩΝ

X.    Γενικές διατάξεις

34. Οι μονάδες παροχής στοιχείων υποβάλλουν στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ για ανεξόφλητα υπόλοιπα που αφορούν τις κατηγορίες μέσων που εξειδικεύονται στο προσάρτημα 1, καθώς και για νέες εργασίες που αφορούν τις κατηγορίες μέσων που εξειδικεύονται στο προσάρτημα 2. Σύμφωνα με τα οριζόμενα στο σημείο 17, τα επιτόκια των καταθέσεων μίας ημέρας, των καταθέσεων υπό προειδοποίηση, των ανακυκλούμενων δανείων, των τραπεζικών υπεραναλήψεων και του παρατεινόμενου χρέους μέσω πιστωτικών καρτών είναι επιτόκια νέων εργασιών και, ως εκ τούτου, περιλαμβάνονται στο προσάρτημα 2. Πάντως, εφόσον η μέθοδος κατάρτισης και το χρονικό σημείο αναφοράς για τα επιτόκια των καταθέσεων μίας ημέρας, των καταθέσεων υπό προειδοποίηση, του παρατεινόμενου χρέους μέσω πιστωτικών καρτών, των ανακυκλούμενων δανείων και των τραπεζικών υπεραναλήψεων ταυτίζονται με εκείνα των άλλων δεικτών οι οποίοι αφορούν ανεξόφλητα υπόλοιπα, οι δείκτες 1, 5, 6, 7, 12, 23, 32 και 36 του προσαρτήματος 2 επαναλαμβάνονται στο προσάρτημα 1.

35. Μία κατηγορία μέσων που αναφέρεται στα προσαρτήματα 1 και 2 δεν είναι εφαρμόσιμη σε εθνικό επίπεδο σε ορισμένα συμμετέχοντα κράτη μέλη και, συνεπώς, δεν λαμβάνεται υπόψη στην περίπτωση που τα πιστωτικά και άλλα ιδρύματα κάτοικοι δεν προσφέρουν καθόλου προϊόντα της εν λόγω κατηγορίας σε νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες. Στοιχεία παρέχονται εφόσον υπάρχουν εργασίες, όσο περιορισμένες και αν είναι αυτές.

36. Για κάθε κατηγορία μέσων που ορίζεται στα προσαρτήματα 1 και 2 και εφαρμόζεται στις τραπεζικές εργασίες ανάμεσα σε πιστωτικά και άλλα ιδρύματα κατοίκους, αφενός, και σε νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες κατοίκους των συμμετεχόντων κρατών μελών, αφετέρου, τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ καταρτίζονται με βάση όλα τα επιτόκια που εφαρμόζονται σε όλα τα προϊόντα που εμπίπτουν στη συγκεκριμένη κατηγορία μέσων. Αυτό σημαίνει ότι οι ΕθνΚΤ δεν προσδιορίζουν συγκεκριμένη δέσμη εθνικών προϊόντων στο πλαίσιο κάθε κατηγορίας μέσων, για τα οποία συλλέγονται στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ. Αντιθέτως, περιλαμβάνονται τα επιτόκια όλων των προϊόντων που προσφέρει καθεμία από τις μονάδες παροχής στοιχείων. Σύμφωνα με τα οριζόμενα στο σημείο 28 του παραρτήματος I, οι ΕθνΚΤ δεν απαιτείται να περιλαμβάνουν στο δείγμα κάθε προϊόν που υπάρχει σε εθνικό επίπεδο. Ωστόσο, δεν πρέπει να αποκλείουν μια ολόκληρη κατηγορία μέσων λόγω του ότι τα σχετικά ποσά είναι πολύ μικρά. Επομένως, εάν μια κατηγορία μέσων προσφέρεται από ένα μόνο ίδρυμα, το εν λόγω ίδρυμα αντιπροσωπεύεται στο δείγμα. Εάν κατά την αρχική λήψη του δείγματος συγκεκριμένη κατηγορία μέσων δεν υπάρχει σε ορισμένο συμμετέχον κράτος μέλος, στη συνέχεια όμως κάποιο ίδρυμα εισάγει ένα νέο προϊόν της ίδιας κατηγορίας, το εν λόγω ίδρυμα περιλαμβάνεται στο δείγμα κατά τον επόμενο έλεγχο αντιπροσωπευτικότητας. Όταν δημιουργείται ένα νέο προϊόν εντός μιας υφιστάμενης κατηγορίας σε εθνικό επίπεδο, τα ιδρύματα του δείγματος περιλαμβάνουν το εν λόγω προϊόν στην επόμενη υποβολή στοιχείων, καθώς όλες οι μονάδες παροχής στοιχείων υποχρεούνται σε υποβολή στοιχείων για το σύνολο των προϊόντων τους.

37. Εξαίρεση από την αρχή της κάλυψης όλων των επιτοκίων που εφαρμόζονται σε όλα τα προϊόντα αποτελούν τα επιτόκια των επισφαλών δανείων και των δανείων οικονομικής εξυγίανσης. Σύμφωνα με τα οριζόμενα στο σημείο 16, τα επισφαλή δάνεια και τα δάνεια οικονομικής εξυγίανσης στο σύνολό τους, επί των οποίων εφαρμόζονται επιτόκια χαμηλότερα εκείνων της αγοράς (δηλαδή επιτόκια που ισχύουν για οφειλέτες που βρίσκονται σε οικονομική δυσπραγία), δεν καλύπτονται από τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ.

XI.    Ανάλυση κατά νόμισμα

38. Τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ καλύπτουν τα επιτόκια που εφαρμόζει ο πληθυσμός παροχής στοιχείων. Δεν απαιτούνται στοιχεία για καταθέσεις και δάνεια σε νομίσματα εκτός του ευρώ στο επίπεδο του συνόλου των συμμετεχόντων κρατών μελών. Αυτό αντανακλάται στα προσαρτήματα 1 και 2, όπου όλοι οι δείκτες αναφέρονται σε δάνεια και καταθέσεις σε ευρώ.

XII.    Ανάλυση κατά τομέα

39. Με την εξαίρεση των συμφωνιών επαναγοράς, ανάλυση κατά τομέα πραγματοποιείται για όλες τις καταθέσεις και τα δάνεια που απαιτούνται για την κατάρτιση στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ. Τα προσαρτήματα 1 και 2 διακρίνουν συνεπώς ανάμεσα σε δείκτες που αφορούν νοικοκυριά (περιλαμβανομένων των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά) ( 11 ) και σε δείκτες που αφορούν μη χρηματοδοτικές εταιρείες ( 12 ). Επιπλέον, χωριστά στοιχεία υποβάλλονται για ατομικές επιχειρήσεις/μονάδες μη εταιρικής μορφής που υπάγονται στα νοικοκυριά, αλλά μόνο σε σχέση με νέες εργασίες για «άλλους σκοπούς». Οι ΕθνΚΤ δύνανται να αίρουν την υποχρέωση χωριστής ταυτοποίησης των δανείων προς ατομικές επιχειρήσεις, όταν τα εν λόγω δάνεια αντιστοιχούν σε ποσοστό μικρότερο του 5 % του συνόλου των δανείων προς νοικοκυριά του συμμετέχοντος κράτους μέλους, σε όρους ανεξόφλητων υπολοίπων, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 25/2009 (ΕΚΤ/2008/32).

40. Ο δείκτης 5 στο προσάρτημα 1 και ο δείκτης 11 στο προσάρτημα 2 αφορούν τις συμφωνίες επαναγοράς. Παρόλο που η απόδοση των συμφωνιών επαναγοράς δεν είναι σε όλα τα συμμετέχοντα κράτη μέλη ανεξάρτητη του τομέα, δεν απαιτείται κατά τομέα ανάλυση των εν λόγω συμφωνιών στο επίπεδο του συνόλου των συμμετεχόντων κρατών μελών, δηλαδή ανάλυση κατά νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες. Επιπλέον, δεν απαιτείται ανάλυση κατά διάρκεια στο επίπεδο του συνόλου των συμμετεχόντων κρατών μελών, διότι οι συμφωνίες επαναγοράς θεωρούνται κατά κύριο λόγο πολύ βραχυπρόθεσμα μέσα. Το επιτόκιο που εφαρμόζουν τα ΝΧΙ στις συμφωνίες επαναγοράς αναφέρεται σε αμφότερους τους τομείς αδιακρίτως.

41. Οι δείκτες 5 και 6 στο προσάρτημα 2 αφορούν καταθέσεις υπό προειδοποίηση, τις οποίες τηρούν νοικοκυριά. Ωστόσο, στο επίπεδο του συνόλου των συμμετεχόντων κρατών μελών το επιτόκιο και ο συντελεστής στάθμισης των καταθέσεων υπό προειδοποίηση αφορούν καταθέσεις υπό προειδοποίηση, τόσο των νοικοκυριών όσο και των μη χρηματοδοτικών εταιρειών — δηλαδή οι δύο τομείς συγχωνεύονται αλλά κατανέμονται στα νοικοκυριά. Δεν απαιτείται ανάλυση κατά τομέα στο επίπεδο του συνόλου των συμμετεχόντων κρατών μελών.

XIII.    Ανάλυση κατά είδος μέσου

42. Η ανάλυση κατά μέσο για τα επιτόκια των ΝΧΙ και οι ορισμοί των ειδών μέσων συνάδουν προς τις κατηγορίες στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού του δεύτερου μέρους, παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 25/2009 (ΕΚΤ/2008/32), εκτός αν άλλως ορίζεται στα ακόλουθα σημεία 43 έως 52.

43. Τα επιτόκια που εφαρμόζουν τα ΝΧΙ στις καταθέσεις μίας ημέρας (δείκτες 1 και 7 στο προσάρτημα 2) καλύπτουν όλες τις καταθέσεις μίας ημέρας, είτε είναι έντοκες είτε άτοκες. Επομένως, οι καταθέσεις μίας ημέρας με μηδενικό επιτόκιο περιλαμβάνονται στα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ.

44. Για τους σκοπούς της κατάρτισης στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, τα ανακυκλούμενα δάνεια και οι τραπεζικές υπεραναλήψεις (δείκτες 12 και 23 στο προσάρτημα 2) έχουν την ίδια έννοια με την προβλεπόμενη στο δεύτερο μέρος, παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 25/2009 (ΕΚΤ/2008/32), ανεξαρτήτως της αρχικής περιόδου προσδιορισμού του επιτοκίου τους. Καθώς αποτελούν μέρος των λοιπών επιβαρύνσεων (π.χ. με τη μορφή ειδικών εξόδων), οι ποινές που επιβάλλονται επί των υπεραναλήψεων δεν περιλαμβάνονται στο ΕΣΕ, όπως ορίζεται στο σημείο 1, διότι το εν λόγω είδος επιτοκίου καλύπτει μόνο το επιτόκιο των δανείων. Η παροχή στοιχείων για δάνεια υπό την εν λόγω κατηγορία αποκλείει την παροχή στοιχείων για τα ίδια δάνεια υπό οποιαδήποτε άλλη κατηγορία νέων εργασιών.

45. Για τους σκοπούς της κατάρτισης στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, το χρέος μέσω πιστωτικών καρτών έχει την ίδια έννοια με την προβλεπόμενη στο δεύτερο μέρος, παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 25/2009 (ΕΚΤ/2008/32). Στοιχεία για το επιτόκιο παρέχονται μόνο σε σχέση με το παρατεινόμενο χρέος μέσω πιστωτικών καρτών των δεικτών 32 και 36. Σε σχέση με την πίστωση διευκόλυνσης δεν παρέχονται χωριστά στοιχεία για το επιτόκιο, καθώς αυτό ανέρχεται εξ ορισμού σε 0 %. Ωστόσο, το ανεξόφλητο χρέος διευκόλυνσης μέσω πιστωτικών καρτών αποτελεί μέρος των στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ σε σχέση με τα ανεξόφλητα υπόλοιπα, όπως και το ανεξόφλητο παρατεινόμενο χρέος μέσω πιστωτικών καρτών. Στοιχεία για το παρατεινόμενο χρέος και το χρέος διευκόλυνσης μέσω πιστωτικών καρτών δεν παρέχονται υπό καμία άλλη κατηγορία νέων εργασιών.

46. Για τους σκοπούς της κατάρτισης στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, τα νέα δάνεια προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες (εκτός των ανακυκλούμενων δανείων, των τραπεζικών υπεραναλήψεων και του χρέους μέσω πιστωτικών καρτών), δηλαδή οι δείκτες 37 έως 54 στο προσάρτημα 2, περιλαμβάνουν όλα –ανεξαρτήτως ύψους– τα χορηγούμενα σε επιχειρήσεις δάνεια, εκτός του χρέους (παρατεινόμενου και διευκόλυνσης) μέσω πιστωτικών καρτών, των ανακυκλούμενων δανείων και των τραπεζικών υπεραναλήψεων, οι δε δείκτες 62 έως 85 αναφέρονται σε ασφαλιζόμενα δάνεια κατά τους ορισμούς της παραγράφου 60. Τα δάνεια προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες, στο προσάρτημα 1 για τα ανεξόφλητα υπόλοιπα, έχουν την ίδια έννοια με την προβλεπόμενη στο δεύτερο μέρος, παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 25/2009 (ΕΚΤ/2008/32) και καλύπτουν τα ανακυκλούμενα δάνεια, τις τραπεζικές υπεραναλήψεις και το χρέος μέσω πιστωτικών καρτών.

47. Για τους σκοπούς της κατάρτισης στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, τα νέα καταναλωτικά δάνεια προς νοικοκυριά, δηλαδή οι δείκτες 13 έως 15, 30 και 55 έως 57 στο προσάρτημα 2, ορίζονται ως δάνεια, εκτός του χρέους (παρατεινόμενου ή διευκόλυνσης) μέσω πιστωτικών καρτών, των ανακυκλούμενων δανείων και των τραπεζικών υπεραναλήψεων, που χορηγούνται για την προσωπική κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών, οι δε δείκτες 55 έως 57 αναφέρονται σε ασφαλιζόμενα δάνεια κατά τους ορισμούς της παραγράφου 60. Τα καταναλωτικά δάνεια, στο προσάρτημα 1 για τα ανεξόφλητα υπόλοιπα, έχουν την ίδια έννοια με την προβλεπόμενη στο δεύτερο μέρος, παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 25/2009 (ΕΚΤ/2008/32) και καλύπτουν τα ανακυκλούμενα δάνεια, τις τραπεζικές υπεραναλήψεις και το χρέος μέσω πιστωτικών καρτών.

48. Τα δάνεια προς νοικοκυριά για αγορά κατοικίας, δηλαδή οι δείκτες 6 έως 8 στο προσάρτημα 1 και οι δείκτες 16 έως 19 και 31 στο προσάρτημα 2, μπορεί να είναι ασφαλιζόμενα ή μη, οι δε δείκτες 58 έως 61 αναφέρονται σε ασφαλιζόμενα δάνεια κατά τους ορισμούς της παραγράφου 60. Στα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ περιλαμβάνονται αδιακρίτως τα δάνεια προς νοικοκυριά για αγορά κατοικίας, είτε είναι ασφαλιζόμενα είτε όχι, στους δείκτες 16 έως 19 και 31. Για τους σκοπούς της κατάρτισης στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, τα νέα δάνεια προς νοικοκυριά για αγορά κατοικίας, δηλαδή οι δείκτες 16 έως 19, 31 και 58 έως 61 στο προσάρτημα 2, ορίζονται ως πιστώσεις, εκτός των ανακυκλούμενων δανείων, των τραπεζικών υπεραναλήψεων ή του χρέους μέσω πιστωτικών καρτών, οι οποίες χορηγούνται για επενδύσεις στο στεγαστικό τομέα, συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής κατοικιών, θέσεων στάθμευσης και της διενέργειας βελτιωτικών εργασιών (ανακαίνιση). Τα δάνεια προς νοικοκυριά για αγορά κατοικίας, στο προσάρτημα 1 για τα ανεξόφλητα υπόλοιπα, έχουν την ίδια έννοια με την προβλεπόμενη στο δεύτερο μέρος, παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 25/2009 (ΕΚΤ/2008/32) και καλύπτουν τα ανακυκλούμενα δάνεια, τις τραπεζικές υπεραναλήψεις και το χρέος μέσω πιστωτικών καρτών.

49. Για τους σκοπούς της κατάρτισης στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, τα νέα δάνεια προς νοικοκυριά για άλλους σκοπούς, δηλαδή οι δείκτες 20 έως 22 και 33 έως 35 στο προσάρτημα 2, ορίζονται ως δάνεια, εκτός των ανακυκλούμενων δανείων, των τραπεζικών υπεραναλήψεων ή του χρέους μέσω πιστωτικών καρτών, που χορηγούνται για επαγγελματικούς σκοπούς, ενοποίηση χρέους, εκπαίδευση κ.λπ. Τα λοιπά δάνεια προς νοικοκυριά, στο προσάρτημα 1 για τα ανεξόφλητα υπόλοιπα, έχουν την ίδια έννοια με την προβλεπόμενη στο δεύτερο μέρος, παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 25/2009 (ΕΚΤ/2008/32) και καλύπτουν τα ανακυκλούμενα δάνεια, τις τραπεζικές υπεραναλήψεις και το χρέος μέσω πιστωτικών καρτών.

50. Όσον αφορά τα επιτόκια που εφαρμόζουν τα ΝΧΙ στα ανεξόφλητα υπόλοιπα, τα καταναλωτικά δάνεια, σε συνδυασμό με τα δάνεια προς νοικοκυριά για αγορά κατοικίας και τα λοιπά δάνεια προς νοικοκυριά για άλλους σκοπούς, καλύπτουν όλα τα δάνεια που τα πιστωτικά και άλλα ιδρύματα κάτοικοι χορηγούν σε νοικοκυριά, συμπεριλαμβανομένων των ανακυκλούμενων δανείων, των τραπεζικών υπεραναλήψεων και του χρέους (παρατεινόμενου και διευκόλυνσης) μέσω πιστωτικών καρτών.

51. Όσον αφορά τα επιτόκια που εφαρμόζουν τα ΝΧΙ στις νέες εργασίες, το παρατεινόμενο χρέος μέσω πιστωτικών καρτών, τα ανακυκλούμενα δάνεια, οι τραπεζικές υπεραναλήψεις, τα καταναλωτικά δάνεια προς νοικοκυριά, τα δάνεια προς νοικοκυριά για αγορά κατοικίας και για άλλους σκοπούς καλύπτουν όλα τα δάνεια που τα πιστωτικά και άλλα ιδρύματα κάτοικοι χορηγούν σε νοικοκυριά. Το χρέος διευκόλυνσης μέσω πιστωτικών καρτών δεν αναγγέλλεται χωριστά υπό τις νέες εργασίες στα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ, αλλά ως μέρος των αντίστοιχων στοιχείων για τα ανεξόφλητα υπόλοιπα.

XIV.    Ανάλυση κατά κατηγορία ύψους υπολοίπων

52. Όσον αφορά τα λοιπά δάνεια προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες, δηλαδή τους δείκτες 37 έως 54 και 62 έως 85 στο προσάρτημα 2, γίνεται διάκριση σε τρεις κατηγορίες βάσει του ύψους των υπολοίπων: α) «έως και 0,25 εκατ. ευρώ», β) «άνω του 0,25 εκατ. ευρώ έως και 1 εκατ. ευρώ» και γ) «άνω του 1 εκατ. ευρώ». Το ύψος του υπολοίπου (ποσό) αναφέρεται σε μεμονωμένη δανειακή συναλλαγή που λογίζεται ως νέα εργασία, και όχι στο σύνολο των εργασιών που διεξάγονται ανάμεσα στη μη χρηματοδοτική εταιρεία και τη μονάδα παροχής στοιχείων.

XV.    Ανάλυση κατά αρχική διάρκεια, περίοδο προειδοποίησης ή αρχικό προσδιορισμό επιτοκίου

53. Ανάλογα με το είδος του μέσου και με το εάν τα επιτόκια των ΝΧΙ αφορούν ανεξόφλητα υπόλοιπα ή νέες εργασίες, παρέχεται ανάλυση των στατιστικών στοιχείων κατά αρχική διάρκεια, περίοδο προειδοποίησης ή/και αρχική περίοδο προσδιορισμού του επιτοκίου. Οι εν λόγω αναλύσεις αναφέρονται σε χρονικές ζώνες ή φάσματα. Για παράδειγμα, το επιτόκιο μιας κατάθεσης προθεσμίας έως δύο ετών αναφέρεται σε ένα μέσο επιτόκιο που εφαρμόζεται στο σύνολο των καταθέσεων αρχικής διάρκειας που κυμαίνεται από δύο ημέρες έως δύο έτη κατ’ ανώτατο όριο, σταθμιζόμενο με βάση το ύψος της κατάθεσης.

54. Η ανάλυση κατά αρχική διάρκεια και περίοδο προειδοποίησης συνάδει με τους ορισμούς που προβλέπονται στο δεύτερο μέρος, παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 25/2009 (ΕΚΤ/2008/32). Ανάλυση κατά αρχική διάρκεια πραγματοποιείται για όλες τις κατηγορίες καταθέσεων που αφορούν ανεξόφλητα υπόλοιπα, εκτός των συμφωνιών επαναγοράς, και για όλες τις κατηγορίες δανείων που αφορούν ανεξόφλητα υπόλοιπα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο προσάρτημα 1. Ανάλυση κατά αρχική διάρκεια πραγματοποιείται επίσης για τις νέες εργασίες καταθέσεων προθεσμίας, ενώ ανάλυση κατά περίοδο προειδοποίησης πραγματοποιείται για τις νέες εργασίες καταθέσεων υπό προειδοποίηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο προσάρτημα 2. Τα δάνεια προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες με αρχική περίοδο προσδιορισμού επιτοκίου έως ενός έτους και αρχική διάρκεια άνω του ενός έτους αναγγέλλονται χωριστά για κάθε κατηγορία δανείου συγκεκριμένου ύψους που αναφέρεται στο σημείο 52, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο προσάρτημα 2.

55. Τα επιτόκια δανεισμού που αφορούν νέες εργασίες, στο προσάρτημα 2, αναλύονται με βάση την αρχική περίοδο προσδιορισμού του επιτοκίου που προβλέπεται στη σύμβαση. Για τους σκοπούς της κατάρτισης στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, ως αρχική περίοδος προσδιορισμού του επιτοκίου ορίζεται η προκαθοριζόμενη, κατά τη σύναψη της σύμβασης, χρονική περίοδος, στη διάρκεια της οποίας το ύψος του επιτοκίου πρόκειται να παραμείνει αμετάβλητο. Η αρχική περίοδος προσδιορισμού του επιτοκίου μπορεί να είναι μικρότερη από την αρχική διάρκεια του δανείου ή ίση με αυτή. Το ύψος του επιτοκίου θεωρείται αμετάβλητο, μόνον όταν το επίπεδο ορισμού του είναι ακριβές, π.χ. 10 %, ή όταν ορίζεται ως διαφορά σε σχέση με ένα επιτόκιο αναφοράς σε καθορισμένη χρονική στιγμή, π.χ. ως επιτόκιο Euribor έξι μηνών πλέον δύο εκατοστιαίων μονάδων, σε συγκεκριμένη προκαθορισμένη ημερομηνία και χρονική στιγμή. Όταν κατά τη σύναψη της σύμβασης ανάμεσα στο νοικοκυριό ή τη μη χρηματοδοτική εταιρεία και στη μονάδα παροχής στοιχείων συμφωνείται ορισμένη διαδικασία υπολογισμού του επιτοκίου δανεισμού για συγκεκριμένη χρονική περίοδο, όταν π.χ. συμφωνείται επιτόκιο Εuribor έξι μηνών, πλέον δύο εκατοστιαίων μονάδων, για τριετή περίοδο, δεν πρόκειται για αρχικό προσδιορισμό επιτοκίου, διότι το ύψος του επιτοκίου είναι δυνατό να μεταβάλλεται στη διάρκεια της τριετίας. Στα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ για νέες δανειακές εργασίες αντανακλάται μόνο το επιτόκιο που συμφωνείται για την αρχική περίοδο προσδιορισμού του επιτοκίου κατά τη σύναψη της σύμβασης ή κατόπιν επαναδιαπραγμάτευσης των όρων του δανείου. Εάν, μετά από την παρέλευση της εν λόγω αρχικής περιόδου προσδιορισμού, το επιτόκιο μετατραπεί αυτομάτως σε μεταβαλλόμενο επιτόκιο, αυτό δεν αντανακλάται στα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ για νέες εργασίες αλλά μόνο στα σχετικά στατιστικά στοιχεία επιτοκίων για ανεξόφλητα υπόλοιπα.

56. Όσον αφορά τα δάνεια προς νοικοκυριά διακρίνονται οι ακόλουθες περίοδοι αρχικού προσδιορισμού του επιτοκίου:

Όσον αφορά τα καταναλωτικά δάνεια και τα δάνεια για άλλους σκοπούς προς νοικοκυριά:

 μεταβαλλόμενο επιτόκιο και αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου έως (και) ενός έτους,

 αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου άνω του ενός έτους έως (και) πέντε ετών, και

 αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου άνω των πέντε ετών.

Όσον αφορά τα δάνεια προς νοικοκυριά για αγορά κατοικίας:

 μεταβαλλόμενο επιτόκιο και αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου έως (και) ενός έτους,

 αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου άνω του ενός έτους έως (και) πέντε ετών,

 αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου άνω των πέντε ετών έως (και) δέκα ετών, και

 αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου άνω των δέκα ετών.

57. Όσον αφορά δάνεια προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες έως 0,25 εκατ. ευρώ, άνω του 0,25 εκατ. ευρώ έως 1 εκατ. ευρώ και άνω του 1 εκατ. ευρώ διακρίνονται οι ακόλουθες περίοδοι αρχικού προσδιορισμού του επιτοκίου:

 μεταβαλλόμενο επιτόκιο και αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου έως (και) τριών μηνών,

 αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου άνω των τριών μηνών έως (και) ενός έτους,

 αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου άνω του ενός έτους έως (και) τριών ετών,

 αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου άνω των τριών ετών έως (και) πέντε ετών,

 αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου άνω των πέντε ετών έως (και) δέκα ετών και

 αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου άνω των δέκα ετών.

58. Για τους σκοπούς της κατάρτισης των στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, ως «μεταβαλλόμενο επιτόκιο» ορίζεται το επιτόκιο που υπόκειται σε αναθεώρηση σε συνεχή βάση (π.χ. καθημερινά) ή κατά τη διακριτική ευχέρεια του ΝΧΙ.

XVI.    Ανάλυση κατά δάνεια που καλύπτονται με ασφάλειες ή/και εγγυήσεις

59. Τα δάνεια προς νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες που καλύπτονται με ασφάλειες ή/και εγγυήσεις αναγγέλλονται επιπλέον χωριστά για όλες τις κατηγορίες των στατιστικών στοιχείων επιτοκίων των ΝΧΙ για νέες εργασίες, εκτός του χρέους μέσω πιστωτικών καρτών, των ανακυκλούμενων δανείων, των τραπεζικών υπεραναλήψεων και της χορήγησης δανείων για άλλους σκοπούς.

60. Για τους σκοπούς της κατάρτισης των στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, η ανάλυση των δανείων βάσει των ασφαλειών/εγγυήσεων περιλαμβάνει το συνολικό ύψος των δανείων νέων εργασιών, τα οποία ασφαλίζονται με τη μέθοδο της «χρηματοδοτούμενης πιστωτικής προστασίας», όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 31 και στις ενότητες 6-25, πρώτο μέρος, παράρτημα VIII της οδηγίας 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση) ( 13 ), ή/και για τα οποία παρέχεται εγγύηση με τη μέθοδο της «μη χρηματοδοτούμενης πιστωτικής προστασίας», όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 32 και στις ενότητες 26-29, πρώτο μέρος, παράρτημα VIII της οδηγίας 2006/48/ΕΚ, με τέτοιο τρόπο ώστε η αξία της ασφάλειας ή/και της εγγύησης να είναι μεγαλύτερη από το συνολικό ύψος του δανείου ή ίση με αυτό. Σε περίπτωση που ορισμένο ΝΧΙ εφαρμόζει για σκοπούς εποπτείας σύστημα διαφορετικό της «τυποποιημένης προσέγγισης», όπως ορίζεται στην οδηγία 2006/48/ΕΚ, μπορεί να ακολουθεί την ίδια μέθοδο για την παροχή των στοιχείων για δάνεια που περιλαμβάνονται στην εν λόγω ανάλυση.

61. Οι ΕθνΚΤ δύνανται να χορηγούν παρεκκλίσεις σε ό,τι αφορά την παροχή στοιχείων τόσο για τα επιτόκια που ισχύουν για τα δάνεια προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες που καλύπτονται με ασφάλεια/εγγύηση όσο και για τον όγκο εργασιών σε σχέση με τα δάνεια αυτά (δείκτες 62 έως 85), όταν ο εθνικός συγκεντρωτικός όγκος εργασιών του οικείου στοιχείου (δείκτες 37 έως 54) που καλύπτει όλα τα δάνεια (ασφαλιζόμενα και μη ασφαλιζόμενα), για το οικείο ύψος του δανείου και την οικεία κατηγορία αρχικής περιόδου προσδιορισμού επιτοκίου αντιπροσωπεύει ποσοστό μικρότερο του 10 % του εθνικού συγκεντρωτικού όγκου εργασιών όλης της συγκεκριμένης κατηγορίας ύψους και μικρότερο του 2 % του όγκου εργασιών της ίδιας κατηγορίας ύψους και αρχικής περιόδου προσδιορισμού, σε επίπεδο ζώνης του ευρώ. Όταν χορηγούνται παρεκκλίσεις, τα κατώτατα αυτά ποσά ελέγχονται σε ετήσια βάση.

ΜΕΡΟΣ 5

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

62. Προς εξαγωγή συγκεντρωτικών μεγεθών που αφορούν όλα τα συμμετέχοντα κράτη μέλη, για καθεμία από τις κατηγορίες μέσων που αναφέρονται στα προσαρτήματα 1 και 2 εφαρμόζονται τρία επίπεδα συγκέντρωσης.

XVII.    Στατιστικές πληροφορίες σε επίπεδο μονάδων παροχής στοιχείων

63. Η συγκέντρωση σε πρώτο επίπεδο διενεργείται από τις μονάδες παροχής στοιχείων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα σημεία 64 έως 69. Πάντως, οι ΕθνΚΤ μπορούν ακόμη να απαιτούν από τις μονάδες παροχής στοιχείων να παρέχουν στοιχεία σε επίπεδο επιμέρους καταθέσεων και δανείων. Τα στοιχεία υποβάλλονται στην ΕθνΚΤ του συμμετέχοντος κράτους μέλους όπου η μονάδα παροχής στοιχείων είναι κάτοικος.

64. Όταν τα επιτόκια ανεξόφλητων υπολοίπων (δείκτες 1 έως 14 στο προσάρτημα 1) καταρτίζονται ως στιγμιαία απεικόνιση παρατηρήσεων στο τέλος του μήνα, οι μονάδες παροχής στοιχείων αναφέρουν, για καθεμία από τις κατηγορίες μέσων, ένα σταθμικό μέσο επιτόκιο που αναφέρεται στην τελευταία ημέρα του μήνα.

65. Όταν τα επιτόκια ανεξόφλητων υπολοίπων (δείκτες 1 έως 14 στο προσάρτημα 1) καταρτίζονται ως τεκμαρτά επιτόκια που αναφέρονται σε μέσα επίπεδα του μήνα, οι μονάδες παροχής στοιχείων αναφέρουν, για καθεμία από τις κατηγορίες μέσων, τους δεδουλευμένους πληρωτέους ή εισπρακτέους τόκους στη διάρκεια του μήνα και το μέσο υπόλοιπο των καταθέσεων και δανείων στη διάρκεια του ίδιου μήνα.

66. Όταν τα επιτόκια των καταθέσεων μίας ημέρας, των καταθέσεων υπό προειδοποίηση, του παρατεινόμενου χρέους μέσω πιστωτικών καρτών, των ανακυκλούμενων δανείων και των τραπεζικών υπεραναλήψεων (δείκτες 1, 5, 6, 7, 12, 23, 32 και 36 στο προσάρτημα 2) καταρτίζονται ως στιγμιαία απεικόνιση παρατηρήσεων στο τέλος του μήνα, οι μονάδες παροχής στοιχείων αναφέρουν, για καθεμία από τις κατηγορίες μέσων, ένα σταθμικό μέσο επιτόκιο που αναφέρεται στην τελευταία ημέρα του μήνα.

67. Όταν τα επιτόκια των καταθέσεων μίας ημέρας, των καταθέσεων υπό προειδοποίηση, του παρατεινόμενου χρέους μέσω πιστωτικών καρτών, των ανακυκλούμενων δανείων και των τραπεζικών υπεραναλήψεων (δείκτες 1, 5, 6, 7, 12, 23, 32 και 36 στο προσάρτημα 2) καταρτίζονται ως τεκμαρτά επιτόκια που αναφέρονται σε μέσα επίπεδα του μήνα, οι μονάδες παροχής στοιχείων αναφέρουν, για καθεμία από τις κατηγορίες μέσων, τους δεδουλευμένους πληρωτέους ή εισπρακτέους τόκους στη διάρκεια του μήνα και το μέσο υπόλοιπο των καταθέσεων και δανείων στη διάρκεια του ίδιου μήνα.

68. Για καθεμία από τις κατηγορίες μέσων που αφορούν νέες εργασίες (δείκτες 2 έως 4, 8 έως 11, 13 έως 22, 30 έως 31, 33 έως 35 και 37 έως 85, στο προσάρτημα 2), οι μονάδες παροχής στοιχείων αναφέρουν ένα σταθμικό μέσο επιτόκιο. Επιπλέον, για καθέναν από τους δείκτες 2 έως 4, 8 έως 11, 13 έως 22, 33 έως 35 και 37 έως 85, στο προσάρτημα 2, οι μονάδες παροχής στοιχείων αναφέρουν τον όγκο νέων εργασιών που διεξάγονται στο πλαίσιο κάθε κατηγορίας μέσων στη διάρκεια του μήνα.

69. Τα πιστωτικά και άλλα ιδρύματα, στα οποία ορισμένη ΕθνΚΤ επιτρέπει να υποβάλλουν στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ από κοινού, ως ομάδα, λογίζονται ως μία μονάδα παροχής στοιχείων και υποβάλλουν τα οριζόμενα στα σημεία 64 έως 66 στοιχεία για την ομάδα ως σύνολο. Επιπλέον, οι εν λόγω μονάδες παροχής στοιχείων αναφέρουν, με ετήσια συχνότητα, τον αριθμό των ιδρυμάτων παροχής στοιχείων της ομάδας και τη διακύμανση των επιτοκίων κάθε κατηγορίας μέσων για τα παραπάνω ιδρύματα. Ο αριθμός των μονάδων παροχής στοιχείων της ομάδας και η παραπάνω διακύμανση αφορούν το μήνα του Οκτωβρίου και διαβιβάζονται με τα στοιχεία του Οκτωβρίου.

XVIII.    Εθνικά σταθμικά μέσα επιτόκια

70. Η συγκέντρωση σε δεύτερο επίπεδο διενεργείται από τις ΕθνΚΤ. Αυτές συγκεντρώνουν για κάθε κατηγορία μέσων, με τη μορφή ενός εθνικού σταθμικού μέσου επιτοκίου, τα επιτόκια και τον σχετικό όγκο των εργασιών για το σύνολο των οικείων εθνικών μονάδων παροχής στοιχείων. Τα στοιχεία υποβάλλονται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).

71. Για καθεμία από τις κατηγορίες μέσων που αφορούν ανεξόφλητα υπόλοιπα (δείκτες 1 έως 14 στο προσάρτημα 1) οι ΕθνΚΤ αναφέρουν ένα εθνικό σταθμικό μέσο επιτόκιο.

72. Για καθεμία από τις κατηγορίες μέσων που αφορούν νέες εργασίες (δείκτες 1 έως 23 και 30 έως 85, στο προσάρτημα 2), οι ΕθνΚΤ αναφέρουν ένα εθνικό σταθμικό μέσο επιτόκιο. Επιπλέον, για καθέναν από τους δείκτες 2 έως 4, 8 έως 23, 33 έως 35 και 37 έως 85, στο προσάρτημα 2, οι ΕθνΚΤ αναφέρουν τον όγκο των νέων εργασιών που διεξάγονται στη διάρκεια του μήνα αναφοράς σε εθνικό επίπεδο στο πλαίσιο κάθε κατηγορίας μέσων. Ο εν λόγω όγκος των νέων εργασιών αφορά το πληθυσμιακό σύνολο, δηλαδή το σύνολο του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων. Επομένως, όταν για την επιλογή των μονάδων παροχής στοιχείων ακολουθείται η δειγματοληπτική προσέγγιση, για τον υπολογισμό του πληθυσμιακού συνόλου χρησιμοποιούνται συντελεστές αναγωγής σε εθνικό επίπεδο ( 14 ). Οι συντελεστές αναγωγής είναι το αντίστροφο των πιθανοτήτων συμμετοχής πi, είναι δηλαδή ο λόγος 1/πi. Εν προκειμένω, ο εκτιμώμενος όγκος νέων εργασιών για το πληθυσμιακό σύνολο Ŷ υπολογίζεται με βάση τον ακόλουθο γενικό τύπο:

όπου:

yi

είναι ο όγκος νέων εργασιών του ιδρύματος i και

πi

είναι η πιθανότητα συμμετοχής του ιδρύματος i.

73. Οι ΕθνΚΤ παρέχουν στην ΕΚΤ τα στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ για ανεξόφλητα υπόλοιπα και νέες εργασίες με ακρίβεια τεσσάρων δεκαδικών ψηφίων, με την επιφύλαξη διαφορετικής απόφασης των ΕθνΚΤ σε ό,τι αφορά τα βαθμό ακρίβειας που επιθυμούν να εφαρμόζεται στη συλλογή των στοιχείων. Τα δημοσιευόμενα αποτελέσματα δεν περιλαμβάνουν περισσότερα από δύο δεκαδικά ψηφία.

74. Στις μεθοδολογικές σημειώσεις που συνάπτουν στα υποβαλλόμενα εθνικά στοιχεία, οι ΕθνΚΤ τεκμηριώνουν οποιαδήποτε κανονιστική ρύθμιση ή αλλαγή σε κανονιστική ρύθμιση που επηρεάζει τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ.

75. Όσες ΕθνΚΤ ακολουθούν τη δειγματοληπτική προσέγγιση κατά την επιλογή των μονάδων παροχής στοιχείων, παρέχουν μία εκτίμηση για το δειγματοληπτικό σφάλμα σε σχέση με το αρχικό δείγμα. Μετά από κάθε εφαρμογή διαδικασιών διατήρησης του δείγματος παρέχεται νέα εκτίμηση.

XIX.    Συγκεντρωτικά αποτελέσματα για τα συμμετέχοντα κράτη μέλη

76. Η σε τελικό επίπεδο συγκέντρωση των κατηγοριών μέσων ανά συμμετέχον κράτος μέλος αφορά το σύνολο των συμμετεχόντων κρατών μελών και διενεργείται από την ΕΚΤ.

ΜΕΡΟΣ 6

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

77. Η αντιμετώπιση των προϊόντων που καθορίζονται στις ακόλουθες παραγράφους 78 έως 86 χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς για την αντιμετώπιση προϊόντων με παρόμοια χαρακτηριστικά.

78. Μια ανοδικά κλιμακούμενη (καθοδικά κλιμακούμενη) κατάθεση ή δάνειο είναι μια κατάθεση ή ένα δάνειο καθορισμένης διάρκειας, επί των οποίων εφαρμόζεται επιτόκιο αυξανόμενο (μειούμενο) ετησίως κατά έναν προκαθορισμένο αριθμό εκατοστιαίων μονάδων. Οι ανοδικά κλιμακούμενες (καθοδικά κλιμακούμενες) καταθέσεις και δάνεια αποτελούν μέσα, καθ’ όλη τη διάρκεια των οποίων εφαρμόζεται σταθερό επιτόκιο. Το επιτόκιο που εφαρμόζεται καθ’ όλη τη διάρκεια της κατάθεσης ή του δανείου, καθώς επίσης και οι άλλοι όροι, συμφωνούνται εκ των προτέρων, κατά την υπογραφή της σύμβασης, δηλαδή τη χρονική στιγμή t0. Παράδειγμα ανοδικά κλιμακούμενης κατάθεσης αποτελεί μια κατάθεση προθεσμίας τεσσάρων ετών, στο πλαίσιο της οποίας ισχύει επιτόκιο 5 % το πρώτο έτος, 7 % το δεύτερο, 9 % το τρίτο και 13 % το τέταρτο έτος. Το ΕΣΕ νέων εργασιών που αντανακλάται στα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ τη χρονική στιγμή t0 συνιστά το γεωμετρικό μέσο των συντελεστών «1 + επιτόκιο». Σύμφωνα με το σημείο 3, οι ΕθνΚΤ είναι δυνατό να απαιτούν από τις μονάδες παροχής στοιχείων να εφαρμόζουν την ΠΕΣ για το προϊόν αυτού του είδους. Το ΕΣΕ ανεξόφλητων υπολοίπων, το οποίο αναφέρεται στην περίοδο ανάμεσα στις χρονικές στιγμές t0 και t3, είναι το επιτόκιο το οποίο εφαρμόζει η μονάδα παροχής στοιχείων κατά το χρόνο υπολογισμού των επιτοκίων των ΝΧΙ, δηλαδή στο παράδειγμα της κατάθεσης προθεσμίας τεσσάρων ετών, πρόκειται για επιτόκιο 5 % τη χρονική στιγμή t0, 7 % τη χρονική στιγμή t1, 9 % τη χρονική στιγμή t2 και 13 % τη χρονική στιγμή t3.

79. Για τους σκοπούς της κατάρτισης των στατιστικών στοιχείων για τα επιτόκια των ΝΧΙ, τα δάνεια που λαμβάνονται με βάση «πιστωτικό όριο» έχουν την ίδια έννοια με την προβλεπόμενη στον κανονισμό ΕΚΤ/2008/32 και ταξινομούνται σύμφωνα με τον τελευταίο. Μόνο τα ανεξόφλητα υπόλοιπα, δηλαδή τα ποσά που έχουν εκταμιευθεί με βάση ορισμένο πιστωτικό όριο και δεν έχουν ακόμη αποπληρωθεί, αναφέρονται ως νέες εργασίες και αποτυπώνονται στα στατιστικά στοιχεία για τα επιτόκια των ΝΧΙ σύμφωνα με το σημείο 17. Ποσά που με βάση ορισμένο πιστωτικό όριο είτε είναι διαθέσιμα και δεν έχουν αναληφθεί είτε έχουν ήδη αποπληρωθεί, δεν λαμβάνονται υπόψη ούτε ως νέες εργασίες ούτε ως ανεξόφλητα υπόλοιπα.

80. Βάσει της σύμβασης-πλαισίου («umbrella contract») επιτρέπεται στον πελάτη η εκταμίευση δανείων από διάφορους τύπους λογαριασμών δανείων, μέχρι ορισμένο ανώτατο ποσό που αφορά το σύνολο των εν λόγω λογαριασμών από κοινού. Η μορφή την οποία θα λάβει το δάνειο ή/και ο χρόνος εκταμίευσης ή/και το επιτόκιο αυτού δεν είναι καθορισμένες κατά το χρόνο συνομολόγησης της εν λόγω σύμβασης-πλαισίου, μπορούν ωστόσο να συμφωνηθούν πλείονες δυνατότητες. μια τέτοια σύμβαση-πλαίσιο δεν περιλαμβάνεται στα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ. Από τη στιγμή πάντως που θα εκταμιευθεί δάνειο βάσει σύμβασης-πλαισίου, περιλαμβάνεται στο αντίστοιχο στοιχείο των στατιστικών για τα επιτόκια των ΝΧΙ, τόσο στις νέες εργασίες όσο και στα ανεξόφλητα υπόλοιπα.

81. Ενδέχεται να υπάρχουν καταθέσεις ταμιευτηρίου, επί των οποίων εφαρμόζεται ένα βασικό επιτόκιο, πλέον μιας αμοιβής εμπιστοσύνης ή/και αυξήσεως. Τη στιγμή που γίνεται η κατάθεση είναι αβέβαιο εάν θα καταβληθεί η αμοιβή. Η καταβολή της αμοιβής εξαρτάται από τη μελλοντική, αβέβαιη αποταμιευτική συμπεριφορά του νοικοκυριού ή της μη χρηματοδοτικής εταιρείας. Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, τέτοιου είδους πρόσθετες αμοιβές εμπιστοσύνης ή αυξήσεως δεν περιλαμβάνονται στο ΕΣΕ νέων εργασιών. Το ΕΣΕ ανεξόφλητων υπολοίπων περιλαμβάνει πάντοτε τα επιτόκια που εφαρμόζει η μονάδα παροχής στοιχείων κατά το χρόνο υπολογισμού των επιτοκίων των ΝΧΙ. Επομένως, στην περίπτωση που η μονάδα παροχής στοιχείων χορηγήσει αμοιβή εμπιστοσύνης ή αυξήσεως, η εν λόγω αμοιβή αντανακλάται στα στατιστικά στοιχεία για τα ανεξόφλητα υπόλοιπα.

82. Είναι δυνατό να προσφέρονται σε νοικοκυριά ή μη χρηματοδοτικές εταιρείες δάνεια που περιλαμβάνουν συνδεδεμένες συμβάσεις παράγωγων μέσων, δηλαδή συμφωνίες ανταλλαγής επιτοκίων, ανώτατου επιτρεπόμενου επιτοκίου, κατώτατου επιτρεπόμενου επιτοκίου κ.λπ. Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, οι εν λόγω συνδεδεμένες συμβάσεις παράγωγων μέσων δεν περιλαμβάνονται στο ΕΣΕ νέων εργασιών. Το ΕΣΕ ανεξόφλητων υπολοίπων περιλαμβάνει πάντοτε τα επιτόκια που εφαρμόζει η μονάδα παροχής στοιχείων κατά το χρόνο υπολογισμού των επιτοκίων των ΝΧΙ. Έτσι, στην περίπτωση που εξασκείται το δικαίωμα που παρέχει μία τέτοια σύμβαση παράγωγων μέσων και η μονάδα παροχής στοιχείων προσαρμόζει το επιτόκιο που ισχύει για το νοικοκυριό ή τη μη χρηματοδοτική εταιρεία, αυτό αντανακλάται στα στατιστικά στοιχεία για τα ανεξόφλητα υπόλοιπα.

83. Είναι δυνατή η προσφορά καταθέσεων αποτελούμενων από δύο σκέλη: από μια κατάθεση προθεσμίας, επί της οποίας εφαρμόζεται ορισμένο σταθερό επιτόκιο, και από ένα ενσωματωμένο παράγωγο, η απόδοση του οποίου συνδέεται με την απόδοση ορισμένου χρηματιστηριακού δείκτη ή διμερούς συναλλαγματικής ισοτιμίας, με ελάχιστη εγγυημένη απόδοση 0 %. Η προθεσμία μπορεί να είναι η ίδια για αμφότερα τα σκέλη ή να διαφέρει. Το επιτόκιο της κατάθεσης προθεσμίας αποτυπώνεται στο ΕΣΕ νέων εργασιών, καθώς αντανακλά τη σύμβαση μεταξύ του καταθέτη και της μονάδας παροχής στοιχείων και είναι γνωστό κατά την κατάθεση των χρημάτων. Δεδομένου ότι η απόδοση του άλλου σκέλους της κατάθεσης, το οποίο συνδέεται με την απόδοση ορισμένου χρηματιστηριακού δείκτη ή διμερούς συναλλαγματικής ισοτιμίας, γίνεται γνωστή μόνο εκ των υστέρων, με τη λήξη της προθεσμίας του προϊόντος, δεν είναι δυνατό να καλύπτεται από το επιτόκιο νέων εργασιών. Επομένως, μόνο η ελάχιστη εγγυημένη απόδοση (συνήθως της τάξεως του 0 %) αποτυπώνεται. Το ΕΣΕ ανεξόφλητων υπολοίπων περιλαμβάνει πάντοτε τα επιτόκια που εφαρμόζει η μονάδα παροχής στοιχείων κατά το χρόνο υπολογισμού των επιτοκίων των ΝΧΙ. Έως την ημέρα λήξης της προθεσμίας, αποτυπώνεται το επιτόκιο της κατάθεσης προθεσμίας, καθώς επίσης και η ελάχιστη εγγυημένη απόδοση της κατάθεσης που περιέχεται στο ενσωματωμένο παράγωγο. Τα επιτόκια που εφαρμόζουν τα ΝΧΙ στα ανεξόφλητα υπόλοιπα αντανακλούν το ΕΣΕ που καταβάλλει η μονάδα παροχής στοιχείων μόνο με τη λήξη της προθεσμίας.

84. Οι καταθέσεις προθεσμίας άνω των δύο ετών, όπως ορίζονται στο δεύτερο μέρος, παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 25/2009 (ΕΚΤ/2008/32), είναι δυνατό να περιλαμβάνουν λογαριασμούς συνταξιοδοτικών προγραμμάτων. Το κύριο μέρος των εν λόγω λογαριασμών μπορεί να τοποθετείται σε τίτλους και, επομένως, το επιτόκιο των λογαριασμών αυτών εξαρτάται από την απόδοση των τίτλων. Το υπολειπόμενο μέρος των λογαριασμών συνταξιοδοτικών προγραμμάτων μπορεί να τηρείται σε μετρητά, το δε επιτόκιο καθορίζεται από το πιστωτικό ή άλλο ίδρυμα όπως ακριβώς και στην περίπτωση των άλλων καταθέσεων. Κατά το χρόνο που γίνεται η κατάθεση δεν είναι γνωστή η συνολική απόδοση του λογαριασμού συνταξιοδοτικών προγραμμάτων για το νοικοκυριό, ενδέχεται μάλιστα να είναι αρνητική. Επιπλέον, κατά το χρόνο πραγματοποίησης της κατάθεσης υπάρχει συμφωνηθέν επιτόκιο ανάμεσα στο νοικοκυριό και στο πιστωτικό ή άλλο ίδρυμα, το οποίο ισχύει μόνο για το μέρος του λογαριασμού που αντιπροσωπεύει κατάθεση και όχι για το υπολειπόμενο μέρος του λογαριασμού που επενδύεται σε τίτλους. Επομένως, στα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ αντανακλάται μόνο το μέρος του λογαριασμού που δεν επενδύεται σε τίτλους. Το αναφερόμενο ΕΣΕ νέων εργασιών είναι το επιτόκιο που συμφωνείται ανάμεσα στο νοικοκυριό και τη μονάδα παροχής στοιχείων κατά το χρόνο πραγματοποίησης της κατάθεσης, για το μέρος του λογαριασμού που αντιπροσωπεύει κατάθεση. Το ΕΣΕ ανεξόφλητων υπολοίπων είναι το επιτόκιο που εφαρμόζει η μονάδα παροχής στοιχείων κατά το χρόνο υπολογισμού των επιτοκίων των ΝΧΙ στο μέρος του λογαριασμού συνταξιοδοτικών προγραμμάτων που αντιπροσωπεύει κατάθεση.

85. Τα αποταμιευτικά προγράμματα για στεγαστικά δάνεια είναι μακροπρόθεσμα αποταμιευτικά προγράμματα χαμηλής απόδοσης τα οποία, με την παρέλευση ορισμένης περιόδου αποταμίευσης, παρέχουν στο νοικοκυριό ή τη μη χρηματοδοτική εταιρεία το δικαίωμα λήψης στεγαστικού δανείου με μειωμένο επιτόκιο. Σύμφωνα με το δεύτερο μέρος, παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 25/2009 (ΕΚΤ/2008/32), τα εν λόγω αποταμιευτικά προγράμματα ταξινομούνται στις καταθέσεις προθεσμίας άνω των δύο ετών, για το διάστημα που χρησιμοποιούνται ως κατάθεση. Μόλις μετατραπούν σε δάνειο, ταξινομούνται ως δάνεια προς νοικοκυριά για αγορά κατοικίας. Οι μονάδες παροχής στοιχείων αναφέρουν ως νέες καταθετικές εργασίες τα επιτόκια που συμφωνούνται κατά το χρόνο πραγματοποίησης της αρχικής κατάθεσης. Ο αντίστοιχος όγκος νέων εργασιών είναι το ποσό των χρημάτων που έχουν κατατεθεί. Η αύξηση του εν λόγω ποσού της κατάθεσης με την πάροδο του χρόνου αντανακλάται μόνο στα ανεξόφλητα υπόλοιπα. Τη στιγμή που η κατάθεση μετατρέπεται σε δάνειο, το εν λόγω νέο δάνειο καταγράφεται ως νέα δανειοληπτική εργασία. Το επιτόκιο συνίσταται στο μειωμένο επιτόκιο που προσφέρει η μονάδα παροχής στοιχείων. Ο συντελεστής στάθμισης είναι το συνολικό ποσό του δανείου που χορηγείται στο νοικοκυριό ή τη μη χρηματοδοτική εταιρεία.

86. Ακολούθως προς το δεύτερο μέρος, παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 25/2009 (ΕΚΤ/2008/32), καταθέσεις βάσει του γαλλικής προελεύσεως στεγαστικού προγράμματος με την ονομασία «plan d’ épargne-logement» (PEL) ταξινομούνται στις καταθέσεις προθεσμίας άνω των δύο ετών. Η κυβέρνηση ρυθμίζει τους όρους που διέπουν τα εν λόγω PEL και καθορίζει το επιτόκιο, το οποίο παραμένει αμετάβλητο καθ’ όλη τη διάρκεια της κατάθεσης (δηλαδή σε κάθε «γενιά» PEL εφαρμόζεται το ίδιο επιτόκιο). Τα PEL έχουν τουλάχιστον τετραετή διάρκεια, ο δε πελάτης καταθέτει ετησίως ένα προκαθορισμένο ελάχιστο ποσό, έχοντας πάντως τη δυνατότητα να αυξήσει το καταβαλλόμενο ποσό οποτεδήποτε στη διάρκεια του προγράμματος. Με την έναρξη ενός νέου PEL, οι μονάδες παροχής στοιχείων αναφέρουν την αρχική κατάθεση ως νέα εργασία. Το χρηματικό ποσό που τοποθετείται αρχικά στο PEL μπορεί να είναι πολύ χαμηλό, οπότε και ο συντελεστής στάθμισης που αποδίδεται στο επιτόκιο νέων εργασιών θα είναι, επίσης, σχετικά χαμηλός. Η προσέγγιση αυτή διασφαλίζει ότι το επιτόκιο νέων εργασιών αντανακλά πάντοτε τους όρους που διέπουν την εκάστοτε γενιά των PEL. Οι μεταβολές στο επιτόκιο που εφαρμόζεται επί των νέων PEL αντανακλώνται στο επιτόκιο νέων εργασιών. Η αντίδραση των καταναλωτών όσον αφορά τη μετατόπιση του χαρτοφυλακίου από άλλες μακροπρόθεσμες καταθέσεις σε προϋπάρχοντα PEL αντανακλάται μόνο στα επιτόκια ανεξόφλητων υπολοίπων και όχι στα επιτόκια νέων εργασιών. Στο τέλος της τετραετούς περιόδου, ο πελάτης μπορεί είτε να ζητήσει δάνειο με μειωμένο επιτόκιο είτε να ανανεώσει τη σύμβαση. Εφόσον η εν λόγω ανανέωση του PEL πραγματοποιείται αυτομάτως, χωρίς την ενεργό συμμετοχή του πελάτη, και εφόσον οι όροι της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένου του επιτοκίου, δεν καθίστανται αντικείμενο επαναδιαπραγμάτευσης, κατά τα οριζόμενα στο σημείο 21, η εν λόγω ανανέωση δεν λογίζεται ως νέα εργασία. Κατά την ανανέωση της σύμβασης, ο πελάτης έχει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει πρόσθετες καταθέσεις, υπό την προϋπόθεση ότι το ανεξόφλητο υπόλοιπο δεν υπερβαίνει ένα καθορισμένο ανώτατο όριο και ότι η διάρκεια της σύμβασης δεν υπερβαίνει ένα μέγιστο αριθμό ετών. Εάν το ανεξόφλητο υπόλοιπο ή η διάρκεια εγγίξουν το ανώτατο όριο, η σύμβαση «παγώνει». Το νοικοκυριό ή η μη χρηματοδοτική εταιρεία διατηρεί τα δικαιώματα λήψης δανείου και εξακολουθεί να λαμβάνει τόκο για το διάστημα κατά το οποίο τα χρήματα παραμένουν στην τράπεζα, σύμφωνα με τους όρους που ισχύουν κατά το χρόνο έναρξης του PEL. Η κυβέρνηση χορηγεί επιδότηση με τη μορφή καταβαλλόμενου τόκου, πλέον του επιτοκίου που προσφέρει το πιστωτικό ή άλλο ίδρυμα. Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο σημείο 5, στα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων των ΝΧΙ αποτυπώνεται μόνο το τμήμα των καταβαλλόμενων τόκων που προσφέρει το πιστωτικό ή άλλο ίδρυμα. Δεν λαμβάνεται υπόψη η κρατική επιδότηση, η οποία καταβάλλεται όχι από το πιστωτικό ή άλλο ίδρυμα αλλά απλώς μέσω αυτών.




Προσάρτημα 1

Κατηγορίες μέσων για τα επιτόκια ανεξόφλητων υπολοίπων

Για καθεμία από τις κατηγορίες που περιλαμβάνονται στον πίνακα 1 καταρτίζεται σε μηνιαία βάση ΕΣΕ ή ΠΕΣ.



Πίνακας 1

 

Τομέας

Είδος μέσου

Αρχική διάρκεια, περίοδος προειδοποίησης, αρχική περίοδος προσδιορισμού επιτοκίου

Δείκτης ανεξόφλητου υπολοίπου

Υποχρέωση παροχής στοιχείων

Καταθέ-σεις σε ευρώ

Από νοικοκυριά

Προθεσμίας

Έως 2 ετών

1

ΕΣΕ

Άνω των 2 ετών

2

ΕΣΕ

Από μη χρηματοδοτικές εταιρείες

Προθεσμίας

Έως 2 ετών

3

ΕΣΕ

Άνω των 2 ετών

4

ΕΣΕ

Συμφωνίες επαναγοράς

5

ΕΣΕ

Δάνεια σε ευρώ

Προς νοικοκυριά

Για αγορά κατοικίας

Έως 1 έτους

6

ΕΣΕ

Άνω του 1 έτους και έως 5 ετών

7

ΕΣΕ

Άνω των 5 ετών

8

ΕΣΕ

Καταναλωτικά και για άλλους σκοπούς

Έως 1 έτους

9

ΕΣΕ

Άνω του 1 έτους και έως 5 ετών

10

ΕΣΕ

Άνω των 5 ετών

11

ΕΣΕ

Προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες

Έως 1 έτους

12

ΕΣΕ

Άνω του 1 έτους και έως 5 ετών

13

ΕΣΕ

Άνω των 5 ετών

14

ΕΣΕ




Προσάρτημα 2

Κατηγορίες μέσων για τα επιτόκια νέων εργασιών

▼C2

Ένα ΕΣΕ ή μια ΠΕΣ αναγγέλλεται σε μηνιαία βάση για τις κατηγορίες που περιλαμβάνονται στους πίνακες 2, 3, 4 και 5. Όπου οι πίνακες περιέχουν την ένδειξη «ποσό», η αναγγελία του ΕΣΕ συνοδεύεται από το σχετικό ύψος των εργασιών.

▼M2

Η αναγγελία στοιχείων για οποιαδήποτε από τις κατηγορίες που περιλαμβάνονται στους πίνακες 2 (εκτός από τους δείκτες 33 έως 35), 3 ή 5 αποκλείει την αναγγελία τους υπό τις υπόλοιπες κατηγορίες του ίδιου πίνακα. Έτσι, ένα δάνειο που αναγγέλλεται υπό οποιονδήποτε δείκτη του πίνακα 2 (εκτός από τους δείκτες 33 έως 35) ή/και του πίνακα 3 ή/και του πίνακα 5 δεν αναγγέλλεται εκ νέου υπό άλλο δείκτη του ίδιου πίνακα, εκτός από τα δάνεια που αναγγέλλονται υπό τους δείκτες 33 έως 35, τα οποία αναγγέλλονται και υπό τους δείκτες 20 έως 22. Όλα τα δάνεια που αναγγέλλονται υπό οποιαδήποτε κατηγορία του πίνακα 3 πρέπει να εμφανίζονται και στην αντίστοιχη κατηγορία του πίνακα 2. Οι δείκτες του πίνακα 4 αποτελούν επιμέρους δείκτες του πίνακα 2 και, εάν είναι ασφαλιζόμενα, του πίνακα 3. Συνεπώς, κάθε δάνειο που αναγγέλλεται υπό τον πίνακα 4 πρέπει να εμφανίζεται και στον πίνακα 2 ή 3, ανάλογα με την περίπτωση.

Ο πίνακας 5 αφορά μόνο το ΣΕΠΕ. Τα δάνεια που καταγράφονται στον πίνακα 5 πρέπει να καταγράφονται επίσης στους πίνακες 2, 3 και 4, ανάλογα με την περίπτωση, λαμβανομένης υπόψη της διαφορετικής μεθοδολογίας που ισχύει για το ΣΕΠΕ, κατά τα αναφερόμενα στο σημείο 9.

Για τις καταθέσεις μίας ημέρας, της καταθέσεις υπό προειδοποίηση, τα ανακυκλούμενα δάνεια, τις τραπεζικές υπεραναλήψεις και το παρατεινόμενο χρέος μέσω πιστωτικών καρτών (δείκτες 1, 5, 6, 7, 12, 23, 32, 36) η έννοια των νέων εργασιών επεκτείνεται στο συνολικό ποσό, δηλαδή στα ανεξόφλητα υπόλοιπα.



Πίνακας 2

 

Τομέας

Είδος μέσου

Αρχική διάρκεια, περίοδος προειδοποίησης, αρχική περίοδος προσδιορισμού επιτοκίου

Δείκτης νέων εργασιών

Υποχρέωση παροχής στοιχείων

Καταθέσεις σε ευρώ

Από νοικοκυριά

Μίας ημέρας

1

ΕΣΕ

Προθεσμίας

Προθεσμία έως 1 έτους

2

ΕΣΕ, ποσό

Προθεσμία άνω του 1 έτους και έως 2 ετών

3

ΕΣΕ, ποσό

Προθεσμία άνω των 2 ετών

4

ΕΣΕ, ποσό

Υπό προειδοποίηση (1)

Προειδοποίηση διάρκειας έως 3 μηνών

5

ΕΣΕ

Προειδοποίηση διάρκειας άνω των 3 μηνών

6

ΕΣΕ

Από μη χρηματοδοτικές εταιρείες

Μίας ημέρας

7

ΕΣΕ

Προθεσμίας

Προθεσμία έως 1 έτους

8

ΕΣΕ, ποσό

Προθεσμία άνω του 1 έτους και έως 2 ετών

9

ΕΣΕ, ποσό

Προθεσμία άνω των 2 ετών

10

ΕΣΕ, ποσό

Συμφωνίες επαναγοράς

11

ΕΣΕ, ποσό

Δάνεια σε ευρώ

Προς νοικοκυριά

Ανακυκλούμενα δάνεια και τραπεζικές υπεραναλήψεις

12

ΕΣΕ

Παρατεινόμενο χρέος μέσω πιστωτικών καρτών

32

ΕΣΕ

Καταναλωτικά

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 1 έτους

13

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω του 1 έτους και έως 5 ετών

14

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 5 ετών

15

ΕΣΕ, ποσό

Για αγορά κατοικίας

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 1 έτους

16

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω του 1 έτους και έως 5 ετών

17

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 5 ετών και έως 10 ετών

18

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 10 ετών

19

ΕΣΕ, ποσό

Για άλλους σκοπούς

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 1 έτους

20

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω του 1 έτους και έως 5 ετών

21

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 5 ετών

22

ΕΣΕ, ποσό

Για άλλους σκοπούς, εκ των οποίων: Ατομικές επιχειρήσεις

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 1 έτους

33

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω του 1 έτους και έως 5 ετών

34

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 5 ετών

35

ΕΣΕ, ποσό

Προς μη χρηματο-δοτικές εταιρείες

Ανακυκλούμενα δάνεια και τραπεζικές υπεραναλήψεις

23

ΕΣΕ

Παρατεινόμενο χρέος μέσω πιστωτικών καρτών

36

ΕΣΕ

Δάνεια ύψους έως 0,25 εκατ. ευρώ

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 3 μηνών

37

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 3 μηνών και έως 1 έτους

38

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω του 1 έτους και έως 3 ετών

39

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 3 ετών και έως 5 ετών

40

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 5 ετών και έως 10 ετών

41

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 10 ετών

42

ΕΣΕ, ποσό

Δάνεια ύψους άνω του 0,25 εκατ. ευρώ έως 1 εκατ. ευρώ

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 3 μηνών

43

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 3 μηνών και έως 1 έτους

44

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω του 1 έτους και έως 3 ετών

45

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 3 ετών και έως 5 ετών

46

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 5 ετών και έως 10 ετών

47

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 10 ετών

48

ΕΣΕ, ποσό

Δάνεια ύψους άνω του 1 εκατ. ευρώ

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 3 μηνών

49

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 3 μηνών και έως 1 έτους

50

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω του 1 έτους και έως 3 ετών

51

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 3 ετών και έως 5 ετών

52

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 5 ετών και έως 10 ετών

53

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 10 ετών

54

ΕΣΕ, ποσό

(*)   Για την εν λόγω κατηγορία μέσων τα νοικοκυριά και οι μη χρηματοδοτικές εταιρείες συγχωνεύονται και ταξινομούνται στον τομέα των νοικοκυριών.



Πίνακας 3

Δάνεια νέων εργασιών που καλύπτονται με ασφάλειες ή/και εγγυήσεις

 

Τομέας

Είδος μέσου

Αρχική περίοδος προσδιορισμού επιτοκίου

Δείκτης νέων εργασιών

Υποχρέωση παροχής στοιχείων

Δάνεια σε ευρώ

Προς νοικοκυριά

Καταναλωτικά

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 1 έτους

55

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω του 1 έτους και έως 5 ετών

56

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 5 ετών

57

ΕΣΕ, ποσό

Για αγορά κατοικίας

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 1 έτους

58

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω του 1 έτους και έως 5 ετών

59

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 5 ετών και έως 10 ετών

60

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 10 ετών

61

ΕΣΕ, ποσό

Προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες

Δάνεια ύψους έως 0,25 εκατ. ευρώ

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 3 μηνών

62

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 3 μηνών και έως 1 έτους

63

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω του 1 έτους και έως 3 ετών

64

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 3 ετών και έως 5 ετών

65

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 5 ετών και έως 10 ετών

66

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 10 ετών

67

ΕΣΕ, ποσό

Δάνεια ύψους άνω του 0,25 εκατ. ευρώ έως 1 εκατ. ευρώ

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 3 μηνών

68

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 3 μηνών και έως 1 έτους

69

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω του 1 έτους και έως 3 ετών

70

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 3 ετών και έως 5 ετών

71

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 5 ετών και έως 10 ετών

72

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 10 ετών

73

ΕΣΕ, ποσό

Δάνεια ύψους άνω του 1 εκατ. ευρώ

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 3 μηνών

74

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 3 μηνών και έως 1 έτους

75

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω του 1 έτους και έως 3 ετών

76

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 3 ετών και έως 5 ετών

77

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 5 ετών και έως 10 ετών

78

ΕΣΕ, ποσό

Περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου άνω των 10 ετών

79

ΕΣΕ, ποσό



Πίνακας 4

Δάνεια νέων εργασιών προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες με περίοδο αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου μικρότερη του έτους και αρχική διάρκεια μεγαλύτερη του έτους

 

Τομέας

Είδος μέσου

Όλα τα δάνεια/δάνεια που καλύπτονται με ασφάλεια/εγγύηση κατά αρχική διάρκεια

Δείκτης νέων εργασιών

Υποχρέωση παροχής στοιχείων

Δάνεια σε ευρώ

Προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες

Δάνεια ύψους έως 0,25 εκατ. ευρώ

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 1 έτους, αρχικής διάρκειας άνω του 1 έτους

80

ΕΣΕ, ποσό

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 1 έτους, αρχικής διάρκειας άνω του 1 έτους, μόνο δάνεια που καλύπτονται με ασφάλεια/εγγύηση

81

ΕΣΕ, ποσό

Δάνεια ύψους άνω του 0,25 εκατ. ευρώ έως 1 εκατ. ευρώ

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 1 έτους, αρχικής διάρκειας άνω του 1 έτους

82

ΕΣΕ, ποσό

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 1 έτους, αρχικής διάρκειας άνω του 1 έτους, μόνο δάνεια που καλύπτονται με ασφάλεια/εγγύηση

83

ΕΣΕ, ποσό

Δάνεια ύψους άνω του 1 εκατ. ευρώ

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 1 έτους, αρχικής διάρκειας άνω του 1 έτους

84

ΕΣΕ, ποσό

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και περίοδος αρχικού προσδιορισμού επιτοκίου έως 1 έτους, αρχικής διάρκειας άνω του 1 έτους, μόνο δάνεια που καλύπτονται με ασφάλεια/εγγύηση

85

ΕΣΕ, ποσό



Πίνακας 5

Δάνεια νέων εργασιών προς νοικοκυριά

 

Τομέας

Είδος μέσου

Όλα τα δάνεια

Δείκτης νέων εργασιών

Υποχρέωση παροχής στοιχείων

Δάνεια σε ευρώ

Προς νοικοκυριά

Καταναλωτικά

ΣΕΠΕ

30

ΣΕΠΕ

Για αγορά κατοικίας

ΣΕΠΕ

31

ΣΕΠΕ

▼B




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΗΡΟΥΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΠΑΡΟΧΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Προς εκπλήρωση της υποχρέωσης παροχής στατιστικών στοιχείων που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), οι μονάδες παροχής στοιχείων τηρούν τα ακόλουθα ελάχιστα πρότυπα:

Ελάχιστα πρότυπα διαβίβασης

α) Η παροχή στοιχείων στις εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ) πρέπει να πραγματοποιείται εγκαίρως και εντός των προθεσμιών που αυτές ορίζουν,

β) οι στατιστικές εκθέσεις πρέπει να λαμβάνουν τη μορφή και το μορφότυπο που προβλέπονται βάσει των καθοριζόμενων από τις ΕθνΚΤ τεχνικών προϋποθέσεων για την παροχή στοιχείων,

γ) πρέπει να ορίζεται ο υπεύθυνος επικοινωνίας εντός της μονάδας παροχής στοιχείων (ένας ή περισσότεροι) και

δ) πρέπει να τηρούνται οι τεχνικές προδιαγραφές για τη διαβίβαση στοιχείων στις ΕθνΚΤ.

Ελάχιστα πρότυπα ακρίβειας

ε) τα στατιστικά στοιχεία πρέπει να είναι πλήρη. Τα κενά πρέπει να επισημαίνονται, να αιτιολογούνται στις ΕθνΚΤ και, εφόσον είναι δυνατόν, να καλύπτονται το συντομότερο δυνατόν,

στ) τα στατιστικά στοιχεία δεν πρέπει να περιέχουν συνεχή και διαρθρωτικά κενά,

ζ) οι μονάδες παροχής στοιχείων πρέπει να είναι σε θέση να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τις εξελίξεις που συνεπάγονται τα παρεχόμενα στοιχεία,

η) οι μονάδες παροχής στοιχείων πρέπει να ακολουθούν τις διαστάσεις και το σύστημα δεκαδικών ψηφίων που καθορίζουν οι ΕθνΚΤ για την τεχνική διαβίβαση των στοιχείων, και

θ) οι μονάδες παροχής στοιχείων πρέπει να ακολουθούν την πολιτική στρογγυλοποίησης που καθορίζουν οι ΕθνΚΤ για την τεχνική διαβίβαση των στοιχείων.

Ελάχιστα πρότυπα εννοιολογικής συμβατότητας

ι) Τα στατιστικά στοιχεία πρέπει να είναι σύμφωνα προς τους ορισμούς και τις ταξινομήσεις που περιλαμβάνονται στον παρόντα κανονισμό,

ια) σε περίπτωση τυχόν αποκλίσεων από τους εν λόγω ορισμούς και ταξινομήσεις, οι μονάδες παροχής στοιχείων πρέπει να παρακολουθούν σε τακτική βάση και να εκτιμούν ποσοτικά τη διαφορά μεταξύ του χρησιμοποιηθέντος μέτρου και του μέτρου που καθορίζεται στον παρόντα κανονισμό, και

ιβ) οι μονάδες παροχής στοιχείων πρέπει να είναι σε θέση να ερμηνεύουν αναντιστοιχίες των παρεχόμενων στοιχείων σε σύγκριση με τα αριθμητικά δεδομένα των προηγούμενων περιόδων.

Ελάχιστα πρότυπα αναθεωρήσεων

ιγ) Πρέπει να ακολουθείται η πολιτική και οι διαδικασίες αναθεωρήσεων, τις οποίες καθορίζουν η ΕΚΤ και οι ΕθνΚΤ. Οι αναθεωρήσεις που αποκλίνουν από τις συνήθεις πρέπει να συνοδεύονται από επεξηγηματικά σημειώματα.

▼M2




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

▼M3

Έως και τον μήνα αναφοράς Δεκέμβριο του έτους 2013, το κείμενο της παραγράφου 10 του παραρτήματος Ι διατυπώνεται ως εξής:

▼M2

«Το ελάχιστο μέγεθος εθνικού δείγματος διαμορφώνεται κατά τρόπο ώστε:

(α) το μέγιστο τυχαίο σφάλμα ( 15 ) για τα επιτόκια νέων εργασιών κατά μέσο όρο, λαμβανομένων υπόψη όλων των κατηγοριών μέσων, να μην υπερβαίνει τις 10 μονάδες βάσης σε επίπεδο σημαντικότητας 90 % ( 16 ) ή

(β) να καλύπτει τουλάχιστον 30 % του δυνητικού πληθυσμού παροχής στοιχείων που έχει την ιδιότητα κατοίκου· πάντως, και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το εν λόγω ποσοστό αντιστοιχεί σε περισσότερες από 100 μονάδες παροχής στοιχείων, το ελάχιστο μέγεθος εθνικού δείγματος είναι δυνατό να περιορίζεται στις 100 μονάδες παροχής στοιχείων· ή

(γ) οι μονάδες παροχής στοιχείων στο εθνικό δείγμα να καλύπτουν τουλάχιστον 75 % των υπολοίπων των καταθέσεων σε ευρώ που δέχονται από νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες κατοίκους των συμμετεχόντων κρατών μελών και τουλάχιστον 75 % των υπολοίπων των δανείων σε ευρώ που χορηγούν στους εν λόγω τομείς.»

Έως και το μήνα αναφοράς Δεκέμβριο του έτους 2010, το κείμενο της παραγράφου 61 του παραρτήματος ΙΙ διατυπώνεται ως εξής:

«Οι ΕθνΚΤ δύνανται να χορηγούν παρεκκλίσεις σε ό,τι αφορά την παροχή στοιχείων τόσο για τα επιτόκια που ισχύουν για δάνεια προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες που καλύπτονται με ασφάλεια ή εγγύηση όσο και για τον όγκο εργασιών σε σχέση με τα δάνεια αυτά (δείκτες 62 έως 85), όταν:

 ο εθνικός συγκεντρωτικός όγκος εργασιών του οικείου στοιχείου (δείκτες 37 έως 54) που καλύπτει όλα τα δάνεια αντιστοιχεί σε ποσοστό μικρότερο του 10 % του εθνικού συγκεντρωτικού όγκου εργασιών του συνόλου των δανείων της ίδιας κατηγορίας ύψους και μικρότερο του 2 % του όγκου εργασιών της ίδιας κατηγορίας ύψους και αρχικής περιόδου προσδιορισμού σε επίπεδο ζώνης του ευρώ ή

 ο εθνικός συγκεντρωτικός όγκος εργασιών του οικείου στοιχείου που καλύπτει όλα τα δάνεια (ασφαλιζόμενα και μη ασφαλιζόμενα) για το οικείο ύψος δανείου και την οικεία κατηγορία αρχικής περιόδου προσδιορισμού επιτοκίου σε σχέση με τους δείκτες του πίνακα που ακολουθεί (πρώην δείκτες νέων εργασιών (ΝΕ) 24 έως 29 στον πίνακα 2 προσάρτημα 2 παράρτημα ΙΙ) υπολείπεται των 100 εκατομμυρίων ευρώ το Δεκέμβριο του 2008.



 

Τομέας

Είδος μέσου

Αρχική διάρκεια, περίοδος προειδοποίησης, αρχική περίοδος προσδιορισμού επιτοκίου

Πρώην δείκτης νέων εργασιών

Δάνεια σε ευρώ

Προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες

Δάνεια ύψους έως (1) 1 εκατ. ευρώ

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου έως 1 έτους

24

Αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου άνω του 1 έτους και έως 5 ετών

25

Αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου άνω των 5 ετών

26

Δάνεια ύψους άνω του 1 εκατ. ευρώ

Μεταβαλλόμενο επιτόκιο και αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου έως 1 έτους

27

Αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου άνω του 1 έτους και έως 5 ετών

28

Αρχικός προσδιορισμός επιτοκίου άνω των 5 ετών

29

(*)   Στον παρόντα πίνακα “‘έως’” σημαίνει “‘έως και’”.

Όταν χορηγούνται παρεκκλίσεις, τα κατώτατα ποσά που αναφέρονται παραπάνω ελέγχονται σε ετήσια βάση.»



( 1 ) ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 8.

( 2 ) ΕΕ L 310 της 30.11.1996, σ. 1.

( 3 ) ΕΕ L 333 της 17.12.2001, σ. 1.

( 4 ) Δηλαδή, το άθροισμα των ενδοστρωματικών διακυμάνσεων που ορίζεται ως ΣhΣih1n x ixh2 είναι ουσιωδώς μικρότερο από τη συνολική διακύμανση του πληθυσμού παροχής στοιχείων που ορίζεται ως Σn i=l1n x ix–2, όπου h είναι το κάθε στρώμα, xi το επιτόκιο του ιδρύματος i, xh ο απλός μέσος όρος των στρωμάτων h, n ο συνολικός αριθμός των ιδρυμάτων του δείγματος και x– ο απλός μέσος όρος των επιτοκίων όλων των ιδρυμάτων του δείγματος.

Δηλαδή, το άθροισμα των ενδοστρωματικών διακυμάνσεων που ορίζεται ως ΣhΣih1n x ixh2 είναι ουσιωδώς μικρότερο από τη συνολική διακύμανση του πληθυσμού παροχής στοιχείων που ορίζεται ως Σn i=l1n x ix–2, όπου h είναι το κάθε στρώμα, xi το επιτόκιο του ιδρύματος i, xh ο απλός μέσος όρος των στρωμάτων h, n ο συνολικός αριθμός των ιδρυμάτων του δείγματος και x– ο απλός μέσος όρος των επιτοκίων όλων των ιδρυμάτων του δείγματος. ◄

( 5

όπου D είναι το μέγιστο τυχαίο σφάλμα, zα/2 είναι ο συντελεστής που υπολογίζεται βάσει της κανονικής κατανομής ή κάθε κατανομής κατάλληλης σύμφωνα με τη δομή των στοιχείων (π.χ. κατανομή t), σε επίπεδο σημαντικότητας 1-α, varθ^ είναι η διακύμανση της εκτιμήτριας της παραμέτρου θ, και vârθ^ είναι η εκτιμώμενη διακύμανση της εκτιμήτριας της παραμέτρου θ.

( 6 ) Οι ΕθνΚΤ μπορούν να μεταφράζουν απευθείας το απόλυτο μέτρο των 10 μονάδων βάσης σε επίπεδο σημαντικότητας 90 % σε ένα σχετικό μέτρο που αναφέρεται στο μέγιστο συντελεστή μεταβλητότητας της εκτιμήτριας μεταβλητής.

( 7 ) ΕΕ L 333 της 17.12.2001, σ. 1.

( 8 ) ΕΕ L 133 της 22.5.2008, σ. 66.

( 9 ) Προκειμένου για τα δάνεια καταναλωτικής πίστης και τα δάνεια προς νοικοκυριά για αγορά κατοικίας, οι ΕθνΚΤ μπορούν να χορηγούν παρέκκλιση στα μη κερδοσκοπικά ιδρύματα που εξυπηρετούν νοικοκυριά.

( 10 ) ΕΕ L 15 της 20.1.2009, σ. 14.

( 11 ) Συνδυασμός των S.14 και S.15, όπως ορίζονται στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών (ΕΣΛ) 1995, το οποίο περιλαμβάνεται στο παράρτημα Α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1996, περί του ευρωπαϊκού συστήματος εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Κοινότητας (ΕΕ L 310 της 30.11.1996, σ. 1).

( 12 ) S.11, όπως ορίζεται στο ΕΣΛ 1995

( 13 ) ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 1.

( 14 ) Για τα σταθμικά μέσα επιτόκια δεν απαιτούνται συντελεστές αναγωγής: εν προκειμένω θεωρείται ότι η εκτίμηση του δείγματος είναι η εκτίμηση για ολόκληρο το δυνητικό πληθυσμό παροχής στοιχείων (π.χ. επειδή όλες οι εργασίες του μέσου υπό εξέταση διενεργούνται από τα ιδρύματα του δείγματος).

( 15 ) D = zα/2 * var(θ^) ≈ zα/2 * vâr(θ^), όπου D είναι το μέγιστο τυχαίο σφάλμα, zα/2 είναι ο συντελεστής που υπολογίζεται βάσει της συνήθους κατανομής ή κάθε κατανομής κατάλληλης σύμφωνα με τη δομή των στοιχείων (π.χ. κατανομή t), σε επίπεδο σημαντικότητας 1-α, var() είναι η διακύμανση της εκτιμήτριας της παραμέτρου θ, και vâr() είναι η εκτιμώμενη διακύμανση της εκτιμήτριας της παραμέτρου θ.

D = zα/2 * var(θ^) ≈ zα/2 * vâr(θ^), όπου D είναι το μέγιστο τυχαίο σφάλμα, zα/2 είναι ο συντελεστής που υπολογίζεται βάσει της συνήθους κατανομής ή κάθε κατανομής κατάλληλης σύμφωνα με τη δομή των στοιχείων (π.χ. κατανομή t), σε επίπεδο σημαντικότητας 1-α, var() είναι η διακύμανση της εκτιμήτριας της παραμέτρου θ, και vâr() είναι η εκτιμώμενη διακύμανση της εκτιμήτριας της παραμέτρου θ. ◄

( 16 ) Οι ΕθνΚΤ μπορούν να μεταφράζουν απευθείας το απόλυτο μέτρο των 10 μονάδων βάσης σε επίπεδο σημαντικότητας 90 % σε ένα σχετικό μέτρο που αναφέρεται στο μέγιστο συντελεστή μεταβλητότητας της εκτιμήτριας μεταβλητής.

Top