EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32010D0010(01)

2010/469/ΕΕ: Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 19ης Αυγούστου 2010 , σχετικά με τη μη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις παροχής στατιστικών στοιχείων (ΕΚΤ/2010/10)

OJ L 226, 28.8.2010, p. 48–49 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
Special edition in Croatian: Chapter 01 Volume 005 P. 274 - 275

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2010/469/oj

28.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 226/48


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 19ης Αυγούστου 2010

σχετικά με τη μη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις παροχής στατιστικών στοιχείων

(ΕΚΤ/2010/10)

(2010/469/ΕΕ)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη:

το καταστατικό του ευρωπαϊκού συστήματος κεντρικών τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και ιδίως τα άρθρα 5.1 και 34.1,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2533/98 του Συμβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 1998 σχετικά με τη συλλογή στατιστικών πληροφοριών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (1), και ιδίως το άρθρο 7,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 του Συμβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 1998 σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων (2), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 2,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2157/1999 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 23ης Σεπτεμβρίου 1999, σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την επιβολή κυρώσεων (ΕΚΤ/1999/4) (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 25/2009 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 19ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τη λογιστική κατάσταση του τομέα των νομισματικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση) (ΕΚΤ/2008/32) (4) και (ΕΚ) αριθ. 63/2002 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 20ής Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων εφαρμοζόμενων από τα νομισματικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε καταθέσεις και δάνεια που αφορούν νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες (ΕΚΤ/2001/18) (5) καθορίζουν τις υποχρεώσεις παροχής στατιστικών στοιχείων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), προς τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται οι μονάδες παροχής στοιχείων.

(2)

Το άρθρο 7 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2533/98 προβλέπει ότι η ΕΚΤ έχει την εξουσία να επιβάλλει κυρώσεις στις μονάδες παροχής στοιχείων που δεν συμμορφώνονται προς τις υποχρεώσεις παροχής στατιστικών στοιχείων που καθορίζονται σε κανονισμούς και αποφάσεις της.

(3)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η ίση μεταχείριση των μονάδων παροχής στοιχείων, η ΕΚΤ θα πρέπει να υιοθετήσει μια εναρμονισμένη προσέγγιση όσον αφορά τον υπολογισμό των κυρώσεων για παραβάσεις των υποχρεώσεων παροχής στοιχείων, τη διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων, καθώς και το στάδιο που τυχόν προηγείται,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης:

1)

ο όρος «μονάδα παροχής στοιχείων» έχει την ίδια έννοια με αυτή του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2533/98·

2)

ο όρος «νομισματικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα» (ΝΧΙ) έχει την ίδια έννοια με αυτή του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 25/2009 (ΕΚΤ/2008/32)·

3)

οι όροι «παράβαση» και «κύρωση» έχουν την ίδια έννοια με αυτή του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2532/98·

4)

ο όρος «σοβαρό παράπτωμα» περιλαμβάνει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες παραβάσεις των υποχρεώσεων παροχής στοιχείων από τις μονάδες παροχής στοιχείων:

α)

τη συστηματική παροχή εσφαλμένων στοιχείων·

β)

τη συστηματική μη συμμόρφωση προς τα ελάχιστα πρότυπα αναθεωρήσεων·

γ)

την εκ προθέσεως εσφαλμένη, καθυστερημένη ή ελλιπή παροχή στοιχείων·

δ)

την ανεπαρκή επιμέλεια ή συνεργασία με την οικεία ΕθνΚΤ ή την ΕΚΤ·

5)

με τον όρο «αρμόδια εθνική κεντρική τράπεζα» (αρμόδια ΕθνΚΤ) νοείται η ΕθνΚΤ του κράτους μέλους στη δικαιοδοσία του οποίου πραγματοποιήθηκε η παράβαση·

6)

με τον όρο «προθεσμία ΕθνΚΤ» νοείται η ημερομηνία που καθορίζει η εκάστοτε ΕθνΚΤ για τη λήψη στοιχείων από τις μονάδες παροχής στοιχείων.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η ΕΚΤ και οι ΕθνΚΤ παρακολουθούν τη συμμόρφωση των μονάδων παροχής στοιχείων προς τα ελάχιστα πρότυπα που απαιτούνται για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους για παροχή στατιστικών στοιχείων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 25/2009 (ΕΚΤ/2008/32) και το παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 63/2002 (ΕΚΤ/2001/18). Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, η ΕΚΤ και η αρμόδια ΕθνΚΤ μπορούν να αποφασίσουν την εφαρμογή σταδίου αξιολόγησης ή/και την κίνηση διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2. Μετά την κίνηση διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων, η ΕΚΤ μπορεί να επιβάλει κυρώσεις σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2533/98.

2.   Επιβολή κυρώσεων μετά την κίνηση διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων είναι δυνατή όταν στοιχιοθετείται μη συμμόρφωση προς τα ελάχιστα πρότυπα διαβίβασης (σε σχέση με την τήρηση των προθεσμιών και τις τεχνικές προϋποθέσεις παροχής στοιχείων), ακρίβειας (σε σχέση με τους γραμμικούς περιορισμούς και την ακολουθία των στοιχείων ανεξαρτήτως των διαφορετικών συχνοτήτων παροχής τους) και συμβατότητας των στοιχείων από εννοιολογική άποψη (σε σχέση με τους ορισμούς και τις ταξινομήσεις). Κυρώσεις επιβάλλονται επίσης και στην περίπτωση σοβαρού παραπτώματος.

Άρθρο 3

Στάδιο αξιολόγησης και διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων

1.   Πριν από την κίνηση της διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων βάσει των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2532/98 και (ΕΚ) αριθ. 2157/1999 (ΕΚΤ/1999/4):

α)

η αρμόδια ΕθνΚΤ, εφόσον έχει καταγράψει περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις παροχής στοιχείων, μπορεί να προειδοποιήσει την οικεία μονάδα παροχής στοιχείων, ενημερώνοντάς τη για τη φύση της καταγεγραμμένης περίπτωσης μη συμμόρφωσης, και να συστήσει τη λήψη διορθωτικών μέτρων προκειμένου να μην επαναληφθεί τέτοια περίπτωση·

β)

η ΕΚΤ ή η αρμόδια ΕθνΚΤ, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2157/1999 (ΕΚΤ/1999/4), μπορεί να ζητήσει από την οικεία μονάδα παροχής στοιχείων οποιαδήποτε πληροφορία σχετικά με την περίπτωση της μη συμμόρφωσης·

γ)

δίδεται η ευκαιρία στην οικεία μονάδα παροχής στοιχείων να παράσχει εξηγήσεις εφόσον θεωρεί ότι η μη συμμόρφωση οφείλεται σε περιστάσεις που εκφεύγουν του ελέγχου της.

2.   Η ΕΚΤ ή η αρμόδια ΕθνΚΤ μπορεί να κινήσει τη διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2532/98 και το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2157/1999 (ΕΚΤ/1999/4). Εφαρμογή έχουν και οι ακόλουθοι κανόνες:

α)

στην περίπτωση σοβαρού παραπτώματος κινείται η διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων χωρίς να μεσολαβήσει στάδιο αξιολόγησης·

β)

με την επιφύλαξη του στοιχείου α), διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων κινείται μετά την επανειλημμένη καταγραφή περιπτώσεων μη συμμόρφωσης από την αρμόδια ΕθνΚΤ, εκτός εάν:

i)

η ΕΚΤ ή η αρμόδια ΕθνΚΤ εκτιμά ότι δεν θα πρέπει να κινηθεί διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων, εφόσον μία ή περισσότερες από τις καταγεγραμμένες περιπτώσεις μη συμμόρφωσης εκφεύγουν του ελέγχου της μονάδας παροχής στοιχείων, ή

ii)

το πιθανό πρόστιμο θα υπολειπόταν του ελάχιστου ορίου για την επιβολή κύρωσης.

3.   Εφόσον η ΕΚΤ ή η αρμόδια ΕθνΚΤ κινήσει διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων, η διαδικασία αυτή διεξάγεται σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2532/98, ενώ εκδίδεται και έγγραφη κοινοποίηση, καθώς και αιτιολογημένη απόφαση από την ΕΚΤ.

Άρθρο 4

Εφαρμογή των κυρώσεων

1.   Οι κυρώσεις υπολογίζονται βάσει διαδικασίας που περιλαμβάνει δύο στάδια. Αρχικά υπολογίζεται ένα ποσό βάσης που αντιπροσωπεύει ποσοτικές παραμέτρους. Κατόπιν, λαμβάνονται υπόψη οι περιστάσεις της περίπτωσης, όπως αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2532/98, οι οποίες μπορεί και να επηρεάσουν το ποσό της κύρωσης.

2.   Σε περίπτωση παραβάσεων που αφορούν την τήρηση των προθεσμιών, η σοβαρότητα της παράβασης εξαρτάται από τον αριθμό των εργάσιμων ημερών καθυστέρησης σε σχέση με την προθεσμία που ορίζει η ΕθνΚΤ.

3.   Σε περίπτωση παραβάσεων που αφορούν ανακρίβεια ή/και συμβατότητα στοιχείων από εννοιολογική άποψη, η σοβαρότητα της παράβασης εξαρτάται από το μέγεθος του σφάλματος. Η ΕΚΤ δεν λαμβάνει υπόψη της σφάλματα στρογγυλοποίησης ή αμελητέα σφάλματα. Επιπλέον, όσον αφορά τη συμβατότητα των στοιχείων από εννοιολογική άποψη, δεν θεωρούνται περιπτώσεις εννοιολογικής ασυμβατότητας τακτικές αναθεωρήσεις, ήτοι μη συστηματικές αναθεωρήσεις των σειρών που παρέχονται εντός της (μηνιαίας ή τριμηνιαίας) περιόδου που έπεται της αρχικής παροχής στοιχείων.

4.   Το άρθρο 7 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2533/98 προβλέπει τα ανώτατα όρια κυρώσεων που μπορεί να επιβάλλει η ΕΚΤ σε μονάδες παροχής στοιχείων.

5.   Σε περίπτωση που μια παράβαση υποχρέωσης παροχής στατιστικών στοιχείων συνεπάγεται και παράβαση της υποχρέωσης τήρησης ελάχιστων αποθεματικών, δεν επιβάλλεται κύρωση για την παράβαση της υποχρέωσης παροχής στατιστικών στοιχείων.

Άρθρο 5

Τελική διάταξη

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την 1η Σεπτεμβρίου 2010. Εφαρμόζεται από την περίοδο αναφοράς του Δεκεμβρίου 2010 για τις υποχρεώσεις παροχής μηνιαίων και ετήσιων στοιχείων και από το τέταρτο τρίμηνο του 2010 για τις υποχρεώσεις παροχής τριμηνιαίων στοιχείων.

Φρανκφούρτη, 19 Αυγούστου 2010.

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Jean-Claude TRICHET


(1)  ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 8.

(2)  ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 4.

(3)  ΕΕ L 264 της 12.10.1999, σ. 21.

(4)  ΕΕ L 15 της 20.1.2009, σ. 14.

(5)  ΕΕ L 10 της 12.1.2002, σ. 24.


Top