EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52014AB0058

Γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 25ης Ιουλίου 2014 , αναφορικά με πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με μέτρα για την εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση (CON/2014/58)

OJ C 352, 7.10.2014, p. 4–11 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

7.10.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 352/4


ΓΝΏΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 25ης Ιουλίου 2014

αναφορικά με πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με μέτρα για την εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση

(CON/2014/58)

2014/C 352/04

Εισαγωγή και νομική βάση

Στις 7 Φεβρουαρίου 2013 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε πρόταση οδηγίας αναφορικά με μέτρα για την εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση (1) (εφεξής «η προτεινόμενη οδηγία»).

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αποφάσισε να διατυπώσει γνώμη με δική της πρωτοβουλία, δεδομένου ότι δεν έλαβε επίσημα αίτημα διαβούλευσης από τους νομοθέτες. Η αρμοδιότητα της ΕΚΤ για τη διατύπωση γνώμης βασίζεται στα άρθρα 127 παράγραφος 4 και 282 παράγραφος 5 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου ότι η προτεινόμενη οδηγία περιέχει διατάξεις που επηρεάζουν τα καθήκοντα του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) σχετικά με την προώθηση της ομαλής λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών, όπως αναφέρονται στο άρθρο 127 παράγραφος 2 τέταρτη περίπτωση της Συνθήκης. Επιπλέον, το άρθρο 22 του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (εφεξής το «καταστατικό του ΕΣΚΤ») προβλέπει ότι η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ) μπορούν να παρέχουν διευκολύνσεις, και η ΕΚΤ μπορεί να θεσπίζει κανονισμούς με σκοπό την εξασφάλιση αποτελεσματικών και υγιών συστημάτων συμψηφισμού και πληρωμών, εντός της Ένωσης και με άλλες χώρες. Η παρούσα γνώμη εκδόθηκε από το διοικητικό συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 17.5 πρώτη πρόταση του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

1.   Σκοπός της προτεινόμενης οδηγίας

1.1

Η προτεινόμενη οδηγία έχει ως στόχο να εξασφαλίσει ένα κοινό υψηλό επίπεδο ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών (ΑΔΠ), βελτιώνοντας την ασφάλεια του διαδικτύου και των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών που υποστηρίζουν τη λειτουργία της κοινωνίας και της οικονομίας μας. Αυτή η πρόταση αποτελεί το κύριο μέτρο που λαμβάνεται στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής στρατηγικής ασφάλειας του κυβερνοχώρου (2).

1.2

Τα συστήματα δικτύων και πληροφοριών διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διευκόλυνση της διασυνοριακής κυκλοφορίας εμπορευμάτων, υπηρεσιών και προσώπων. Λόγω αυτής της εγγενούς διακρατικής διάστασης, μια διαταραχή σε ορισμένο κράτος μέλος μπορεί να επηρεάσει περισσότερα κράτη μέλη και την Ένωση στο σύνολό της. Επίσης, η πιθανότητα συχνής επέλευσης συμβάντων και η αδυναμία εξασφάλισης αποτελεσματικής προστασίας υπονομεύουν την πίστη και εμπιστοσύνη του κοινού στην ΑΔΠ. Επομένως, η ανθεκτικότητα και η σταθερότητα της ΑΔΠ είναι ζωτικής σημασίας για την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

1.3

Η προτεινόμενη οδηγία βασίζεται σε προηγούμενες πρωτοβουλίες στον υπό εξέταση τομέα (3). Στο πλαίσιο αυτό η προτεινόμενη οδηγία αναγνωρίζει την ανάγκη εναρμόνισης των κανόνων για την ΑΔΠ και δημιουργίας αποτελεσματικών μηχανισμών συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών.

1.4

Η προτεινόμενη οδηγία θεσπίζει ένα κοινό νομικό πλαίσιο της Ένωσης για την ΑΔΠ όσον αφορά τις ικανότητες των κρατών μελών και τη λειτουργία μηχανισμών συνεργασίας σε επίπεδο Ένωσης, καθώς επίσης και τις απαιτήσεις για τη δημόσια διοίκηση, αλλά και για τους φορείς του ιδιωτικού τομέα σε συγκεκριμένους ζωτικούς τομές. Η θέσπιση του ως άνω πλαισίου αναμένεται ότι θα διασφαλίσει τη δέουσα ετοιμότητα σε εθνικό επίπεδο και θα συμβάλει στην ανάπτυξη ενός κλίματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για την αποτελεσματική συνεργασία σε επίπεδο Ένωσης. Η δημιουργία μηχανισμών συνεργασίας σε επίπεδο Ένωσης μέσω του δικτύου θα προσφέρει ένα συνεκτικό και συντονισμένο πλαίσιο πρόληψης και αντιμετώπισης διασυνοριακών συμβάντων και κινδύνων ΑΔΠ.

1.5

Οι κύριες διατάξεις αφορούν τα ακόλουθα:

α)

υποχρέωση όλων των κρατών μελών να διαθέτουν ένα ελάχιστο επίπεδο εθνικών ικανοτήτων, συστήνοντας αρμόδιες αρχές για την ΑΔΠ, συγκροτώντας ομάδες αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική (CERT) και υιοθετώντας εθνικές στρατηγικές και εθνικά σχέδια συνεργασίας για την ΑΔΠ·

β)

υποχρέωση ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών στο πλαίσιο ενός δικτύου και δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού σχεδίου συνεργασίας για την ΑΔΠ και συντονισμένων έγκαιρων προειδοποιήσεων σχετικά με συμβάντα στον κυβερνοχώρο·

γ)

διασφάλιση, κατά το πρότυπο της οδηγίας 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), της διαμόρφωσης κλίματος διαχείρισης κινδύνων και της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα. Οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στους συγκεκριμένους ζωτικούς τομείς και η δημόσια διοίκηση θα υποχρεούνται να αξιολογούν τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν και να θεσπίζουν κατάλληλα και αναλογικά μέτρα προς διασφάλιση της ΑΔΠ. Επίσης θα πρέπει να αναφέρουν στις αρμόδιες αρχές οποιοδήποτε συμβάν ενδέχεται να θέσει σοβαρά σε κίνδυνο τα οικεία δίκτυα και συστήματα πληροφοριών και να επηρεάσει σημαντικά τη συνέχιση της παροχής των ζωτικής σημασίας υπηρεσιών και την παράδοση προϊόντων.

2.   Γενικές παρατηρήσεις

2.1

Η ΕΚΤ υποστηρίζει τον στόχο της προτεινόμενης οδηγίας, ήτοι την εξασφάλιση ενός κοινού υψηλού επιπέδου ΑΔΠ σε ολόκληρη την Ένωση και την επίτευξη συνεκτικής προσέγγισης μεταξύ πλειόνων επιχειρηματικών τομέων και κρατών μελών σε αυτό το πεδίο. Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι η εσωτερική αγορά αποτελεί ασφαλές πεδίο επιχειρηματικής δραστηριότητας και ότι όλα τα κράτη μέλη διαθέτουν ένα ελάχιστο επίπεδο ετοιμότητας σε περίπτωση εκδήλωσης συμβάντος ασφάλειας στον κυβερνοχώρο.

2.2

Ωστόσο, η ΕΚΤ θεωρεί ότι η προτεινόμενη οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει το υφιστάμενο καθεστώς επίβλεψης των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού του Ευρωσυστήματος (5), το οποίο, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει κατάλληλες ρυθμίσεις στον τομέα της ΑΔΠ. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ενισχυμένη ασφάλεια των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού (6) ενδιαφέρει ιδιαίτερα την ΕΚΤ ενόψει της προώθησης της ομαλής λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών και της διατήρησης της εμπιστοσύνης στο ευρώ και στη λειτουργία της οικονομίας στην Ένωση.

2.3

Ακόμη, η αξιολόγηση των ρυθμίσεων ασφαλείας και των κοινοποιήσεων συμβάντων σχετικά με τα συστήματα πληρωμών και διακανονισμού και τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών (ΠΥΠ) αποτελεί μία από τις βασικές αρμοδιότητες των εποπτικών φορέων και των κεντρικών τραπεζών. Επομένως, η αρμοδιότητα για την ανάπτυξη απαιτήσεων εποπτείας στους ως άνω τομείς θα πρέπει να παραμείνει σε αυτές τις αρχές, τα δε συστήματα πληρωμών και διακανονισμού και οι ΠΥΠ δεν θα πρέπει να υπόκεινται σε δυνάμει αντικρουόμενες απαιτήσεις επιβαλλόμενες από άλλες εθνικές αρχές. Επίσης, η διαχείριση κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων ασφάλειας σχετικά με τα συστήματα πληρωμών και διακανονισμού και άλλες υποδομές της αγοράς στο εσωτερικό της ζώνης του ευρώ, έχει καθοριστεί από το Ευρωσύστημα, το οποίο περιλαμβάνει την ΕΚΤ και τις ΕθνΚΤ των εν λόγω κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ. Μέσω αυτής της λειτουργίας επίβλεψης το Ευρωσύστημα επιδιώκει να διασφαλίσει την ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού εφαρμόζοντας, μεταξύ άλλων, κατάλληλα πρότυπα επίβλεψης και ελάχιστες απαιτήσεις. Η προτεινόμενη οδηγία θα πρέπει να λάβει υπόψη το υφιστάμενο πλαίσιο επίβλεψης και να διασφαλίσει την κανονιστική συνοχή σε ολόκληρη την Ένωση.

3.   Ειδικές παρατηρήσεις

3.1

Η αιτιολογική σκέψη 5 και το άρθρο 1 της προτεινόμενης οδηγίας προβλέπουν ότι οι σχετικές υποχρεώσεις, ο μηχανισμός συνεργασίας και οι απαιτήσεις ασφάλειας ισχύουν για το σύνολο της δημόσιας διοίκησης και τους φορείς της αγοράς. Η υφιστάμενη διατύπωση της αιτιολογικής σκέψης 5 και του άρθρου 1 δεν λαμβάνει υπόψη την κατοχυρωμένη στη Συνθήκη αποστολή του Ευρωσυστήματος να επιβλέπει τα συστήματα πληρωμών και διακανονισμού. Επομένως, η προτεινόμενη οδηγία θα πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε να αποτυπώνει δεόντως τις αρμοδιότητες του Ευρωσυστήματος στον τομέα αυτόν.

3.2

Οι ρυθμίσεις και διαδικασίες που διέπουν τις κεντρικές τράπεζες και άλλες αρμόδιες αρχές όσον αφορά την επίβλεψη των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού αξιογράφων περιέχονται σε σειρά οδηγιών και κανονισμών της Ένωσης, ιδίως:

α)

στην οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (εφεξής η «οδηγία σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού») (7), η οποία επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να επιβάλλουν εποπτικές ρυθμίσεις στα συστήματα πληρωμών και διακανονισμού που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία τους (8)·

β)

στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) [εφεξής ο «κανονισμός για τις υποδομές των ευρωπαϊκών αγορών» (EMIR)], ο οποίος αναγνωρίζει τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ), της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ) και του ΕΣΚΤ στη θέσπιση ρυθμιστικών προτύπων και την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων· και

γ)

στην πρόταση κανονισμού για τη βελτίωση του διακανονισμού αξιογράφων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κεντρικά αποθετήρια τίτλων (ΚΑΤ) και την τροποποίηση της οδηγίας 98/26/ΕΚ (10) [εφεξής ο «κανονισμός ΚΑΤ» (CSDR)], η οποία απαιτεί από τις αρμόδιες αρχές να διαθέτουν εποπτικές και εξεταστικές εξουσίες, και ιδίως το άρθρο 45 αυτής, το οποίο εισάγει απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για τα ΚΑΤ, μεταξύ των οποίων και σημαντικές διατάξεις για τον μετριασμό του λειτουργικού κινδύνου.

3.3

Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι την 3η Ιουνίου 2013 και ενόψει της άσκησης επίβλεψης του Ευρωσυστήματος ως προς όλους τους τύπους υποδομών χρηματοπιστωτικών αγορών, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ υιοθέτησε τις «Αρχές για τις υποδομές χρηματοπιστωτικών αγορών», οι οποίες είχαν θεσπιστεί τον Απρίλιο του 2012 από την Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού (Committee on Payment and Settlement Systems — CPSS) της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών και την τεχνική επιτροπή του Διεθνούς Οργανισμού Επιτροπών Κινητών Αξιών (International Organization of Securities Commissions — IOSCO) (11). Ακολούθησε δημόσια διαβούλευση επί σχεδίου κανονισμού σχετικά με τις απαιτήσεις επίβλεψης για τα συστημικώς σημαντικά συστήματα πληρωμών (εφεξής ο «κανονισμός ΣΣΣΠ») (12). Ο κανονισμός ΣΣΣΠ εφαρμόζει τις αρχές CPSS-IOSCO κατά τρόπο νομικά δεσμευτικό και καλύπτει τόσο τα συστήματα πληρωμών μεγάλης αξίας όσο και τα συστήματα πληρωμών μικρής αξίας, που είναι συστημικώς σημαντικά, ανεξαρτήτως της διαχείρισής τους από ΕθνΚΤ του Ευρωσυστήματος ή από ιδιωτικούς φορείς.

3.4

Οι υφιστάμενες ρυθμίσεις επίβλεψης (13) όσον αφορά τα συστήματα πληρωμών και τους ΠΥΠ περιέχουν ήδη διαδικασίες έγκαιρης προειδοποίησης (14) και συντονισμένων αντιδράσεων (15) εντός και εκτός του Ευρωσυστήματος, για την αντιμετώπιση πιθανών απειλών για την ασφάλεια του κυβερνοχώρου, ανάλογες προς εκείνες των άρθρων 10 και 11 της προτεινόμενης οδηγίας.

3.5

Το ΕΣΚΤ έχει θεσπίσει πρότυπα σχετικά με τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων και διαχείρισης κινδύνων για τα συστήματα πληρωμών. Εξάλλου, η ΕΚΤ αξιολογεί τακτικά τα συστήματα διακανονισμού τίτλων, προκειμένου να καθορίσει την καταλληλότητά τους για χρήση στις πιστοδοτικές πράξεις του Ευρωσυστήματος. Ως εκ τούτου, η ΕΚΤ θεωρεί ότι είναι απαραίτητο οι απαιτήσεις της προτεινόμενης οδηγίας που αφορούν ζωτικής σημασίας υποδομές της αγοράς και τους φορείς τους (16) να μη θίγουν τα πρότυπα του κανονισμού ΣΣΣΠ, το πλαίσιο της πολιτικής του Ευρωσυστήματος όσον αφορά την επίβλεψη ή άλλους κανονισμούς της Ένωσης, και ιδίως τον κανονισμό για τις υποδομές των ευρωπαϊκών αγορών (EMIR) και τον μελλοντικό κανονισμό ΚΑΤ (CSDR). Ακόμη, οι ως άνω απαιτήσεις δεν θα πρέπει να παρακωλύουν τα καθήκοντα της ΕΑΤ ή της ΕΑΚΑΑ και άλλων εποπτικών φορέων (17).

3.6

Λαμβάνοντας πάντως υπόψη τα ανωτέρω, η ΕΚΤ θεωρεί ως πλέον ενδεδειγμένο το Ευρωσύστημα να ανταλλάσσει σχετικές πληροφορίες με την επιτροπή ΑΔΠ που θα συσταθεί δυνάμει του άρθρου 19 της προτεινόμενης οδηγίας. Για τους σκοπούς της αποτελεσματικής ανταλλαγής πληροφοριών που ίσως καταστεί αναγκαία, η ΕΚΤ, η ΕΑΤ και η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να καλούνται να αποστέλλουν αντιπροσώπους στις συνεδριάσεις της επιτροπής ΑΔΠ προκειμένου για θέματα ημερήσιας διάταξης που θα μπορούσαν να παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την επιτέλεση των οικείων λειτουργιών της καθεμίας.

Φρανκφούρτη, 25 Ιουλίου 2014.

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Mario DRAGHI


(1)  COM(2013) 48 final.

(2)  Βλ. κοινή ανακοίνωση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με θέμα «Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο: Για έναν ανοικτό, ασφαλή και προστατευμένο κυβερνοχώρο», JOIN(2013) 1 final.

(3)  Αυτές περιλαμβάνουν τις ακόλουθες ανακοινώσεις: Ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών: Πρόταση Ευρωπαϊκής πολιτικής, COM(2001) 298 τελικό· Στρατηγική για ασφαλή κοινωνία της πληροφορίας — διάλογος, πνεύμα συνεργασίας και ενίσχυση ικανοτήτων, COM(2006) 251 τελικό· Προστασία υποδομών πληροφοριών ζωτικής σημασίας — Προστασία της Ευρώπης από επιθέσεις στον κυβερνοχώρο και διαταραχές μεγάλης κλίμακας: αναβάθμιση της ετοιμότητας, της ασφάλειας και της ικανότητας αποκατάστασης, COM(2009) 149 τελικό· Ψηφιακό θεματολόγιο στην Ευρώπη, COM(2010) 245 τελικό· και Προστασία υποδομών πληροφοριών ζωτικής σημασίας — επιτεύγματα και επόμενα βήματα: προς την παγκόσμια ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, COM(2011) 163 τελικό.

(4)  Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33).

(5)  Οι λειτουργίες επίβλεψης ορισμένων μελών του ΕΣΚΤ διενεργούνται βάσει εθνικών νόμων και κανονισμών, οι οποίοι συμπληρώνουν, και σε ορισμένες περιπτώσεις αναπαράγουν πιστά, την αρμοδιότητα του Ευρωσυστήματος.

(6)  Η χρήση του όρου «διακανονισμός» στην παρούσα γνώμη περιλαμβάνει και τη λειτουργία του συμψηφισμού.

(7)  Οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων (ΕΕ L 166 της 11.6.1998, σ. 45).

(8)  Βλ. την τρίτη υποπαράγραφο του άρθρου 10 παράγραφος 1 της οδηγίας σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού.

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).

(10)  COM(2012) 73 final.

(11)  Διαθέσιμες στον διαδικτυακό τόπο της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών https://www.bis.org/publ/cpss94.pdf

(12)  Διαθέσιμη στον διαδικτυακό τόπο της ΕΚΤ http://www.ecb.europa.eu

(13)  Βλ. δελτίο Τύπου της ΕΚΤ σχετικά με μνημόνιο συμφωνίας για υψηλού επιπέδου αρχές συνεργασίας μεταξύ των αρχών τραπεζικής εποπτείας και των κεντρικών τραπεζών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε καταστάσεις διαχείρισης κρίσεων (Memorandum of Understanding on high-level principles of co-operation between the banking supervisors and central banks of the European Union in crisis management situations), 2003, διαθέσιμο στον διαδικτυακό τόπο της ΕΚΤ www.ecb.europa.eu

(14)  Βλ. σύσταση 3 για την παρακολούθηση συμβάντων και την υποβολή εκθέσεων στο κείμενο συστάσεων για την ασφάλεια των πληρωμών μέσω του Διαδικτύου («Recommendations for the security of internet payments — final version after public consultation»), Ευρωπαϊκός Τόπος Δημόσιας Συζήτησης για την Ασφάλεια των Λιανικών Πληρωμών (SecuRe Pay), Ιανουάριος 2013, διαθέσιμο στον διαδικτυακό τόπο της ΕΚΤ www.ecb.europa.eu

(15)  Ακολούθως προς τις αρχές περί συντονισμένης διεθνούς επίβλεψης, όπως επιβεβαιώνονται στην έκθεση επίβλεψης που εξέδωσε το 2005 η Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού (Committee on Payment and Settlement Systems — CPSS), σε μια σειρά περιπτώσεων οι κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος έχουν συμμετάσχει επιτυχώς σε συμφωνίες συνεργασίας, όπως, για παράδειγμα, στο πλαίσιο των ρυθμίσεων επίβλεψης της SWIFT (Society for Worldwide Interbank Financial Telecommunications — Εταιρεία Παγκόσμιων Διατραπεζικών Χρηματοπιστωτικών Τηλεπικοινωνιών) και του Συστήματος Διακανονισμού Αδιάλειπτης Σύνδεσης (Continuous Linked Settlement — CLS).

(16)  Για παράδειγμα, οι απαιτήσεις τήρησης των τεχνικών και οργανωτικών μέτρων από τους φορείς της αγοράς κατά το άρθρο 14 παράγραφοι 3 και 4 και η εξουσία έκδοσης δεσμευτικών οδηγιών προς τους φορείς της αγοράς κατά το άρθρο 15 παράγραφος 3 της προτεινόμενης οδηγίας.

(17)  Βλ. παράγραφο 2.12 της γνώμης CON/2014/9 αναφορικά με πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά και την τροποποίηση των οδηγιών 2002/65/ΕΚ, 2013/36/ΕΕ και 2009/110/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2007/64/EΚ (ΕΕ C 224 της 15.7.2014, σ. 1). Όλες οι γνώμες της ΕΚΤ δημοσιεύονται στον διαδικτυακό τόπο της ΕΚΤ www.ecb.europa.eu


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Προτάσεις διατύπωσης

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροποποιήσεις που προτείνει η ΕΚΤ (1)

Τροποποίηση 1

Αιτιολογική σκέψη 5

«(5)

Για να καλυφθούν όλα τα σχετικά συμβάντα και οι σχετικοί κίνδυνοι, η παρούσα οδηγία πρέπει να ισχύσει για όλα τα συστήματα δικτύων και πληροφοριών. Οι υποχρεώσεις των δημόσιων διοικήσεων και των φορέων της αγοράς δεν πρέπει, ωστόσο, να ισχύσουν για τις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών κατά την έννοια της οδηγίας 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο) (2) οι οποίες υπόκεινται στις ειδικές απαιτήσεις ακεραιότητας και ασφάλειας που ορίζονται στο άρθρο 13α της εν λόγω οδηγίας ούτε πρέπει να ισχύσουν για παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης.»

«(5)

Για να καλυφθούν όλα τα σχετικά συμβάντα και οι σχετικοί κίνδυνοι, η παρούσα οδηγία πρέπει να ισχύσει για όλα τα συστήματα δικτύων και πληροφοριών. Οι υποχρεώσεις των δημόσιων διοικήσεων και των φορέων της αγοράς δεν πρέπει, ωστόσο, να ισχύσουν για τις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών κατά την έννοια της οδηγίας 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία-πλαίσιο) (2) οι οποίες υπόκεινται στις ειδικές απαιτήσεις ακεραιότητας και ασφάλειας που ορίζονται στο άρθρο 13α της εν λόγω οδηγίας ούτε πρέπει να ισχύσουν για παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης. Επίσης, και πάντως λαμβανομένης υπόψη της εφαρμογής της στη δημόσια διοίκηση και στους φορείς της αγοράς, η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να επηρεάζει τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που η Συνθήκη και το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αναθέτουν στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ), ούτε ανάλογες λειτουργίες που επιτελούν τα μέλη του ΕΣΚΤ υπό το οικείο εθνικό πλαίσιο, ειδικά σε σχέση με πολιτικές που αφορούν την άσκηση προληπτικής εποπτείας επί των πιστωτικών ιδρυμάτων και την επίβλεψη των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού τίτλων. Τα κράτη μέλη επαφίενται στην άσκηση των λειτουργιών της προληπτικής εποπτείας και της επίβλεψης από τις κεντρικές τράπεζες και τις εποπτικές αρχές των ως άνω φορέων εντός των ορίων της αρμοδιότητάς τους.»

Η αιτιολογική σκέψη 5 θα πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε να αποτυπώνει τις αρμοδιότητες της ΕΚΤ και των ΕθνΚΤ ως προς την επίβλεψη και τη ρύθμιση των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού. Σύμφωνα με την τέταρτη περίπτωση του άρθρου 127 παράγραφος 2 της Συνθήκης, ένα από τα βασικά καθήκοντα του ΕΣΚΤ είναι να προωθεί την ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών. Το άρθρο 22 του καταστατικού του ΕΣΚΤ εξουσιοδοτεί επίσης την ΕΚΤ να θεσπίζει κανονισμούς με σκοπό τη διασφάλιση αποτελεσματικών και υγιών συστημάτων συμψηφισμού και πληρωμών. Θα πρέπει ακόμη να ληφθεί υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 127 παράγραφος 5 της Συνθήκης, το ΕΣΚΤ συμβάλλει στην ομαλή άσκηση των πολιτικών που αφορούν τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Εξάλλου, σύμφωνα με το πλαίσιο του Ευρωσυστήματος για την πολιτική επίβλεψης, του Ιουλίου 2011  (2), η «επίβλεψη των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού είναι αποστολή των κεντρικών τραπεζών, στο πλαίσιο της οποίας οι στόχοι της ασφάλειας και αποτελεσματικότητας προάγονται μέσω της παρακολούθησης των εκάστοτε υφιστάμενων και υπό σχεδιασμό συστημάτων, της αξιολόγησής τους με σημείο αναφοράς τους εν λόγω στόχους και, όπου κρίνεται απαραίτητο, της εισαγωγής αλλαγών».

Με άλλα λόγια, η διασφάλιση της ασφάλειας και αποτελεσματικότητας των συστημάτων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ικανότητα του Ευρωσυστήματος να συμβάλλει στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, να εφαρμόζει τη νομισματική πολιτική και να διατηρεί την εμπιστοσύνη του κοινού στο ευρώ.

Επίσης, ακολούθως προς τις παρατηρήσεις της ΕΚΤ επί της προτεινόμενης αναθεώρησης της οδηγίας για τις υπηρεσίες πληρωμών (PSD2), θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι εθνικές εποπτικές αρχές και οι κεντρικές τράπεζες είναι οι αρμόδιες αρχές για την έκδοση κατευθυντήριων οδηγιών με σκοπό τη διαχείριση συμβάντων και κοινοποιήσεις συμβάντων όσον αφορά τους ΠΥΠ, καθώς και για την έκδοση κατευθυντήριων οδηγιών σχετικά με την ανταλλαγή κοινοποιήσεων συμβάντων μεταξύ των αρμοδίων αρχών. Η αιτιολογική σκέψη θα πρέπει επίσης να λάβει υπόψη τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

Τέλος, όταν μέλη του ΕΣΚΤ που δεν ανήκουν στη ζώνη του ευρώ επιτελούν λειτουργίες ανάλογες προς τα καθήκοντα που προβλέπει η Συνθήκη και το καταστατικό του ΕΣΚΤ, σύμφωνα με τις οικείες εθνικές διατάξεις, οι λειτουργίες αυτές επίσης δεν θα πρέπει να επηρεάζονται.

Τροποποίηση 2

Άρθρο 1 παράγραφοι 4 και 5 (νέο)

«4.

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τη νομοθεσία της ΕΕ για το ηλεκτρονικό έγκλημα και την οδηγία 2008/114/EΚ του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τον προσδιορισμό και τον χαρακτηρισμό των ευρωπαϊκών υποδομών ζωτικής σημασίας και σχετικά με την αξιολόγηση της ανάγκης για βελτίωση της προστασίας τους (9).

5.

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει επίσης την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (10) και την οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και τον κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (11).

6.

Για την ανταλλαγή πληροφοριών εντός του δικτύου συνεργασίας σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙΙ, καθώς και οι ανακοινώσεις συμβάντων ΑΔΠ βάσει του άρθρου 14, ενδέχεται να απαιτηθεί επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η εν λόγω επεξεργασία, απαραίτητη για την επίτευξη των στόχων δημοσίου συμφέροντος που επιδιώκονται με την παρούσα οδηγία, εγκρίνεται από το κράτος μέλος κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7 της οδηγίας 95/46/ΕΚ και της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, όπως έχουν μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία.»

«4.

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τη νομοθεσία της ΕΕ Ένωσης για το ηλεκτρονικό έγκλημα και την οδηγία 2008/114/EΚ του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τον προσδιορισμό και τον χαρακτηρισμό των ευρωπαϊκών υποδομών ζωτικής σημασίας και σχετικά με την αξιολόγηση της ανάγκης για βελτίωση της προστασίας τους (9).

5.

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την επίβλεψη και τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ και το ΕΣΚΤ σε σχέση με πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και τα συστήματα πληρωμών και διακανονισμού, για τα οποία έχουν θεσπιστεί συγκεκριμένες απαιτήσεις διαχείρισης κινδύνων και ασφάλειας εντός του ρυθμιστικού πλαισίου τόσο του ΕΣΚΤ όσο και εκείνου που αποτελείται από λοιπές σχετικές οδηγίες και κανονισμούς της Ένωσης. Ομοίως, η παρούσα οδηγία δεν θίγει ανάλογες λειτουργίες που επιτελούν μέλη του ΕΣΚΤ σύμφωνα με το οικείο εθνικό πλαίσιο.

5 6.

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει επίσης την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (10) και την οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και τον κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (11).

6 7.

Για την ανταλλαγή πληροφοριών εντός του δικτύου συνεργασίας σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙΙ, καθώς και οι ανακοινώσεις συμβάντων ΑΔΠ βάσει του άρθρου 14, ενδέχεται να απαιτηθεί επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η εν λόγω επεξεργασία, απαραίτητη για την επίτευξη των στόχων δημοσίου συμφέροντος που επιδιώκονται με την παρούσα οδηγία, εγκρίνεται από το κράτος μέλος κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7 της οδηγίας 95/46/ΕΚ και της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, όπως έχουν μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία.»

Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η διασφάλιση της δέουσας λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού ενδιαφέρει ιδιαίτερα το ΕΣΚΤ. Αυτό απορρέει από τη σημασία των συστημάτων πληρωμών, εκκαθάρισης και διακανονισμού για την ομαλή διενέργεια των πράξεων νομισματικής πολιτικής και από τον ρόλο που αυτά διαδραματίζουν στη διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος εν γένει. Ως εκ τούτου, η ΕΚΤ συστήνει η προτεινόμενη οδηγία να λαμβάνει υπόψη τον ρόλο του ΕΣΚΤ σχετικά με τα συστήματα πληρωμών και διακανονισμού και το υφιστάμενο πλαίσιο επίβλεψης. Το ΕΣΚΤ διαθέτει ιδιαίτερα αποτελεσματικά εργαλεία για τον καθορισμό των επιπέδων ασφάλειας και αποτελεσματικότητας αυτών των συστημάτων. Η αιτιολογική σκέψη θα πρέπει επίσης να λάβει δεόντως υπόψη τα καθήκοντα που έχουν ανατεθεί στην ΕΚΤ με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

Η προτεινόμενη οδηγία δεν πρέπει εξάλλου να θίγει ανάλογες λειτουργίες που επιτελούν τα μέλη του ΕΣΚΤ που δεν ανήκουν στη ζώνη του ευρώ σύμφωνα με το οικείο εθνικό πλαίσιο.

Τροποποίηση 3

Άρθρο 6 παράγραφος 1

«1.

Κάθε κράτος μέλος ορίζει μια εθνική αρμόδια αρχή σχετικά με την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών (στο εξής “η αρμόδια αρχή”).»

«1.

Κάθε κράτος μέλος ορίζει μια εθνική αρμόδια αρχή σχετικά με την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών (στο εξής “η αρμόδια αρχή”).

Μεταξύ της αρμόδιας αρχής και των ευρωπαϊκών και εθνικών ρυθμιστικών αρχών θεσπίζεται αποτελεσματική συνεργασία.»

Αιτιολογία

Η ΕΚΤ προτείνει να τροποποιηθεί το άρθρο 6 παράγραφος 1, ώστε να διασφαλιστεί ένα καλό επίπεδο συνεργασίας σε επίπεδο Ένωσης.

Τροποποίηση 4

Άρθρο 8 παράγραφος 3

«3.

Εντός του δικτύου συνεργασίας οι αρμόδιες αρχές:

α)

διαβιβάζουν έγκαιρες προειδοποιήσεις σχετικά με κινδύνους και συμβάντα σύμφωνα με το άρθρο 10·

β)

εξασφαλίζουν συντονισμένη απόκριση σύμφωνα με το άρθρο 11·

γ)

δημοσιεύουν σε τακτική βάση σε κοινό ιστότοπο τις μη εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με τις εν εξελίξει έγκαιρες προειδοποιήσεις και τη συντονισμένη απόκριση·

δ)

εξετάζουν και αξιολογούν από κοινού, κατόπιν αιτήματος ενός κράτους μέλους ή της Επιτροπής, μία ή περισσότερες εθνικές στρατηγικές ΑΔΠ και εθνικά σχέδια συνεργασίας ΑΔΠ που αναφέρονται στο άρθρο 5, εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας·

ε)

εξετάζουν και αξιολογούν από κοινού, έπειτα από αίτηση κράτους μέλους ή της Επιτροπής, την αποτελεσματικότητα των CERT, ιδίως όταν πραγματοποιούνται ασκήσεις σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών (ΑΔΠ) σε επίπεδο Ένωσης·

στ)

συνεργάζονται και ανταλλάσσουν πληροφορίες για όλα τα συναφή θέματα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Ευρωπόλ, καθώς και με άλλους συναφείς ευρωπαϊκούς οργανισμούς, ιδίως στα πεδία της προστασίας των δεδομένων, της ενέργειας, των μεταφορών, των τραπεζών, των χρηματιστηρίων και της υγείας·

ζ)

ανταλλάσσουν πληροφορίες και βέλτιστη πρακτική μεταξύ των ιδίων και της Επιτροπής, και αλληλοβοηθούνται στην ανάπτυξη ικανοτήτων σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών·

η)

διοργανώνουν τακτικές αξιολογήσεις από ομοτίμους σχετικά με τις ικανότητες και την ετοιμότητά τους·

θ)

διοργανώνουν σε ενωσιακό επίπεδο ασκήσεις σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών και, κατά περίπτωση, συμμετέχουν σε διεθνείς ασκήσεις σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών.»

«3.

Εντός του δικτύου συνεργασίας οι αρμόδιες αρχές:

α)

διαβιβάζουν έγκαιρες προειδοποιήσεις σχετικά με κινδύνους και συμβάντα σύμφωνα με το άρθρο 10·

β)

εξασφαλίζουν συντονισμένη απόκριση σύμφωνα με το άρθρο 11·

γ)

δημοσιεύουν σε τακτική βάση σε κοινό ιστότοπο τις μη εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με τις εν εξελίξει έγκαιρες προειδοποιήσεις και τη συντονισμένη απόκριση·

δ)

εξετάζουν και αξιολογούν από κοινού, κατόπιν αιτήματος ενός κράτους μέλους ή της Επιτροπής, μία ή περισσότερες εθνικές στρατηγικές ΑΔΠ και εθνικά σχέδια συνεργασίας ΑΔΠ που αναφέρονται στο άρθρο 5, εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας·

ε)

εξετάζουν και αξιολογούν από κοινού, έπειτα από αίτηση κράτους μέλους ή της Επιτροπής, την αποτελεσματικότητα των CERT, ιδίως όταν πραγματοποιούνται ασκήσεις σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών (ΑΔΠ) σε επίπεδο Ένωσης·

στ)

συνεργάζονται και ανταλλάσσουν πληροφορίες για όλα τα συναφή θέματα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Ευρωπόλ, καθώς και με άλλους συναφείς ευρωπαϊκούς οργανισμούς, ιδίως στα πεδία της προστασίας των δεδομένων, της ενέργειας, των μεταφορών, των τραπεζών, των χρηματιστηρίων και της υγείας·

ζ)

ανταλλάσσουν πληροφορίες και βέλτιστη πρακτική μεταξύ των ιδίων και της Επιτροπής, και αλληλοβοηθούνται στην ανάπτυξη ικανοτήτων σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών·

η)

διοργανώνουν τακτικές αξιολογήσεις από ομοτίμους σχετικά με τις ικανότητες και την ετοιμότητά τους·

θ)

διοργανώνουν σε ενωσιακό επίπεδο ασκήσεις σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών και, κατά περίπτωση, συμμετέχουν σε διεθνείς ασκήσεις σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών·

ι)

διασφαλίζουν την ανταλλαγή πληροφοριών με τις ευρωπαϊκές και εθνικές ρυθμιστικές αρχές [δηλαδή, προκειμένου για τον χρηματοπιστωτικό τομέα: το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ), την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) και την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ), οι οποίες συνεργάζονται στενά όταν εντοπίζονται συμβάντα ασφαλείας που θα μπορούσαν ενδεχομένως να παρεμποδίσουν την ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού]

Καθίσταται πλέον ενδεδειγμένη η ανταλλαγή πληροφοριών με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών ή με τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με την προτεινόμενη οδηγία, καθώς και με την ΕΑΤ και την ΕΑΚΑΑ ως αρχές αρμόδιες για τον συντονισμό των συμβάντων που σχετίζονται με τους ΠΥΠ.

Ως εκ τούτου, η ΕΚΤ προτείνει αυτή την τροποποίηση με σκοπό να ενισχύσει την ανταλλαγή πληροφοριών και τον καλύτερο συντονισμό σε επίπεδο Ένωσης.

Τροποποίηση 5

Άρθρο 19 παράγραφος 1

«1.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή (την επιτροπή για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών). Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.»

«1.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή (την επιτροπή για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών). Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η ΕΚΤ, η ΕΑΤ και η ΕΑΚΑΑ καλούνται να αποστέλλουν αντιπρόσωπο στις συνεδριάσεις της επιτροπής για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών προκειμένου για ζητήματα ημερήσιας διάταξης που θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις στην επιτέλεση των αντίστοιχων λειτουργιών της ΕΚΤ, της ΕΑΤ και της ΕΑΚΑΑ.»

Η ΕΚΤ έχει συμφέρον να ενισχύσει την ασφάλεια στα συστήματα, τις υπηρεσίες και τα μέσα πληρωμών και διακανονισμού, η οποία αποτελεί σημαντική συνιστώσα της διατήρησης της εμπιστοσύνης στο ενιαίο νόμισμα και της ομαλής λειτουργίας της οικονομίας στην Ένωση. Για τον σκοπό αυτόν η ΕΚΤ προτείνει ως ενδεδειγμένη την πρόσκλησή της στις συνεδριάσεις της επιτροπής ΑΔΠ. Σε κάθε περίπτωση, η γνώμη της ΕΚΤ θα πρέπει να ζητείται, σύμφωνα με τις προβλεπόμενες στη Συνθήκη τυπικές διαδικασίες, για κάθε μέτρο που αφορά συστήματα πληρωμών και για κάθε άλλο ζήτημα που εμπίπτει στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της ίδιας.

Η ΕΑΤ ή η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει επίσης να συμμετέχουν σε ζητήματα που αφορούν τους ΠΥΠ.


(1)  Οι έντονοι χαρακτήρες στο κείμενο υποδηλώνουν πρόταση της ΕΚΤ για την προσθήκη νέου κειμένου. Η διαγράμμιση στο σώμα του κειμένου υποδηλώνει πρόταση της ΕΚΤ για διαγραφή κειμένου.

(2)  Διαθέσιμο στον διαδικτυακό τόπο της ΕΚΤ www.ecb.europa.eu


Top