Επιλογές αναζήτησης
Η ΕΚΤ Ενημέρωση Επεξηγήσεις Έρευνα & Εκδόσεις Στατιστικές Νομισματική πολιτική Το ευρώ Πληρωμές & Αγορές Θέσεις εργασίας
Προτάσεις
Εμφάνιση κατά

Συνέντευξη στην Εφημερίδα των Συντακτών

Συνέντευξη του Benoît Cœuré, μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, στον Βασίλη Γεώργα, 26 Νοεμβρίου 2016

Θεωρείτε εφικτό να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση ως τα τέλη του έτους, ώστε, σε συνδυασμό με τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, η ΕΚΤ να συμπεριλάβει τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης;

Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης αποφασίζεται, εν τέλει, από το Eurogroup και το Συμβούλιο Διευθυντών του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, σύμφωνα με την αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε συνεργασία με την ΕΚΤ. Η αξιολόγηση βρίσκεται υπό εξέλιξη και η συζήτηση, μολονότι έχει σημειώσει ικανοποιητική πρόοδο, παραμένει ανοικτή σε όλους τους διαφορετικούς τομείς πολιτικής. Η συνεδρίαση του Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου θα αποτελέσει μια καλή ευκαιρία για καταγραφή της προόδου και καθορισμό του χρονοδιαγράμματος προς την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.

Η έγκαιρη ολοκλήρωση της αξιολόγησης είναι προς όφελος της ελληνικής οικονομίας. Όσον αφορά την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα (PSPP), δεν υπάρχει ακριβές χρονοδιάγραμμα, πρόκειται για απόφαση που λαμβάνει ανεξάρτητα το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ. Δεδομένων των ανησυχιών μας σχετικά με τη βιωσιμότητα του χρέους, οι εξελίξεις του προγράμματος και η σαφήνεια όσον αφορά τα μέτρα για το χρέος αποτελούν σημαντικό όχι όμως τον μοναδικό προσδιοριστικό παράγοντα για τη λήψη των τελικών αποφάσεων. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα βασίσει τις αξιολογήσεις του και στην εσωτερική ανάλυση, λαμβάνοντας υπόψη και άλλα ζητήματα σχετικά με τη διαχείριση κινδύνων προτού λάβει τις τελικές του αποφάσεις.

Αρκεί η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης για να υποστηρίξει κανείς ότι η Ελλάδα γυρίζει σελίδα; Πολλοί πιστεύουν πως θα επωφεληθούν τα βραχυπρόθεσμα κερδοσκοπικά κεφάλαια ενόσω η χώρα θα εξακολουθήσει να βαρύνεται από μεγάλο δημόσιο χρέος και εξαιρετικά υψηλή ανεργία.

Η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο PSPP θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό σήμα ότι οι μεταρρυθμίσεις προχωρούν ομαλά και το χρέος έχει τεθεί σε πιο διατηρήσιμη τροχιά. Και πάλι, όμως, δεν έχουμε ακόμη καταλήξει σε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και τυχόν αποφάσεις θα βασιστούν σε εσωτερική ανάλυση στην οποία θα ληφθούν υπόψη ζητήματα που αφορούν τη διαχείριση κινδύνων.

Έχει αποτέλεσμα το ελληνικό πρόγραμμα; Θεωρείτε ότι το 2018 η Ελλάδα θα έχει καταφέρει να βγει στις αγορές και να χρηματοδοτείται εξ ολοκλήρου από αυτές;

Ρητός στόχος του προγράμματος οικονομικής στήριξης είναι να αποκατασταθεί πλήρως η πρόσβαση της Ελλάδας στις διεθνείς κεφαλαιαγορές μέχρι τα μέσα του 2018. Αναμφίβολα, ο στόχος αυτός δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την ισχυρή δέσμευση των ελληνικών αρχών ότι θα εξακολουθήσουν να υλοποιούνται οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις προκειμένου να επανέλθει η δημοσιονομική πολιτική σε διατηρήσιμη τροχιά και να ενισχυθεί η ανάπτυξη.

Τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα έχει επιτύχει σημαντική προσαρμογή προσπαθώντας να αναστρέψει το διπλό έλλειμμα (δημοσιονομικό και τρεχουσών συναλλαγών). Η χώρα βαδίζει προς μια πιο εξωστρεφή οικονομία με συνετή δημοσιονομική πολιτική. Εξακολουθούν ωστόσο να υφίστανται σημαντικές προκλήσεις και είναι απαραίτητο να διατηρηθεί η δυναμική και να συνεχιστούν οι προσπάθειες υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων προκειμένου να επιτευχθεί σταθερή βελτίωση. Η πρόσβαση στις αγορές πρέπει επίσης να βασίζεται στην αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους. Γι’ αυτό, η πλήρης υλοποίηση του προγράμματος πρέπει να συνοδεύεται από σειρά μέτρων ελάφρυνσης του χρέους στο πλαίσιο της συμφωνίας του Eurogroup της 25ης Μαΐου 2016. Έτσι οι αγορές θα έχουν τα απαραίτητα εχέγγυα προκειμένου να χρηματοδοτούν τις μελλοντικές ανάγκες της ελληνικής οικονομίας.

Τι θα συμβεί με την Ελλάδα αν δεν επιτύχει και αυτό το πρόγραμμα; Υπάρχει εναλλακτικό σχέδιο; Κυκλοφορούν ήδη φήμες και σενάρια για 4ο μνημόνιο.

Αυτή δεν είναι μια επιλογή που εξετάζει κανείς. Είναι ζωτικής σημασίας για την Ελλάδα να επιτύχει το τρίτο πρόγραμμα.

Ποιο πιστεύετε ότι θα είναι τελικά το αποτέλεσμα των συζητήσεων για το ελληνικό χρέος; Θα μπορέσουν οι παρεμβάσεις που θα αποφασιστούν τώρα να διασφαλίσουν την περιβόητη «βιωσιμότητα»;

Η ΕΚΤ στηρίζει την ανάγκη λήψης μέτρων για το χρέος στο πλαίσιο της συμφωνίας του Eurogroup της 25ης Μαΐου 2016. Εναπόκειται στα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ να αποφασίσουν για τη φύση των μέτρων αυτών.

Το ΔΝΤ υποστηρίζει πως το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο και δύσκολα θα επιτευχθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα που προβλέπονται στη συμφωνία του Ιουλίου. Οι Ευρωπαίοι πιστωτές έχουν διαφορετική αντίληψη. Αυτή η διαφωνία μεταξύ των θεσμών δεν στέλνει αντιφατικά μηνύματα στις διεθνείς αγορές και στους επενδυτές;

Όλοι οι θεσμοί έχουν εκφράσει ανησυχία σχετικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Οι απόψεις διίστανται όσον αφορά το πρωτογενές πλεόνασμα που μπορεί να επιτευχθεί με τα μέτρα του μνημονίου, όμως αυτή η διάσταση απόψεων είναι χρήσιμη: οι κίνδυνοι πρέπει να επισημανθούν και να αντιμετωπιστούν με τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων για το χρέος. Θα ήθελα να επαναλάβω ότι θεωρώ τη συμμετοχή του ΔΝΤ παράγοντα αξιοπιστίας για το πρόγραμμα.

Συμφωνείτε με την άποψη ότι το μείγμα πολιτικής που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα, με συνεχείς αυξήσεις φόρων, περικοπή δαπανών και υψηλούς στόχους για τα πρωτογενή ελλείμματα, είναι «θανατηφόρο» για την οικονομική ανάπτυξη;

Το υψηλό χρέος της Ελλάδας καθιστά αναγκαία την επαναφορά των δημόσιων οικονομικών της σε πλεονασματική θέση, με ή χωρίς τη λήψη μέτρων για το χρέος. Η εξυγίανση καθαυτή θα πρέπει φυσικά να διενεργείται κατά τρόπο που ευνοεί την ανάπτυξη, με προσανατολισμό προς την περιστολή των δαπανών και όχι προς την αύξηση της φορολογίας. Οι δημοσιονομικές πολιτικές ενσωματώνονται σε μια ευρύτερη στρατηγική μεταρρυθμίσεων η οποία περιλαμβάνει μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας και προϊόντων, μέτρα αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής και μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που θα επιτρέψουν στις τράπεζες να αρχίσουν πάλι να χορηγούν δάνεια στα ελληνικά νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Τα μέτρα αυτά θα συμβάλουν στην αύξηση της απασχόλησης και τη μείωση της ανεργίας, την αύξηση των επενδύσεων και τη στήριξη της ανάπτυξης. Έτσι, θα επιταχυνθεί η άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και θα μετριαστούν σταδιακά τα δημοσιονομικά εμπόδια. Η Ελλάδα αρχίζει να αποκομίζει τα οφέλη αυτών των μεταρρυθμίσεων. Το οικονομικό κλίμα βελτιώνεται και αναμένεται επιτάχυνση του πραγματικού ΑΕΠ το 2017.

Γιατί τελικά μετά από τρία μνημόνια και πέντε κυβερνήσεις από το 2011, η Ελλάδα δεν έχει καταφέρει ακόμη να γυρίσει σελίδα; Τι είναι αυτό που γίνεται λάθος τόσα χρόνια;

Η Ελλάδα ακολούθησε μια επίπονη διαδικασία προσαρμογής, η οποία δεν μπορούσε να αποφευχθεί εξαιτίας των υψηλών ανισορροπιών που συσσωρεύτηκαν έως το 2010. Και η προσαρμογή παρατάθηκε από την έλλειψη εφαρμογής των μέτρων και τη γενικότερη αβεβαιότητα (και στην υπόλοιπη ζώνη του ευρώ). Εκ των υστέρων, θα λέγαμε ότι το πρόγραμμα θα μπορούσε να είχε δώσει μεγαλύτερη έμφαση στην ανάπτυξη. Για παράδειγμα, το άνοιγμα της αγοράς προϊόντων δεν συμβάδισε με τις περικοπές των μισθών, με αποτέλεσμα να προστατευτούν οι πρόσοδοι και η προσαρμογή να επιβαρύνει σε μεγάλο βαθμό τους εργαζομένους. Η Ελλάδα εξακολουθεί να μην διαθέτει ολοκληρωμένο δίκτυο κοινωνικής προστασίας και χρειάστηκε να προστατεύσει τις πιο ευπαθείς ομάδες μέσω των φόρων και των συντάξεων, προκαλώντας πολλές στρεβλώσεις στη δομή της φορολογίας. Και η Ευρώπη διέθετε περιορισμένα μέσα για να στηρίξει δίκτυα κοινωνικής προστασίας κατά τη διαδικασία προσαρμογής. Αλλά μην ξεχνάμε επίσης ότι, όταν ξέσπασε η κρίση, η Ευρώπη χρειάστηκε να δημιουργήσει τις δικές της δομές διαχείρισης κρίσεων.

Πώς εξηγείτε το γεγονός ότι, μετά την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών και τη χαλάρωση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, δεν έχουμε δει ούτε σημαντική επιστροφή καταθέσεων ούτε περισσότερη ρευστότητα στην οικονομία ούτε μείωση των κόκκινων δανείων;

Παρόλο που, όπως δείχνει η επιστροφή καταθέσεων και αποθηκευμένων μετρητών, η εμπιστοσύνη ενισχύθηκε μετά την επιτυχημένη ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος, αυτή παραμένει εύθραυστη. Αναμένουμε όμως ότι η εμπιστοσύνη των αγορών και των καταθετών θα βελτιωθεί περαιτέρω μετά την επιτυχημένη ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και τη συνεχιζόμενη επιτυχημένη υλοποίηση του προγράμματος. Αρκετά από τα μέτρα που πρόκειται να εφαρμοστούν στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης θα συμβάλουν στην επάνοδο της εμπιστοσύνης. Για παράδειγμα, η θέσπιση του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών αναμένεται να αποκαταστήσει την οικονομική βιωσιμότητα υγιών επιχειρήσεων και να στηρίξει τις επενδύσεις και την ανάπτυξη. Ταυτόχρονα, θα συμβάλει στη βελτίωση του ισολογισμού των τραπεζών και των οικονομικών του κράτους.

Είναι εφικτός ο στόχος μείωσης των κόκκινων δανείων κατά 40 δισ. ευρώ ως το 2019; Δεν ενέχει κινδύνους για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών η επιθετική διαχείριση του προβλήματος;

Η ΕΚΤ, σε συνεργασία με την Τράπεζα της Ελλάδος, συμφώνησε πρόσφατα με τις τέσσερις τράπεζες που εποπτεύει στόχους για τη ρύθμιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, με σκοπό τη μείωση των εν λόγω δανείων σε διατηρήσιμα επίπεδα μεσοπρόθεσμα. Η Τράπεζα της Ελλάδος θα δημοσιεύσει προσεχώς συγκεντρωτική συνοπτική έκθεση για τους συμφωνηθέντες στόχους και την εξέλιξη επιλεγμένων βασικών δεικτών επιδόσεων.

Είναι σημαντικό οι τράπεζες να σημειώσουν ταχεία πρόοδο ως προς τη ρύθμιση του πρωτοφανούς υψηλού επιπέδου των κόκκινων δανείων και την αναδιάρθρωση βιώσιμων εταιρειών που βρίσκονται σε δυσχέρεια, ενισχύοντας έτσι την ικανότητα των τραπεζών να στηρίξουν την οικονομική ανάκαμψη. Οι προσπάθειες αυτές προϋποθέτουν ακόμη την ανάπτυξη ενεργής αγοράς μη εξυπηρετούμενων δανείων. Γι’ αυτόν τον σκοπό, πρέπει να τεθεί σε πλήρη εφαρμογή ο νόμος που ρυθμίζει την πώληση δανείων. Ως εκ τούτου, αναμένουμε τις πρώτες άδειες για εταιρείες διαχείρισης δανείων που θα εκδώσει η Τράπεζα της Ελλάδος, οι οποίες θα διαδραματίσουν βασικό ρόλο στη διαδικασία πώλησης δανείων..

Πέρα από την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων, είναι επίσης σημαντικό να σημειωθεί πρόοδος στον τομέα της διακυβέρνησης των τραπεζών. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ανεξάρτητη λήψη αποφάσεων προς το συμφέρον όλων των ενδιαφερομένων και της ελληνικής οικονομίας, οι διοικήσεις των τραπεζών πρέπει να είναι απαλλαγμένες από κάθε πολιτική επιρροή και άλλα συμφέροντα.

Ασκείται έντονη κριτική σχετικά με τα αποτελέσματα της επεκτατικής νομισματικής πολιτικής που ακολουθεί η ΕΚΤ. Υποστηρίζεται από ορισμένους ότι η ποσοτική χαλάρωση ευθύνεται για φούσκα στις αγορές μετοχών και ομολόγων, ότι τα αρνητικά επιτόκια ωφελούν τελικά τον πλούσιο Βορρά και όχι τον φτωχό Νότο και ότι με την ποσοτική χαλάρωση καμουφλάρονται τα διαρθρωτικά προβλήματα της ζώνης του ευρώ. Ποια είναι η άποψή σας μετά από σχεδόν δύο χρόνια εφαρμογής του προγράμματος;

Η ανάπτυξη έχει επιστρέψει στη ζώνη του ευρώ και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα μέτρα νομισματικής πολιτικής που έχουμε λάβει, κυρίως στα προγράμματα αγοράς τίτλων, τα χαμηλά επιτόκια και τις στοχευμένες πράξεις δανειοδότησης, που έχουν βελτιώσει το κόστος χρηματοδότησης για τις τράπεζες και τις συνθήκες δανεισμού για τις εταιρείες και τα νοικοκυριά σε όλη τη ζώνη του ευρώ. Για παράδειγμα, τα επιτόκια των επιχειρηματικών δανείων έχουν μειωθεί κατά περισσότερες από 100 μονάδες βάσης από τον Ιούλιο του 2014. Στις περιφερειακές οικονομίες, τα επιτόκια δανεισμού έχουν μειωθεί ακόμη περισσότερο. Τα δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας μας, και συχνά είναι μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις, έχουν ενισχυθεί ακόμη εντονότερα. Από τον Μάιο του 2014, τα επιτόκια για πολύ μικρά τραπεζικά δάνεια προς εταιρείες μειώθηκαν κατά περίπου 170 μονάδες βάσης. Σήμερα συγκλίνουν προς τα επιτόκια των δανειοληπτών μεγάλης κλίμακας. Όσον αφορά τις διαρθρωτικές προκλήσεις, είναι πολλές και φυσικά πρέπει να επιλυθούν από τις κυβερνήσεις. Η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να δημιουργήσει διατηρήσιμη ανάπτυξη.

Το όραμα της τραπεζικής ενοποίησης στην Ευρώπη είναι ακόμη ζωντανό; Γιατί δεν προχωρά η πανευρωπαϊκή εγγύηση των καταθέσεων;

Η τραπεζική ένωση είναι ένα απαραίτητο σχέδιο για την Ευρώπη, ούτως ώστε να συμβαδίζουν αποταμιεύσεις και επενδύσεις και να ενισχυθεί η ασφάλεια των ευρωπαϊκών τραπεζών, αποτρέποντας μια κατάσταση όπου οι φορολογούμενοι θα κληθούν ξανά να πληρώσουν το τίμημα των κινδύνων που αναλαμβάνουν οι τραπεζίτες. Η ΕΚΤ έχει δεσμευτεί να διαμορφώσει ένα πλαίσιο ενιαίας εποπτείας μακριά από πολιτικές παρεμβάσεις και συμφέροντα, πράγμα που δεν ίσχυε πάντα στο παρελθόν. Έτσι, οι τράπεζες θα μπορούν να λειτουργούν προς το συμφέρον της οικονομίας.

Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι ένα ευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης των καταθέσεων αποτελεί τον απαραίτητο τρίτο πυλώνα της τραπεζικής ένωσης. Ωστόσο, σωστά επισημαίνετε ότι δεν έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στις σχετικές πολιτικές διαπραγματεύσεις. Ωστόσο, υπάρχει η κοινή αντίληψη ότι ο επιμερισμός του κινδύνου μεταξύ των τραπεζών πρέπει να συμπληρώνεται με κατάλληλα μέτρα μείωσης του κινδύνου εντός των τραπεζών. Κατά την άποψή μας, πρόοδος θα πρέπει να σημειωθεί και στις δύο κατευθύνσεις.

Κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί προτάσεις για ευρώ δύο ταχυτήτων. Ταυτόχρονα, το ρεύμα του ευρωσκεπτικισμού δυναμώνει είτε με την ενίσχυση των ακροδεξιών κομμάτων είτε με την αποστασιοποίηση των πολιτών για όσα διαδραματίζονται στις Βρυξέλλες. Η Ευρώπη, όπως είναι, μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει;

Κατανοούμε γιατί οι Ευρωπαίοι αισθάνονται απογοητευμένοι. Η Ευρώπη και οι εθνικές κυβερνήσεις δεν έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν ουσιαστική ανάπτυξη και θέσεις εργασίας μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Κατά την άποψή μου, τρεις είναι οι προκλήσεις. Πρώτον, οι εθνικές κυβερνήσεις θα πρέπει να δρομολογήσουν τις μεταρρυθμίσεις που θα φέρουν θέσεις εργασίας και επενδύσεις. Δεύτερον, τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα θα πρέπει να συμβάλουν στη δημιουργία ανάπτυξης και σταθερότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό ακριβώς κάνει η ΕΚΤ, στο πλαίσιο της αποστολής της, με ορατές επιδράσεις στην ανάπτυξη. Και τρίτον, είναι αρμοδιότητα των κυβερνήσεων των κρατών μελών να μεταρρυθμίσουν από κοινού τη νομισματική μας ένωση προκειμένου να την καταστήσουν ανθεκτικότερη. Για να παρέχει ασφάλεια στους πολίτες της, η Ευρώπη χρειάζεται μια ισχυρότερη οικονομία, και η ισχυρότερη οικονομία απαιτεί μια ανθεκτικότερη νομισματική ένωση.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Γενική Διεύθυνση Επικοινωνίας

Η αναπαραγωγή επιτρέπεται εφόσον γίνεται αναφορά στην πηγή.

Εκπρόσωποι Τύπου