EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52008AB0019

Γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 5ης Μαΐου 2008 , κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσαρμογή στην απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ, ορισμένων πράξεων που υπόκεινται στη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης, όσον αφορά την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο (CON/2008/19)

OJ C 117, 14.5.2008, p. 1–2 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

14.5.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 117/1


ΓΝΏΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 5ης Μαΐου 2008

κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσαρμογή στην απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ, ορισμένων πράξεων που υπόκεινται στη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης, όσον αφορά την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο

(CON/2008/19)

(2008/C 117/01)

Εισαγωγή και νομική βάση

Στις 17 Μαρτίου 2008, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έλαβε αίτημα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διατύπωση γνώμης σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσαρμογή στην απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ, ορισμένων πράξεων που υπόκεινται στη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης, όσον αφορά την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο (εφεξής «προτεινόμενος κανονισμός») (1).

Η αρμοδιότητα της ΕΚΤ για τη διατύπωση γνώμης επί του προτεινόμενου κανονισμού βασίζεται στο άρθρο 105 παράγραφος 4 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Η παρούσα γνώμη εκδόθηκε από το διοικητικό συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 5, πρώτη περίοδος, του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Γενικές παρατηρήσεις

Με τον προτεινόμενο κανονισμό πρόκειται να θεσπιστεί η νέα «κανονιστική διαδικασία με έλεγχο», μεταξύ άλλων, όσον αφορά τις εκτελεστικές αρμοδιότητες που ανατίθενται στην Επιτροπή σε σχέση με μία σειρά κοινοτικών πράξεων στον τομέα της στατιστικής. Εκ μέρους της ΕΚΤ δεν υπάρχουν ειδικότερα σχόλια όσον αφορά τις διατάξεις του προτεινόμενου κανονισμού, δεδομένου ότι αυτές ευθυγραμμίζονται με την κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για την ένταξη της νέας «κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο» στο πλαίσιο της επιτροπολογίας (2).

Λαμβάνοντας υπόψη τη σημαντική λειτουργία των εκτελεστικών μέτρων στη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της στατιστικής, η ΕΚΤ δράττεται της παρούσας ευκαιρίας προκειμένου να υπογραμμίσει τη σημασία της συμβουλευτικής της λειτουργίας βάσει του άρθρου 105 παράγραφος 4 της συνθήκης, το οποίο απαιτεί τη διαβούλευση με την ΕΚΤ «για κάθε προτεινόμενη κοινοτική πράξη που εμπίπτει στο πεδίο της αρμοδιότητάς της». Η ΕΚΤ, ευθυγραμμιζόμενη με τη θέση που έχει εκφράσει σε προηγούμενες γνώμες της όσον αφορά εκτελεστικά μέτρα στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών (3), θεωρεί ότι τα προτεινόμενα εκτελεστικά μέτρα έχουν νομοθετικό χαρακτήρα και αποτελούν «προτεινόμενες κοινοτικές πράξεις» κατά την έννοια του άρθρου 105 παράγραφος 4 της συνθήκης. Ως εκ τούτου, η διάταξη της συνθήκης η οποία απαιτεί τη διαβούλευση με την ΕΚΤ για κάθε προτεινόμενη κοινοτική πράξη που εμπίπτει στο πεδίο της αρμοδιότητάς της περιλαμβάνει την υποχρέωση διαβούλευσης με αυτήν για τα υπό εξέταση εκτελεστικά μέτρα (4).

Φρανκφούρτη, 5 Μαΐου 2008.

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ

Jean-Claude TRICHET


(1)  COM(2007) 741 τελικό και COM(2008) 71 τελικό. Η γνώμη της ΕΚΤ ζητήθηκε αναφορικά με το πρώτο και το τέταρτο μέρος του προτεινόμενου κανονισμού.

(2)  Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με την απόφαση του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2006 για την τροποποίηση της απόφασης 1999/468/ΕΚ περί καθορισμού των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (2006/512/ΕΚ) (ΕΕ C 255 της 21.10.2006, σ. 1).

(3)  Βλέπε εισαγωγική παράγραφο γνώμης CON/2006/57 της ΕΚΤ, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με σχέδιο οδηγίας της Επιτροπής περί της εφαρμογής της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) όσον αφορά τη διευκρίνιση ορισμένων ορισμών (ΕΕ C 31 της 13.2.2007, σ. 1), καθώς επίσης και την παράγραφο 1.2 γνώμης CON/2007/4 της ΕΚΤ, της 15ης Φεβρουαρίου 2007, κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με οκτώ προτάσεις για την τροποποίηση των οδηγιών 2006/49/ΕΚ, 2006/48/ΕΚ, 2005/60/ΕΚ, 2004/109/ΕΚ, 2004/39/ΕΚ, 2003/71/ΕΚ, 2003/6/ΕΚ και 2002/87/ΕΚ, όσον αφορά τις εκτελεστικές αρμοδιότητες που ανατίθενται στην Επιτροπή (ΕΕ C 39 της 23.2.2007, σ. 1).

(4)  Η παράλειψη της διαβούλευσης μεταξύ των κοινοτικών οργάνων αποτέλεσε αντικείμενο αρκετών αποφάσεων του Δικαστηρίου. Όσον αφορά την υποχρέωση διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο βλέπε απόφαση, της 29ης Οκτωβρίου 1980, στην υπόθεση C-138/79, Roquette Frères/Συμβούλιο, Συλλογή τόμος 1980/ΙΙΙ, σ. 313 και απόφαση, της 5ης Ιουλίου 1995, στην υπόθεση C-21/94, Κοινοβούλιο/Συμβούλιο, Συλλογή 1995, σ. I-1827, σημείο 17. Όσον αφορά την υποχρέωση της Ανωτάτης Αρχής να ζητά τη γνώμη του Συμβουλίου και της Συμβουλευτικής Επιτροπής βάσει της συνθήκης ΕΚΑΧ, βλέπε απόφαση, της 21ης Δεκεμβρίου 1954, στην υπόθεση 1/54, Γαλλική Δημοκρατία/Ανωτάτη Αρχή, Συλλογή 1954-1964, σ. 1 και απόφαση, της 21ης Δεκεμβρίου 1954, στην υπόθεση 2/54 Ιταλική Δημοκρατία/Ανωτάτη Αρχή, Συλλογή 1954-1964, σ. 5, η οποία επιβεβαιώνεται με την απόφαση, της 21ης Μαρτίου 1955, στην υπόθεση 6/54, Κυβέρνηση του Βασιλείου των Κάτω Χωρών/Ανωτάτη Αρχή, Συλλογή 1954-1964, σ. 13. Όσον αφορά το άρθρο 105 παράγραφος 4 της συνθήκης, στην υπόθεση C-11/00, της 10ης Ιουλίου 2003, Επιτροπή/Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Συλλογή 2003, σ. I-7147, ο γενικός εισαγγελέας Jacobs τόνισε ότι: «Η διαβούλευση με την ΕΚΤ για προτεινόμενα μέτρα του τομέα της αρμοδιότητάς της αποτελεί διαδικαστικό βήμα, που επιβάλλεται από διάταξη της συνθήκης, που είναι αναμφισβήτητα ικανό να επηρεάσει το περιεχόμενο των λαμβανομένων μέτρων. Η παράλειψη συμμορφώσεως προς τον όρο αυτό είναι, νομίζω, ικανή να οδηγήσει στην ακύρωση των ληφθέντων μέτρων» (προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Jacobs, της 3ης Οκτωβρίου 2002, σημείο 131).


Top