EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31999D0005(01)

Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 7ης Οκτωβρίου 1999, σχετικά με την πρόληψη της απάτης (ΕΚΤ/1999/5)

OJ L 291, 13.11.1999, p. 36–38 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
Special edition in Czech: Chapter 01 Volume 003 P. 147 - 149
Special edition in Estonian: Chapter 01 Volume 003 P. 147 - 149
Special edition in Latvian: Chapter 01 Volume 003 P. 147 - 149
Special edition in Lithuanian: Chapter 01 Volume 003 P. 147 - 149
Special edition in Hungarian Chapter 01 Volume 003 P. 147 - 149
Special edition in Maltese: Chapter 01 Volume 003 P. 147 - 149
Special edition in Polish: Chapter 01 Volume 003 P. 147 - 149
Special edition in Slovak: Chapter 01 Volume 003 P. 147 - 149
Special edition in Slovene: Chapter 01 Volume 003 P. 147 - 149

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/1999/726/oj

31999D0726

Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 7ης Οκτωβρίου 1999, σχετικά με την πρόληψη της απάτης (ΕΚΤ/1999/5)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 291 της 12/11/1999 σ. 0036 - 0038


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

της 7ης Οκτωβρίου 1999

σχετικά με την πρόληψη της απάτης

(ΕΚΤ/1999/5)

(1999/726/ΕΚ)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη:

το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (εφεξής καλούμενο "καταστατικό"), και ιδίως το άρθρο 12.3,

την πρόταση της εκτελεστικής επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ),

τη γνώμη της επιτροπής προσωπικού της ΕΚΤ,

Εκτιμώντας:

(1) ότι η ΕΚΤ, από κοινού με τα θεσμικά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και τα κράτη μέλη, αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων, καθώς και στις προσπάθειες για την καταπολέμηση της απάτης και των άλλων παράνομων δραστηριοτήτων που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων·

(2) ότι κατά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κολονίας τον Ιούνιο του 1999 εκφράσθηκε έντονα η επιθυμία η ΕΚΤ να ακολουθήσει τις προσπάθειες που καταβάλλονται από τα θεσμικά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την καταπολέμηση της απάτης στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

(3) ότι η ΕΚΤ αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην προστασία των ιδίων οικονομικών συμφερόντων, καθώς και στις προσπάθειες καταπολέμησης της απάτης και των άλλων παράνομων δραστηριοτήτων που θίγουν τα οικονομικά της συμφέροντα·

(4) ότι, για την επίτευξη των στόχων αυτών, πρέπει να χρησιμοποιούνται πλήρως όλα τα διαθέσιμα μέσα, ιδίως στο πλαίσιο των ερευνητικών καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στην ΕΚΤ και τα θεσμικά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και συγχρόνως να διατηρείται η τρέχουσα κατανομή και ισορροπία αρμοδιοτήτων μεταξύ της ΕΚΤ και των θεσμικών οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

(5) ότι τα θεσμικά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και τα κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα για την καταπολέμηση της απάτης και των άλλων παράνομων δραστηριοτήτων που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων δυνάμει του άρθρου 280 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (εφεξής καλούμενης "συνθήκη")·

(6) ότι η ανεξαρτησία της ΕΚΤ προβλέπεται από τη συνθήκη και το καταστατικό· ότι, σύμφωνα με τη συνθήκη και το καταστατικό, η ΕΚΤ διαθέτει ίδιο προϋπολογισμό και ίδιους οικονομικούς πόρους, χωριστούς από αυτούς των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

(7) ότι, προκειμένου να ενισχυθούν τα διαθέσιμα μέσα καταπολέμησης της απάτης, με την απόφαση 1999/352/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ(1), η Επιτροπή δημιούργησε, εντός των υπηρεσιών της, την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), η οποία είναι αρμόδια για τη διεξαγωγή διοικητικών ερευνών για το σκοπό αυτό·

(8) ότι η καταπολέμηση της απάτης και των άλλων παράνομων δραστηριοτήτων που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΚΤ αποτελεί βασική αρμοδιότητα της διεύθυνσης εσωτερικής επιθεώρησης και ότι η διεύθυνση αυτή είναι αρμόδια για τη διεξαγωγή διοικητικών ερευνών εντός της ΕΚΤ για το σκοπό αυτό·

(9) ότι η καταπολέμηση της απάτης και των άλλων παράνομων δραστηριοτήτων εντός της ΕΚΤ νοείται ότι καλύπτει δραστηριότητες παρόμοιες με εκείνες που ορίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην παράγραφο 1, πρώτο εδάφιο της διοργανικής συμφωνίας της 25ης Μαΐου 1999(2)·

(10) ότι, προς υποστήριξη και ενίσχυση της ανεξαρτησίας των δραστηριοτήτων της διεύθυνσης εσωτερικής επιθεώρησης στο πλαίσιο της καταπολέμησης της απάτης και των άλλων παράνομων δραστηριοτήτων που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΚΤ, η εν λόγω διεύθυνση πρέπει να λογοδοτεί επί των θεμάτων αυτών σε επιτροπή καταπολέμησης της απάτης η οποία να αποτελείται από εξωτερικά ανεξάρτητα μέλη με εξαιρετικά προσόντα,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Επιτροπή καταπολέμησης της απάτης της ΕΚΤ

1. Δημιουργείται επιτροπή καταπολέμησης της απάτης με σκοπό την ενίσχυση της ανεξαρτησίας της διεύθυνσης εσωτερικής επιθεώρησης κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων της και την υποβολή αναφορών σχετικά με όλα τα θέματα που αφορούν την πρόληψη και τον εντοπισμό της απάτης και των άλλων παράνομων δραστηριοτήτων που θίγονν τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΚΤ, καθώς και τη συμμόρφωση με τα σχετικά εσωτερικά πρότυπα ή/και κώδικες συμπεριφοράς της ΕΚΤ. Η σύνθεση και οι εξουσίες της επιτροπής καταπολέμησης της απάτης ορίζονται στο παρόν άρθρο.

2. Η επιτροπή καταπολέμησης της απάτης είναι αρμόδια τόσο για την τακτική παρακολούθηση, όσο και για την ορθή εκτέλεση των δραστηριοτήτων της διεύθυνσης εσωτερικής επιθεώρησης εντός της ΕΚΤ, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3. Η επιτροπή καταπολέμησης της απάτης απαρτίζεται από τρία εξωτερικά ανεξάρτητα μέλη, τα οποία διαθέτουν εξαιρετικά προσόντα σχετικά με τις δραστηριότητες της επιτροπής καταπολέμησης της απάτης. Διορίζονται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

4. Η θητεία των μελών της επιτροπής καταπολέμησης της απάτης είναι τριετής, μπορεί δε να ανανεωθεί μόνο μία φορά. Με τη λήξη της θητείας τους τα μέλη της επιτροπής εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρις ότου ανανεωθεί η θητεία τους ή μέχρις ότου αντικατασταθούν, ανάλογα με την περίπτωση.

5. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, τα μέλη της επιτροπής καταπολέμησης της απάτης ούτε ζητούν, ούτε δέχονται υποδείξεις από τα όργανα λήψης αποφάσεων της ΕΚΤ, από τα θεσμικά και άλλα όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, από τις κυβερνήσεις ή οιοδήποτε άλλο όργανο ή οργανισμό.

6. Η επιτροπή καταπολέμησης της απάτης διορίζει τον πρόεδρό της και θεσπίζει το δικό της εσωτερικό κανονισμό. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με την πλειοψηφία των μελών της.

7. Ο διευθυντής εσωτερικής επιθεώρησης διαβιβάζει ετησίως στην επιτροπή καταπολέμησης της απάτης το πρόγραμμα των δραστηριοτήτων της διεύθυνσής του, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 ανωτέρω. Η διεύθυνση εσωτερικής επιθεώρησης ενημερώνει τακτικά την επιτροπή καταπολέμησης της απάτης για τις εν λόγω δραστηριότητες, και ιδίως για τις έρευνές της, τα σχετικά αποτελέσματα και τις δράσεις που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο αυτό. Η επιτροπή καταπολέμησης της απάτης μπορεί, εφόσον αυτό κρίνεται σκόπιμο, να δίνει οδηγίες στη διεύθυνση εσωτερικής επιθεώρησης σχετικά με την εκτέλεση των δραστηριοτήτων αυτών.

Στην περίπτωση κατά την οποία μια έρευνα διαρκεί περισσότερο από έξι μήνες, ο διευθυντής εσωτερικής επιθεώρησης ενημερώνει την επιτροπή καταπολέμησης της απάτης σχετικά με τους λόγους για τους οποίους δεν έχει καταστεί δυνατή η ολοκλήρωση της έρευνας, αναφέροντας συγχρόνως την προβλεπόμενη ημερομηνία ολοκλήρωσής της. Σε αυτή την περίπτωση, η επιτροπή καταπολέμησης της απάτης ενημερώνει το διοικητικό συμβούλιο.

Ο διευθυντής εσωτερικής επιθεώρησης ενημερώνει την επιτροπή καταπολέμησης της απάτης σχετικά με τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η διοίκηση ή τα όργανα λήψης αποφάσεων της ΕΚΤ δεν ενεργούν σύμφωνα με συστάσεις που αφορούν ζήτημα πρόληψης ή εντοπισμού της απάτης ή τη συμμόρφωση με τα σχετικά εσωτερικά πρότυπα ή/και κώδικες συμπεριφοράς της ΕΚΤ. Ο διευθυντής εσωτερικής επιθεώρησης ενημερώνει την επιτροπή καταπολέμησης της απάτης σχετικά με τις περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι απαραίτητη η διαβίβαση πληροφοριών στις δικαστικές αρχές κράτους μέλους.

8. Η επιτροπή καταπολέμησης της απάτης υποβάλλει τουλάχιστον μία έκθεση ετησίως σχετικά με τις δραστηριόητές της στο διοικητικό συμβούλιο, τους εξωτερικούς ελεγκτές της ΕΚΤ και το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο. Η επιτροπή υποβάλλει εκθέσεις στο διοικητικό συμβούλιο, τους εξωτερικούς ελεγκτές της ΕΚΤ και το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο σχετικά με τα αποτελέσματα των ερευνών της διεύθυνσης εσωτερικής επιθεώρησης και τα μέτρα που λαμβάνονται σχετικά.

9. Η επιτροπή καταπολέμησης της απάτης είναι αρμόδια για τις σχέσεις με την επιτροπή εποπτείας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), η οποία αναφέρεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(3). Οι αρχές που διέπουν τις σχέσεις αυτές ορίζονται με απόφαση της ΕΚΤ.

10. Η επιτροπή καταπολέμησης της απάτης δύναται να ενημερώνει τις αρμόδιες εθνικές δικαστικές αρχές εφόσον υπάρχουν βάσιμα στοιχεία που υποδεικνύουν το ενδεχόμενο παραβίασης του εθνικού ποινικού δικαίου.

Άρθρο 2

Αρμοδιότητα υποβολής αναφορών επί των ζητημάτων απάτης

Σύμφωνα με την παρούσα απόφαση και τις διαδικασίες που ισχύουν εντός της ΕΚΤ, η διεύθυνση εσωτερικής επιθεώρησης είναι υπεύθυνη για τη διεξαγωγή ερευνών και την υποβολή αναφορών επί όλων των ζητημάτων που αφορούν την πρόληψη και τον εντοπισμό της απάτης και των άλλων παράνομων δραστηριοτήτων που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΚΤ, καθώς και αναφορικά με τη συμμόρφωση με τα σχετικά εσωτερικά πρότυπα ή/και κώδικες συμπεριφοράς της ΕΚΤ.

Άρθρο 3

Ανεξαρτησία

Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η διεύθυνση εσωτερικής επιθεώρησης είναι σε θέση να διεξάγει έρευνες και να υποβάλλει αναφορές επί όλων των ζητημάτων που σχετίζονται με την πρόληψη και τον εντοπισμό της απάτης με αποτελεσματικό τρόπο και τον απαιτούμενο βαθμό ανεξαρτησίας, ο διευθυντής εσωτερικής επιθεώρησης λογοδοτεί στην επιτροπή καταπολέμησης της απάτης η οποία αναφέρεται στο άρθρο 1 της παρούσας απόφασης για ζητήματα που σχετίζονται με την απάτη.

Άρθρο 4

Ενημέρωση των προσώπων που υποβάλλονται σε έρευνα

Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες από τη διερεύνηση περιπτώσεων απάτης προκύπτει το ενδεχόμενο προσωπικής εμπλοκής, ο διευθυντής εσωτερικής επιθεώρησης ενημερώνει τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ταχέως, εφόσον από την ενημέρωση αυτή δεν υπάρχει κίνδυνος να θιγεί η έρευνα. Δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να εξαχθούν συμπεράσματα με ονομαστική αναφορά σε πρόσωπα, προτού δοθεί στους ενδιαφερομένους η ευκαιρία να εκφράσουν την άποψή τους για όλα τα πραγματικά περιστατικά που τους αφορούν.

Εάν, κατά τη λήξη της έρευνας, δεν προκύψει επιβαρυντικό στοιχείο για το εγκαλούμενο πρόσωπο, η σχετική έρευνα τίθεται στο αρχείο χωρίς να δοθεί συνέχεια, με απόφαση του διευθυντή εσωτερικής επιθεώρησης, ο οποίος ενημερώνει εγγράφως τον ενδιαφερόμενο.

Άρθρο 5

Άσκηση των δραστηριοτήτων

Οι δραστηριότητες που αναφέρονται στην παρούσα απόφαση ασκούνται με βάση τους κανόνες των συνθηκών, και ιδίως το άρθρο 6 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και το πρωτόκολλο περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, λαμβανομένων υπόψη των όρων απασχόλησης του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, καθώς και των όρων βραχυπρόθεσμης απασχόλησης.

Οι υπάλληλοι της ΕΚΤ ενημερώνουν την επιτροπή καταπολέμησης της απάτης ή τη διεύθυνση εσωτερικής επιθεώρησης για κάθε περίπτωση απάτης ή παράνομης δραστηριότητας που θίγει τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΚΤ. Κάθε άλλο πρόσωπο δύναται επίσης να προβεί σε αυτή την ενέργεια. Οι υπάλληλοι της ΕΚΤ δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υφίστανται άνιση μεταχείριση ή διακρίσεις ως συνέπεια της συμβολής τους στις δραστηριότητες της επιτροπής καταπολέμησης της απάτης ή της διεύθυνσης εσωτερικής επιθεώρησης οι οποίες αναφέρονται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 6

Καταγγελίες

Οιοσδήποτε υπάλληλος της ΕΚΤ δύναται να υποβάλλει στην εκτελεστική επιτροπή ή την επιτροπή καταπολέμησης της απάτης καταγγελίες σχετικά με πράξη ή παράλειψη η οποία τον θίγει και η οποία διεπράχθη από τη διεύθυνση εσωτερικής επιθεώρησης στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 7

Απόρρητο

Οι πληροφορίες που αποκτώνται, υπό οποιαδήποτε μορφή, κατά τη διάρκεια των ερευνών σε περίπτωση απάτης καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 38 του καταστατικού. Τα μέλη της επιτροπής καταπολέμησης της απάτης υποχρεούνται να τηρούν το εν λόγω επαγγελματικό απόρρητο.

Άρθρο 8

Δημοσίευση και ημερομηνία έναρξης ισχύος

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει από την ημέρα δημοσίευσής της.

Φραγκφούρτη επί Μάιν, 7 Οκτωβρίου 1999.

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ

Willem F. DUISENBERG

(1) ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 20.

(2) ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 15.

(3) ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1.

Top