EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52011AB0042

Γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 4ης Μαΐου 2011 , αναφορικά με πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (CON/2011/42)

OJ C 159, 28.5.2011, p. 10–16 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

28.5.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 159/10


ΓΝΏΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 4ης Μαΐου 2011

αναφορικά με πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών

(CON/2011/42)

2011/C 159/05

Εισαγωγή και νομική βάση

Στις 2 Μαρτίου 2011 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έλαβε αίτημα του Συμβουλίου για τη διατύπωση γνώμης αναφορικά με πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (1) (εφεξής η «προτεινόμενη οδηγία»).

Η αρμοδιότητα της ΕΚΤ για τη διατύπωση γνώμης βασίζεται στα άρθρα 127 παράγραφος 4 και 282 παράγραφος 5 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς η προτεινόμενη οδηγία περιέχει διατάξεις που επηρεάζουν τη συμβολή του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) στην προώθηση της ομαλής άσκησης πολιτικών που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, σύμφωνα με το άρθρο 127 παράγραφος 5 της συνθήκης. Η παρούσα γνώμη εκδόθηκε από το διοικητικό συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 17.5 πρώτη περίοδος του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Γενικές παρατηρήσεις

1.

Η αποτελεσματική λειτουργία του πρόσφατα συσταθέντος Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας απαιτεί αλλαγές στην ενωσιακή νομοθεσία όσον αφορά το πεδίο λειτουργίας των τριών Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών (ΕΕΑ) (2) και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) (3). Εν προκειμένω, η προτεινόμενη οδηγία που τροποποιεί τη νομοθεσία στους τομείς της ασφάλισης και των τίτλων αξιών –κατ’ ουσίαν την οδηγία 2009/138/ΕΚ (4) και σε μικρότερο βαθμό την οδηγία 2003/71/ΕΚ (5)– συμπληρώνει το νομικό πλαίσιο που θεσπίστηκε ήδη με την οδηγία 2010/78/ΕΕ (6). Ως εκ τούτου, η παρούσα γνώμη θα πρέπει να εξετάζεται σε συνδυασμό με τη γνώμη CON/2010/23 (7) της ΕΚΤ.

2.

Η παρούσα γνώμη αξιολογεί την προτεινόμενη οδηγία από τη σκοπιά της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Οι παρατηρήσεις και οι προτάσεις διατύπωσης που περιλαμβάνονται στην παρούσα γνώμη επικεντρώνονται σε ζητήματα που αφορούν την αναμόρφωση της εποπτικής δομής, την εμπλοκή της ΕΚΤ, του ΕΣΚΤ και του ΕΣΣΚ, καθώς και ρυθμίσεις σχετικές με τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών με τις ΕΕΑ και τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται επίσης στην ανάγκη να διασφαλιστεί, όπου κρίνεται αναγκαίο, ομοιόμορφη προσέγγιση στο επίπεδο των διαφόρων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, τόσο προς διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού όσο και ως εργαλείο για εποπτική σύγκλιση.

Ειδικές παρατηρήσεις

Ευρωπαϊκό ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων για τον χρηματοπιστωτικό τομέα

3.

Η εκπόνηση Ευρωπαϊκού ενιαίου εγχειριδίου κανόνων για όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στην ενιαία αγορά (8), την οποία η ΕΚΤ υποστηρίζει πλήρως (9), προϋποθέτει i) ορθό εντοπισμό των τομέων που χρήζουν ρύθμισης μέσω κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενων και εκτελεστικών πράξεων, ii) πρόσφορη συμμετοχή των ΕΕΑ στην εκπόνηση των εν λόγω πράξεων, λαμβανομένης υπόψη της τεχνικής τους φύσης και της ανάγκης αξιοποίησης της υψηλής εξειδίκευσης των εποπτικών αρχών, και iii) υιοθέτηση ομοιόμορφης και συντονισμένης προσέγγισης σε όλους τους τομείς κατά τη θέσπιση των εν λόγω εκτελεστικών μέτρων.

Συμβουλευτικός ρόλος της ΕΚΤ όσον αφορά σχέδια κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενων και εκτελεστικών πράξεων

4.

Ενόψει του σημαντικού ρόλου που θα διαδραματίσουν οι πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση και οι εκτελεστικές πράξεις που θα εκδοθούν δυνάμει των άρθρων 290 και 291 της συνθήκης (10) ως ουσιώδες τμήμα του ενιαίου εγχειριδίου κανόνων, η ΕΚΤ διατυπώνει τις ακόλουθες παρατηρήσεις όσον αφορά την άσκηση του συμβουλευτικού της ρόλου δυνάμει του άρθρου 127 παράγραφος 4 και 282 παράγραφος 5 της συνθήκης.

Πρώτον, τα σχέδια κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενων ή εκτελεστικών πράξεων της Επιτροπής αποτελούν «προτεινόμενες πράξεις της Ένωσης» κατά την έννοια του άρθρου 127 παράγραφος 4 πρώτη περίπτωση και του άρθρου 282 παράγραφος 5 της συνθήκης. Τόσο οι κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενες όσο και οι εκτελεστικές πράξεις αποτελούν νομικές πράξεις της Ένωσης. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι περισσότερες γλωσσικές αποδόσεις του άρθρου 282 παράγραφος 5 της συνθήκης αναφέρονται σε «σχέδια» πράξεων της Ένωσης, επί των οποίων πρέπει να ζητείται η γνώμη της ΕΚΤ (11). Ως εκ τούτου, η υποχρέωση διαβούλευσης με την ΕΚΤ δεν μπορεί να περιορίζεται μόνο στις περιπτώσεις σχεδίων πράξεων που στηρίζονται σε πρόταση της Επιτροπής.

Δεύτερον, στην απόφαση σχετικά με την OLAF (12) το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι η υποχρέωση διαβούλευσης με την ΕΚΤ σκοπεί «κυρίως να εξασφαλίσει ότι ο συντάκτης της πράξεως θα εκδώσει την πράξη αφού ακούσει τον οργανισμό ο οποίος, λόγω των ειδικών αρμοδιοτήτων που ασκεί στο κοινοτικό πλαίσιο και στον συγκεκριμένο τομέα και λόγω του υψηλού βαθμού ειδίκευσης που τον χαρακτηρίζει είναι ιδιαίτερα σε θέση να συμβάλει επωφελώς στην προτεινόμενη διαδικασία εκδόσεως της πράξεως.».

Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, προκειμένου να αξιοποιούνται πλήρως τα οφέλη από την άσκηση του συμβουλευτικού ρόλου της ΕΚΤ, η γνώμη της θα πρέπει να ζητείται εγκαίρως για κάθε σχέδιο πράξης της Ένωσης που εμπίπτει στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της, περιλαμβανομένων των σχεδίων κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενων πράξεων και των σχεδίων εκτελεστικών πράξεων. Η ΕΚΤ θα ασκεί το συμβουλευτικό της ρόλο λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα χρονικά όρια για την έκδοση των εν λόγω πράξεων.

Ρυθμίσεις για την ανταλλαγή πληροφοριών

5.

Στο πλαίσιο των γενικής φύσης τροποποιήσεων που είναι κοινές σχεδόν για κάθε τομεακή νομοθεσία και αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση για τη λειτουργία των νέων αρχών, η ΕΚΤ επισημαίνει ότι είναι σημαντικό να διασφαλιστεί η θέσπιση, βάσει της σχετικής νομοθεσίας για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, κατάλληλων διαύλων ανταλλαγής πληροφοριών. Ως εκ τούτου, η ΕΚΤ προτείνει την τροποποίηση της οδηγίας 2009/138/ΕΚ κατά τρόπο ώστε αυτή να ευθυγραμμίζεται προς τις αντίστοιχες διατάξεις της οδηγίας 2006/48/ΕΚ (13), σύμφωνα με τις οποίες οι αρμόδιες αρχές και η ΕΑΑΕΣ δεν εμποδίζονται να διαβιβάζουν στις κεντρικές τράπεζες του ΕΣΚΤ, περιλαμβανομένης της ΕΚΤ, και, ενδεχομένως, σε άλλες δημόσιες αρχές επιφορτισμένες με την εποπτεία των συστημάτων πληρωμής, καθώς και στο ΕΣΣΚ, πληροφορίες σχετιζόμενες με τα καθήκοντά τους (14). Θα πρέπει επίσης να θεσπιστούν πρόσφορες ρυθμίσεις για την ανταλλαγή πληροφοριών σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.

Σύγκλιση μεταξύ τομέων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών

6.

Ενώ αναγνωρίζει ότι η προτεινόμενη οδηγία έχει περιορισμένο σκοπό, η ΕΚΤ θεωρεί ότι το νομοθετικό πλαίσιο της Ένωσης θα πρέπει να είναι ομοιόμορφο, κατά περίπτωση, στο επίπεδο των διαφόρων τομέων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, ήτοι να αποτρέπει τα φαινόμενα καταχρηστικής επιλογής του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας. Για παράδειγμα, η ΕΚΤ προτείνει να προαχθεί η διατομεακή σύγκλιση στις ακόλουθες περιπτώσεις:

6.1.   Μεταχείριση των χρηματοπιστωτικών συμμετοχών στον υπολογισμό των ιδίων κεφαλαίων: η ΕΚΤ θεωρεί ότι θα μπορούσε να ενισχυθεί η ομοιομορφία στη μεταχείριση των «συμμετοχών», τόσο εντός του ίδιου τομέα όσο και σε επίπεδο περισσότερων τομέων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, ώστε να αποτρέπονται φαινόμενα καταχρηστικής επιλογής του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας μεταξύ νομικών οντοτήτων ή/και μεταξύ οντοτήτων που ανήκουν στον ίδιο χρηματοπιστωτικό όμιλο ετερογενών δραστηριοτήτων (15). Η ΕΚΤ συστήνει, ιδίως, να ευθυγραμμιστούν περαιτέρω οι ορισμοί της συμμετοχής σε ασφαλιστικές επιχειρήσεις και σε πιστωτικά ιδρύματα, οι οποίοι περιλαμβάνονται στην οδηγία 2006/48/ΕΚ (16) και στην οδηγία 2009/138/ΕΚ (17), αντίστοιχα, καθώς και οι μέθοδοι που πρέπει να χρησιμοποιούνται σε επίπεδο ομίλου για την αντιμετώπιση του διπλού υπολογισμού των ιδίων κεφαλαίων λόγω ύπαρξης διατομεακών συμμετοχών (18). Η υποεπιτροπή χρηματοοικονομικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων που συστάθηκε με τους κανονισμούς ΕΕΑ (19) θα μπορούσε να διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο στην ενίσχυση της διατομεακής σύγκλισης.

6.2.   Προσέγγιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας: θα πρέπει να αξιολογηθούν περαιτέρω τα φαινόμενα προκυκλικότητας που ενδεχομένως απορρέουν από την εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου Φερεγγυότητα II και, κατά περίπτωση, η συμβολή στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα των αντικυκλικών μηχανισμών, περιλαμβανομένου του ασφάλιστρου μειωμένης ρευστότητας που αναφέρεται στην προτεινόμενη οδηγία.

6.3.   Πολιτικές και πλαίσια αποδοχών: ακολούθως προς τους σκοπούς της σύστασης της Επιτροπής (20), η ΕΚΤ γενικά επικροτεί τις υπό εξέλιξη εργασίες όσον αφορά τις πολιτικές και τα πλαίσια αποδοχών υπό το φως των μέτρων εφαρμογής του πλαισίου Φερεγγυότητα ΙΙ (21)· οι διεθνώς αναγνωρισμένες αρχές υψηλού επιπέδου για τις πολιτικές περί αποδοχών που έχουν εκπονηθεί για τις τράπεζες, καθώς και τα αντίστοιχα πρότυπα εφαρμογής (22), θα πρέπει να εφαρμόζονται και στον ασφαλιστικό τομέα (23), λαμβάνοντας υπόψη, όπου κρίνεται απαραίτητο, και τις ιδιαιτερότητες του εν λόγω τομέα.

6.4.   Πιστωτικές αξιολογήσεις: σύμφωνα με την προτεινόμενη οδηγία, η ΕΑΑΕΣ θα αναλάβει ορισμένα καθήκοντα όσον αφορά i) την αξιολόγηση της επιλεξιμότητας των οργανισμών εξωτερικής αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας (External credit assessment institutions — ECAI) και ii) την κατανομή των πιστοληπτικών αξιολογήσεών τους σε αντικειμενική κλίμακα βαθμίδων πιστοληπτικής ποιότητας (24), σε σχέση με τα οποία η Επιτροπή θα πρέπει να θεσπίσει λεπτομερή κριτήρια υπό τη μορφή κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενων πράξεων (25). Αν και η ΕΚΤ κατ’ αρχήν στηρίζει τα νέα αυτά καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΑΑΕΣ και αναγνωρίζει τις ιδιαιτερότητες κάθε τομέα χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, σημειώνει επίσης ότι η επιλεξιμότητα των οργανισμών εξωτερικής αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας ρυθμίζεται ήδη στο πλαίσιο της οδηγίας 2006/48/ΕΚ (26) και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 (27). Με βάση τα προαναφερθέντα και ενόψει της διατομεακής φύσης των εν λόγω ζητημάτων, η ΕΚΤ προτείνει, πριν ακόμη από τη λήψη οποιασδήποτε νομοθετικής δράσης, την εκπόνηση αξιολόγησης με τη συμμετοχή των τριών ΕΕΑ, προκειμένου να διασφαλιστεί ομοιομορφία και συνεργίες μεταξύ των συναφών τομεακών νομοθετημάτων της Ένωσης, περιλαμβανομένων και πιθανών εκτελεστικών μέτρων.

6.5.   Προσδιορισμός της επέλευσης «ασυνήθιστης πτώσης των χρηματοπιστωτικών αγορών»: σε περίπτωση μη συμμόρφωσης επιχείρησης ασφάλισης ή αντασφάλισης με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγυυότητας, η εποπτική αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης μπορεί να απαιτήσει τη λήψη των αναγκαίων μέτρων εντός μέγιστου χρονικού διαστήματος εννέα μηνών (28). Σε περίπτωση ασυνήθιστης πτώσης των χρηματοοικονομικών αγορών η εποπτική αρχή μπορεί να παρατείνει το διάστημα αυτό καταλλήλως, «λαμβάνοντας υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες» (29). Σύμφωνα με την προτεινόμενη οδηγία, η ΕΑΑΕΣ θα εξακριβώνει και θα δηλώνει ότι έχει επέλθει έκτακτη πτώση στις χρηματοπιστωτικές αγορές, σε σχέση με την οποία η Επιτροπή θα πρέπει θα εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, εξειδικεύοντας τις διαδικασίες που θα πρέπει να ακολουθήσει η ΕΑΑΕΣ με σκοπό να προσδιοριστεί η επέλευση μιας τέτοιας πτώσης και οι «παράγοντες» που πρέπει να ληφθούν υπόψη, περιλαμβανομένου του μέγιστου «ενδεδειγμένου χρονικού διαστήματος» (30). Η ΕΚΤ στηρίζει τον προτεινόμενο ρόλο που ανατίθεται στην ΕΑΑΕΣ ενόψει της διασφάλισης ομοιομορφίας στις προσεγγίσεις που ακολουθούνται στα διάφορα κράτη μέλη. Για τον ίδιο λόγο κρίνεται ίσως σκόπιμη η διαβούλευση με το ΕΣΣΚ και η εισαγωγή ποιοτικών και ποσοτικών κριτηρίων, μεθόδων και απαιτήσεων για τον προσδιορισμό των εν λόγω γεγονότων.

Θα πρέπει να διευκρινιστεί περαιτέρω η αλληλεπίδραση μεταξύ των δηλώσεων της ΕΑΑΕΣ ως προς την επέλευση ασυνήθιστης πτώσης των χρηματοπιστωτικών αγορών, των δηλώσεων του Συμβουλίου όσον αφορά τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης κατά την έννοια των κανονισμών ΕΕΑ (31), καθώς και των μέσων που λαμβάνουν οι εποπτικές αρχές σε εξαιρετικές περιστάσεις στην περίπτωση περαιτέρω επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης της ενδιαφερόμενης επιχείρησης (32).

Μεταβατικές διατάξεις

7.

Αν και η ΕΚΤ αντιλαμβάνεται τις ανάγκες θέσπισης μεταβατικών απαιτήσεων (33), ίσως κρίνεται περισσότερο ενδεδειγμένο να μειωθούν δραστικά σε ορισμένες περιπτώσεις τα μέγιστα δεκαετή χρονικά διαστήματα που προβλέπονται για τη θέσπιση ορισμένων μεταβατικών διατάξεων με σκοπό την παροχή των κατάλληλων κινήτρων για την έγκαιρη εφαρμογή της μεταρρύθμισης που εισάγει το πλαίσιο «Φερεγγυότητα II» (34). Ενδεικτικά, και ενόψει της σημασίας που έχει η ομοιόμορφη προσέγγιση στη διασφάλιση της ποιοτικής υποβολής στοιχείων, η εφαρμογή των μεθόδων και παραδοχών που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν στην αποτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού θα πρέπει να πραγματοποιείται σε εύλογο χρονικό ορίζοντα.

Στις περιπτώσεις που η ΕΚΤ υποδεικνύει την τροποποίηση της προτεινόμενης οδηγίας, το παράρτημα περιέχει συγκεκριμένες προτάσεις διατύπωσης συνοδευόμενες από την αντίστοιχη αιτιολογία.

Φρανκφούρτη, 4 Μαΐου 2011.

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Jean-Claude TRICHET


(1)  COM(2011) 8 τελικό.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12) κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/79/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48)·κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84) (εφεξής από κοινού οι «κανονισμοί ΕΕΑ»).

(3)  Βλ. κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 1) και κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1096/2010 του Συμβουλίου της 17ης Νοεμβρίου 2010 για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσον αφορά τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 162).

(4)  Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2009 για την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα ΙΙ) (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1).

(5)  Οδηγία 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Νοεμβρίου 2003 σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση και την τροποποίηση της οδηγίας 2001/34/ΕΚ (ΕΕ L 345 της 31.12.2003, σ. 64).

(6)  Οδηγία 2010/78/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 για τροποποίηση των οδηγιών 1998/26/ΕΚ, 2002/87/ΕΚ, 2003/6/ΕΚ, 2003/41/ΕΚ, 2003/71/ΕΚ, 2004/39/ΕΚ, 2004/109/ΕΚ, 2005/60/ΕΚ, 2006/48/ΕΚ, 2006/49/ΕΚ, και 2009/65/ΕΚ όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών), της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων) και της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών) (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 120).

(7)  Γνώμη CON/2010/23 της 18ης Μαρτίου 2010 σχετικά με πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 1998/26/ΕΚ, 2002/87/ΕΚ, 2003/6/ΕΚ, 2003/41/ΕΚ, 2003/71/ΕΚ, 2004/39/ΕΚ, 2004/109/ΕΚ, 2005/60/ΕΚ, 2006/48/ΕΚ, 2006/49/ΕΚ, και 2009/65/ΕΚ όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΕ C 87 της 1.4.2010, σ. 1).

(8)  Βλ π.χ. την αιτιολογική σκέψη 22 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και την αιτιολογική σκέψη 14 της οδηγίας 2010/78/ΕΕ.

(9)  Βλ π.χ. την παράγραφο 2 της γνώμης CON/2009/17 της 5ης Μαρτίου 2009 κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ όσον αφορά τράπεζες συνδεδεμένες με κεντρικούς οργανισμούς, ορισμένα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, τις εποπτικές ρυθμίσεις και τη διαχείριση κρίσεων (ΕΕ C 93 της 22.4.2009, σ. 3), την παράγραφο 2 της γνώμης CON/2010/5 της 8ης Ιανουαρίου 2010 αναφορικά με τρεις προτάσεις κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΕ C 13 της 20.1.2010, σ. 1) και την παράγραφο 1.3.1 της γνώμης CON/2010/23.

(10)  Τα άρθρα 290 και 291 της συνθήκης αποτελούν μέρος του έκτου μέρους, κεφάλαιο 2, τμήμα 1, με τίτλο «Οι νομικές πράξεις της Ένωσης».

(11)  Ο όρος σχέδιο πράξης της Ένωσης χρησιμοποιείται στις ακόλουθες γλωσσικές αποδόσεις του άρθρου 285 παράγραφος 5 της συνθήκης: βουλγαρική («проект на акт на Съюза»), ισπανική («proyecto de acto de la Unión»), δανική («udkast»), γερμανική («Entwurf für Rechtsakte der Union»), εσθονική («ettepanekute»), ελληνική («σχέδιο πράξης της Ένωσης»), γαλλική («projet d'acte de l'Union»), ιταλική («progetto di atto dell'Unione»), λεττονική («projektiem»), λιθουανική («Sąjungos aktų projektų»), ολλανδική («ontwerp van een handeling van de Unie»), πορτογαλική («projectos de acto da União»), ρουμανική («proiect de act al Uniunii»), σλοβακική («navrhovaných aktoch Únie»), σλοβενική («osnutki aktov Unije»), φιλανδική («esityksistä»), σουηδική («utkast»). Στην ιρλανδική απόδοση χρησιμοποιείται ο όρος «gniomh Aontais arna bheartu», ο οποίος αντιστοιχεί στην έννοια «σχεδιαζόμενες» πράξεις της Ένωσης.

(12)  Υπόθεση C-11/00, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Συλλογή 2003, σ. Ι-7147, ιδίως σκέψεις 110 και 111.

(13)  Βλ. άρθρο 49 και άρθρο 130 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ.

(14)  Βλ. π.χ. παραγράφους 13 έως 15 της γνώμης CON/2009/17 και παράγραφο 2.2 της γνώμης CON/2010/23.

(15)  Οδηγία 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων επενδύσεων χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων και για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 73/239/ΕΟΚ, 79/267/ΕΟΚ, 92/49/ΕΟΚ, 92/96/ΕΟΚ 93/6/ΕΟΚ και 93/22/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 98/78/ΕΚ και 2000/12/ΕΚ (ΕΕ L 35 της 11.2.2003, σ. 1).

(16)  Οδηγία 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2006 σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 1). Ιδίως άρθρο 4 παράγραφος 10 και άρθρο 57.

(17)  Βλ. το άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο β), όπως τροποποιείται με την προτεινόμενη οδηγία, σε συνδυασμό με το τρίτο εδάφιο του άρθρου 212 παράγραφος 2.

(18)  Βλ. ενδεικτικά διαφορές μεταξύ των ορισμών του «διαρκούς δεσμού» (durable link) και της «σημαντικής επιρροής» (significant influence) όσον αφορά την έννοια της συμμετοχής ή μεταξύ των ανωτάτων ορίων μείωσης, τα οποία κυμαίνονται μεταξύ 20 %, σύμφωνα με τη νομοθεσία για τις ασφαλιστικές εταιρείες, και 10 %, σύμφωνα με τη νομοθεσία για τις τράπεζες.

(19)  Βλ. άρθρο 57 παράγραφος 1 των κανονισμών ΕΕΑ.

(20)  Βλ., ιδίως, την αιτιολογική σκέψη 8 και τις παραγράφους 1.1 και 2.1 της σύστασης της Επιτροπής της 30ής Απριλίου 2009 σχετικά με τις πολιτικές αποδοχών στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών (ΕΕ L 120 της 15.5.2009, σ. 22).

(21)  Βλ. έγγραφο εργασίας της Επιτροπής (ΓΔ «Εσωτερική αγορά και υπηρεσίες») με τίτλο «Consultation paper on the UCITS depositary function and on the UCITS managers’ remuneration», 14.12.2010, σ. 26 (το έγγραφο είναι διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο http://ec.europa.eu/internal_market/consultations/docs/2010/ucits/consultation_paper_en.pdf).

(22)  Βλ., ιδίως, το άρθρο 22 και το παράρτημα V της οδηγίας 2006/48/EC και έγγραφο με τίτλο «CEBS Guidelines on Remuneration Policies and Practices», 10 Δεκεμβρίου 2010, διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο http://eba.europa.eu/cebs/media/Publications/Standards%20and%20Guidelines/2010/Remuneration/Guidelines.pdf

(23)  Βλ. έγγραφο με τίτλο «CEIOPS’ Advice for Level 2 Implementing Measures on Solvency II: Remuneration Issues», CEIOPS-DOC-51/09, διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο https://eiopa.europa.eu/fileadmin/tx_dam/files/consultations/consultationpapers/CP59/CEIOPS-DOC-51-09%20L2-Advice-Remuneration-Issues.pdf

(24)  Βλ. άρθρο 2 παράγραφος 20 της προτεινόμενης οδηγίας — νέο προτεινόμενο άρθρο 109α παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ.

(25)  Βλ. αιτιολογική σκέψη 18 και άρθρο 2 παράγραφος 21 της προτεινόμενης οδηγίας — νέο προτεινόμενο στοιχείο (ιδ) του άρθρου 111 παράγραφος 1 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ.

(26)  Βλ. άρθρο 81 έως 83, καθώς και παράρτημα VI, μέρος 2, της οδηγίας 2006/48/ΕΚ.

(27)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 1).

(28)  Άρθρο 138 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ.

(29)  Άρθρο 138 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ.

(30)  Άρθρο 2 παράγραφοι 30 και 31 της προτεινόμενης οδηγίας.

(31)  Άρθρο 18 των κανονισμών ΕΕΑ.

(32)  Άρθρο 138 παράγραφος 5 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ.

(33)  Κατά την προτεινόμενη οδηγία, τα μέγιστα χρονικά διαστήματα για τις μεταβατικές διατάξεις καθορίζονται στην οδηγία 2009/138/EK. Εντούτοις, το πραγματικό χρονικό διάστημα που επιλέγεται σε κάθε κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενη πράξη μπορεί να είναι μικρότερο (βλ. επίσης αιτιολογική σκέψη 30 της προτεινόμενης οδηγίας).

(34)  Άρθρο 75 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ — βλ. άρθρα 308α παράγραφος 5 και 308β στοιχείο ε) της προτεινόμενης οδηγίας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Προτάσεις διατύπωσης

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροποποιήσεις που προτείνει η ΕΚΤ (1)

Τροποποίηση 1

Άρθρο 2 της προτεινόμενης οδηγίας

Τροποποίηση της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, άρθρο 70

[Η προτεινόμενη οδηγία δεν περιλαμβάνει σχετική τροποποίηση.]

«Άρθρο 70

Διαβίβαση πληροφοριών σε κεντρικές Τράπεζες, νομισματικές αρχές, συστήματα πληρωμών overseas και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου

Υπό την επιφύλαξη του παρόντος τμήματος, οι εποπτικές αρχές μπορούν να διαβιβάζουν πληροφορίες που προορίζονται για την εκπλήρωση της αποστολής τους στους κάτωθι:

1)

κεντρικές τράπεζες του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και σε άλλες οντότητες με παρόμοια αποστολή, όταν ενεργούν με την ιδιότητα νομισματικής αρχής, εφόσον οι εν λόγω πληροφορίες είναι συναφείς προς τα προβλεπόμενα στο νόμο καθήκοντά τους, περιλαμβανομένης της άσκησης νομισματικής πολιτικής και της συναφούς παροχής ρευστότητας, της εποπτείας των συστημάτων πληρωμών, εκκαθάρισης και διακανονισμού και της διαφύλαξης της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος·

2)

εφόσον ενδείκνυται, άλλες εθνικές αρχές υπεύθυνες για την εποπτεία των συστημάτων πληρωμής.· και

3)

το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ), εφόσον οι εν λόγω πληροφορίες είναι συναφείς προς τα καθήκοντά του.

Οι εν λόγω αρχές ή οντότητες μπορούν επίσης να ανακοινώνουν στις εποπτικές αρχές τις πληροφορίες που αυτές τυχόν χρειάζονται για τους σκοπούς του άρθρου 67. Οι πληροφορίες που λαμβάνονται στο πλαίσιο αυτό υπόκεινται στις διατάξεις περί του επαγγελματικού απορρήτου, που καθορίζονται στο παρόν τμήμα.

Σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, περιλαμβανομένης κατάστασης από τις οριζόμενες στο άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, τα κράτη μέλη επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές να γνωστοποιούν, χωρίς καθυστέρηση, πληροφορίες στις εθνικές κεντρικές τράπεζες του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών, εφόσον οι εν λόγω πληροφορίες είναι συναφείς προς τα προβλεπόμενα στο νόμο καθήκοντά τους, περιλαμβανομένης της άσκησης νομισματικής πολιτικής και της συναφούς παροχής ρευστότητας, της εποπτείας των συστημάτων πληρωμών, εκκαθάρισης και διακανονισμού και της διαφύλαξης της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, καθώς και στο ΕΣΣΚ, εφόσον οι εν λόγω πληροφορίες είναι συναφείς προς τα καθήκοντά του.».

Αιτιολογία

Η τροποποίηση αποσκοπεί στην εναρμόνιση των ως άνω διατάξεων περί ανταλλαγής πληροφοριών με την ορολογία που χρησιμοποιείται στις άλλες οδηγίες σχετικά με τον χρηματοπιστωτικό τομέα, και σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, καθώς και στη διασφάλιση της πρόσβασης του ΕΣΣΚ σε πληροφορίες προερχόμενες από εποπτικές αρχές (βλ. και παράγραφο 5 της γνώμης).

Τροποποίηση 2

Άρθρο 2 παράγραφος 30 στοιχείο α) της προτεινόμενης οδηγίας

Τροποποίηση του άρθρου 138 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ

«Σε περίπτωση ασυνήθιστης πτώσης των χρηματοπιστωτικών αγορών, όπως καθορίζεται από την ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, η εποπτική αρχή μπορεί να παρατείνει το χρονικό διάστημα που καθορίζεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 κατά το ενδεδειγμένο χρονικό διάστημα, λαμβάνοντας υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες.».

«Σε περίπτωση ασυνήθιστης πτώσης των χρηματοπιστωτικών αγορών, όπως καθορίζεται από την ΕΑΑΕΣ σε διαβούλευση με το ΕΣΣΚ σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, η εποπτική αρχή μπορεί να παρατείνει το χρονικό διάστημα πουκαθορίζεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 κατά το ενδεδειγμένο χρονικό διάστημα, λαμβάνοντας υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες.».

Αιτιολογία

Ενόψει των πιθανών διατομεακών συστημικών συνεπειών ενός τέτοιου γεγονότος, θα πρέπει να λαμβάνει χώρα διαβούλευση με το ΕΣΣΚ, όπου αυτό κρίνεται πρόσφορο, σχετικά με τον προσδιορισμό της επέλευσης ασυνήθιστης πτώσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές (βλ. παράγραφο 6.5 της γνώμης).

Τροποποίηση 3

Άρθρο 2 παράγραφος 31 της προτεινόμενης οδηγίας

Τροποποίηση του άρθρου 143 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ

«1.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που εξειδικεύουν τις διαδικασίες οι οποίες πρέπει να ακολουθούνται από την ΕΑΑΕΣ για τον καθορισμό της ύπαρξης έκτακτης πτώσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές, και τους παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή του άρθρου 138 παράγραφος 4, συμπεριλαμβανομένου του μέγιστου ενδεδειγμένου χρονικού διαστήματος, εκφρασμένου σε συνολικό πλήθος μηνών, οι οποίες πρέπει να είναι ίδιες για όλες τις επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 138».

«1.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που εξειδικεύουν τις διαδικασίες οι οποίες πρέπει να ακολουθούνται από την ΕΑΑΕΣ για τον καθορισμό της ύπαρξης έκτακτης πτώσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές, και τους παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή του άρθρου 138 παράγραφος 4, συμπεριλαμβανομένων των μεθόδων, των ποιοτικών και ποσοτικών κριτηρίων και απαιτήσεων, του μέγιστου ενδεδειγμένου χρονικού διαστήματος, εκφρασμένου σε συνολικό πλήθος μηνών, οι οποίες πρέπει να είναι ίδιες για όλες τις επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 138».

Αιτιολογία

Σκοπός της τροποποίησης είναι να διασφαλίσει μια αντικειμενική αξιολόγηση τον προσδιορισμό της επέλευσης έκτακτης πτώσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές (βλ. παράγραφο 6.5 της γνώμης).

Τροποποίηση 4

Άρθρο 2 παράγραφος 61 της προτεινόμενης οδηγίας

Τροποποίηση του άρθρου 259 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ (νέα παράγραφος 4)

 

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

«4.   Η ΕΑΑΕΣ, εντός [XXX] ετών από [XXX] καταρτίζει έκθεση στην οποία αξιολογούνται τα φαινόμενα προκυκλικότητας που ενδεχομένως απορρέουν από την εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου Φερεγγυότητα II και, κατά περίπτωση, η συμβολή στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα των αντικυκλικών μηχανισμών, περιλαμβανομένου του ασφάλιστρου μειωμένης ρευστότητας που αναφέρεται στο άρθρο 77α.».

Αιτιολογία

Βλ. παράγραφο 6.2 της γνώμης.


(1)  Οι έντονοι χαρακτήρες στο κυρίως κείμενο αφορούν τα σημεία των οποίων την προσθήκη προτείνει η ΕΚΤ. Η χρήση διαγράμμισης στο κυρίως κείμενο αφορά τα σημεία των οποίων τη διαγραφή προτείνει η ΕΚΤ.


Top