EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32008O0013

Κατευθυντήρια γραμμή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 23ης Οκτωβρίου 2008 , που τροποποιεί την κατευθυντήρια γραμμή ΕΚΤ/2000/7 σχετικά με τα μέσα και τις διαδικασίες νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (ΕΚΤ/2008/13)

OJ L 36, 5.2.2009, p. 31–45 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/2011; καταργήθηκε από 32011O0014

ELI: http://data.europa.eu/eli/guideline/2009/99/oj

5.2.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 36/31


ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΉΡΙΑ ΓΡΑΜΜΉ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 23ης Οκτωβρίου 2008

που τροποποιεί την κατευθυντήρια γραμμή ΕΚΤ/2000/7 σχετικά με τα μέσα και τις διαδικασίες νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος

(ΕΚΤ/2008/13)

(2009/99/ΕΚ)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 105 παράγραφος 2 πρώτη περίπτωση,

το καταστατικό του ευρωπαϊκού συστήματος κεντρικών τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και ιδίως τα άρθρα 12.1 και 14.3, σε συνδυασμό με το άρθρο 3.1 πρώτη περίπτωση, το άρθρο 18.2 και το άρθρο 20 πρώτη παράγραφος,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η επίτευξη της ενιαίας νομισματικής πολιτικής συνεπάγεται την ανάγκη καθορισμού των μέσων και διαδικασιών που θα χρησιμοποιεί το Ευρωσύστημα, το οποίο αποτελείται από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ) των κρατών μελών που έχουν υιοθετήσει το ευρώ (εφεξής τα «συμμετέχοντα κράτη μέλη») και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), ενόψει της ομοιόμορφης εφαρμογής της εν λόγω πολιτικής σε όλα τα συμμετέχοντα κράτη μέλη.

(2)

Η ΕΚΤ διαθέτει την εξουσία έκδοσης των απαραίτητων κατευθυντήριων γραμμών για την εφαρμογή της ενιαίας νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος, οι δε ΕθνΚΤ υποχρεούνται να ενεργούν σύμφωνα με τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές.

(3)

Τα τεκταινόμενα σήμερα στις αγορές απαιτούν ορισμένες αλλαγές στη χάραξη και την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος. Ως εκ τούτου, ενδείκνυται η κατάλληλη τροποποίηση της κατευθυντήριας γραμμής ΕΚΤ/2000/7 της 31ης Αυγούστου 2000 σχετικά με τα μέσα και τις διαδικασίες νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (1), προκειμένου να ληφθούν υπόψη ιδίως τα ακόλουθα: i) οι αλλαγές στο πλαίσιο ελέγχου των κινδύνων και στους κανόνες σχετικά με την επιλεξιμότητα των ασφαλειών για τους σκοπούς της διενέργειας πιστοδοτικών πράξεων του Ευρωσυστήματος, ii) η αποδοχή ασφαλειών μη εκφρασμένων σε ευρώ υπό συγκεκριμένες έκτακτες περιστάσεις, iii) η ανάγκη θέσπισης διατάξεων σχετικά με τη μεταχείριση οντοτήτων που υπόκεινται σε δέσμευση περιουσιακών στοιχείων ή/και σε άλλα μέτρα που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Κοινότητα ή κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 2 της συνθήκης, και iv) η εναρμόνιση με τις νέες διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1745/2003 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 12ης Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με την εφαρμογή υποχρεωτικών ελάχιστων αποθεματικών (ΕΚΤ/2003/9) (2),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΓΡΑΜΜΗ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις των παραρτημάτων Ι και ΙΙ

Η κατευθυντήρια γραμμή ΕΚΤ/2000/7 τροποποιείται ως εξής:

1.

Το παράρτημα Ι τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα Ι της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής.

2.

Το παράρτημα ΙΙ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής.

Άρθρο 2

Επαλήθευση

Το αργότερο στις 30 Νοεμβρίου 2008 οι ΕθνΚΤ διαβιβάζουν στην ΕΚΤ λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τα κείμενα και τα μέσα βάσει των οποίων προτίθενται να συμμορφωθούν προς την παρούσα κατευθυντήρια γραμμή.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή αρχίζει να ισχύει την 1η Νοεμβρίου 2008. Το άρθρο 1 εφαρμόζεται από την 1η Φεβρουαρίου 2009.

Άρθρο 4

Αποδέκτες

Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή απευθύνεται στις ΕθνΚΤ των συμμετεχόντων κρατών μελών.

Φρανκφούρτη, 23 Οκτωβρίου 2008.

Για το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Jean-Claude TRICHET


(1)  ΕΕ L 310 της 11.12.2000, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 250 της 2.10.2003, σ. 10.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Το παράρτημα Ι της κατευθυντήριας γραμμής ΕΚΤ/2000/7 τροποποιείται ως εξής:

1.

Στον πίνακα περιεχομένων παρεμβάλλεται ο τίτλος της ενότητας 6.7 «Αποδοχή ασφαλειών μη εκφρασμένων σε ευρώ υπό έκτακτες περιστάσεις».

2.

Η ενότητα 1.3.1 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην πρώτη παράγραφο η τέταρτη πρόταση της υποσημείωσης 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι έκτακτες δημοπρασίες κατά κανόνα εκτελούνται εντός 90 λεπτών της ώρας.»

β)

Στην πρώτη παράγραφο η τελευταία πρόταση της πρώτης περίπτωσης αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης αποτελούν βασικό άξονα για την επιδίωξη των σκοπών των πράξεων ανοικτής αγοράς του Ευρωσυστήματος.»

3.

Στην ενότητα 2.2 οι δυο πρώτες προτάσεις της τέταρτης παραγράφου αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στις έκτακτες δημοπρασίες και τις διμερείς πράξεις οι ΕθνΚΤ συναλλάσσονται με αντισυμβαλλομένους που έχουν προεπιλέξει για συμμετοχή σε πράξεις εξομάλυνσης των βραχυχρόνιων διακυμάνσεων της ρευστότητας. Στις εν λόγω δημοπρασίες και πράξεις είναι δυνατόν να συμμετέχει ευρύτερο φάσμα αντισυμβαλλομένων.»

4.

Ο τίτλος της ενότητας 2.4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

5.

Στην ενότητα 3.1.2 η τελευταία πρόταση της πρώτης παραγράφου διαγράφεται.

6.

Στην ενότητα 3.1.3 η δεύτερη πρόταση της πρώτης παραγράφου διαγράφεται.

7.

Η ενότητα 4.1 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η πρώτη παράγραφος υπό τον τίτλο «Προϋποθέσεις πρόσβασης» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

««Τα ιδρύματα που πληρούν τα γενικά κριτήρια καταλληλότητας των αντισυμβαλλομένων, όπως ορίζονται στην ενότητα 2.1, έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στη διευκόλυνση οριακής χρηματοδότησης. Η πρόσβαση αυτή παρέχεται μέσω της ΕθνΚΤ του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το ίδρυμα. Πρόσβαση στη διευκόλυνση οριακής χρηματοδότησης παρέχεται μόνο κατά τις ημέρες λειτουργίας (1) του TARGET2 (2). Τις ημέρες κατά τις οποίες δεν λειτουργούν τα αντίστοιχα ΣΔΤ, η πρόσβαση στις διευκολύνσεις οριακής χρηματοδότησης παρέχεται βάσει περιουσιακών στοιχείων τα οποία έχουν προκατατεθεί ως ασφάλεια στις ΕθνΚΤ.

β)

Υπό τον τίτλο «Προϋποθέσεις πρόσβασης» η υποσημείωση 4 της τρίτης παραγράφου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(4)

Οι ημέρες αργίας του TARGET2 ανακοινώνονται μέσω του δικτυακού τόπου της ΕΚΤ (www.ecb.europa.eu), καθώς και μέσω των δικτυακών τόπων του Ευρωσυστήματος (βλέπε προσάρτημα 5).»

γ)

Υπό τον τίτλο «Προϋποθέσεις πρόσβασης» η υποσημείωση 5 της τρίτης παραγράφου διαγράφεται.

8.

Στην ενότητα 4.2, υπό τον τίτλο «Προϋποθέσεις πρόσβασης», η υποσημείωση 12 της δεύτερης παραγράφου διαγράφεται.

9.

Στην ενότητα 5.1.3 η τελευταία πρόταση της δεύτερης παραγράφου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στις έκτακτες δημοπρασίες που δεν ανακοινώνονται εκ των προτέρων στο κοινό οι ΕθνΚΤ επικοινωνούν απευθείας με τους επιλεγμένους αντισυμβαλλόμενους. Δυνατότητα απευθείας επικοινωνίας της ΕθνΚΤ με τους επιλεγμένους αντισυμβαλλομένους υπάρχει και στις έκτακτες δημοπρασίες που ανακοινώνονται στο κοινό.»

10.

Στην ενότητα 5.3.3 η υποσημείωση 12 της πρώτης παραγράφου διαγράφεται.

11.

Στην ενότητα 6.2 η δεύτερη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το Ευρωσύστημα παρέχει στους αντισυμβαλλομένους ενημέρωση σχετικά με την καταλληλότητα περιουσιακών στοιχείων για χρήση τους ως ασφάλειας στο Ευρωσύστημα μόνο στην περίπτωση που ήδη εκδοθέντα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία ή υφιστάμενα μη εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία υποβάλλονται στο Ευρωσύστημα ως ασφάλεια. Συνεπώς δεν παρέχεται ενημέρωση πριν από την έκδοση.»

12.

Η ενότητα 6.2.1, υπό τον τίτλο «Είδος περιουσιακού στοιχείου», τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Στο στοιχείο α) της πρώτης παραγράφου μετά τη φράση «άνευ αιρέσεων κεφάλαιο» παρεμβάλλεται η ακόλουθη υποσημείωση 5:

«(5)

Τα ομόλογα με πιστοποιητικά απόκτησης μετοχών (warrants) ή άλλα παρόμοια δικαιώματα δεν είναι αποδεκτά.»

β)

Η τέταρτη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία εξασφαλίζουν τους τίτλους που προέρχονται από τιτλοποίηση και παράγουν εισοδηματική ροή, πρέπει να πληρούν τους παρακάτω όρους:

α)

η απόκτησή τους να διέπεται από το δίκαιο κράτους μέλους της ΕΕ,

β)

να μεταβιβάζονται από τον αρχικό δικαιούχο της απαίτησης ή ορισμένο ενδιάμεσο φορέα προς την εταιρεία ειδικού σκοπού που διενεργεί την τιτλοποίηση, με τρόπο που το Ευρωσύστημα να θεωρεί ότι συνιστά «γνήσια πώληση» αντιτάξιμη κατά παντός τρίτου, και να βρίσκονται πέραν του ελέγχου του αρχικού δικαιούχου της απαίτησης και των πιστωτών του, ακόμη και σε περίπτωση αφερεγγυότητας του αρχικού δικαιούχου της απαίτησης, και

γ)

να μη συνίστανται –στο σύνολό τους ή εν μέρει, πραγματικά ή δυνάμει– σε ομόλογα συνδεδεμένα με τον πιστωτικό κίνδυνο ενός υποκείμενου μέσου ή σε παρόμοιες απαιτήσεις που προκύπτουν από μεταφορά του πιστωτικού κινδύνου μέσω πιστωτικών παραγώγων.»

γ)

Η πέμπτη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στο πλαίσιο δομημένης έκδοσης, μια σειρά (tranche) ή υποσειρά (sub-tranche) είναι αποδεκτή εφόσον δεν εξαρτάται από άλλες σειρές της ίδιας έκδοσης. Η σειρά (ή υποσειρά) θεωρείται μη εξαρτώμενη έναντι άλλων σειρών (ή υποσειρών) της ίδιας έκδοσης εάν, κατά τα προβλεπόμενα στο ενημερωτικό δελτίο που περιέχει τους όρους της έκδοσης και με βάση την κατάταξη των απαιτήσεων σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης, η εν λόγω σειρά (ή υποσειρά) εξοφλείται (κατά κεφάλαιο και τόκους) πριν από κάθε άλλη σειρά ή υποσειρά ή είναι η τελευταία που βαρύνεται με ζημίες μεταξύ των διαφόρων σειρών ή υποσειρών μιας δομημένης έκδοσης.»

13.

Στην ενότητα 6.2.1, υπό τον τίτλο «Τόπος έκδοσης», η πρώτη πρόταση της υποσημείωσης 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Από την 1η Ιανουαρίου 2007 τα διεθνή χρεόγραφα με μορφή τίτλων στον κομιστή που εκδίδονται μέσω των διεθνών κεντρικών αποθετηρίων αξιών Eurolear Bank (Βέλγιο) και Clearstream Banking Luxembourg είναι αποδεκτά μόνο εφόσον εκδίδονται με τη μορφή των νέων ενιαίων τίτλων (New Global Notes - NGN) και είναι κατατεθειμένα σε κοινό θεματοφύλακα που είναι διεθνές κεντρικό αποθετήριο αξιών (ICSD) ή, κατά περίπτωση, κεντρικό αποθετήριο αξιών ανταποκρινόμενο στα ελάχιστα πρότυπα που θέτει η ΕΚΤ.»

14.

Η ενότητα 6.2.2, υπό τον τίτλο «Δανειακές απαιτήσεις», τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Στην πρώτη περίπτωση της πρώτης παραγράφου, η τελευταία πρόταση της πρώτης παραγράφου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι δανειακές απαιτήσεις δεν θα πρέπει να παρέχουν δικαιώματα επί του κεφαλαίου ή/και των τόκων εξαρτώμενα από τα δικαιώματα δικαιούχων άλλων δανειακών απαιτήσεων (ή άλλων σειρών ή υποσειρών του ίδιου κοινοπρακτικού δανείου) ή κομιστών χρεογράφων του ίδιου εκδότη.»

β)

Στην πρώτη περίπτωση της πρώτης παραγράφου, μετά τη δεύτερη πρόταση της δεύτερης παραγράφου παρεμβάλλεται το ακόλουθο κείμενο:

«Αποδεκτές είναι εξάλλου και οι δανειακές απαιτήσεις των οποίων το επιτόκιο συνδέεται με την εξέλιξη του πληθωρισμού.»

γ)

Στην πέμπτη περίπτωση της πρώτης παραγράφου η υποσημείωση 20 διαγράφεται.

15.

Η ενότητα 6.2.3, υπό τον τίτλο «Κανόνες για τη χρήση των αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων», τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Τα σημεία i) έως iii) της τρίτης παραγράφου αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«i)

ο αντισυμβαλλόμενος κατέχει άμεσα ή έμμεσα, μέσω μιας ή περισσότερων άλλων επιχειρήσεων, το 20 % ή άνω του κεφαλαίου του εκδότη/οφειλέτη/εγγυητή ή

ii)

ο εκδότης/οφειλέτης/εγγυητής κατέχει άμεσα ή έμμεσα, μέσω μιας ή περισσότερων άλλων επιχειρήσεων, το 20 % ή άνω του κεφαλαίου του αντισυμβαλλομένου ή

iii)

τρίτος κατέχει άμεσα ή έμμεσα, μέσω μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων, άνω του 20 % του κεφαλαίου του αντισυμβαλλομένου και άνω του 20 % του κεφαλαίου του εκδότη/οφειλέτη/εγγυητή.»

β)

Η τέταρτη και η πέμπτη παράγραφος αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η παραπάνω διάταξη σχετικά με τους στενούς δεσμούς δεν ισχύει για: α) στενούς δεσμούς μεταξύ του αντισυμβαλλομένου και των δημοσίων αρχών των χωρών του ΕΟΧ ή σε περίπτωση που ο εγγυητής των χρεογράφων είναι δημόσιος φορέας ο οποίος δικαιούται να επιβάλλει φόρους, β) καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες που εκδίδονται σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 22 παράγραφος 4 της οδηγίας για τους ΟΣΕΚΑ ή γ) περιπτώσεις όπου τα χρεόγραφα καλύπτονται από συγκεκριμένες νομικές διασφαλίσεις συγκρίσιμες με εκείνες της περίπτωσης β), όπως στην περίπτωση των μη εμπορεύσιμων RMBD τα οποία δεν είναι τίτλοι.

Επιπλέον, ο αντισυμβαλλόμενος δεν επιτρέπεται να προσκομίσει ως ασφάλεια τίτλο προερχόμενο από τιτλοποίηση για τον οποίο ο ίδιος (ή τρίτος με τον οποίο διατηρεί στενούς δεσμούς) παρέχει κάλυψη έναντι του συναλλαγματικού κινδύνου συνάπτοντας πράξη αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου με τον εκδότη του τίτλου ή παρέχει διευκολύνσεις ρευστότητας για ποσοστό ίσο ή μεγαλύτερο του 20 % του ανεξόφλητου υπολοίπου του τίτλου.»

γ)

Ο πίνακας 4 με τίτλο «Αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία για τις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος» ενημερώνεται ως ακολούθως:

η υποσημείωση 4 διαγράφεται,

στη στήλη όπου παρατίθενται τα κριτήρια καταλληλότητας, η φράση «Εφαρμοστέο δίκαιο στην περίπτωση των δανειακών απαιτήσεων» αντικαθίσταται από τη φράση «Εφαρμοστέο δίκαιο»,

στη δέκατη σειρά της στήλης όπου παρατίθενται τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία, η φράση «Δεν αφορά την περίπτωση» αντικαθίσταται από τη φράση «Για τίτλους προερχόμενους από τιτλοποίηση η απόκτηση των υποκείμενων περιουσιακών στοιχείων πρέπει να διέπεται από το δίκαιο κράτους μέλους τη ΕΕ.»

16.

Η ενότητα 6.3.1 τροποποιείται ως εξής:

α)

Ως τέταρτη παράγραφος παρεμβάλλεται το ακόλουθο κείμενο:

«Προκειμένου για τους ECAI, οι αξιολογήσεις πρέπει να βασίζονται σε δημοσιευμένες διαβαθμίσεις. Το Ευρωσύστημα διατηρεί το δικαίωμα να ζητήσει οποιαδήποτε αναγκαία κατά την κρίση του διευκρίνιση. Για τίτλους προερχόμενους από τιτλοποίηση οι αξιολογήσεις πρέπει να επεξηγούνται σε έκθεση πιστοληπτικής διαβάθμισης προσιτή στο κοινό (δηλαδή σε λεπτομερή έκθεση πριν από τη διάθεση των τίτλων ή νέα έκδοση), η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, διεξοδική ανάλυση των διαρθρωτικών και νομικών ζητημάτων, λεπτομερή αξιολόγηση του χαρτοφυλακίου ασφαλειών, καθώς και ανάλυση των συμμετεχόντων στη συναλλαγή και κάθε άλλης σημαντικής ιδιομορφίας της συναλλαγής. Επιπλέον, οι ECAI πρέπει να δημοσιεύουν τακτικές εκθέσεις επίβλεψης για τους τίτλους αυτούς τουλάχιστον ανά τρίμηνο (3). Οι εκθέσεις αυτές θα πρέπει τουλάχιστον να περιέχουν επικαιροποιημένα τα βασικά στοιχεία των συναλλαγών (π.χ. σύνθεση του χαρτοφυλακίου ασφαλειών, συμμετέχοντες στη συναλλαγή, κεφαλαιακή διάρθρωση), καθώς και στοιχεία επιδόσεων.

β)

Στην πέμπτη παράγραφο η υποσημείωση 26 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ως “Single ΑΑΑ” νοείται κάθε μακροπρόθεσμη πιστοληπτική διαβάθμιση “Α-”, διενεργούμενη από τους οίκους Fitch ή Standard & Poor’s ή διαβάθμιση “Α3”, διενεργούμενη από τον οίκο Moody’s, ή διαβάθμιση “AL”, διενεργούμενη από τον οίκο DBRS.»

γ)

Η έκτη και η έβδομη παράγραφος αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το Ευρωσύστημα διατηρεί το δικαίωμα να αποφαίνεται αν η έκδοση, ο εκδότης, ο οφειλέτης ή ο εγγυητής πληροί τα απαιτούμενα υψηλά κριτήρια πιστοληπτικής διαβάθμισης με βάση οποιεσδήποτε συναφείς κατά την κρίση του πληροφορίες και δικαιούται να απορρίπτει ή να περιορίζει τη χρήση περιουσιακών στοιχείων ή να εφαρμόζει συμπληρωματικές περικοπές αποτίμησης για τέτοιου είδους λόγους, εάν αυτό είναι αναγκαίο για να διασφαλιστεί η επαρκής προστασία του Ευρωσυστήματος από τους κινδύνους, σύμφωνα με το άρθρο 18.1 του Καταστατικού ΕΣΚΤ. Αυτά τα μέτρα μπορούν να εφαρμόζονται και σε συγκεκριμένους αντισυμβαλλομένους, ιδίως εάν η πιστοληπτική τους ικανότητα φαίνεται να έχει υψηλή θετική συσχέτιση με την ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων που προσκομίζουν ως ασφάλεια. Σε περίπτωση που η εν λόγω απόρριψη βασίζεται σε πληροφορίες εποπτικής φύσεως, οι πληροφορίες οι οποίες διαβιβάζονται είτε από τους αντισυμβαλλομένους είτε από τις εποπτικές αρχές πρέπει να χρησιμοποιούνται στην έκταση που αυτό είναι εύλογο και αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων του Ευρωσυστήματος όσον αφορά την άσκηση νομισματικής πολιτικής.

Περιουσιακά στοιχεία των οποίων ο εκδότης ή ο εγγυητής υπόκειται σε δέσμευση κεφαλαίων ή/και σε άλλα μέτρα περιοριστικά της χρήσης των κεφαλαίων του, που έχουν επιβληθεί από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα ή από κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 2 της συνθήκης, ή στην περίπτωση του οποίου με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ έχει ανασταλεί ή αποκλειστεί η πρόσβασή του στις πράξεις ανοικτής αγοράς ή τις πάγιες διευκολύνσεις του Ευρωσυστήματος, δύνανται να εξαιρεθούν από τον κατάλογο των αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων.»

17.

Στην ενότητα 6.3.4, υπό τον τίτλο «Οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (ECAI)», στη δεύτερη περίπτωση της πρώτης παραγράφου η πρώτη πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι ECAI πρέπει να πληρούν λειτουργικά κριτήρια και να παρέχουν κατάλληλη κάλυψη ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή του ECAF.»

18.

Η ενότητα 6.4.1 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η τελευταία πρόταση της δεύτερης παραγράφου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα μέτρα ελέγχου κινδύνων είναι σε γενικές γραμμές εναρμονισμένα στη ζώνη του ευρώ (4) και οφείλουν να διασφαλίζουν ισοτιμία, διαφάνεια και ομοιομορφία στη μεταχείριση κάθε είδους αποδεκτού περιουσιακού στοιχείου σε όλη τη ζώνη του ευρώ.

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Το Ευρωσύστημα διατηρεί το δικαίωμα να εφαρμόζει πρόσθετα μέτρα ελέγχου κινδύνων εάν αυτό απαιτείται για να διασφαλιστεί η επαρκής προστασία του από τους κινδύνους, σύμφωνα με το άρθρο 18.1 του καταστατικού ΕΣΚΤ. Αυτά τα μέτρα ελέγχου κινδύνων, τα οποία πρέπει να εφαρμόζονται με ομοιόμορφο, διάφανή και ισότιμο τρόπο, μπορούν επίσης να εφαρμοστούν και για μεμονωμένους αντισυμβαλλομένους, εάν αυτό είναι αναγκαίο για τους προαναφερθέντες λόγους προστασίας του Ευρωσυστήματος.»

γ)

Το πλαίσιο 7 με τίτλο «Μέτρα ελέγχου κινδύνων» αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«ΠΛΑΙΣΙΟ 7

Μέτρα ελέγχου κινδύνων

Το Ευρωσύστημα εφαρμόζει τα εξής μέτρα ελέγχου κινδύνων:

Περικοπές αποτίμησης

Το Ευρωσύστημα, κατά την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων που παρέχονται ως ασφάλεια, εφαρμόζει περικοπές αποτίμησης. Αυτό συνεπάγεται ότι η αξία κάθε περιουσιακού στοιχείου υπολογίζεται ως η αγοραία αξία του μείον ένα ορισμένο ποσοστό (περικοπή).

Περιθώρια διαφορών αποτίμησης (αποτίμηση σε τρέχουσες τιμές της αγοράς)

Το Ευρωσύστημα απαιτεί να διατηρείται διαχρονικά η προσαρμοσμένη (μετά την περικοπή αποτίμησης) αγοραία τιμή των περιουσιακών στοιχείων που χρησιμοποιούνται ως ασφάλεια στις αντιστρεπτέες συναλλαγές του για παροχή ρευστότητας. Αυτό συνεπάγεται ότι, εάν η αξία των περιουσιακών στοιχείων, όπως υπολογίζεται σε τακτά χρονικά διαστήματα, μειωθεί κάτω από ένα καθορισμένο επίπεδο, η ΕθνΚΤ θα απαιτήσει από τον αντισυμβαλλόμενο να προσκομίσει πρόσθετα περιουσιακά στοιχεία ή μετρητά (δηλαδή θα ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός κάλυψης διαφορών αποτίμησης). Αντίστοιχα, εάν η αξία των περιουσιακών στοιχείων, μετά από κάποια ανατίμηση, υπερβαίνει ένα καθορισμένο επίπεδο, ο αντισυμβαλλόμενος μπορεί να ζητήσει να του επιστραφούν τα πλεονάζοντα περιουσιακά στοιχεία ή μετρητά. (Οι υπολογισμοί που συνδέονται με τη λειτουργία του μηχανισμού κάλυψης διαφορών αποτίμησης παρουσιάζονται στο πλαίσιο 8).

Το Ευρωσύστημα δύναται επίσης οποτεδήποτε να εφαρμόζει τα ακόλουθα μέτρα ελέγχου κινδύνων, εάν αυτό απαιτείται για να διασφαλιστεί η επαρκής προστασία του από τους κινδύνους, σύμφωνα με το άρθρο 18.1 του καταστατικού ΕΣΚΤ:

Αρχικά περιθώρια

Το Ευρωσύστημα δύναται να εφαρμόσει αρχικά περιθώρια στις αντιστρεπτέες συναλλαγές παροχής ρευστότητας. Σ’ αυτή την περίπτωση, οι αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να παραδίδουν ως ασφάλεια περιουσιακά στοιχεία αξίας τουλάχιστον ίσης προς τη ρευστότητα που τους παρέχεται από το Ευρωσύστημα συν την αξία του αρχικού περιθωρίου.

Όρια που αφορούν τους εκδότες/οφειλέτες ή εγγυητές

Το Ευρωσύστημα δύναται να εφαρμόζει όρια στα χρηματοδοτικά ανοίγματα προς του εκδότες/οφειλέτες ή εγγυητές. Αυτά τα όρια μπορούν να εφαρμόζονται και σε συγκεκριμένους αντισυμβαλλομένους, ιδίως εάν η πιστοληπτική τους ικανότητα φαίνεται να έχει υψηλή θετική συσχέτιση με την ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων που προσκομίζουν ως ασφάλεια.

Πρόσθετες εγγυήσεις

Το Ευρωσύστημα δύναται να απαιτήσει πρόσθετες εγγυήσεις από οικονομικά εύρωστους φορείς προκειμένου να δεχθεί ορισμένα περιουσιακά στοιχεία.

Αποκλεισμός

Το Ευρωσύστημα δύναται να αποκλείει τη χρήση ορισμένων περιουσιακών στοιχείων στις πράξεις νομισματικής πολιτικής. Αυτός ο αποκλεισμός μπορεί επίσης να εφαρμόζεται και σε συγκεκριμένους αντισυμβαλλομένους, ιδίως εάν η πιστοληπτική τους ικανότητα φαίνεται να έχει υψηλή θετική συσχέτιση με την ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων που προσκομίζουν ως ασφάλεια.

Περιουσιακά στοιχεία των οποίων ο εκδότης ή ο εγγυητής υπόκειται σε δέσμευση κεφαλαίων ή/και σε άλλα μέτρα περιοριστικά της χρήσης των κεφαλαίων του, που επιβάλλει Ευρωπαϊκή Κοινότητα ή κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 2 της συνθήκης, ή στην περίπτωση του οποίου με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ έχει ανασταλεί ή αποκλειστεί η πρόσβαση στις πράξεις ανοικτής αγοράς ή τις πάγιες διευκολύνσεις του Ευρωσυστήματος, δύνανται να εξαιρεθούν από τον κατάλογο των αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων.»

19.

Η ενότητα 6.4.2 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην πρώτη παράγραφο η πρώτη πρόταση της πρώτης περίπτωσης αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία κατατάσσονται σε πέντε κατηγορίες, με βάση την ταξινόμηση του εκδότη και το είδος του περιουσιακού στοιχείου.»

β)

Στην πρώτη παράγραφο η τρίτη πρόταση της δεύτερης περίπτωσης αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι περικοπές που εφαρμόζονται στις κατηγορίες Ι έως ΙV ποικίλλουν ανάλογα με την εναπομένουσα διάρκεια και τη διάρθρωση των τοκομεριδίων των χρεογράφων, όπως περιγράφεται στον πίνακα 7 για τα αποδεκτά εμπορεύσιμα χρεόγραφα σταθερού τοκομεριδίου και μηδενικού τοκομεριδίου (5).

γ)

Στην πρώτη παράγραφο παρεμβάλλονται η τρίτη και τέταρτη περίπτωση, ως ακολούθως:

«—

Τα επιμέρους χρεόγραφα της κατηγορίας V υπόκεινται σε μία μόνο περικοπή αποτίμησης 12 %, ανεξαρτήτως της διάρκειας και της διάρθρωσης των τοκομεριδίων.

Τα επιμέρους χρεόγραφα της κατηγορίας V, η θεωρητική τιμή των οποίων υπολογίζεται σύμφωνα με την ενότητα 6.5, υπόκεινται σε πρόσθετη περικοπή αποτίμησης. Αυτή εφαρμόζεται απευθείας επί της θεωρητικής αποτίμησης εκάστου χρεογράφου ως ποσοστό 5 % (valuation markdown).»

δ)

Ο πίνακας 6 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«ΠΙΝΑΚΑΣ 6

Κατηγορίες ρευστότητας για τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία (6)

Κατηγορία I

Κατηγορία II

Κατηγορία III

Κατηγορία IV

Κατηγορία V

Χρεόγραφα κεντρικής κυβέρνησης

Χρεόγραφα τοπικών και περιφερειακών κυβερνήσεων

Παραδοσιακές καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες

Χρεόγραφα πιστωτικών ιδρυμάτων (μη εξασφαλισμένα)

Τίτλοι προερχόμενοι από τιτλοποίηση (asset-backed securities

Χρεόγραφα εκδοθέντα από κεντρικές τράπεζες (7)

Καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες τύπου Jumbo (8)

Χρεόγραφα ειδικών φορέων-εκδοτών χρεογράφων (9)

Χρεόγραφα υπερεθνικών οργανισμών

Χρεόγραφα εκδοθέντα από εταιρείες και άλλους εκδότες (9)

 

 

ε)

Η τρίτη, η τέταρτη και η πέμπτη περίπτωση αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

Οι περικοπές αποτίμησης που εφαρμόζονται σε όλα τα εμπορεύσιμα χρεόγραφα αντιστρόφως κυμαινόμενου επιτοκίου των κατηγοριών Ι έως ΙV είναι ίδιες και περιγράφονται στον πίνακα 8.

Η περικοπή που εφαρμόζεται στα εμπορεύσιμα χρεόγραφα των κατηγοριών Ι έως IV με τοκομερίδιο κυμαινόμενου επιτοκίου (10) είναι αυτή που εφαρμόζεται στο κλιμάκιο διάρκειας «0-1 έτος» για τους τίτλους σταθερού επιτοκίου της ίδιας κατηγορίας ρευστότητας.

Τα μέτρα ελέγχου κινδύνων που εφαρμόζονται στα εμπορεύσιμα χρεόγραφα των κατηγοριών Ι έως IV με περισσότερα είδη τοκομεριδίων εξαρτώνται μόνο από τα είδη τοκομεριδίων που ισχύουν κατά την εναπομένουσα διάρκεια του τίτλου. Η περικοπή αποτίμησης που εφαρμόζεται σε αυτούς τους τίτλους ορίζεται ίση προς την υψηλότερη περικοπή από εκείνες που ισχύουν για χρεόγραφα με την ίδια εναπομένουσα διάρκεια, αφού ληφθούν υπόψη όλα τα είδη των τοκομεριδίων των οποίων η πληρωμή θα πραγματοποιηθεί κατά το εναπομένον διάστημα μέχρι τη λήξη του τίτλου.

στ)

Ο πίνακας 7 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«ΠΙΝΑΚΑΣ 7

Περικοπές αποτίμησης που εφαρμόζονται στα αποδεκτά εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία

(%)

 

Κατηγορίες ρευστότητας

Εναπομένουσα

Κατηγορία I

Κατηγορία II

Κατηγορία III

Κατηγορία IV

Κατηγορία V

διάρκεια (έτη)

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

 

0-1

0,5

0,5

1

1

1,5

1,5

6,5

6,5

12 (11)

1-3

1,5

1,5

2,5

2,5

3

3

8

8

3-5

2,5

3

3,5

4

4,5

5

9,5

10

5-7

3

3,5

4,5

5

5,5

6

10,5

11

7-10

4

4,5

5,5

6,5

6,5

8

11,5

13

> 10

5,5

8,5

7,5

12

9

15

14

20

ζ)

Ο τίτλος του πίνακα 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

20.

Στην ενότητα 6.4.3, υπό τον τίτλο «Δανειακές απαιτήσεις», στο τέλος της πρώτης περίπτωσης παρεμβάλλεται η ακόλουθη υποσημείωση:

«(*)

Οι περικοπές αποτίμησης που εφαρμόζονται στις δανειακές απαιτήσεις σταθερού επιτοκίου εφαρμόζονται και στις δανειακές απαιτήσεις τιμαριθμοποιημένου επιτοκίου.»

21.

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη ενότητα 6.7:

«6.7.   Αποδοχή περιουσιακών στοιχείων εκφρασμένων σε νομίσματα εκτός του ευρώ σε έκτακτες περιπτώσεις

Σε ορισμένες περιπτώσεις το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται με απόφασή του να ορίσει ότι είναι αποδεκτά ως ασφάλεια και ορισμένα εμπορεύσιμα χρεόγραφα τα οποία έχουν εκδοθεί από κεντρικές κυβερνήσεις χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ που ανήκουν στην Ομάδα των 10 (G10) στο εθνικό τους νόμισμα. Στην περίπτωση αυτή διασαφηνίζονται τα εφαρμοστέα κριτήρια και επίσης γνωστοποιούνται στους αντισυμβαλλομένους οι διαδικασίες επιλογής και χρήσης ξένων τίτλων ως ασφάλειας, περιλαμβανομένων των πηγών και των αρχών αποτίμησης των μέτρων ελέγχου κινδύνων και των διαδικασιών διακανονισμού.

Κατ’ απόκλιση από όσα προβλέπονται στην ενότητα 6.2.1, τα ως άνω περιουσιακά στοιχεία δύνανται να κατατίθενται/καταχωρούνται (εκδίδονται), να διακρατούνται και να διακανονίζονται εκτός του ΕΟΧ και να είναι, όπως προαναφέρθηκε, εκφρασμένα σε άλλα νομίσματα εκτός του ευρώ. Περιουσιακά στοιχεία αυτού του είδους που χρησιμοποιούνται από έναν αντισυμβαλλόμενο θα πρέπει να βρίσκονται στην κυριότητά του.

Αντισυμβαλλόμενοι οι οποίοι είναι υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων εγκατεστημένων εκτός ΕΟΧ και Ελβετίας δεν δύνανται να χρησιμοποιούν τέτοια περιουσιακά στοιχεία ως ασφάλεια.»

22.

Η ενότητα 7.2 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η δεύτερη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα ιδρύματα απαλλάσσονται αυτοδικαίως από την υποχρέωση τήρησης ελάχιστων αποθεματικών από την έναρξη της περιόδου τήρησης εντός της οποίας λαμβάνει χώρα ανάκληση της άδειας λειτουργίας τους ή παραίτηση από αυτή, ή εντός της οποίας ορισμένη δικαστική ή άλλη αρμόδια αρχή συμμετέχοντος κράτους μέλους αποφασίζει να κινήσει διαδικασία εκκαθάρισης του ιδρύματος. Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2531/98 του Συμβουλίου και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1745/2003 (ΕΚΤ/2003/9), η ΕΚΤ δύναται επίσης να απαλλάξει ιδρύματα από τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο του συστήματος ελάχιστων αποθεματικών του Ευρωσυστήματος, βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, εάν τελούν υπό αναδιοργάνωση ή υπόκεινται σε δέσμευση κεφαλαίων ή/και σε άλλα μέτρα περιοριστικά της χρήσης των κεφαλαίων τους που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Κοινότητα ή κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 2 της συνθήκης ή στην περίπτωση ιδρυμάτων των οποίων με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ έχει ανασταλεί ή αποκλειστεί η πρόσβαση στις πράξεις ανοικτής αγοράς ή στις πάγιες διευκολύνσεις του Ευρωσυστήματος ή εφόσον κρίνεται ότι η εφαρμογή των υποχρεώσεων αυτών στα συγκεκριμένα πιστωτικά ιδρύματα δεν θα εξυπηρετούσε τους σκοπούς του συστήματος υποχρεωτικών ελάχιστων αποθεματικών του Ευρωσυστήματος. Εάν η απαλλαγή αυτή αποφασίζεται για λόγους που συνδέονται με τους σκοπούς του συστήματος υποχρεωτικών ελάχιστων αποθεματικών του Ευρωσυστήματος, η ΕΚΤ λαμβάνει υπόψη ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω κριτήρια:

το ίδρυμα έχει άδεια να επιτελεί λειτουργίες με ειδικό σκοπό και μόνο,

το ίδρυμα απαγορεύεται να ασκεί ενεργά τραπεζικές λειτουργίες ανταγωνιζόμενο άλλα πιστωτικά ιδρύματα, ή/και

το ίδρυμα υποχρεούται νομικώς να διαθέτει όλες τις καταθέσεις που συγκεντρώνει για σκοπούς συναφείς προς την ενίσχυση της περιφερειακής ή/και διεθνούς ανάπτυξης.»

β)

Η δεύτερη πρόταση της τρίτης παραγράφου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η ΕΚΤ επίσης δημοσιεύει κατάλογο των ιδρυμάτων που απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο του συστήματος αυτού για άλλους λόγους και όχι επειδή τελούν υπό αναδιοργάνωση ή επειδή υπόκεινται σε δέσμευση κεφαλαίων ή/και σε άλλα μέτρα περιοριστικά της χρήσης των κεφαλαίων τους που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Κοινότητα ή κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 2 της συνθήκης, ή επειδή πρόκειται για ιδρύματα στην περίπτωση των οποίων με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ έχει ανασταλεί ή αποκλειστεί η πρόσβαση στις πράξεις ανοικτής αγοράς ή στις πάγιες διευκολύνσεις του Ευρωσυστήματος (12).

23.

Η ενότητα 7.3 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Υπό τον τίτλο «Βάση υπολογισμού και συντελεστές των υποχρεωτικών ελάχιστων αποθεματικών» η πρώτη πρόταση της τέταρτης παραγράφου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι υποχρεώσεις έναντι άλλων ιδρυμάτων τα οποία υπόκεινται και αυτά στο σύστημα ελάχιστων αποθεματικών του Ευρωσυστήματος (και περιέχονται στο σχετικό κατάλογο) και οι υποχρεώσεις έναντι της ΕΚΤ και των συμμετεχουσών ΕθνΚΤ δεν περιλαμβάνονται στη βάση των ελάχιστων αποθεματικών.»

β)

Υπό τον τίτλο «Βάση υπολογισμού και συντελεστές των υποχρεωτικών ελάχιστων αποθεματικών» η τρίτη και τέταρτη πρόταση της πέμπτης παραγράφου αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ο συντελεστής αυτός προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1745/2003 (ΕΚΤ/2003/9). Η ΕΚΤ καθορίζει μηδενικό συντελεστή για τις εξής κατηγορίες υποχρεώσεων: “καταθέσεις προθεσμίας με συμφωνημένη διάρκεια άνω των δυο ετών”, “καταθέσεις υπό προειδοποίηση άνω των δυο ετών”, “συμφωνίες επαναγοράς” και “χρεόγραφα με αρχική διάρκεια άνω των δυο ετών” (βλέπε πλαίσιο 9).»

γ)

Το πλαίσιο 9 με τίτλο «Βάση υπολογισμού και συντελεστές των υποχρεωτικών ελάχιστων αποθεματικών» αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«ΠΛΑΙΣΙΟ 9

Βάση υπολογισμού και συντελεστές των υποχρεωτικών ελάχιστων αποθεματικών

A.   Υποχρεώσεις που περιλαμβάνονται στη βάση των αποθεματικών και υπάγονται σε θετικό συντελεστή

Καταθέσεις (13)

Καταθέσεις διάρκειας μιας ημέρας

Καταθέσεις με συμφωνημένη διάρκεια έως και δύο έτη

Καταθέσεις υπό προειδοποίηση έως και δύο ετών

Εκδοθέντα χρεόγραφα

Χρεόγραφα με αρχική διάρκεια έως και δύο έτη

B.   Υποχρεώσεις που περιλαμβάνονται στη βάση των αποθεματικών και υπάγονται σε μηδενικό συντελεστή

Καταθέσεις (13)

Καταθέσεις με συμφωνημένη διάρκεια άνω των δύο ετών

Καταθέσεις υπό προειδοποίηση άνω των δύο ετών

Συμφωνίες επαναγοράς

Εκδοθέντα χρεόγραφα

Χρεόγραφα με αρχική διάρκεια άνω των δύο ετών

Γ.   Υποχρεώσεις που δεν περιλαμβάνονται στη βάση των αποθεματικών

Υποχρεώσεις έναντι άλλων ιδρυμάτων που υπόκεινται στο σύστημα ελάχιστων αποθεματικών του Ευρωσυστήματος

Υποχρεώσεις έναντι της ΕΚΤ και των συμμετεχουσών ΕθνΚΤ

24.

Το προσάρτημα 1 του παραρτήματος Ι τροποποιείται ως εξής:

α)

Στο παράδειγμα 6 η πρώτη σειρά του πίνακα Ι αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Τίτλος Α

Καλυμμένη τραπεζική ομολογία τύπου Jumbo

30.8.2008

Σταθερό

6 μήνες

4 έτη

3,50 %»

β)

Στο παράδειγμα 6, υπό τον τίτλο «Σύστημα εξειδίκευσης των ασφαλειών», στο σημείο 1 της πρώτης παραγράφου η δεύτερη και η τρίτη πρόταση αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ο τίτλος Α είναι καλυμμένη τραπεζική ομολογία τύπου Jumbo σταθερού επιτοκίου και λήγει στις 30 Αυγούστου 2008. Έχει δηλαδή εναπομένουσα διάρκεια τεσσάρων ετών, οπότε απαιτείται περικοπή αποτίμησης 3,5 %.»

25.

Το προσάρτημα 2 του παραρτήματος Ι τροποποιείται ως εξής:

α)

Παρεμβάλλεται ο ακόλουθος ορισμός των «τίτλων προερχόμενων από τιτλοποίηση»:

«Τίτλοι προερχόμενοι από τιτλοποίηση (asset backed securities – ABS): χρεόγραφα τα οποία καλύπτονται από χαρτοφυλάκιο πλήρως διαχωρισμένων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, σταθερής ή ανανεούμενης σύνθεσης, και τα οποία μετατρέπονται σε μετρητά εντός καθορισμένης χρονικής περιόδου. Επιπλέον, μπορεί να συμπεριλαμβάνονται δικαιώματα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία τα οποία αποσκοπούν στο να εξασφαλίσουν την εξυπηρέτηση της έκδοσης ή την έγκαιρη διανομή των προσόδων στους κατόχους των τίτλων. Γενικώς, οι εν λόγω τίτλοι εκδίδονται από επενδυτικό φορέα που έχει συσταθεί ειδικά προς το σκοπό αυτό και ο οποίος έχει αποκτήσει τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία από τον αρχικό δικαιούχο/πωλητή των στοιχείων αυτών. Οι πληρωμές προς τους κατόχους των τίτλων εξαρτώνται πρωτίστως από τις εισοδηματικές ροές τις οποίες αποφέρει το χαρτοφυλάκιο των περιουσιακών στοιχείων και από τα τυχόν λοιπά δικαιώματα που αποσκοπούν στην εξασφάλιση της έγκαιρης πληρωμής, όπως π.χ. διευκολύνσεις ρευστότητας, εγγυήσεις ή άλλες μέθοδοι που είναι γενικώς γνωστές ως τεχνικές περιορισμού του πιστωτικού κινδύνου.»

β)

Ο ορισμός του «συστήματος ανταποκριτριών κεντρικών τραπεζών» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Σύστημα ανταποκριτριών κεντρικών τραπεζών (ΣΑΚΤ) (correspondent central banking model – CCBM): μηχανισμός που καθιερώθηκε από το Ευρωσύστημα ώστε να επιτρέπει στους αντισυμβαλλομένους τη χρήση περιουσιακών στοιχείων ως ασφαλειών σε διασυνοριακή βάση. Στο πλαίσιο του ΣΑΚΤ, οι ΕθνΚΤ ενεργούν ως θεματοφύλακες η μία για λογαριασμό της άλλης. Αυτό σημαίνει ότι κάθε ΕθνΚΤ τηρεί ένα λογαριασμό διαχείρισης τίτλων για καθεμία από τις λοιπές ΕθνΚΤ και για την ΕΚΤ. Το ΣΑΚΤ είναι επίσης διαθέσιμο και σε αντισυμβαλλομένους ορισμένων ΕθνΚΤ εκτός Ευρωσυστήματος.»

γ)

Παρεμβάλλεται ο ακόλουθος ορισμός της «πράξης αντιστάθμισης συναλλαγματικού κινδύνου»:

«Πράξη αντιστάθμισης συναλλαγματικού κινδύνου (currency hedge transaction): συναλλαγή όπου ο εκδότης τίτλου που συνεπάγεται εισοδηματικές ροές σε νόμισμα εκτός του ευρώ, με σκοπό τη μείωση του συναφούς συναλλαγματικού κινδύνου, συμφωνεί με τρίτο πρόσωπο (τον αντισταθμίζοντα) να ανταλλάξει αυτές τις εισοδηματικές ροές με ποσά σε ευρώ, τα οποία αναλαμβάνει να καταβάλει ο αντισταθμίζων, παρέχοντας ενδεχομένως και εγγύηση περί της καταβολής τους.»

δ)

Ο ορισμός του «τέλους της ημέρας» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τέλος της ημέρας (end-of-day): η ώρα της εργάσιμης ημέρας, μετά το κλείσιμο του συστήματος TARGET2, κατά την οποία οι πληρωμές που διεκπεραιώνονται μέσω του συστήματος TARGET2 γίνονται οριστικές.»

ε)

Ο ορισμός της «έκτακτης δημοπρασίας» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Έκτακτη δημοπρασία (quick tender): δημοπρασία την οποία χρησιμοποιεί το Ευρωσύστημα στις πράξεις εξομάλυνσης των βραχυχρόνιων διακυμάνσεων της ρευστότητας όταν κρίνεται επιθυμητός ο άμεσος επηρεασμός των συνθηκών ρευστότητας στην αγορά. Οι έκτακτες δημοπρασίες κατά κανόνα εκτελούνται εντός 90 λεπτών της ώρας και συνήθως με τη συμμετοχή περιορισμένου αριθμού αντισυμβαλλομένων

στ)

Ο ορισμός του «ΣΔΣΧ (Σύστημα διακανονισμού σε συνεχή χρόνο)» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΣΔΣΧ (Σύστημα διακανονισμού σε συνεχή χρόνο) (RTGS - real time gross settlement system): διακανονισμού το οποίο επεξεργάζεται και διακανονίζει εντολές μία προς μία, ήτοι χωρίς συμψηφισμό, σε πραγματικό συνεχή χρόνο. Βλέπε και TARGET2

ζ)

Ο ορισμός του «TARGET» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«TARGET: ο πρόδρομος του συστήματος TARGET2, ο οποίος λειτουργούσε με αποκεντρωμένη δομή για τη διασύνδεση των εθνικών ΣΔΣΧ και του μηχανισμού πληρωμών της ΕΚΤ. Το σύστημα TARGET αντικαταστάθηκε από το TARGET2 σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα μετάπτωσης που είχε καθορίσει το άρθρο 13 της κατευθυντήριας γραμμής ΕΚΤ/2007/2.»

η)

Παρεμβάλλεται ο ακόλουθος ορισμός της «μείωσης αποτίμησης»:

«Μείωση αποτίμησης (valuation markdown): μέτρο ελέγχου κινδύνων το οποίο εφαρμόζεται στα περιουσιακά στοιχεία που χρησιμοποιούνται ως ασφάλεια στις αντιστρεπτέες συναλλαγές. Σύμφωνα με αυτό, η κεντρική τράπεζα υπολογίζει την αξία των περιουσιακών στοιχείων αφαιρώντας από τη θεωρητική τρέχουσα τιμή της αγοράς ένα ορισμένο ποσοστό πριν ακόμη εφαρμόσει οποιαδήποτε περικοπή αποτίμησης  (14).

26.

Ο πίνακας του προσαρτήματος 5 αντικαθίσταται από τον ακόλουθο πίνακα:

«ΟΙ ΔΙΚΤΥΑΚΟΙ ΤΟΠΟΙ ΤΟΥ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Κεντρική τράπεζα

Δικτυακός τόπος

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

www.ecb.europa.eu

Nationale Bank van België/Banque Nationale de Belgique

www.nbb.be ή www.bnb.be

Deutsche Bundesbank

www.bundesbank.de

Central Bank and Financial Services Authority of Ireland

www.centralbank.ie

Τράπεζα της Ελλάδος

www.bankofgreece.gr

Banco de España

www.bde.es

Banque de France

www.banque-france.fr

Banca d’Italia

www.bancaditalia.it

Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου

www.centralbank.gov.cy

Banque centrale du Luxembourg

www.bcl.lu

Central Bank of Malta

www.centralbankmalta.org

De Nederlandsche Bank

www.dnb.nl

Oesterreichische Nationalbank

www.oenb.at

Banco de Portugal

www.bportugal.pt

Banka Slovenije

www.bsi.si

Suomen Pankki

www.bof.fi»


(1)  Επιπλέον, πρόσβαση στη διευκόλυνση οριακής χρηματοδότησης παρέχεται μόνο εφόσον έχουν πληρωθεί οι προϋποθέσεις όσον αφορά την υποδομή συστήματος πληρωμών στο ΣΔΣΧ.

(2)  Από τις 19 Νοεμβρίου 2007 η αποκεντρωμένη τεχνική υποδομή του TARGET έχει αντικατασταθεί από την ενιαία κοινή πλατφόρμα του TARGET2, μέσω της οποίας πραγματοποιείται η υποβολή και επεξεργασία όλων των εντολών πληρωμής, καθώς και η λήψη πληρωμών κατά τον ίδιο τεχνικά τρόπο. Η μετάπτωση στο TARGET2 προγραμματίστηκε κατά τρεις ομάδες χωρών, επιτρέποντας στους χρήστες του TARGET την επίτευξή της σε διαφορετικά στάδια και προκαθορισμένες ημερομηνίες. Η σύνθεση των ομάδων χωρών ήταν η ακόλουθη: Ομάδα 1 (19 Νοεμβρίου 2007): Αυστρία, Κύπρος, Γερμανία, Λουξεμβούργο, Μάλτα και Σλοβενία. Ομάδα 2 (18 Φεβρουαρίου 2008): Βέλγιο, Φινλανδία, Γαλλία, Ιρλανδία, Κάτω Χώρες, Πορτογαλία και Ισπανία. Ομάδα 3 (19 Μαΐου 2008): Ελλάδα, Ιταλία, καθώς και η ΕΚΤ. Μία τέταρτη ημερομηνία μετάπτωσης (15 Σεπτεμβρίου 2008) προβλέφθηκε ως έκτακτο μέτρο. Ορισμένες μη συμμετέχουσες ΕθνΚΤ συνδέονται επίσης με το TARGET2 βάσει ξεχωριστής συμφωνίας: Λεττονία και Λιθουανία (στην Ομάδα 1), καθώς και Δανία, Εσθονία και Πολωνία (στην Ομάδα 3).»

(3)  Για τίτλους προερχόμενους από τιτλοποίηση με υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία που συνεπάγονται πληρωμές (κεφαλαίου ή τόκων) ανά εξάμηνο ή ετησίως, οι σχετικές εκθέσεις παρακολούθησης μπορούν να έχουν αντίστοιχα εξάμηνη ή ετήσια συχνότητα.»

(4)  Λόγω λειτουργικών διαφορών μεταξύ των κρατών μελών ενδέχεται να παραμένουν ορισμένες διαφορές ως προς τα μέτρα ελέγχου κινδύνων. Για παράδειγμα, ως προς τις διαδικασίες παράδοσης των περιουσιακών στοιχείων από τους αντισυμβαλλομένους προς τις ΕθνΚΤ (με τη μορφή σύστασης ενεχύρου επί χαρτοφυλακίου ασφαλειών υπέρ της ΕθνΚΤ ή με τη μορφή μεταβίβασης επιμέρους τίτλων, καθορισμένων για κάθε συναλλαγή, με βάση συμφωνίες επναγοράς), ενδέχεται να υπάρχουν ήσσονος σημασίας διαφορές ως προς το χρόνο αποτίμησης και ως προς άλλα λειτουργικά χαρακτηριστικά του πλαισίου ελέγχου κινδύνων. Επιπλέον, στην περίπτωση των μη εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων, η ακρίβεια των μεθόδων αποτίμησης μπορεί να διαφέρει, επηρεάζοντας ανάλογα το συνολικό επίπεδο των περικοπών αποτίμησης (βλέπε ενότητα 6.4.3).»

(5)  Οι περικοπές αποτίμησης που εφαρμόζονται στα χρεόγραφα σταθερού τοκομεριδίου ισχύουν και για τα χρεόγραφα των οποίων το τοκομερίδιο συνδέεται με τη μεταβολή της πιστοληπτικής διαβάθμισης του ίδιου του εκδότη ή για τα τιμαριθμοποιημένα ομόλογα.»

(6)  Γενικώς, η ταξινόμηση του εκδότη καθορίζει την κατηγορία ρευστότητας. Ωστόσο, όλοι οι τίτλοι που προέρχονται από τιτλοποίηση υπάγονται στην κατηγορία V, ανεξάρτητα από την ταξινόμηση του εκδότη, και οι καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες τύπου Jumbo υπάγονται στην κατηγορία ΙΙ, ενώ οι παραδοσιακές καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες και άλλα χρεόγραφα που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα υπάγονται στις κατηγορίες ΙΙΙ και IV.»

(7)  Τα πιστοποιητικά χρέους που εκδίδονται από την ΕΚΤ και τα χρεόγραφα που εκδίδονται από τις ΕθνΚΤ πριν από την υιοθέτηση του ευρώ στα αντίστοιχα κράτη μέλη υπάγονται στην κατηγορία ρευστότητας Ι.

(8)  Περιλαμβάνονται αποκλειστικά και μόνο τίτλοι ποσού έκδοσης τουλάχιστον 1 δισεκατομμυρίου ευρώ για τους οποίους τουλάχιστον τρεις διαπραγματευτές αγοράς παρέχουν σε τακτική βάση τιμές προσφοράς και ζήτησης.

(9)  Στην κατηγορία ρευστότητας ΙΙ υπάγονται τίτλοι που εκδίδονται αποκλειστικά και μόνο από εκδότες οι οποίοι έχουν ταξινομηθεί από την ΕΚΤ ως «ειδικοί φορείς-εκδότες χρεογράφων». Τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία που εκδίδονται από άλλους φορείς-εκδότες χρεογράφων υπάγονται στην κατηγορία ρευστότητας ΙΙΙ.

(10)  Τα τοκομερίδια θεωρούνται κυμαινόμενου επιτοκίου αν συνδέονται με ένα επιτόκιο αναφοράς και η περίοδος επανακαθορισμού του τοκομεριδίου δεν είναι μεγαλύτερη του ενός έτους. Τα τοκομερίδια με περίοδο επανακαθορισμού μεγαλύτερη του ενός έτους θεωρούνται ως σταθερού επιτοκίου και η διάρκεια που λαμβάνεται υπόψη για να εφαρμοστεί η περικοπή αποτίμησης είναι η εναπομένουσα διάρκεια του χρεογράφου.»

(11)  Τα επιμέρους χρεόγραφα της κατηγορίας V, η θεωρητική τιμή των οποίων υπολογίζεται σύμφωνα με την Ενότητα 6.5, υπόκεινται σε πρόσθετη περικοπή αποτίμησης. Αυτή εφαρμόζεται απευθείας επί της θεωρητικής αποτίμησης εκάστου χρεογράφου ως ποσοστό 5 % (valuation markdown).»

(12)  Οι κατάλογοι διατίθενται στο κοινό μέσω του δικτυακού τόπου της ΕΚΤ (www.ecb.europa.eu).»

(13)  Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2181/2004 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 16ης Δεκεμβρίου 2004, που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 (ΕΚΤ/2001/13) σχετικά με την ενοποιημένη λογιστική κατάσταση του τομέα των νομισματικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 63/2002 (ΕΚΤ/2001/18) σχετικά με τα στατιστικά στοιχεία επιτοκίων εφαρμοζόμενων από τα νομισματικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε καταθέσεις και δάνεια που αφορούν νοικοκυριά και μη χρηματοδοτικές εταιρείες (ΕΚΤ/2004/21, ΕΕ L 371 της 18.12.2004, σ. 42) ορίζει ρητώς ότι οι υποχρεώσεις από καταθέσεις αναφέρονται στην ονομαστική τους αξία. Ονομαστική αξία είναι το κεφάλαιο το οποίο ο οφειλέτης υποχρεούται συμβατικά να καταβάλει στον πιστωτή. Η τροποποίηση αυτή ήταν αναγκαία διότι η Οδηγία 86/635/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 8ης Δεκεμβρίου 1986 για τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς των τραπεζών και λοιπών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 372 της 31.12.1986, σ. 1) είχε τροποποιηθεί με αποτέλεσμα να επιτρέπεται η αποτίμηση ορισμένων χρηματοπιστωτικών μέσων στην εύλογη αξία τους.»

(14)  Π.χ. στους προερχόμενους από τιτλοποίηση τίτλους της κατηγορίας V που αποτιμώνται με βάση μια θεωρητική τιμή, σε αυτή την τιμή εφαρμόζεται πρώτα μείωση αποτίμησης 5 % και κατόπιν περικοπή αποτίμησης 12 %. Αυτό ισοδυναμεί με συνολική περικοπή 16,4 %.»


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Το παράρτημα II της κατευθυντήριας γραμμής ΕΚΤ/2000/7 τροποποιείται ως εξής:

1.

Στην ενότητα Ι στην πρώτη παράγραφο του σημείου 6 το στοιχείο στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«στ)

αναστολή ή ανάκληση της άδειας του αντισυμβαλλομένου να διεξάγει δραστηριότητες είτε δυνάμει της οδηγίας 2006/48/ΕΚ ή της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1), όπως αυτές εφαρμόζονται στα οικεία κράτη μέλη του Ευρωσυστήματος· ή

2.

Στην ενότητα Ι, στην πρώτη παράγραφο του σημείου 6 το στοιχείο η) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«η)

λήψη, έναντι του αντισυμβαλλομένου, μέτρων παρόμοιων με τα αναφερόμενα στα άρθρα 30, 31, 33 και 34 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ· ή»

3.

Στην ενότητα Ι, στην πρώτη παράγραφο του σημείου 6 παρεμβάλλονται τα ακόλουθα στοιχεία ιστ) έως κ):

«ιστ)

ο αντισυμβαλλόμενος υπόκειται σε δέσμευση κεφαλαίων ή/και σε άλλα μέτρα περιοριστικά της δυνατότητας χρήσης των κεφαλαίων του που επιβάλλει η Κοινότητα; ή

ιζ)

ο αντισυμβαλλόμενος υπόκειται σε δέσμευση κεφαλαίων ή/και σε άλλα μέτρα περιοριστικά της δυνατότητας χρήσης των κεφαλαίων του που επιβάλλει κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 2 της συνθήκης; ή

ιη)

το σύνολο ή σημαντικό μέρος των περιουσιακών στοιχείων του αντισυμβαλλομένου έχει δεσμευθεί ή κατασχεθεί ή υπόκειται σε οποιαδήποτε άλλη διαδικασία που αποσκοπεί στην προστασία του δημόσιου συμφέροντος ή των δικαιωμάτων των πιστωτών του αντισυμβαλλομένου· ή

ιθ)

το σύνολο ή σημαντικό μέρος των περιουσιακών στοιχείων του αντισυμβαλλομένου έχει μεταβιβασθεί σε άλλο φορέα· ή

κ)

κάθε άλλο γεγονός που συνέβη, ή επίκειται η επέλευσή του, και το οποίο μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την εκπλήρωση από πλευράς του αντισυμβαλλομένου των υποχρεώσεων που υπέχει βάσει της συμφωνίας την οποία έχει συνάψει προς το σκοπό της άσκησης πράξεων νομισματικής πολιτικής ή βάσει κάθε άλλου κανόνα που διέπει τις σχέσεις μεταξύ αυτού και οποιασδήποτε κεντρικής τράπεζας του Ευρωσυστήματος.»

4.

Στην ενότητα Ι η δεύτερη παράγραφος του σημείου 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα αποτελέσματα στις περιπτώσεις α) και ιστ) επέρχονται πάντα αυτοδικαίως. Τα αποτελέσματα στις περιπτώσεις β), γ) και ιζ) είναι δυνατόν να επέρχονται αυτοδικαίως, όχι όμως και στις περιπτώσεις δ) έως ιε) και ιη) έως κ), οπότε ενεργοποιούνται βάσει διακριτικής ευχέρειας (δηλαδή μόνο κατόπιν επίδοσης σχετικής κοινοποίησης του γεγονότος που συνιστά λόγο λύσης). Η κοινοποίηση αυτή του λόγου λύσης δύναται να προβλέπει μέγιστη περίοδο χάριτος τριών εργάσιμων ημερών για την αποκατάσταση του σχετικού γεγονότος που συνιστά λόγο λύσης. Για γεγονότα που συνιστούν λόγους λύσης και που κρίνονται στο πλαίσιο διακριτικής ευχέρειας, οι διατάξεις οι σχετικές με την άσκηση της εν λόγω διακριτικής ευχέρειας θα πρέπει να προσδιορίζουν με σαφήνεια τα αποτελέσματα της άσκησής της.»

5.

Στην ενότητα Ι το σημείο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.

Οι σχετικές συμβατικές ή κανονιστικές ρυθμίσεις που εφαρμόζει μία ΕθνΚΤ θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι σε περίπτωση επέλευσης λόγου λύσης, η ΕθνΚΤ νομιμοποιείται να ασκήσει τα ακόλουθα δικαιώματα: να αναστείλει ή να αποκλείσει την πρόσβαση του αντισυμβαλλομένου σε δραστηριότητες της ανοιχτής αγοράς, να αναστείλει ή να αποκλείσει την πρόσβαση του αντισυμβαλλομένου στις πάγιες διευκολύνσεις του Ευρωσυστήματος, να λύσει διά καταγγελίας όλες τις εκκρεμείς συμφωνίες και συναλλαγές ή να αξιώσει επίσπευση της ικανοποίησης των απαιτήσεων που δεν έχουν ακόμη καταστεί ληξιπρόθεσμες ή τελούν υπό όρο ή αίρεση. Επιπλέον, η ΕθνΚΤ νομιμοποιείται να λάβει τα ακόλουθα μέτρα αποκατάστασης: να χρησιμοποιήσει τις καταθέσεις του αντισυμβαλλομένου στην ΕθνΚΤ για το συμψηφισμό απαιτήσεών της εναντίον αυτού, να αναστείλει την εκπλήρωση υποχρεώσεών της έναντι του αντισυμβαλλομένου έως ότου ικανοποιηθεί η απαίτησή της εναντίον του, να απαιτήσει τόκους υπερημερίας ή να απαιτήσει από τον αντισυμβαλλόμενο αποζημίωση για τυχόν ζημίες που επέρχονται συνεπεία της επέλευσης στο πρόσωπό του λόγων λύσης. Επιπλέον, οι σχετικές συμβατικές ή κανονιστικές ρυθμίσεις που εφαρμόζει μία ΕθνΚΤ θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι σε περίπτωση επέλευσης γεγονότος που συνιστά λόγο λύσης, η εν λόγω ΕθνΚΤ νομιμοποιείται να ρευστοποιήσει χωρίς περιττή καθυστέρηση όλα τα παρασχεθέντα ως ασφάλεια περιουσιακά στοιχεία, κατά τρόπο ώστε να ικανοποιηθεί μέχρι το ποσό της χορηγηθείσας πίστωσης, εάν ο αντισυμβαλλόμενος δεν προβεί σε άμεσο διακανονισμό του αρνητικού υπολοίπου του. Προκειμένου να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των μέτρων που επιβάλλονται, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ δύναται να αποφασίζει σχετικά με τα μέτρα αποκατάστασης, περιλαμβανομένης της αναστολής ή του αποκλεισμού της πρόσβασης στις λειτουργίες της ανοιχτής αγοράς ή τις πάγιες διευκολύνσεις του Ευρωσυστήματος.»

6.

Στην ενότητα ΙΙ, υπό τον τίτλο «Χαρακτηριστικά κοινά σε όλες τις αντιστρεπτέες συναλλαγές», η υποσημείωση 2 του σημείου 15 διαγράφεται.


(1)  ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1


Top