EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52011AB0044

Γνώμη της Ευρωπαïκής Κεντρικής Τράπεζας, της 19ης Μαΐου 2011 , σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (CON/2011/44)

OJ C 203, 9.7.2011, p. 3–10 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

9.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 203/3


ΓΝΏΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑÏΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 19ης Μαΐου 2011

σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(CON/2011/44)

2011/C 203/04

Εισαγωγή και νομική βάση

Στις 3 Φεβρουαρίου 2011 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έλαβε αίτημα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διατύπωση γνώμης σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1) (εφεξής ο «προτεινόμενος κανονισμός»).

Η αρμοδιότητα της ΕΚΤ για τη διατύπωση γνώμης βασίζεται στα άρθρα 127 παράγραφος 4 και 282 παράγραφος 5 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς ο προτεινόμενος κανονισμός εμπίπτει στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της ΕΚΤ. Η παρούσα γνώμη εκδόθηκε από το διοικητικό συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 17.5 πρώτη περίοδος του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Γενικές παρατηρήσεις

1.

Ως παραγωγός και χρήστης ευρωπαϊκών στατιστικών, η ΕΚΤ χαιρετίζει τον προτεινόμενο κανονισμό ως σημαντικό βήμα για την περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας των ευρωπαϊκών στατιστικών, ιδιαίτερα των εθνικών λογαριασμών, μέσω της εναρμόνισής τους με τις μεταβολές του οικονομικού και χρηματοπιστωτικού περιβάλλοντος και τη μεθοδολογική πρόοδο. Το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών αποτελεί τον πυρήνα των μακροοικονομικών ευρωπαϊκών στατιστικών και, για το λόγο αυτόν, είναι σημαντικό για τους σκοπούς της νομισματικής πολιτικής.

2.

Εξάλλου η ΕΚΤ επιδοκιμάζει τη σκοπούμενη συνέπεια των στατιστικών εννοιών και ορισμών που περιγράφονται στον προτεινόμενο κανονισμό, μεταξύ άλλων, προς το Σύστημα Εθνικών Λογαριασμών (ΣΕΛ 2008) που θέσπισε η Επιτροπή Στατιστικής των Ηνωμένων Εθνών, την έκτη έκδοση του εγχειριδίου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για το ισοζύγιο πληρωμών και τη διεθνή επενδυτική θέση (BPM6), την τέταρτη έκδοση του πρότυπου ορισμού του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης για τις άμεσες επενδύσεις εξωτερικού και την ευρωπαϊκή ταξινόμηση οικονομικών δραστηριοτήτων (NACE Rev.2). Ο προτεινόμενος κανονισμός έχει αντλήσει στοιχεία από τις προαναφερόμενες πράξεις και όσον αφορά τη συνέπεια και τις εναρμονισμένες μεθοδολογίες.

Ειδικότερες παρατηρήσεις

3.

Βάσει της συνθήκης ανατίθεται στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) και το Ευρωπαϊκό Στατιστικό Σύστημα (ΕΣΣ) το καθήκον της ανάπτυξης, παραγωγής και διάδοσης των ευρωπαϊκών στατιστικών, βάσει όμως ξεχωριστών νομικών πλαισίων, τα οποία αντικατοπτρίζουν τις αντίστοιχες δομές διακυβέρνησής τους. Ο προτεινόμενος κανονισμός έχει αντίκτυπο στα στατιστικά στοιχεία που παράγουν τα δύο ως άνω συστήματα. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2533/98 του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με τη συλλογή στατιστικών πληροφοριών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (2) δίνει στην ΕΚΤ το δικαίωμα να συλλέγει, με τη βοήθεια των εθνικών κεντρικών τραπεζών, στατιστικές πληροφορίες εντός των ορίων του πληθυσμού αναφοράς παροχής στοιχείων αναφορικά με οτιδήποτε είναι απαραίτητο για την εκπλήρωση των καθηκόντων του ΕΣΚΤ. Συγκεκριμένα, ο πληθυσμός αναφοράς παροχής στοιχείων περιλαμβάνει νομικά και φυσικά πρόσωπα που έχουν κατοικία σε κράτος μέλος και εμπίπτουν στον τομέα χρηματοδοτικές εταιρείες, όπως αυτός ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1996, περί του ευρωπαϊκού συστήματος εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Κοινότητας (3), καθώς και νομικά και φυσικά πρόσωπα που έχουν κατοικία σε κράτος μέλος, στο μέτρο που κατέχουν διασυνοριακές θέσεις ή εκτελούν διασυνοριακές συναλλαγές.

4.

Η διασφάλιση στενής συνεργασίας και κατάλληλου συντονισμού μεταξύ του ΕΣΚΤ και του ΕΣΣ ελαχιστοποιεί το φόρτο εργασίας που συνεπάγεται η παροχή στοιχείων και εγγυάται τη συνέπεια που απαιτείται για την παραγωγή ευρωπαϊκών στατιστικών. Η ανάγκη αυτή στενής συνεργασίας αποτυπώνεται και στο Μνημόνιο Συνεννόησης, της 10ης Μαρτίου 2003, μεταξύ της γενικής διεύθυνσης στατιστικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΓΔ Στατιστικής) και της Υπηρεσίας Στατιστικής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Eurostat) όσον αφορά την οικονομική και χρηματοπιστωτική στατιστική (4).

5.

Κατόπιν αιτήματος της Eurostat, η ΕΚΤ συμφώνησε να καταρτίσει διάφορα κεφάλαια του παραρτήματος A που συνδέονται στενά με το στατιστικό πλαίσιο του ΕΣΚΤ, δεδομένης μάλιστα της στενής σχέσης που διαμορφώθηκε κατά την προετοιμασία του μεθοδολογικού πλαισίου του προτεινόμενου κανονισμού. Συγκεκριμένα, η ΕΚΤ προσέφερε ουσιαστικό υλικό για τη διαμόρφωση του ορισμού του τομέα «χρηματοοικονομικές εταιρείες» σε σχέση με τις θεσμικές μονάδες και τους υποτομείς στο πλαίσιο του κεφαλαίου 2 και την περιγραφή των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων και την παρουσία τους στην ακολουθία λογαριασμών (κεφάλαιο 5 και τμήματα των κεφαλαίων 6 και 7). Σχέδια κειμένων παρασχέθηκαν και για το κεφάλαιο 17 (κοινωνική ασφάλιση περιλαμβανομένων των συντάξεων), καθώς και για τμήματα του κεφαλαίου 21 (λογαριασμοί γενικής κυβέρνησης) και του κεφαλαίου 19 (ευρωπαϊκοί λογαριασμοί).

6.

Όσον αφορά τον ορισμό του θεσμικού τομέα «χρηματοοικονομικές εταιρείες» και τους υποτομείς του (παράρτημα A του προτεινόμενου κανονισμού, κεφάλαιο 2), η ΕΚΤ επικροτεί το γεγονός ότι ο ορισμός του υποτομέα των νομισματικών χρηματοοικονομικών οργανισμών ακολουθεί τον ορισμό της ΕΚΤ στην παράγραφο 2.67 του παραρτήματος A. Οι ορισμοί των υποτομέων των άλλων χρηματοοικονομικών εταιρειών συνάδουν, σε μεγάλο βαθμό, με την προσέγγιση που ακολουθείται στις νομικές πράξεις της ΕΚΤ. Προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο φόρτος εργασίας και να εξασφαλιστεί η απαραίτητη συνέπεια κατά την παραγωγή ευρωπαϊκών στατιστικών, η ΕΚΤ προτείνει περαιτέρω ευθυγράμμιση του προτεινόμενου ορισμού των χρηματοοικονομικών εταιρειών ειδικού σκοπού οι οποίες πραγματοποιούν συναλλαγές τιτλοποίησης με τον κανονισμό ΕΚΤ/2008/30 της 19ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με στατιστικά στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού των χρηματοδοτικών εταιρειών ειδικού σκοπού οι οποίες μετέχουν σε συναλλαγές τιτλοποίησης (5).

7.

Με βάση τα παραπάνω, και λαμβανομένων υπόψη των αλληλεξαρτήσεων μεταξύ του στατιστικού πλαισίου του ΕΣΚΤ και του ΕΣΣ, ο προτεινόμενος κανονισμός αφορά σε μεγάλο βαθμό τις απαιτήσεις της ΕΚΤ για την παροχή στατιστικών στοιχείων, μεταξύ άλλων, στους τομείς της νομισματικής στατιστικής και της στατιστικής χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και αγορών, των στατιστικών στοιχείων του ισοζυγίου πληρωμών και της διεθνούς επενδυτικής θέσης, των τριμηνιαίων χρηματοοικονομικών λογαριασμών και της στατιστικής δημοσίων οικονομικών. Σύμφωνα με την τρέχουσα πρακτική και με δεδομένη την ανάγκη στενής συνεργασίας και κατάλληλου συντονισμού μεταξύ του ΕΣΚΤ και του ΕΣΣ, η Επιτροπή θα πρέπει, κατά την τροποποίηση του προτεινόμενου κανονισμού βάσει εξουσιοδοτήσεων, να διασφαλίζει την προσήκουσα συμμετοχή της ΕΚΤ κατά την εκπόνηση σχεδίων κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενων πράξεων σύμφωνα με τον προτεινόμενο κανονισμό.

8.

Επίσης, λαμβανομένης υπόψη της σημασίας των κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενων πράξεων που θεσπίζονται βάσει του άρθρου 290 της συνθήκης, η ΕΚΤ διατυπώνει τις ακόλουθες παρατηρήσεις όσον αφορά την άσκηση του συμβουλευτικού της ρόλου βάσει των άρθρων 127 παράγραφος 4 και 282 παράγραφος 5 της συνθήκης.

Πρώτον, τα σχέδια κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενων πράξεων της Επιτροπής θεωρούνται «σχέδια πράξεων της Ένωσης» υπό την έννοια της πρώτης περίπτωσης του άρθρου 127 παράγραφος 4 και του άρθρου 282 παράγραφος 5 της συνθήκης (6). Οι κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενες πράξεις αποτελούν νομικές πράξεις της Ένωσης (7). Είναι αξιοσημείωτο ότι οι περισσότερες γλωσσικές αποδόσεις του άρθρου 282 παράγραφος 5 της συνθήκης αναφέρονται σε «σχέδια» πράξεων της Ένωσης επί των οποίων ζητείται η γνώμη της ΕΚΤ (8). Συνεπώς, το αντικείμενο του καθήκοντος διαβούλευσης με την ΕΚΤ δεν μπορεί να περιοριστεί μόνον σε εκείνα τα σχέδια πράξεων που βασίζονται σε πρόταση της Επιτροπής.

Δεύτερον, στην απόφαση σχετικά με την OLAF (9), το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι η υποχρέωση διαβούλευσης με την ΕΚΤ σκοπεί «κυρίως να εξασφαλίσει ότι ο συντάκτης της πράξεως θα εκδώσει την πράξη αφού ακούσει τον οργανισμό ο οποίος, λόγω των ειδικών αρμοδιοτήτων που ασκεί στο κοινοτικό πλαίσιο και στον συγκεκριμένο τομέα και λόγω του υψηλού βαθμού ειδίκευσης που τον χαρακτηρίζει είναι ιδιαίτερα σε θέση να συμβάλει επωφελώς στην προτεινόμενη διαδικασία εκδόσεως της πράξεως».

Λαμβανομένων υπόψη των παραπάνω, προκειμένου να αξιοποιούνται πλήρως τα οφέλη από την άσκηση του συμβουλευτικού ρόλου της ΕΚΤ, η γνώμη της ΕΚΤ θα πρέπει να ζητείται εγκαίρως για κάθε σχέδιο πράξης της Ένωσης που εμπίπτει στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της, περιλαμβανομένων των σχεδίων κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενων πράξεων. Η ΕΚΤ θα ασκεί το συμβουλευτικό της ρόλο λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα χρονικά όρια για την έκδοση των εν λόγω πράξεων.

9.

Λόγω των καθηκόντων της ΕΚΤ που συνδέονται με τη νομισματική πολιτική, το στατιστικό ενδιαφέρον της επικεντρώνεται στα ευρωπαϊκά συγκεντρωτικά στοιχεία. Η ΕΚΤ θεωρεί σημαντικούς τους τριμηνιαίους ενοποιημένους λογαριασμούς της ζώνης του ευρώ ανά θεσμικό τομέα. Για το σκοπό αυτόν απαιτείται, για τη λήψη αποφάσεων νομισματικής πολιτικής, να είναι έγκαιρη η επαρκής κάλυψη στοιχείων όσον αφορά την παροχή των εθνικών συνεισφορών.

10.

Η συλλογή στοιχείων για μεμονωμένα κράτη μέλη αποδεικνύεται ακόμη πιο σημαντική ενόψει των νέων στατιστικών απαιτήσεων για τους σκοπούς της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της μακροπροληπτικής εποπτείας, ιδίως σε σχέση με την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου και της αρμοδιότητάς του για τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης. Έγκαιρα και αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία για τους εθνικούς λογαριασμούς μεμονωμένων κρατών μελών είναι αναγκαία και για την υποστήριξη των στόχων που προάγει το σύμφωνο «Euro Plus Pact», καθώς και για τους σκοπούς του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.

11.

Από την άποψη της νομισματικής πολιτικής και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, η ΕΚΤ προσδίδει υψηλή προτεραιότητα στα έγκαιρα τριμηνιαία στοιχεία επαρκούς αξιοπιστίας, τα οποία προηγούνται των λεπτομερών ετήσιων στοιχείων ή των στοιχείων που παρέχονται με χαμηλότερη συχνότητα. Εξάλλου, η κατάρτιση μιας ολοκληρωμένης δέσμης πινάκων για τα τελευταία έτη θα πρέπει να προηγείται των εκτενών σειρών λεπτομερών αναδρομικών στοιχείων.

12.

Η ΕΚΤ συμφωνεί γενικά με το πρόγραμμα διαβίβασης (παράρτημα B του προτεινόμενου κανονισμού). Ωστόσο, το πρόγραμμα διαβίβασης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη συλλογή στατιστικών στοιχείων από την ΕΚΤ, με τη βοήθεια των κεντρικών τραπεζών, και να αντανακλά τις προτεραιότητες που καθορίζονται μεταξύ των χρηστών και των φορέων κατάρτισης των στοιχείων.

13.

Η ΕΚΤ επιδοκιμάζει τη σύντμηση των προθεσμιών διαβίβασης των τριμηνιαίων στοιχείων 1 έως 12, 27 και 28 του πίνακα 1 που αφορά τα «Κύρια συγκεντρωτικά μεγέθη — τριμηνιαία και ετήσια στοιχεία» στους t + 2 μήνες. Ωστόσο, διατυπώνει αντιρρήσεις για την προτεινόμενη διαφοροποίηση στη διαβίβαση στοιχείων ανάμεσα στα μεγαλύτερα και τα μικρότερα κράτη μέλη που αναφέρεται στις υποσημειώσεις 4 και 7 της «Επισκόπησης των πινάκων» και στην υποσημείωση 10 του πίνακα 1, καθώς και για τη σχετική επιμήκυνση των προθεσμιών διαβίβασης για τα μικρότερα κράτη μέλη στις t + 80 ημέρες για τα κύρια συγκεντρωτικά μεγέθη. Σήμερα, δεκαεπτά κράτη μέλη καλύπτονται δυνητικά από τη διαφοροποιημένη διαβίβαση στοιχείων, ως αποτέλεσμα δε της διεύρυνσης της Ένωσης ένας αυξανόμενος αριθμός κρατών μελών θα κινείται κάτω από το προτεινόμενο διαφοροποιημένο όριο διαβίβασης στοιχείων. Κατά συνέπεια, η ποιότητα των ευρωπαϊκών συγκεντρωτικών στοιχείων και των στατιστικών πληροφοριών για τα μικρότερα κράτη μέλη θα υποβαθμιστεί.

14.

Το Σεπτέμβριο του 2000 το συμβούλιο ECOFIN ενέκρινε το σχέδιο δράσης της ΟΝΕ σχετικά με τις στατιστικές απαιτήσεις και έθεσε ως προθεσμία υποβολής των τριμηνιαίων ενοποιημένων λογαριασμών της ζώνης του ευρώ, ανά θεσμικό τομέα, τις t + 90 ημέρες από το τρίμηνο αναφοράς, προκειμένου να ικανοποιούνται οι ανάγκες της ΕΚΤ όσον αφορά τη νομισματική πολιτική. Ως εκ τούτου, η Eurostat και η ΕΚΤ θα έπρεπε να συλλέγουν τα αντίστοιχα εθνικά στοιχεία σε t + 82 ημέρες. Λόγω των προγραμματισμένων συνεδριάσεων του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ για το 2015 και το 2016, θα αρκούσε μια μείωση της χρονικής υστέρησης στις t + 85 ημέρες για τα έτη 2015 έως 2016. Συνεπώς, η ΕΚΤ υποστηρίζει τη σύντμηση των προθεσμιών διαβίβασης των τριμηνιαίων τομεακών λογαριασμών βάσει του προγράμματος διαβίβασης στοιχείων του ΕΣΛ στις t + 85 ημέρες έως το 2014, με στόχο τις t + 82 ημέρες έως το 2017, προκειμένου να καθίσταται δυνατή η κατάρτιση ολοκληρωμένων τριμηνιαίων ενοποιημένων λογαριασμών της ζώνης του ευρώ σε t + 90 ημέρες. Αυτό συνάδει και με την πρωτοβουλία της Ομάδας των 20 (G-20) όσον αφορά τα κενά στα στατιστικά στοιχεία, η οποία συγκαταλέγει τους τομεακούς λογαριασμούς στις προτεραιότητες για την κάλυψη των κενών στα στατιστικά στοιχεία κατόπιν της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Η εν λόγω ρύθμιση επηρεάζει τον πίνακα 801 όσον αφορά το πρόγραμμα διαβίβασης στοιχείων του ΕΣΛ 2010.

15.

Περαιτέρω, η ΕΚΤ τάσσεται υπέρ της θέσπισης ομοιόμορφης προθεσμίας διαβίβασης για όλα τα τριμηνιαία και ετήσια εθνικά στοιχεία όσον αφορά τη γενική κυβέρνηση, πράγμα που συνεπάγεται το συγχρονισμό των τριμηνιαίων στοιχείων της γενικής κυβέρνησης στις προθεσμίες που καθορίζονται για τον πίνακα 801, επηρεάζοντας και τους πίνακες 27 και 28, και, ομοίως, τις προθεσμίες διαβίβασης των στοιχείων του πίνακα 2 και των στοιχείων για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ). Συνεπώς, η ΕΚΤ υποστηρίζει τη σύντμηση των προθεσμιών διαβίβασης των τριμηνιαίων στοιχείων για τους λογαριασμούς του δημοσίου βάσει του προγράμματος διαβίβασης στοιχείων του ΕΣΛ και των στοιχείων της ΔΥΕ σε t + 85 ημέρες έως το 2014 με στόχο τις t + 82 ημέρες έως το 2017, προκειμένου να καθίσταται δυνατή η κατάρτιση ολοκληρωμένων τριμηνιαίων ενοποιημένων λογαριασμών της ζώνης του ευρώ σε t + 90 ημέρες.

16.

Στη γνώμη CON/2010/28, της 31ης Μαρτίου 2010, σχετικά με πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 479/2009 όσον αφορά την ποιότητα των στατιστικών στοιχείων στο πλαίσιο της διαδικασίας του υπερβολικού ελλείμματος (10), η ΕΚΤ υποστήριξε επίσης την ενίσχυση της διαφάνειας στη διαδικασία διαβίβασης στοιχείων με τη χρήση του ελλείμματος (B.9) των εθνικών λογαριασμών για τους σκοπούς της ΔΥΕ. Ο αποκλεισμός από το έλλειμμα που χρησιμοποιείται για τους σκοπούς της ΔΥΕ των διακανονισμών από συμφωνίες ανταλλαγής επιτοκίων και προθεσμιακές συμβάσεις επιτοκίων καθιστά τα στοιχεία του ελλείμματος λιγότερο ευάλωτα σε πιθανή στρέβλωση μέσω σύνθετων χρηματοοικονομικών συναλλαγών. Στο πλαίσιο αυτό η ΕΚΤ επιδοκιμάζει το γεγονός ότι το παράρτημα A του προτεινόμενου κανονισμού δεν θα ορίζει πλέον τους κωδικούς EDP_B.9 και EDP_D.41. Ωστόσο, αυτό συνεπάγεται ότι και όλες οι αναφορές σε αυτές τις δύο μεταβλητές θα πρέπει να εξαλειφθούν από τον πίνακα 2 του παραρτήματος B. Κατά συνέπεια, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 479/2009 θα πρέπει να τροποποιηθεί, προκειμένου να λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι το έλλειμμα (B.9) των εθνικών λογαριασμών θα πρέπει να χρησιμοποιείται για τους σκοπούς της ΔΥΕ, καθώς και τον ορισμό της ονομαστικής αξίας στον προτεινόμενο κανονισμό.

17.

Προκειμένου να ικανοποιηθούν οι δημόσιες ανάγκες και οι ανάγκες άσκησης πολιτικής όσον αφορά τον υπολογισμό της αμοιβής ανά εργαζόμενο και ανά ώρα εργασίας στον τομέα της γενικής κυβέρνησης, με γνώμονα την καλύτερη κατανόηση της δυναμικής των μισθών και των δυνητικών δευτερογενών επιπτώσεων μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, η ΕΚΤ προτείνει να συμπεριληφθούν στον πίνακα 801 για τον τομέα της γενικής κυβέρνησης τριμηνιαία στοιχεία για τον αριθμό τον εργαζομένων και τις δεδουλευμένες ώρες, δεδομένου ότι οι αμοιβές των εργαζομένων στον τομέα της γενικής κυβέρνησης περιλαμβάνονται ήδη στο πρόγραμμα διαβίβασης στοιχείων.

Στις περιπτώσεις που η ΕΚΤ υποδεικνύει την τροποποίηση του προτεινόμενου κανονισμού, το παράρτημα περιέχει συγκεκριμένες προτάσεις διατύπωσης συνοδευόμενες από την αντίστοιχη αιτιολογία.

Φρανκφούρτη, 19 Μαΐου 2011.

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Jean-Claude TRICHET


(1)  COM(2010) 774 τελικό.

(2)  ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 8.

(3)  ΕΕ L 310 της 30.11.1996, σ. 1.

(4)  Διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο της ΕΚΤ: http://www.ecb.europa.eu

(5)  EE L 15 της 20.1.2009, σ. 1.

(6)  Η πρώτη περίπτωση του άρθρου 127 παράγραφος 4 της συνθήκης προβλέπει ότι η γνώμη της ΕΚΤ ζητείται «για κάθε προτεινόμενη πράξη της Ένωσης που εμπίπτει στο πεδίο της αρμοδιότητάς της». Το άρθρο 282 παράγραφος 5 της συνθήκης προβλέπει ότι: «Στους τομείς που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της, ζητείται η γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για κάθε σχέδιο πράξης της Ένωσης».

(7)  Το άρθρο 290 ανήκει στο μέρος έκτο, κεφάλαιο 2, τμήμα 1 της συνθήκης με τίτλο «Οι νομικές πράξεις της Ένωσης».

(8)  Το άρθρο 282 παράγραφος 5 της συνθήκης αναφέρεται σε σχέδια πράξεων της Ένωσης στις ακόλουθες γλωσσικές αποδόσεις: Βουλγαρική («проект на акт на Съюза») Ισπανική («proyecto de acto de la Unión») Δανική («udkast»)· Γερμανική («Entwürfen für Rechtsakte der Union») Εσθονική («ettepanekute») Ελληνική («σχέδιο πράξης της Ένωσης») Γαλλική («projet d'acte de l'Union»)·Ιταλική («progetto di atto dell'Unione») Λετονική («projektiem»)· Λιθουανική («Sąjungos aktų projektų») Ολλανδική («ontwerp van een handeling van de Unie») Πορτογαλική («projectos de acto da União») Ρουμανική («proiect de act al Uniunii») Σλοβακική («navrhovaných aktoch Únie») Σλοβενική («osnutki aktov Unije»)·Φιλανδική («esityksistä») Σουηδική («utkast»). Στην Ιρλανδική απόδοση χρησιμοποιείται ο όρος «gniomh Aontais arna bheartu», ο οποίος αντιστοιχεί στην έννοια «σχεδιαζόμενες» πράξεις της Ένωσης.

(9)  Υπόθεση C-11/00 Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Συλλογή 2003, σ. I-7147, ιδίως σκέψεις 110 και 111.

(10)  ΕΕ C 103 της 22.4.2010, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Προτάσεις διατύπωσης

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροποποιήσεις που προτείνει η ΕΚΤ (1)

Τροποποίηση 1

Άρθρο 2 παράγραφος 2

«2.   Η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει, με πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8 και 9, τροποποιήσεις της μεθοδολογίας του ΕΣΛ 2010 που έχουν στόχο τη διευκρίνιση και τη βελτίωση του περιεχομένου της εφόσον δεν αλλάζουν τις βασικές του έννοιες, δεν απαιτούν συμπληρωματικούς πόρους για την εφαρμογή τους και δεν συνεπάγονται αύξηση των ιδίων πόρων.»

«2.   Η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει, με πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8 και 9, τροποποιήσεις της μεθοδολογίας του ΕΣΛ 2010 που έχουν στόχο τη διευκρίνιση και τη βελτίωση του περιεχομένου της εφόσον δεν αλλάζουν τις βασικές του έννοιες, δεν απαιτούν συμπληρωματικούς πόρους για την εφαρμογή τους και δεν συνεπάγονται αύξηση των ιδίων πόρων. Η Επιτροπή καταρτίζει σχέδια κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενων πράξεων σε στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.»

Αιτιολογία

Νομική βάση για την έκδοση του προτεινόμενου κανονισμού αποτελεί το άρθρο 338 παράγραφος 1 της συνθήκης, στο οποίο διευκρινίζεται ρητά ότι η λήψη μέτρων βάσει του άρθρου 338 παράγραφος 1 τελεί υπό «την επιφύλαξη του άρθρου 5 του Πρωτοκόλλου για το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας» (εφεξής το «καταστατικό του ΕΣΚΤ»). Εξάλλου, το άρθρο 5.3 του καταστατικού του ΕΣΚΤ ορίζει ότι η ΕΚΤ «προωθεί την εναρμόνιση, όπου είναι αναγκαίο, των κανόνων και πρακτικών που διέπουν τη συλλογή, επεξεργασία και διανομή των στατιστικών στοιχείων στους τομείς που εμπίπτουν στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της». Στο πλαίσιο των ως άνω ειδικών διατάξεων της συνθήκης, η Επιτροπή, κατά την άσκηση των κατ’ εξουσιοδότηση καθηκόντων της βάσει του προτεινόμενου κανονισμού, θα πρέπει να καταρτίζει σχέδια κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενων πράξεων σε στενή συνεργασία με την ΕΚΤ προκειμένου να διασφαλίζεται, μεταξύ άλλων, η συνοχή και η ποιότητα των στοιχείων και να ελαχιστοποιείται ο φόρτος εργασίας που συνεπάγεται η παροχή αυτών.

Τροποποίηση 2

Παράγραφος 2.21. του παραρτήματος A

«2.21.

Μια εταιρεία χαρτοφυλακίου που απλώς έχει στην κυριότητά της τα περιουσιακά στοιχεία θυγατρικών αποτελεί παράδειγμα θυγατρικού χρηματοοικονομικού οργανισμού. Άλλες μονάδες που αντιμετωπίζονται επίσης ως θυγατρικοί χρηματοοικονομικοί οργανισμοί είναι μονάδες με τα χαρακτηριστικά της ΟΕΣ, όπως περιγράφεται παραπάνω, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών επενδύσεων χαρτοφυλακίου και των συνταξιοδοτικών ταμείων, και μονάδες που χρησιμοποιούνται για τη διακράτηση και διαχείριση της περιουσίας φυσικών προσώπων ή οικογενειών, τη διακράτηση περιουσιακών στοιχείων με σκοπό την τιτλοποίησή τους, την έκδοση χρεογράφων εξ ονόματος συνδεδεμένων εταιρειών (μια τέτοιου είδους εταιρεία μπορεί να αποκαλείται μεσάζων), τη δημιουργία σχημάτων τιτλοποίησης και τη διενέργεια άλλων χρηματοοικονομικών πράξεων.»

«2.21.

Μια εταιρεία χαρτοφυλακίου που απλώς έχει στην κυριότητά της τα περιουσιακά στοιχεία θυγατρικών αποτελεί παράδειγμα θυγατρικού χρηματοοικονομικού οργανισμού. Άλλες μονάδες που αντιμετωπίζονται επίσης ως θυγατρικοί χρηματοοικονομικοί οργανισμοί είναι μονάδες με τα χαρακτηριστικά της ΟΕΣ, όπως περιγράφεται παραπάνω, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών επενδύσεων χαρτοφυλακίου και των συνταξιοδοτικών ταμείων, και μονάδες που χρησιμοποιούνται για τη διακράτηση και διαχείριση της περιουσίας φυσικών προσώπων ή οικογενειών, , την έκδοση χρεογράφων εξ ονόματος συνδεδεμένων εταιρειών (μια τέτοιου είδους εταιρεία μπορεί να αποκαλείται μεσάζων), και τη διενέργεια άλλων χρηματοοικονομικών πράξεων.»

Αιτιολογία

Οι χρηματοδοτικές εταιρείες ειδικού σκοπού που μετέχουν σε συναλλαγές τιτλοποίησης οποιασδήποτε μορφής δεν μπορούν να θεωρηθούν παρόμοιες με τους θυγατρικούς χρηματοοικονομικούς οργανισμούς — συγκεκριμένα, ανεξάρτητα από τα κριτήρια «ανεξαρτησίας», δεν ενοποιούνται με τον αρχικό δικαιούχο. Ταξινομούνται ως λοιποί ενδιάμεσοι χρηματοοικονομικοί οργανισμοί (S.125). Βλ. το άρθρο 1 του κανονισμού ΕΚΤ/2008/30 της 19ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με στατιστικά στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού των χρηματοδοτικών εταιρειών ειδικού σκοπού οι οποίες μετέχουν σε συναλλαγές τιτλοποίησης  (2).

Τροποποίηση 3

Παράγραφος 2.75. του παραρτήματος A

«2.75.

Ορισμός: Ο υποτομέας εταιρείες που δέχονται καταθέσεις εκτός από την κεντρική τράπεζα (S.122) περιλαμβάνει όλες τις χρηματοοικονομικές εταιρείες και οιονεί χρηματοοικονομικές εταιρείες, εκτός από εκείνες που ταξινομούνται στον υποτομέα κεντρική τράπεζα και στον υποτομέα κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων, που δραστηριοποιούνται κατά κύριο λόγο στη χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση με κύριο αντικείμενο την αποδοχή καταθέσεων από θεσμικές μονάδες και τη χορήγηση, για δικό τους λογαριασμό, δανείων και/ή τη διενέργεια επενδύσεων σε χρεόγραφα.»

«2.75.

Ορισμός: Ο υποτομέας εταιρείες που δέχονται καταθέσεις εκτός από την κεντρική τράπεζα (S.122) περιλαμβάνει όλες τις χρηματοοικονομικές εταιρείες και οιονεί χρηματοοικονομικές εταιρείες, εκτός από εκείνες που ταξινομούνται στον υποτομέα κεντρική τράπεζα και στον υποτομέα κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων, που δραστηριοποιούνται κατά κύριο λόγο στη χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση με κύριο αντικείμενο την αποδοχή καταθέσεων και/ή συγγενών υποκατάστατων καταθέσεων από θεσμικές μονάδες πλην των ΝΧΙ και τη χορήγηση, για δικό τους λογαριασμό, δανείων και/ή τη διενέργεια επενδύσεων σε χρεόγραφα.»

Αιτιολογία

Το κείμενο πρέπει να ευθυγραμμιστεί με τον ορισμό του όρου «λοιπά ΝΧΙ» στο άρθρο 1 του κανονισμού ΕΚΤ/2008/32 της 19ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με τη λογιστική κατάσταση του τομέα των νομισματικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση)  (3). Παρόμοια διατύπωση συναντάται και στο ΣΕΛ 2008.

Τροποποίηση 4

Παράγραφος 2.90. του παραρτήματος A

«2.90.

Ορισμός: Οι χρηματοδοτικές εταιρείες ειδικού σκοπού που μετέχουν σε συναλλαγές τιτλοποίησης (ΧΡΕΣ) είναι εταιρείες που διενεργούν συναλλαγές τιτλοποίησης. Οι ΧΡΕΣ που πληρούν τα κριτήρια της θεσμικής μονάδας ταξινομούνται στον τομέα S.125, διαφορετικά αντιμετωπίζονται ως αναπόσπαστο τμήμα της μητρικής εταιρείας.»

«2.90.

Ορισμός: Οι χρηματοδοτικές εταιρείες ειδικού σκοπού που μετέχουν σε συναλλαγές τιτλοποίησης (ΧΡΕΣ) είναι εταιρείες που διενεργούν συναλλαγές τιτλοποίησης. »

Αιτιολογία

Οι ΧΡΕΣ θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ξεχωριστές θεσμικές μονάδες ανεξάρτητα από κριτήρια όπως ο «βαθμός ανεξαρτησίας από τη μητρική εταιρεία» (Βλ. παρ. 2.22). Βλ. άρθρο 1 του κανονισμού ΕΚΤ/2008/30.

Τροποποίηση 5

Παράγραφος 5.108. του παραρτήματος A

«5.108.

Είναι σημαντικό να προσδιορίζεται … ταξινομούνται ως θυγατρικοί χρηματοοικονομικοί οργανισμοί.»

Αιτιολογία

Η ως άνω παράγραφος θα πρέπει να διαγραφεί, καθώς δεν συνάδει με τους ορισμούς και τα κριτήρια που εφαρμόζονται στα σχήματα τιτλοποίησης. Η εφαρμογή της θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα την ενοποίηση των σχημάτων τιτλοποίησης κατοίκων με «μητρικές» μονάδες κατοίκους, δεδομένου ότι τα σχήματα τιτλοποίησης τυπικά δεν πληρούν τα προτεινόμενα κριτήρια της ανάληψης του κινδύνου αγοράς και του πιστωτικού κινδύνου (βλ. και τροποποίηση 4).

Τροποποίηση 6

Παράγραφος 5.111. του παραρτήματος A

«5.111.

Τα καλυμμένα χρεόγραφα είναι ομόλογα που εκδίδονται ή είναι πλήρως εγγυημένα από μια χρηματοοικονομική εταιρεία. Σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής της εκδότριας ή εγγυήτριας χρηματοοικονομικής εταιρείας, οι κάτοχοι των ομολόγων έχουν απαίτηση πρώτης προτεραιότητας έναντι του χαρτοφυλακίου κάλυψης, επιπλέον της κανονικής απαίτησής τους έναντι της χρηματοοικονομικής εταιρείας.»

«5.111.

Τα καλυμμένα χρεόγραφα είναι ομόλογα που εκδίδονται ή είναι πλήρως εγγυημένα από μια χρηματοοικονομική εταιρεία. Σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής της εκδότριας ή εγγυήτριας χρηματοοικονομικής εταιρείας, οι κάτοχοι των ομολόγων έχουν απαίτηση πρώτης προτεραιότητας έναντι του χαρτοφυλακίου κάλυψης, επιπλέον της κανονικής απαίτησής τους έναντι της χρηματοοικονομικής εταιρείας. Τα καλυμμένα χρεόγραφα διαφέρουν από τα αξιόγραφα που είναι εγγυημένα από δεξαμενή περιουσιακών στοιχείων και εκδίδονται στο πλαίσιο τιτλοποίησης κατά το ότι ο εκδότης/κύριος των περιουσιακών στοιχείων αναλαμβάνει την άνευ όρων υποχρέωση να εξοφλήσει το κεφάλαιο και τους τόκους ανεξάρτητα από την απόδοση των περιουσιακών στοιχείων. Η λειτουργία τους συνίσταται απλά στη σύσταση ενεχύρου υπέρ των κατόχων των χρεογράφων σε περίπτωση μη εκπλήρωσης της ως άνω υποχρέωσης.»

Αιτιολογία

Εάν δεν διευκρινιστεί η διαφορά ανάμεσα στα καλυμμένα χρεόγραφα και τα αξιόγραφα που είναι εγγυημένα από δεξαμενή περιουσιακών στοιχείων, δεν είναι σαφές για ποιο λόγο η τιτλοποίηση αναφέρεται στα καλυμμένα χρεόγραφα. Ειδάλλως, κάθε αναφορά σε αυτά θα πρέπει να διαγραφεί, καθώς δεν συνδέονται με την τιτλοποίηση.

Τροποποίηση 7

Πρόγραμμα διαβίβασης στοιχείων για τους εθνικούς λογαριασμούς

Επισκόπηση των πινάκων (παράρτημα B)

Τρίτη στήλη «Προθεσμία t + μήνες (ημέρες, όπου προσδιορίζεται)» των πινάκων 2, 801, 27, 28 και νέα υποσημείωση

2/Κύρια συγκεντρωτικά μεγέθη γενικής κυβέρνησης — ετήσια/3/9

2/Κύρια συγκεντρωτικά μεγέθη γενικής κυβέρνησης — ετήσια/85 ημέρες  (4)/85 ημέρες στο τρίτο τρίμηνο

801/Μη χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί κατά τομέα — τριμηνιαίοι/85 ημέρες

801/Μη χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί κατά τομέα — τριμηνιαίοι/85 ημέρες (4)

27/Χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί γενικής κυβέρνησης — τριμηνιαίοι/85 ημέρες

27/Χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί γενικής κυβέρνησης — τριμηνιαίοι/85 ημέρες (4)

28/Δημόσιο χρέος — τριμηνιαίο/3

28/Δημόσιο χρέος — τριμηνιαίο/85 ημέρες  (4)

Αιτιολογία

Το Σεπτέμβριο του 2000 το συμβούλιο ECOFIN ενέκρινε το σχέδιο δράσης της ΟΝΕ σχετικά με τις στατιστικές απαιτήσεις και έθεσε ως προθεσμία υποβολής των τριμηνιαίων ενοποιημένων λογαριασμών της ζώνης του ευρώ, ανά θεσμικό τομέα, τις t+90 ημέρες από το τρίμηνο αναφοράς, προκειμένου να ικανοποιούνται οι ανάγκες της ΕΚΤ όσον αφορά τη νομισματική πολιτική. Ως εκ τούτου, η Eurostat και η ΕΚΤ θα έπρεπε να συλλέγουν τα αντίστοιχα εθνικά στοιχεία σε t+82 ημέρες. Λόγω των προγραμματισμένων συνεδριάσεων του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ για το 2015 και το 2016, θα αρκούσε μια μείωση της χρονικής υστέρησης στις t+85 ημέρες για τα έτη 2015 έως 2016. Συνεπώς, η ΕΚΤ υποστηρίζει την σύντμηση των προθεσμιών διαβίβασης των τριμηνιαίων τομεακών λογαριασμών βάσει του προγράμματος διαβίβασης στοιχείων του ΕΣΛ στις t+85 ημέρες έως το 2014, με στόχο τις t+82 ημέρες έως το 2017, προκειμένου να καθίσταται δυνατή η κατάρτιση ολοκληρωμένων τριμηνιαίων ενοποιημένων λογαριασμών της ζώνης του ευρώ σε t+90 ημέρες.

Περαιτέρω, η ΕΚΤ τάσσεται υπέρ της θέσπισης ομοιόμορφης προθεσμίας διαβίβασης για όλα τα τριμηνιαία και ετήσια εθνικά στοιχεία όσον αφορά τη γενική κυβέρνηση, πράγμα που συνεπάγεται το συγχρονισμό των τριμηνιαίων στοιχείων της γενικής κυβέρνησης στις προθεσμίες που καθορίζονται για τον πίνακα 801, επηρεάζοντας και τους πίνακες 27 και 28, και, ομοίως, τις προθεσμίες διαβίβασης των στοιχείων του πίνακα 2 και των στοιχείων για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ). Συνεπώς, η ΕΚΤ υποστηρίζει τη σύντμηση των προθεσμιών διαβίβασης των τριμηνιαίων στοιχείων για τους λογαριασμούς του δημοσίου βάσει του προγράμματος διαβίβασης στοιχείων του ΕΣΛ και των στοιχείων της ΔΥΕ σε t+85 ημέρες έως το 2014 με στόχο τις t+82 ημέρες έως το 2017, προκειμένου να καθίσταται δυνατή η κατάρτιση ολοκληρωμένων τριμηνιαίων ενοποιημένων λογαριασμών της ζώνης του ευρώ σε t+90 ημέρες.

Τροποποίηση 8

Τέλος του πίνακα 2 του παραρτήματος B — Κύρια συγκεντρωτικά μεγέθη της γενικής κυβέρνησης

EDP_D.41

Τόκοι, συμπεριλαμβανο-μένων των ροών τόκων από συμφωνίες ανταλλαγής (swaps) και από προθεσμιακές συμβάσεις επιτοκίων (FRA) (1)

S.13, S.1311, S.1312, S.1313, S.1314

EDP_B.9

Καθαρή ικανότητα χρηματοδότησης (+)/Καθαρή ανάγκη χρηματοδότησης (-) στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ) (4)

S.13, S.1311, S.1312, S.1313, S.1314

D.41

Τόκοι, (1)

S.13, S.1311, S.1312, S.1313, S.1314

B.9

Καθαρή ικανότητα χρηματοδότησης (+)/Καθαρή ανάγκη χρηματοδότησης (-)

S.13, S.1311, S.1312, S.1313, S.1314

Αιτιολογία

Το παράρτημα A του προτεινόμενου κανονισμού δεν ορίζει πλέον τους κωδικούς EDP_D.41 και EDP_B.9. Αυτό συνεπάγεται ότι κάθε αναφορά στις δύο αυτές μεταβλητές θα πρέπει να εξαλειφθεί από τον πίνακα 2 του παραρτήματος B. Αυτό ισχύει και για την υποσημείωση 4 του πίνακα 2.

Τροποποίηση 9

Τέλος της στήλης S.13 στον πίνακα 801 — Μη χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί κατά τομέα — τριμηνιαίοι

OTE Συνολικές δαπάνες γενικής κυβέρνησης/x

OTE Συνολικές δαπάνες γενικής κυβέρνησης/x

OTR Συνολικά έσοδα γενικής κυβέρνησης/x

OTR Συνολικά έσοδα γενικής κυβέρνησης/x

 

EMH Δεδουλευμένες ώρες/x

 

EMP Απασχολούμενα άτομα/x

Αιτιολογία

Προκειμένου να ικανοποιηθούν οι δημόσιες ανάγκες και οι ανάγκες άσκησης πολιτικής όσον αφορά τον υπολογισμό της αμοιβής ανά εργαζόμενο και ανά ώρα εργασίας στον τομέα της γενικής κυβέρνησης, το πρόγραμμα διαβίβασης (πίνακας 801) θα πρέπει να περιλαμβάνει και τριμηνιαία στοιχεία για τον αριθμό των εργαζομένων και τις δεδουλευμένες ώρες όσον αφορά τον τομέα της γενικής κυβέρνησης.


(1)  Οι έντονοι χαρακτήρες στο κυρίως κείμενο αφορούν τα σημεία των οποίων την προσθήκη προτείνει η ΕΚΤ. Η χρήση διαγράμμισης στο κυρίως κείμενο αφορά τα σημεία των οποίων τη διαγραφή προτείνει τη ΕΚΤ.

(2)  ΕΕ L 15 της 20.1.2009, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 15 της 20.1.2009, σ. 14.

(4)  82 ημέρες από το 2017.


Top